φωτογραφία φόντου

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z
Όρος
Ορισμός
route (n) a road or course of travel from one place to another
Example
The bus travels a different route than it used to.
Synonym
course, highway, path, road, way

Χρησιμοποιούμε cookies. Τα cookies μας βοηθούν να προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας. Με την πρόσβαση σας στον ιστότοπο αυτό αποδέχεστε την χρήση των cookies σε αυτό. Το κατάλαβα Διαβάστε περισσότερα