Ιστορία Κοινωνικών Επιστημών (Γ Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή
5.2. ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΣΥΝΘΕΤΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος


5.3. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

5.3.1. Περιβάλλον

Τα προβλήματα του περιβάλλοντος και οι κρίσιμες επιπτώσεις των προβλημάτων αυτών στη ζωή των συγχρόνων κοινωνιών αναδεικνύονται σε θέματα άμεσης προτεραιότητας, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα.

Ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την ανάγκη προστασίας του φυσικού του περιβάλλοντος εδώ και χιλιάδες χρόνια. Ο Πλάτωνας στον Κριτία αναφέρεται στα φαινόμενα που έπληξαν την Αττική εξαιτίας της καταστροφής των δασών από τον άνθρωπο και της απογύμνωσης των βουνών από τα χώματα («απομεινάρι της Τοτινής Γης»),

Κατά τον 19ο αιώνα, η προστασία του περιβάλλοντος συνδέεται με αισθητικά και ηθικά κριτήρια, που αφορούν το δικαίωμα επιβίωσης όλων των φυσικών ειδών και οργανισμών. Η αντίληψη αυτή εκφράζεται μέσα από το κίνημα του Ρομαντισμού, που επιδιώκει την ενότητα και τη συμφιλίωση του ανθρώπου με τη φύση.

Εικόνα

Μετά το 1960 η ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος εδραιώνεται σε ευρύτερα επιστημονικά, κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά κριτήρια. Από τη μια πλευρά, αφορά την ορθολογική διαχείριση των φυσικών και ενεργειακών πόρων, συνδέεται όμως ταυτόχρονα με μια κοινωνική αντίληψη για την ανάγκη προστασίας και σεβασμού του περιβάλλοντος ως απαράβατου όρου για τη μακρόχρονη επιβίωση του ανθρώπου στον πλανήτη Γη.

Η ίδια η έννοια του περιβάλλοντος μεταβάλλεται ιστορικά. Η «αντιπαλότητα» μεταξύ κοινωνίας και φύσης ξεκινά από τις πρωτόγονες κοινωνίες και κορυφώνεται στις βιομηχανικές κοινωνίες, που καθορίζουν ως στόχο την κυριαρχία πάνω στη φύση. Όμως τα προβλήματα του περιβάλλοντος αποβαίνουν σήμερα καίρια για τις σύγχρονες κοινωνίες. Αποτελούν δηλαδή κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζονται και από την πλευρά των κοινωνικών επιστημών.


α) Σήμερα η έννοια του περιβάλλοντος διευρύνεται και περιλαμβάνει:

- το φυσικό περιβάλλον,
- το δομημένο περιβάλλον, που αφορά το οικιστικό περιβάλλον στις πόλεις και στους οικισμούς,
- το ανθρώπινο περιβάλλον, που συνδέεται με την έννοια της ποιότητας της ζωής.

Αυτή η σύνθετη έννοια της προστασίας του περιβάλλοντος, που περιλαμβάνει ένα πλήθος οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων και στόχων, συνδέει άμεσα την έννοια της ανάπτυξης με την έννοια της περιβαλλοντικής προστασίας.

Τη σχέση αυτή περιγράφει ο όρος της «βιώσιμης» ή «διαρκούς» ή «αειφόρου» ανάπτυξης, σύμφωνα με τον οποίο η κατεύθυνση των επενδύσεων και ο προσανατολισμός των τεχνολογικών εξελίξεων συνδέεται άμεσα με την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και τη διαφύλαξη και την ανανέωση των φυσικών πόρων.

Με βάση τις αρχές αυτές, η στρατηγική της βιώσιμης ανάπτυξης καθορίζεται ως συνδυασμός τριών επιμέρους στόχων:

- την επιτυχία των καθαρά οικονομικών στόχων της ανάπτυξης (efficiency),
- την προώθηση της κοινωνικής ισότητας και της δικαιοσύνης στην καθημερινή ζωή των πολιτών (equity),
- τη διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος (conservation).

Είναι φανερό ότι η προώθηση των στόχων αυτών απαιτεί πολύπλευρη αντιμετώπιση, στην οποία κυρίαρχο ρόλο παίζουν οι Κοινωνικές Επιστήμες όπως η Κοινωνιολογία, η Οικονομία, η

Πολιτική Επιστήμη, η Κοινωνική Ανθρωπολογία. Κοινωνία, οικονομία, πολιτική και φύση αποτελούν σήμερα ένα ενιαίο και πολυσύνθετο αντικείμενο επιστημονικής έρευνας και μόνο μέσα από τη σφαιρική αυτή προσέγγιση είναι δυνατό να προκύψουν ολοκληρωμένες πολιτικές για το περιβάλλον.

β) Οι πολιτικές περιβάλλοντος που εφαρμόστηκαν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80 αντιμετώπισαν τα άμεσα προβλήματα της ρύπανσης μέσω της χρήσης της τεχνολογίας και της επιβολής νομοθετικών ρυθμίσεων (για παράδειγμα, όρια εκπομπής ρύπων).

Όμως η ανεπάρκεια παρόμοιων παρεμβάσεων οδήγησε στην αναγνώριση της ανάγκης να υπάρχει μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και υπερεθνική αντιμετώπιση των προβλημάτων.

Φαινόμενα όπως το νέφος, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η διαχείριση των υδάτινων πόρων δεν μπορούν πλέον να αντιμετωπιστούν από εθνικές πολιτικές. Αντίθετα, απαιτούνται συλλογικές και συντονισμένες προσπάθειες σε υπερ-εθνικό επίπεδο και επιβάλλεται ο ενεργός ρόλος των διεθνών οργανισμών. Πάντως οι δύο παγκόσμιες διασκέψεις για το περιβάλλον (Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992 και Κιότο το 1996) δεν μπόρεσαν να αποφασίσουν και να εφαρμόσουν συγκεκριμένα και αποτελεσματικά μέτρα, εξαιτίας των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν από τα οικονομικά συμφέροντα στις Η ΠΑ και στις αναπτυγμένες βιομηχανικές χώρες.

γ) Αυτή ακριβώς η αποσύνδεση του περιβάλλοντος από το σύνθετο κοινωνικό του χαρακτήρα και η επικράτηση μιας μονομερούς οικονομικής αντίληψης που εμπορευματοποιεί το περιβάλλον χάριν του κέρδους έχει οδηγήσει σε μια σειρά καταστρεπτικών αποτελεσμάτων για το περιβάλλον και για τις ίδιες τις ισορροπίες του πλανήτη.

Η καταστροφή του όζοντος στους γήινους πόλους, η υπερεκμετάλλευση και η καταστροφή των δασών, η μόλυνση των θαλασσών και η εξάντληση του ενιάλιου πλούτου τους, η αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων και χημικών, που εισάγονται τελικά στους ζωικούς οργανισμούς, αποτελούν τεράστιους κινδύνους που προσλαμβάνουν πλανητικές διαστάσεις. Αυτή ακριβώς η πορεία καταστροφής των πλανητικών ισορροπιών είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να αναστραφεί.

Η συνειδητοποίηση των κινδύνων αυτών έχει προκαλέσει την ενεργοποίηση κοινωνικών κινημάτων που αγωνίζονται για την προστασία του περιβάλλοντος και αποκαλούνται «οικολογικά κινήματα». Πολλές φορές μάλιστα τα κινήματα αυτά αποκτούν πολιτικό χαρακτήρα και ζητούν να προωθήσουν τους στόχους τους μέσα από κοινοβουλευτικές διαδικασίες.

δ) Η Ελλάδα θεωρείται προνομιούχος ως προς τα χαρακτηριστικά του φυσικού της περιβάλλοντος.

Ο πλούτος και η ποικιλία της χλωρίδας και της πανίδας της οφείλεται στην πλεονεκτική γεωγραφική της θέση στα όρια τριών φυσικών γεωγραφικών ζωνών μεταξύ Ευρώπης, Αφρικής και Ασίας, καθώς και στην πολυδιάσπαση του γεωγραφικού της χώρου (κοιλάδες, βουνά, νησιά). Οι ιδιαιτερότητες αυτές επιβάλλουν μια διευρυμένη πολιτική προστασίας, στην οποία πρέπει να συνυπολογιστεί η προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

Τα κυριότερα προβλήματα περιβάλλοντος που αντιμετωπίζει η χώρα μας είναι τα ακόλουθα:
- η ατμοσφαιρική ρύπανση αλλά και οι επιπτώσεις από την άναρχη οικιστική ανάπτυξη που αντιμετωπίζει η Αθήνα, αλλά και άλλες μεγάλες πόλεις,
- η έλλειψη ορθής διαχείρισης των υδάτινων πόρων εξαιτίας και της εξάρτησης των υδάτων των ποταμών της Βόρειας Ελλάδας από τις άλλες βαλκανικές χώρες, αλλά και εξαιτίας προβλημάτων ρύπανσης και έλλειψης βροχοπτώσεων στη Νότια Ελλάδα,
- η ρύπανση του εδάφους από φυτοφάρμακα και λιπάσματα στον αγροτικό χώρο,
- η απώλεια δασικών εκτάσεων λόγω πυρκαγιών, που έχει άμεση συνέπεια τη διάβρωση του εδάφους, τις καταστροφικές πλημμύρες (Αττική), κτλ.,
- οι κίνδυνοι καταστροφών που προκύπτουν τόσο για μοναδικού κάλλους και σπανιότητας οικοσυστήματα της χώρας μας, όσο και για τα μνημεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς (μάρμαρα Παρθενώνα).

Στη χώρα μας έχει υιοθετηθεί το πρότυπο της βιώσιμης-αειφόρου ανάπτυξης στο πλαίσιο μιας εθνικής πολιτικής περιβάλλοντος. Αυτό το πρότυπο προβλέπει τον έλεγχο στη δόμηση, την προστασία των οικοσυστημάτων και των βιοτόπων, την αντιμετώπιση της ρύπανσης και των θορύβων στις μεγάλες πόλεις, την αναδάσωση των καμένων εκτάσεων, κτλ.

Όμως υπάρχουν σοβαρά προβλήματα εναρμόνισης των επιμέρους πολιτικών με τις προτεραιότητες της περιβαλλοντικής προστασίας, αλλά και προβλήματα συντονισμού μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών φορέων για την εφαρμογή των πολιτικών προστασίας του περιβάλλοντος. Γενικότερα παρατηρείται υστέρηση και σε οργανωτικό και σε χρηματοδοτικό επίπεδο απέναντι στις ανάγκες, που συνεχώς διευρύνονται. Πάντως το θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος είναι ένα από τα κύρια εθνικά προβλήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά η χώρα μας στις αρχές του 21ου αιώνα.


Η χειραφετητική οικοπολιτική θεωρία διευρύνει την προβληματική σε τρία αλληλένδετα επίπεδα: τις ανθρώπινες ανάγκες, την τεχνολογία και την εικόνα του εαυτού. Στο πολιτικό επίπεδο, οι θεωρητικοί της χειραφέτησης έχουν πάρει στα σοβαρά τις αιτιάσεις του οικολογικού κινήματος και έχουν ξεκινήσει μια κριτική ανάλυση της δόμησης των ανθρώπινων αναγκών και της «καταλληλότητας» πολλών μοντέρνων τεχνολογιών. Δε θεωρείται πλέον αρκετό να αμφισβητούμε, ας πούμε, τη θέση ενός σταθμού πυρηνικής ενέργειας, ενός αυτοκινητόδρομου ή μιας χημικής βιομηχανίας, ή να επιμένουμε απλώς στη βελτίωση τον εξοπλισμού ασφαλείας ή στην εγκατάσταση φίλτρων για τη ρύπανση. Αντίθετα, αυτή η τρίτη φάση της οικοπολιτικής ανάλυσης απαιτεί να στρέψουμε την προσοχή μας στα πιο θεμελιακά ερωτήματα: σε ποιο βαθμό χρειαζόμαστε πραγματικά αυτού του είδους τις ενεργειακές πηγές αυτά τα μέσα μεταφοράς, αυτές τις βιομηχανίες και τεχνολογίες κ.ο.κ.; Μήπως δεν είναι σίγουρο ότι περισσότεροι από μας (άνθρωποι και μη άνθρωποι) μπορούμε να ζήσουμε πλουσιότερες και πληρέστερες ζωές αν οι άνθρωποι μπορέσουν να γίνουν λιγότερο εξαρτημένοι από αυτό το είδος της τεχνολογικής υποδομής και από τα εμπορεύματα και τα αγαθά που προσφέρει;: Όπως έχει παρατηρήσει ο Κορνήλιος Καστοριάδης, αν και το κίνημα της εργατικής τάξης έχει κατά κύριο λόγο προσεγγίσει το πρόβλημα της εξουσίας (και από δω απορρέει και το ενδιαφέρον του για ζητήματα συμμετοχής και διανομής), το οικολογικό κίνημα αμφισβητεί τώρα την οργάνωση και τη δομή των αναγκών και τον τρόπου ζωής. Και αυτό αποτελεί μια πολύ σημαντική υπέρβαση εκείνον που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ο μονοδιάστατος χαρακτήρας των προηγούμενων κινημάτων. Αυτό που διακυβεύεται στο οικολογικό κίνημα είναι η συνολική σύλληψη, η καθολική θέση και σχέση ανάμεσα στην ανθρωπότητα και στον κόσμο και, τελικά, το κεντρικό και αιώνιο ερώτημα: Τι είναι η ανθρώπινη ζωή; Γιατί ζούμε;

Το ζήτημα της πολιτισμικής δυσφορίας και της ανάγκης για πολιτισμική αναγέννηση σημαίνει ότι οι οικοπολιτικοί θεωρητικοί έχουν δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην αναζωογόνηση της κοινωνίας των πολιτών σε αντίθεση ή συμπληρωματικά με το κράτος. Αυτό αντανακλάται στο ενδιαφέρον των θεωρητικών της χειραφέτησης να βρουν τρόπους ώστε να συνενώσουν θεωρητικά τις ανησυχίες τον οικολογικού κινήματος με άλλα νέα κοινωνικά κινήματα, ιδιαίτερα με εκείνα που αφορούν το φεμινισμό, την ειρήνη, την ανάπτυξη και τη βοήθεια προς τον Τρίτο Κόσμο. Αυτό το νέο θεωρητικό πρόσταγμα ενδιαφέρεται να ανακαλύψει δρόμους που θα ξεπερνούν την καταστροφική λογική της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, τις κτητικές αξίες της καταναλωτικής κοινωνίας και, γενικότερα, όλα τα συστήματα κυριαρχίας (συμπεριλαμβανομένων της ταξικής κυριαρχίας, της πατριαρχίας, του ιμπεριαλισμού, τον ρατσισμού, τον ολοκληρωτισμού και της κυριαρχίας στη φύση).


- Η δεύτερη σειρά ερωτημάτων αναφέρεται στον τομέα της βιοηθικής και περιλαμβάνει τις ηθικές, φιλοσοφικές, κοινωνιολογικές, ψυχολογικές και νομικές-πολιτικές διαστάσεις που προκύπτουν από τις παρεμβάσεις της σύγχρονης τεχνολογικής-επιστημονικής έρευνας στις φυσικές διαδικασίες.

Όλα αυτά τα ερωτήματα θέτουν τις σύγχρονες κοινωνίες αλλά και την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα μπροστά σε προβλήματα που εμφανίζονται για πρώτη φορά ιστορικά, αφού αλλάζουν τους όρους μέσα από τους οποίους αντιμετωπίζουμε τα κοινωνικά φαινόμενα.

Ο βασικός διαχωρισμός που επικράτησε στις κοινωνικές επιστήμες μεταξύ «γεγονότων» και «αξιών» (Μαξ Βέμπερ) οδηγεί νομοτελειακά στην αυτονόμηση της επιστημονικής έρευνας και στην αλόγιστη χρήση των «προϊόντων» της. Η αξία της ανθρώπινης ζωής, η αξία της ίδιας της φύσης ως ευρύτερου πλαισίου της ίδιας της κοινωνίας είναι ανάγκη να τεθούν ως δεσμευτικοί όροι της ίδιας της επιστημονικής έρευνας.

Η επιστημονική κοινότητα δεν μπορεί να επικαλείται, κατά τη διεξαγωγή της επιστημονικής έρευνας, την ουδετερότητα και την αποχή από τις συνέπειες, αλλά, αντίθετα, οφείλει να συνυπολογίζει τις επιπτώσεις από τη χρήση των αποτελεσμάτων και των «προϊόντων» της έρευνας αυτής.

Εκτός όμως από την ευθύνη των επιστημόνων, είναι οι ίδιοι οι θεσμοί της κοινωνίας των πολιτών, οι πολιτικοί και οι κοινωνικοί φορείς, που πρέπει να παρεμβαίνουν και να καθορίζουν, σε υπερ-εθνικό επίπεδο, τα όρια μέσα στα οποία οφείλει να κινείται η επιστημονική έρευνα και

Εικόνα

η χρήση των αποτελεσμάτων της.

Γιατί μόνο τότε μπορεί να διασφαλιστεί η πραγματική ουδετερότητα στην επιστημονική έρευνα. Όταν δηλαδή αυτή αποσυνδεθεί από τα διάφορα οικονομικοπολιτικά συμφέροντα που θέλουν να χρησιμοποιήσουν την επιστήμη και την τεχνολογική εξέλιξη για την εξυπηρέτηση των δικών τους στόχων.


Πρόκειται σίγουρα για ένα τολμηρό και φιλόδοξο θεωρητικό εγχείρημα, το οποίο μάλιστα κάνει να φαντάζουν ανεπαρκώς η ελάχιστα εξοπλισμένες πολιτικές θεωρίες με μεγάλη επιρροή, όπως ο συντηρητισμός, ο φιλελευθερισμός και ο ορθόδοξος μαρξισμός. Όντως, τα όρια αυτών των πολιτικών φιλοσοφιών χρησίμευσαν γενικά ως θεωρητικά σημεία εκκίνησης για τους θεωρητικούς της οικοπολιτικής χειραφέτησης.



5.3.2. Βιοτεχνολογία-βιοηθική

Η βιοτεχνολογία αποτελεί την «αιχμή του δόρατος» της νεότερης τεχνολογικής-επιστημονικής εξέλιξης. Η επιστήμη προχωρεί σήμερα στην κλωνοποίηση γενετικού υλικού (DNA), αλλά και στην παραγωγή τροποποιημένων γενετικά οργανισμών (Τ.Γ.Ο.) που μετατρέπονται σε τεχνολογικά προϊόντα και διατίθενται ως εμπορεύματα σε παγκόσμια κυκλοφορία και σε

Εικόνα
ελεύθερη χρήση. Αυτή ακριβώς η «παρέμβαση» της επιστήμης στη φυσική διαδικασία δε θέτει μόνο μια σειρά πρακτικών προβλημάτων, αλλά μεταβάλλει και την ίδια τη σχέση μεταξύ κοινωνίας και φύσης.

- Η πρώτη κατηγορία προβλημάτων αφορά τα θέματα της δημόσιας υγείας, της προστασίας του περιβάλλοντος, την ποιότητα της ίδιας της ανθρώπινης ζωής. Τι θα προκύψει άραγε στο μέλλον από τη σταδιακή αντικατάσταση φυσικών προϊόντων και φυσικών εξελίξεων από εργαστηριακά προϊόντα και τεχνολογικά προσδιοριζόμενες διαδικασίες στην εξέλιξη της ανθρώπινης φύσης;


Η κλωνοποίηση ανθρώπου και η ευθύνη του: Ο επίδοξος «θεός» κόμπαζε μπροστά στο μικρόφωνο λέγοντας: «Δώστε μου μερικά εκατομμύρια δολάρια και θα σας κλωνοποιήσω χιλιάδες ανθρώπους κατά παραγγελία». Η είδηση έκανε το γύρο του κόσμου και τρόμαξε τους σώφρονες. Όχι γιατί είναι δύσκολο να επιτευχθεί η κλωνοποίηση στον άνθρωπο. Αλλά γιατί γυρνάμε στην εποχής του Προκρούστη, του πρώτου ίσως κλωνοποιού που η ελληνική μυθολογία μάς έδωσε, περιγράφοντας ταυτόχρονα και την έλλειψη κάθε ηθικής αναστολής, αφού ο σκοπός τον ήταν να κάνει ομοιόμορφους ως προς το ύφος ανθρώπους, με αυθαίρετο μέτρο το «πρότυπο κρεβάτι-τρόμο» για όσους παγιδεύονταν στα δίκτυά του, καθώς άλλους τους «ψήλωνε» και άλλους τους «έκανε» πιο κοντούς.

Ο άνθρωπος, το «ανήμερο» αυτό είδος στον πλανήτη μας, που στην προσπάθειά του να εξημερώσει τα υπόλοιπα είδη αγριεύει τον ίδιο τον εαυτό τον, πάντα είχε μέσα του το σπέρμα να πολλαπλασιάζει τη δύναμη τον. Κι έτσι έφτιαξε τους Κένταυρους, τον Πήλινο Στρατό του Σιαμ, τη Λερναία Ύδρα, τα παιδιά από τη Βραζιλία - τα χιτλεράκια δηλαδή του Μέγκελε, το βιβλίο In his image του Ρόρβιν και άλλα πολλά. Και από τη φαντασία και τους κρυφούς πόθους πέρασε γρήγορα στο πείραμα και στους ορατούς στόχους.

Πρόωρος και παρακινδυνευμένος λοιπόν ο νεωτερισμός της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης τον ανθρώπου. Γι' αυτό δεν αφορά μόνο τους ερευνητές, οι οποίοι επιδιώκονν την κατανόηση της λειτουργίας τον οργανισμού μας και τον κόσμου μας. Αφορά ολόκληρη την ανθρωπότητα. Κι εδώ έχουμε ένα πεδίο στο οποίο οι πολιτικοί πρέπει να παίξουν συντονιστικό αλλά και αποφασιστικό ρόλο. Ήδη υπάρχουν γραφεία στα Κοινοβούλια πολλών χωρών, όπως και στη χώρα μας, για την αποτίμηση της τεχνολογίας, τα οποία πρέπει να ενεργοποιηθούν ουσιαστικά. Και είναι πια αξεπέραστη αναγκαιότητα η δημιουργία στη χώρα μας Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τους κανόνες της βιοηθικής.

Ο άνθρωπος λοιπόν, ο λογικός, επαναστατεί και απελευθερώνεται. Και η σύγχρονη γενετική του δίνει τη θεωρητική αλλά και την πρακτική βάση της απελευθέρωσής του. Μιας αναζητούμενης ελευθερίας που χαρακτηρίζεται για την τόλμη της, αλλά πρέπει να οροθετείται και από την αρετή της. Γιατί όλα αυτά τα επιτεύγματα που αναφέραμε, όλα των τελευταίων δεκαετιών, θα περάσουν γρήγορα από το κόσκινο της σωστής εφαρμογής για το καλό της ανθρωπότητας. Γιατί ο άνθρωπος, με τη σοφία τον, εύκολα μπορεί να απομονώσει τον αμετροεπή, φιλόδοξο, υπερόπτη και αλαζόνα επίδοξο δαίμονα που θα θελήσει να ανατρέψει το μεγαλείο τον ανθρώπου, που προσδιορίστηκε ήδη από το διαχρονικό μεγαλείο της ιπποκρατικής σκέψης: «Η επιστήμη μας είναι ατέλειωτη, η ζωή μικρή, η εμπειρία απατηλή, ο χρόνος λίγος και η σωστή κρίση δύσκολη».


Στ. Αλαχιώτης, «Κλώνος, η όγδοη ημέρα της δημιουργίας» στο περιοδικό Ρεύματα, τχ. 1, Αθήνα 1998, σ. 30.


5.3.4. Τα ανθρώπινα δικαιώματα

Θεμέλιο της αναγνώρισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτέλεσε η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και η ίδρυση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. «...Η παρούσα Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποτελεί το κοινό ιδανικό στο οποίο πρέπει να κατατείνουν όλοι οι λαοί και όλα τα έθνη αλλά και οι πληθυσμοί χωρών που βρίσκονται στη δικαιοδοσία τους».

Σ' όλη την ιστορική διαδρομή που διανύθηκε από την υπογραφή της διακήρυξης αυτής, στις 10 Δεκεμβρίου 1948, μέχρι τις μέρες μας, παραμένει το ερώτημα πώς θα εφαρμοστούν πρακτικά τα δικαιώματα αυτά, ώστε να μην παραμένουν ένας τυπικός κατάλογος κανόνων και αιτημάτων. Ποιος είναι σήμερα ο χαρακτήρας και το περιεχόμενο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

Η διαμόρφωση μιας παγκόσμιας αγοράς, μιας παγκόσμιας οικονομικής δομής, δε συνοδεύεται από μια παγκόσμια κοινωνία. Οι κοινωνίες παραμένουν στα όρια του κράτους-έθνους, μέσα στα οποία καθορίζονται οι τύποι των δικαιωμάτων των πολιτών. Συνέπεια αυτού είναι ότι στην πραγματικότητα τα ανθρώπινα δικαιώματα παρέχονται από το ίδιο το κράτος-έθνος και αφορούν τους πληθυσμούς που ζουν στην επικράτεια του.

Το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν μπορεί να τεθεί σήμερα αφηρημένα, αν δεν επαναπροσδιοριστούν οι κλασικοί τύποι των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων σε μια σύγχρονη βάση.

Ο πολίτης στις σημερινές δυτικές κοινωνίες αναζητεί τα δικαιώματά του ανάμεσα σε ένα ευρύτατο φάσμα, που ξεκινά από την κοινωνία των προνομιούχων της γνώσης -την κοινωνία του «κυβερνοχώρου» και της πληροφορίας- και φτάνει ως την κοινωνία των ανέργων και των κοινωνικά αποκλεισμένων.

Εικόνα

Από την άλλη πλευρά, σε μεγάλες περιοχές του πλανήτη μας, στις χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, η πείνα, η φτώχεια, η εξαθλίωση, οι εμφύλιες συγκρούσεις, η καταπάτηση κάθε είδους δικαιωμάτων από αυταρχικά και δικτατορικά καθεστώτα καθιστούν το αίτημα της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων απλό ευχολόγιο.

Αυτή ακριβούς η πολυπλοκότητα αλλά και οι μεγάλες αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν στη σύγχρονη εποχή το περιεχόμενο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υποχρεώνουν τις κοινωνικές επιστήμες να αναζητήσουν τις νέες συνθήκες (οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές) στις οποίες θα θεμελιωθούν οι σύγχρονοι τύποι δικαιωμάτων.


* * *


Σ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα αναπτύχθηκε από τις Κοινωνικές Επιστήμες μια έντονη προβληματική για τη γεφύρωση μιας ιστορικής διάκρισης που χαρακτηρίζει το άτομο-μέλος της νεότερης κοινωνίας: Το άτομο-μέλος φέρει την ιδιότητα του πολίτη σε δύο μορφές:

- την τυπική μορφή, όπως αυτή περιγράφεται στο σύνταγμα, στους νόμους, στο σύστημα των θεσμών,
- την ουσιαστική μορφή, που αφορά το πραγματικό περιεχόμενο των ατομικών, των πολιτικών και ιδιαίτερα, των κοινωνικών δικαιωμάτων (υγεία, εκπαίδευση, ασφάλιση, προστασία περιβάλλοντος), αλλά και ταυτόχρονα επιτρέπει την ουσιαστική παρέμβαση του πολίτη στις αποφάσεις.

Το κράτος πρόνοιας, που οικοδομήθηκε μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στις δεκαετίες του '50 και του '60, συνέδεσε τα ατομικά και τα πολιτικά δικαιώματα με την ουσιαστική διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Μ' αυτό τον τρόπο, η τυπική ισότητα και ελευθερία που συνδέεται με τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα επεκτάθηκε σ' έναν τύπο οικονομικής και κοινωνικής ισότητας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στη συνέχεια -με την αποδυνάμωση του κράτους πρόνοιας από τα μέσα της δεκαετίας του '70 και καθώς οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης μειώθηκαν- τα κοινωνικά δικαιώματα συρρικνώνονται και αποσυνδέονται από τα τυπικά ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Η αποσύνδεση αυτή θεμελιώνεται θεωρητικά στο νεοκλασικό οικονομικό πρότυπο που υποστηρίζει ότι μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού της αγοράς μπορούν να διασφαλιστούν τα περιεχόμενα της ελευθερίας και της ισότητας των πολιτών.

Αντίστροφη πορεία ακολούθησαν οι τύποι αυτοί των δικαιωμάτων στις χώρες που ανήκουν στον πρώην Ανατολικό Συνασπισμό.

Στις χώρες αυτές, μέχρι την κατάρρευση των καθεστώτων τους (τέλος δεκαετίας '80, αρχές

δεκαετίας '90), είχαν θεσπιστεί σημαντικά κοινωνικά δικαιώματα (δικαίωμα στην εκπαίδευση, περίθαλψη, ασφάλιση, εργασία, κτλ.), ενώ, αντίθετα, τα ατομικά και τα πολιτικά δικαιώματα ήταν ιδιαίτερα περιορισμένα.

Μετά την πτώση των καθεστώτων αυτών, κατοχυρώθηκαν συνταγματικά οι τυπικές ατομικές και πολιτικές ελευθερίες, το πολυκομματικό σύστημα και οι ελεύθερες εκλογές. Παράλληλα όμως εμφανίζονται προβλήματα στην ουσιαστική άσκηση των δικαιωμάτων αυτών. Η νεογέννητη κοινοβουλευτική δημοκρατία αντιμετωπίζει την αναζωπύρωση θρησκευτικών αντιθέσεων, την εμφάνιση ακραίων εθνικιστικών κινημάτων, τις πολεμικές αναμετρήσεις μεταξύ εθνοτήτων.

Ταυτόχρονα, η παρατεταμένη οικονομική κρίση που διέρχονται οι χώρες αυτές οδηγεί στην αποδυνάμωση ή και στην κατάλυση σημαντικών κοινωνικών δικαιωμάτων και οδηγεί στην αποδιοργάνωση της συνοχής της κοινωνίας.

Παρατηρούμε, συνεπώς, τη στενή σχέση που συνδέει τους τύπους των δικαιωμάτων στις σύγχρονες κοινωνίες. Η συνύπαρξη ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων οδηγεί στην ικανοποίηση των αιτημάτων της ελευθερίας, της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης, αιτημάτων που αποτελούν τον πυρήνα μιας σύγχρονης δημοκρατικής πολιτείας.

Γι' αυτό και οι Κοινωνικές Επιστήμες προσεγγίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα ως ολοκληρωμένη μορφή των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Όμως το περιεχόμενο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων βρίσκεται, στην πράξη, σε συνεχή διαπραγμάτευση.

Ο κύριος άξονας της αντιπαράθεσης -που αφορά όχι μόνο την απλή αναγνώριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά τη δυνατότητα ουσιαστικής εφαρμογής τους στην πράξη- βρίσκεται μεταξύ δύο ιστορικού χαρακτήρα εξελίξεων:


- την οργάνωση της οικονομίας και των δικτύων της επικοινωνίας και της πληροφορίας σε παγκόσμιο επίπεδο, και
- την αδυναμία να διαμορφωθεί ένας τύπος «κοινωνικού συμβολαίου» οικουμενικής ισχύος, ικανού να αμβλύνει το χάσμα των ανισοτήτων και να διασφαλίσει την εφαρμογή των πανανθρώπινων αρχών και αξιών.

Σ' αυτή τη θεωρητική ιδέα στηρίχτηκε ο ΟΗΕ, με βάση τις οδυνηρές εμπειρίες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τα τραγικά γεγονότα που ακολούθησαν μέχρι σήμερα. Όμως ο ΟΗΕ παραμένει αδύναμος να εφαρμόσει τις αρχές αυτές, αφού επηρεάζεται αποφασιστικά από τις μεγάλες δυνάμεις που κυριαρχούν παγκόσμια.

Πάντως η διαμόρφωση ενώσεων υπερεθνικού χαρακτήρα όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να βοηθήσει ώστε να επικρατήσουν κανόνες εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσω-

τερικό πλαίσιο των ενώσεων αυτών, ώστε να χρησιμεύσουν οι κανόνες αυτοί ως πρακτικά υποδείγματα για την ουσιαστική κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η εποχή μας χαρακτηρίζεται, δίκαια, από σημαντικούς κοινωνικούς επιστήμονες και φιλοσόφους, ως εποχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα στοιχεία που διακρίνουν την παγκόσμια κοινωνία δεν μπορεί να είναι η καταγωγή, το φύλο, το χρώμα. Αντίθετα, είναι η βία, η αδικία, το έγκλημα που χωρίζουν τις κοινωνίες και τους ανθρώπους. Κι από την αντιμετώπιση αυτών των διαχωρισμών θα κριθεί τελικά το μέλλον του παγκόσμιου πολιτισμού.


Η ελευθερία και η ισότητα είναι έννοιες οικουμενικές, αλλά για να ισχύσουν χρειάστηκε ένας αγώνας οικουμενικός. Χρειάστηκε μια πορεία αγώνων που ξεκίνησε από την πάλη για την απελευθέρωση του ανθρώπου από τη μεταφυσική-πατριαρχική ερμηνεία της θέσης του στον κόσμο, για τη χειραφέτηση και την αποδέσμευση του από τις νομικές τάξεις της εξ αποκαλύψεως ευταξίας, για την απελευθέρωση του από τους περιοριστικούς προσδιορισμούς της ιδιοκτησίας, για τη χειραφέτηση τον από τους προσδιορισμούς της φυλετικής εικόνας του και της βιολογικής της ερμηνείας, από τους προσδιορισμούς του γένους, της καταγωγής... Η Γαλλική Επανάσταση, η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, η απελευθέρωση των Ινδιών, η κατάρρευση του ναζισμού και του φασισμού, η κατάρρευση της ιμπεριαλιστικής και ρατσιστικής Ιαπωνίας, το τέλος του απαρχάιντ έχουν το ίδιο περιεχόμενο. Δεν είναι δυτικός ή αντιδυτικός πολιτισμός. Είναι παγκόσμιος πολιτισμός. Είναι η διαδικασία συγκρότησης τον παγκόσμιου πολιτισμού, αγωνιώδης πορεία για την ολοκλήρωση της έννοιας του ανθρώπου, για την ελευθερία, για την ισότητα.


Η αξία της ζωής, της τιμής, της αξιοπρέπειας τον ανθρώπου, το δικαίωμά τον ν' αποφασίζει ελεύθερα στο πλαίσιο μιας κοινωνίας ελεύθερων και ίσων πολιτών δεν είναι πολιτισμική ιδιομορφία, σύμβαση ή ατομική αισθητική προτίμηση, είναι μοναδική προϋπόθεση της υπόστασης του ανθρώπου, της υπόστασης της κοινωνίας. Ο αγώνας γίνεται για την επιβεβαίωση τον γεγονότος ότι ο άνθρωπος, ασχέτως των επιμέρους πολιτισμικών του ταυτίσεων, είναι φορέας δικαιωμάτων και αξιών, όπου και αν βρίσκεται, στην Ακτή τον Ελεφαντοστού ή στην Ουάσιγκτον. Γιατί ο σεβασμός της αξιοπρέπειάς του δεν μπορεί να ισχύει στη Στοκχόλμη αλλά να μην ισχύει στην Τεχεράνη, στο Αλγέρι ή στη Σαγκάη, εν ονόματι ενός άλλου πολιτισμού, μιας άλλης ιστορίας, μιας άλλης παράδοσης. Σ' αυτό το σημείο βρίσκεται ακριβώς η πεμπτουσία της έννοιας του ανθρώπου ως έννοιας πραγματικής αφαίρεσης: ότι αντιπροσωπεύει, εκφράζει, θεμελιώνει έναν οικουμενικό πολιτισμό. Έναν πολιτισμό αξιακά ανώτερο από κάθε μερικότητα, από κάθε πολιτισμική κατάτμηση της παγκόσμιας κοινωνίας. Το

γεγονός ότι αυτός ο δυνάμει οικουμενικός πολιτισμός έχει σ' ένα βαθμό πραγματοποιηθεί ή τείνει προς την πραγματοποίηση του, με όλες τις δυσκολίες και τις παλινδρομήσεις που παρουσιάζει, στο γεωγραφικό χάρο όπου τον εστιάζει ο Χάντινγκτον, δε σημαίνει ότι δεν είναι οικουμενικός. Σημαίνει ότι ο αγώνας δεν έχει τελειώσει, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Ότι οι αξίες η ισχύουν οικουμενικά ή δεν ισχύουν. Γιατί η περιχαράκωση τους και ο πολιτισμικός προσδιορισμός τους ως μερικός τις αποτρέπουν και τις ανατρέπουν.



Ανακεφαλαίωση

1. Στο κεφάλαιο αυτό εξετάστηκαν καταρχήν οι σύγχρονες μορφές της οργάνωσης του κοινωνικού χώρου στις συνθήκες μιας παγκόσμιας επέκτασης των οικονομικών, των τεχνολογικών και των επικοινωνιακών δικτύων.

Ο ρόλος του κράτους-έθνους εντάσσεται στο πλαίσιο των παγκόσμιων αυτών δικτύων και το κάθε κράτος-έθνος αναζητεί τη θέση του μέσα στον παγκόσμιο καταμερισμό ισχύος.

Η κάθε εθνική κοινωνία αναδιοργανώνεται θεσμικά και οικονομικά σ' αυτή τη νέα βάση. Σημαντικό ρόλο ο' αυτή την αναδιοργάνωση διαδραματίζει η οικογένεια, η οποία υφίσταται αλλαγές που συναρτώνται με τις νέες κοινωνικές και εργασιακές σχέσεις.

Οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες όμως γνωρίζουν ένα νέο ιστορικό φαινόμενο, τη μαζικού τύπου μετανάστευση που συνυπάρχει με μια αυξανόμενη ανεργία. Αναλύεται το πρόβλημα της ενσωμάτωσης των πληθυσμών αυτών στα οικονομικά και κοινωνικά πρότυπα των δυτικών κοινωνιών και επισημαίνεται το αίτημα της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων των μεταναστών, ώστε να μπορέσουν αυτοί να ενταχθούν ομαλά στο νέο κοινωνικοοικονομικό και πολιτιστικό περιβάλλον και να αποφευχθούν τα επικίνδυνα φαινόμενα του ρατσισμού.

2. Αναλύονται σύγχρονα κοινωνικά φαινόμενα που αποκαλύπτουν την αποδιοργάνωση της κοινωνικής συνοχής και οδηγούν ολόκληρες ομάδες του πληθυσμού στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο.

Κεντρική θέση αποκτά σ' αυτή τη θεώρηση το φαινόμενο της ανεργίας και του νέου ρόλου της εργασίας στη σύγχρονη κοινωνία. Η απαξίωση βασικών τομέων της παραδοσιακής βιομηχανικής δομής και οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις οδηγούν στην αποδιοργάνωση του παραδοσιακού σταθερού πλαισίου των εργασιακών σχέσεων


και στο δραστικό περιορισμό των θέσεων εργασίας.

Οι εξελίξεις αυτές έχουν ως συνέπεια τη διαίρεση και την ένταση, που μεταφέρεται στο «εσωτερικό» της κοινωνίας μεταξύ της σταθερής εργασίας, από τη μια, και της προσωρινής εργασίας και της ανεργίας, από την άλλη.

Η διόγκωση της ανεργίας, η φτώχεια και η ανέχεια οδηγούν στον αποκλεισμό ολόκληρων κοινωνικών ομάδων από τα οικονομικά και πολιτιστικά αγαθά.

Ιδιαίτερα πλήττονται οι νέοι, οι γυναίκες και τα ηλικιωμένα άτομα και τίθεται υπό έρευνα το θέμα της κατοχύρωσης των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών αυτών.

Τα προβλήματα αυτά επιτείνονται από την αύξηση των μεταναστευτικών ρευμάτων που αδυνατούν να ενταχθούν ομαλά στον κοινωνικό ιστό της χώρας υποδοχής και περιθωριοποιούνται πολιτιστικά αλλά και εργασιακά, καταλαμβάνοντας δευτερεύουσες και ανασφαλείς θέσεις εργασίας. Τα φαινόμενα του ρατσισμού που εμφανίζονται στην Ευρώπη πιστοποιούν την αδυναμία επίλυσης του δυσχερούς αυτού κοινωνικού και οικονομικού προβλήματος.

Όλα αυτά τα φαινόμενα έντασης και αποδιοργάνωσης οδηγούν σε κοινωνικές εντάσεις, σε πράξεις βίας και εγκληματικής δράσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πράξεις ατομικής βίας αντικαθιστούνται σταδιακά από συλλογικές και οργανωμένες -ακόμη και σύμφωνα με τη σύγχρονη τεχνολογική εξέλιξη- εγκληματικές πράξεις, οι οποίες αποκτούν σύγχρονα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά.

3. Τα προβλήματα που προκύπτουν από την καταστροφή του περιβάλλοντος οδηγούν σε μια νέα οπτική, που εντάσσει τα προβλήματα αυτά σε ένα ενιαίο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο. Η αντίθεση κοινωνίας-φύσης που συνοδεύει το διαφωτιστικό επιχείρημα αντικαθίσταται σήμερα από μια συνολική οπτική, η οποία θεωρεί την προστασία του περιβάλλοντος ως ένα νέο διευρυμένο κοινωνικό δικαίωμα που αποβλέπει στην προστασία και στην αναπαραγωγή της ζωής του πλανήτη.

Παρόμοιοι προβληματισμοί διαμορφώνονται όσο αφορά την παρέμβαση της τεχνολογίας στην παραγωγή και στην αναπαραγωγή της ζωής. Πέρα από τα προβλήματα που υπάρχουν για την προστασία της υγείας και της ζωής, προκύπτει σήμερα η ανάγκη να θεσπιστούν πλαίσια που θα οριοθετήσουν μια ανεξέλεγκτη «επιστημονική» δραστηριότητα και θα διαμορφώσουν μια νέα ισόρροπη σχέση μεταξύ κοινωνίας-τεχνολογικής εξέλιξης, σχέση ικανή να διασφαλίσει την πρόοδο της ανθρώπινης κοινωνίας.


4. Η γενική μορφή των προβλημάτων αυτών διατυπώνεται μέσα από το αίτημα της ουσιαστικής αναγνώρισης και κατοχύρωσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που αποτελούν, τελικά, το ιδεώδες της συγκρότησης μιας παγκόσμιας κοινωνίας.

Το πρόβλημα των δικαιωμάτων στη σύγχρονη μορφή τους αφορά καταρχάς τις αναπτυγμένες κοινωνίες, που πλήττονται από την ανεργία και τα φαινόμενα του κοινωνικού αποκλεισμού. Κατεξοχήν όμως αφορά την παραβίαση και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε παγκόσμια κλίμακα, γεγονός που αποτελεί όνειδος για το σύγχρονο πολιτισμό.

Γι' αυτό και οι Κοινωνικές Επιστήμες αναζητούν σήμερα τους νέους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτισμικούς όρους που θα θεμελιώσουν τους σύγχρονους τύπους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ώστε από τις τυπικές διακηρύξεις να διαμορφωθούν δεσμευτικά πλαίσια οικουμενικής ισχύος για την προστασία των δικαιωμάτων αυτών.


Βασικοί όροι

ανεργία, κοινωνικός αποκλεισμός, κράτος-έθνος, υπερεθνικοί θεσμοί, πολυπολιτισμικότητα, παγκοσμιοποίηση, κοινωνία της απασχόλησης, νεοκλασική θεωρία, φυσικό περιβάλλον, δομημένο περιβάλλον, ανθρώπινο περιβάλλον, βιοτεχνολογία, βιοηθική, ιδιότητα του πολίτη.


Ερωτήσεις

1. Το κράτος-έθνος.

α. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του παραδοσιακού κράτους-έθνους (19ος-20ός αιώνας) και μέσα από ποιους μηχανισμούς ενσωματώνεται η κοινωνία στο πρότυπο αυτό;

β. Ποιοι μηχανισμοί αντικαθιστούν τον προστατευτισμό του κράτους-έθνους;

γ. Μέσα από ποιες διαδικασίες και ποιους μηχανισμούς ενσωματώνεται σήμερα η εθνική κοινωνία;

δ. Ποιες επιλογές μπορεί να πραγματοποιήσει ένα αναπτυγμένο κράτος και ποιες ένα περιφερειακό-υπανάπτυκτο μέσα στο παγκόσμιο σύστημα;

2. Οικογένεια - δομή, ρόλοι

α. Να περιγράψετε συνοπτικά τον τύπο της παραδοσιακής-πυρηνικής οικογένειας και να προσδιορίσετε τις βασικές αλλαγές που χαρακτηρίζουν το σύγχρονο τύπο οικογένειας.

β. Σε ποιους κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους οφείλεται το φαινόμενο της υπογεννητικότητας στις δυτικές κοινωνίες; Τι επιπτώσεις έχει για τη χώρα μας;

γ. Ποιες επιπτώσεις έχει στη δομή και στις λειτουργίες της οικογένειας η εργασία και των δύο συζύγων;


3. Πολυπολιτισμικότητα-διαπολιτισμικές σχέσεις

α. Τι σημαίνει «πολυπολιτισμικότητα»; Να αναφέρετε ένα παράδειγμα και να προσδιορίσετε τα χαρακτηριστικά του.

β. Με ποιους τρόπους μια εθνική κοινωνία μπορεί να διασφαλίσει την πολιτισμική της κληρονομιά, όταν συνυπάρχει με πολιτισμικές μειονότητες;

γ. Ποιος είναι ο ρόλος του εθνικού κράτους σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία; Ποιες θα πρέπει να είναι οι παρεμβάσεις του;


4. Παγκοσμιοποίηση

α. Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του όρου «παγκοσμιοποίηση»;

β. Ποιες συνέπειες έχει για μια εθνική οικονομία η ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων σε υπερεθνική κλίμακα;

γ. Μέσα από ποιους μηχανισμούς διαμορφώνονται σήμερα οι ανισότητες που καθορίζουν τη θέση ενός κράτους-έθνους στον παγκόσμιο χάρτη;


5. Κοινωνικός αποκλεισμός

α. Τι σημαίνει «κοινωνικός αποκλεισμός»; Σε τι διαφέρει από τη φτώχεια;

β. Με ποιες ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές αλλαγές συνδέεται ο κοινωνικός αποκλεισμός;

γ. Ποιες κοινωνικές ομάδες οδηγούνται σήμερα στο περιθώριο;

δ. Ποιες είναι οι συνέπειες του τεχνολογικού αποκλεισμού σε μια σύγχρονη κοινωνία;


6. Ανεργία

α. Ποιες είναι οι αλλαγές στους βασικούς τομείς της οικονομίας; Τι επιπτώσεις έχουν στον τομέα της εργασίας;

β. Ποιες διαιρέσεις διαμορφώνονται σήμερα στο «εσωτερικό» της εργασίας;

γ. Πώς αντιμετωπίζει η νεοκλασική θεωρητική αντίληψη το πρόβλημα της ανεργίας;

δ. Ποιος μπορεί να είναι ο παρεμβατικός ρόλος ενός σύγχρονου κράτους για την αντιμετώπιση της ανεργίας;

ε. Ποιες είναι οι συνέπειες της ανεργίας στο άτομο και στο οικογενειακό του περιβάλλον;


7. Μετανάστευση-ρατσισμός

α. Ποια η διαφορά των παραδοσιακών μεταναστευτικών ρευμάτων από το σύγχρονο φαινόμενο της μετανάστευσης;

β. Με ποιο τρόπο ενσωματώνονται οι μετανάστες στην εργασιακή διαδικασία; Ποιες αποκαλούμε «ζώνες ελεύθερης εργασίας»;

γ. Ποιες είναι οι βάσεις της εκδήλωσης του ρατσιστικού φαινομένου (οικονομικές, πολιτισμικές);


8. Βία στην κοινωνία

α. Ποια είναι τα κοινωνικά αίτια της βίας και των συγκρούσεων σας σύγχρονες κοινωνίες;

β. Πώς οργανώνεται σήμερα το έγκλημα; Πώς χρησιμοποιεί τα σύγχρονα εξελιγμένα δίκτυα;

γ. Με ποια μέσα πρέπει να αντιμετωπίσει μια σύγχρονη κοινωνία τα φαινόμενα της βίας και της εγκληματικότητας; Αρκούν οι μηχανισμοί καταστολής;


9. Περιβάλλον

α. Γιατί το πρόβλημα του περιβάλλοντος αντιμετωπίζεται σήμερα ως κοινωνικοοικονομικό πρόβλημα;

β. Ποιους τομείς περιλαμβάνει η έννοια του περιβάλλοντος; Ποιους στόχους καθορίζει η στρατηγική της «βιώσιμης ανάπτυξης»;

γ. Ποια περιβαλλοντικά προβλήματα αντιμετωπίζει η χώρα μας; Πού οφείλονται;


10. Βιοτεχνολογία-βιοηθική

α. Ποια προβλήματα προκαλεί η παρέμβαση της επιστήμης στον τομέα της βιοτεχνολογίας στη φυσική διαδικασία;

β. Πρέπει να είναι απαλλαγμένη η επιστημονική έρευνα από ηθικά ερωτήματα και αξίες;


11. Ανθρώπινα δικαιώματα

α. Ποιες κατηγορίες δικαιωμάτων συναπαρτίζουν τα «ανθρώπινα δικαιώματα»;

β. Τι συνέπειες έχει η αποδυνάμωση ή ακόμη και η κατάργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων;

γ. Να συγκρίνετε τους τύπους δικαιωμάτων σε μια χώρα της Δυτικής Ευρώπης και σε μια της Κεντρικής Αφρικής. Ποιες διαφορές παρατηρούνται; Που οφείλονται;


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Π. Γέμτος, Οι Κοινωνικές Επιστήμες. Μία Εισαγωγή, εκδ. Τυπωθήτω/ Γ. Δαρδανός,

Αθήνα 1995.

J. Habermas, Αγώνες Αναγνώρισης στο Δημοκρατικό Κράτος Δικαίου, εκδ. Νέα Σύνορα

- Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα 1994. (ατομικά / συλλογικά δικαιώματα / αναγνώριση

μειονότητας)

Θ. Κονιαβίτης, Πλουραλισμός στην Κοινωνιολογία, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1993.

Μ. Ουόλζερ, Περί Ανεκτικότητας, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 1998.

Μ. Πετμετζίδου, Κοινωνικές Ανισότητες και Κοινωνική Πολιτική, εκδ. Εξάντας,

Αθήνα 1992.

Ζ.- Π. Φιτουσσί, Η Απαγορευμένη Συζήτηση, εκδ. Πόλις, Αθήνα 1997.

Κ. Ψυχοπαίδης, Ιστορία και Μέθοδος, εκδ. Σμίλη, Αθήνα 1994.


Εικόνα

Π. Κονδύλης, Από τον 20ό στον 21ο αιώνα, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1998.

Κ. Τσουκαλάς, Είδωλα Πολιτισμού, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1991.

Ό. Στασινόπουλου, «Οικογένεια, Κράτος, Κοινωνική Πολιτική», στο Διαστάσεις της

Κοινωνικής Πολιτικής Σήμερα, Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα 1993.

P. Rosenvallon, La Nouvelle Question Sociale, Seuil, Paris 1995.

E. Balibar, Droit de Cite (Culture et Politique en Democratie), Aube, 1998.

Ντ. Μπράουν, Η Δικτατορία στον Κυβερνοχώρο, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 1999.

Λ. Μουσούρου, Κοινωνικός Αποκλεισμός, η Ελληνική Εμπειρία, εκδ. Gutenberg, Αθήνα

1998.

Ε. Τρέσσου, Κοινωνικές Ανισότητες και Κοινωνικός Αποκλεισμός, Ίδρυμα Σάκη

Καράγιωργα, Αθήνα 1998.

Δ. Χαραλάμπης, Δημοκρατία και Παγκοσμιοποίηση, Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα 1998.