Ιστορία Κοινωνικών Επιστημών (Γ Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή
4.13. ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 5.2. ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΣΥΝΘΕΤΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος
5. ΣΥΓΧΡΟΝΗ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ


Εισαγωγή: Οι Κοινωνικές Επιστήμες μπορούν να προσεγγίσουν και να αναλύσουν, με βάση τις μεθοδολογικές τους αρχές, τη φύση και την εξέλιξη των σύγχρονων κοινωνικών φαινομένων. Τέτοια σημαντικά προβλήματα αφορούν το ρόλο του κράτους-έθνους -μέσα στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης-, την ανεργία, τον κοινωνικό αποκλεισμό, το ρόλο της οικογένειας, την καταστροφή του περιβάλλοντος, τα προβλήματα που προκύπτουν από την ύπαρξη μειονοτήτων στις σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες.


Διδακτικοί στόχοι: Στόχος του κεφαλαίου αυτού είναι να βοηθήσει τους μαθητές και τις μαθήτριες να κατανοήσουν ότι τα γεγονότα της καθημερινής τους εμπειρίας δεν αποτελούν τυχαία συμβάντα, αλλά ότι συνδέονται και προκύπτουν μέσα από ευρύτερες κοινωνικές διαδικασίες.

Οι μαθητές και οι μαθήτριες, μέσα από τη σύνδεση εμπειρίας και μεθόδου, θα πρέπει να κατανοήσουν ότι τα θεωρητικά σχήματα και τα μεθοδολογικά πρότυπα που αναπτύχθηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια δεν αποτελούν αφηρημένες θεωρίες, αλλά ότι, αντίθετα, μας βοηθούν σημαντικά με την κατάλληλη αξιοποίησή τους να κατανοήσουμε τη σύγχρονη κοινωνία και τις εξελίξεις της, αλλά και τις ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές των σύγχρονων ανθρώπων

.

Εισαγωγικές ερωτήσεις:

• Ποιος είναι ο ρόλος της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Πώς θα διατηρήσουμε την εθνική μας ταυτότητα στα πλαίσια των ευρωπαϊκών εξελίξεων;

• Η ανεργία οφείλεται στις τεχνολογικές εξελίξεις ή σε ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές μεταβολές; Πώς θα αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη ανεργία;

• Ποιος είναι ο ρόλος της σύγχρονης οικογένειας; Ποιος ο ρόλος του κάθε μέλους της στη νέα πραγματικότητα;

• Έχει δικαίωμα να παρεμβαίνει ο άνθρωπος στις φυσικές εξελίξεις μέσω της τεχνολογίας; Υπάρχουν όρια και ηθικοί φραγμοί στην επιστημονική έρευνα;


5.1. Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Η σύγχρονη -παγκόσμιου χαρακτήρα- οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, ωθούμενη από την εξέλιξη της τεχνικής και της τεχνολογίας αλλά και από τη διάλυση της πρώην ΕΣΣΔ, συμβαδίζει με μια λειτουργική μεταβολή του ρόλου των κρατών. Αυτή η μεταβολή έχει άμεση και καθοριστική επίδραση στη διαμόρφωση του κοινωνικού γίγνεσθαι. Η εικόνα της κοινωνίας μετατοπίζει αποφασιστικά την οργανική δομημένη τάξη της σε μια νέα τάξη ευκίνητη αλλά και πιο περίπλοκη.

Οι μέχρι τώρα σταθεροί πόλοι αναφοράς, όπως το κράτος-έθνος, τα κόμματα, οι θεσμοί, ο προγραμματισμός της οικονομίας, της εργασίας, τα επαγγέλματα, η οικογένεια, κτλ., συστέλλουν ο η μαντικά τη σημασία τους. Η ιδιαιτερότητα, η πολυπολιτισμικότητα, ο χαλαρός οικογενειακός δεσμός, η «ευελιξία» της εργασίας, οι διεθνείς επιχειρήσεις, η μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας, η διεθνής -και υπερβολική- κινητικότητα πληθυσμών και πληροφοριών αρχίζουν κι αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι τοποθετημένος σ' ένα σταυροδρόμι πολλαπλών αναφορών και δέχεται ποικίλα μηνύματα. Όλο και πιο πολύ, η κοινωνία μας διαμορφώνεται σ' ένα σύνθετο δίκτυο μηνυμάτων αναφοράς, που όμως το καθένα από αυτά διαθέτει μια σχετική αυτοτέλεια. Ο άνθρωπος περνά από τις κοινωνικές ολότητες στην ιδιαίτερη και ατομική έκφραση και η κοινωνία φαίνεται να συγκροτείται από μια μάζα ατόμων χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένος και σταθερός συνδετικός ιστός.

Ο κατακερματισμός του κοινωνικού ιστού δηλώνει στην πραγματικότητα την ευκαμψία του κοινωνικού δεσμού, ο οποίος μπορεί να μεταβάλλεται, τροποποιώντας ταυτόχρονα τη στάση, τη συμπεριφορά και τη δράση του ανθρώπου. Οι κοινωνικές αξίες σχετικοποιούνται ανάλογα με τις οικονομικές συνθήκες, την πολιτική συγκυρία, την κοινωνική κινητικότητα, την αναβίωση της παράδοσης, τη μίμηση νέων πολιτισμικών ή περιθωριακών προτύπων, με το συνεχή επαναπροσδιορισμό του ανθρώπου ανάλογα με τις περιστάσεις.

Ο άνθρωπος ζει μέσα σ' έναν κόσμο όπου οι σημαντικές αυτές αλλαγές καθορίζουν το πλαίσιο των ενεργειών του αναδιαμορφώνοντας διαρκώς την κοινωνική δομή και τις πράξεις του. Έτσι, οι ίδιοι άνθρωποι μπορούν να συγκροτούν και να θεσπίζουν στάσεις ζωής που στην πραγματικότητα μπορούν και να συγκρούονται μεταξύ τους (για παράδειγμα, σοσιαλιστής και εθνικιστής). Τα άτομα βρίσκονται μέσα σε σύνθετες σχέσεις και σε μια συνεχή κίνηση μετατόπισης των συμπεριφορών τους εκδηλώνοντας τις ανάλογες αντιδράσεις. Το ζήτημα του κοινωνικού δεσμού μετατρέπεται σε ένα παιχνίδι μετατόπισης των θέσεων του δρώντος υποκειμένου μέσα στην κοινωνία. Η γνώση πλέον της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας βασίζεται στην κατασκευή εννοιών που περιγράφουν και διαπιστώνουν φαινόμενα της κοινωνι-

κής πραγματικότητας. Τελικά, η κατασκευή των εννοιών αυτών σημαίνει ότι, πίσω από τις κοινές έννοιες, τα κοινωνικά γεγονότα συνδέονται με ένα σύστημα σχέσεων το οποίο οι κοινωνικές επιστήμες δεν μπορούν να το μελετούν η καθεμία με τις δικές της άκαμπτες κατασκευές. Οι αλλαγές που συντελούνται σε κοινωνικό, οικονομικό, ψυχολογικό και πολιτικό επίπεδο επιτάσσουν την κατασκευή εννοιών που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε διεπιστημονικά την κοινωνική ψυχολογία αλλά κυρίως θα μας οδηγήσουν στην καθιέρωση θεσμών ικανών να βελτιώσουν τη ζωή μας και να ολοκληρώσουν την κοινωνική μας ύπαρξη. Μέσα από την προσέγγιση αυτή μπορούμε να κατανοήσουμε το σύνθετο πλέγμα των σχέσεων που χαρακτηρίζει και επηρεάζει την κοινωνική μας ζωή και ύπαρξη και ταυτόχρονα να αντιληφθούμε το εσώτερο κενό που τη βασανίζει επειδή η κοινωνική πραγματικότητα μεταβάλλει και εμάς τους ίδιους θεσπίζοντας αποκλεισμούς ή καταξιώσεις. Με άλλα λόγια, η περιγραφή των σύγχρονων κοινωνικών προβλημάτων παρουσιάζει τη συνθέτη κατάσταση της κοινωνίας μας και μας βοηθά να κατανοούμε τους άλλους και τον εαυτό μας.


5.1.1. Το κράτος-έθνος

Το κράτος-έθνος αποτέλεσε στη νεότερη περίοδο το πλαίσιο μέσα στο οποίο συγκροτήθηκαν οι σύγχρονες κοινωνίες με βάση την έλλογη, ελεύθερη και δημοκρατική έκφραση της βούλησης των πολιτών. Το κράτος-έθνος συνδέεται με τα όρια της επικράτειας, ενός φυσικού προστατευόμενου χώρου μέσα στον οποίο επιτελούνται οι κοινωνικές και οικονομικές λειτουργίες και ταυτόχρονα διαμορφώνεται η συνείδηση μιας κοινής ιστορικής-πολιτιστικής ταυτότητας.

Μέσα στα όρια του κράτους-έθνους η κοινωνία ξεπερνά τους προ-αστικούς διαχωρισμούς και ομογενοποιείται σ' ένα κοινό πλαίσιο θεσμών, λειτουργιών και αξιών. Γι' αυτό και η μελέτη μιας κοινωνίας αναφέρεται πρωταρχικά σε ένα εθνικό κράτος, σε μια περιφέρεια, σε μια κοινότητα. Μέσα στο πλαίσιο αυτό αναζητούμε τη δομή και τις λειτουργίες των κοινωνικών τάξεων, των επιμέρους κοινωνικών ομάδων και στρωμάτων.

Όμως η κλασική αυτή προσέγγιση παρακάμπτεται από τη λειτουργία των υπερεθνικών οικονομικών και επικοινωνιακών σχέσεων που διαμορφώνονται σε παγκόσμιο επίπεδο και οι οποίες επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τις λειτουργίες και τις δομές του σύγχρονου κράτους-έθνους. Οι ισχυροί προστατευτικοί φραγμοί τους οποίους ύψωναν τις περασμένες δεκαετίες τα ισχυρά βιομηχανικά κράτη, προκειμένου να προωθήσουν τη δική

τους οικονομική ανάπτυξη, καταρρέουν σήμερα και δίνουν τη θέση τους σε παγκόσμια δίκτυα οικονομικών ανταλλαγών.

Η δημιουργία υπερεθνικών θεσμών, όπως αυτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή μεγάλων περιοχών οικονομικών ανταλλαγών όπως η NAFTA (Ένωση Ελευθέρου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής), αλλά και η συμφωνία της GATT (Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου), που καθορίζει τους όρους του ελευθέρου εμπορίου, αποδεικνύουν ότι το κάθε κράτος-έθνος δεν μπορεί να αναλυθεί και να κατανοηθεί ως αυτόνομη μονάδα. Αντίθετα, είναι απαραίτητη η ένταξη του στο πλαίσιο των ευρύτερων οικονομικών σχέσεων, μέσα στις οποίες λειτουργεί ως οικονομία και ως κοινωνική δομή.

Το πολυεθνικό κεφάλαιο μετακινείται από το κράτος-έθνος σε άλλο κράτος-έθνος. Στηρίζεται όμως πάντα ο ένα εθνικό νομικό πλαίσιο, ο' ένα σύστημα εθνικών υποδομών και εθνικών οικονομικών και φορολογικών όρων, και, βέβαια, σ' ένα εγχώριο εργατικό δυναμικό. Μέσα από τις διαδικασίες αυτές τροποποιείται ο ιστορικός ρόλος που διαδραμάτιζε παραδοσιακά το κράτος-έθνος. Το κάθε κράτος-έθνος αναδιοργανώνεται και αναζητεί το νέο ρόλο και τη θέση του μέσα στο παγκόσμιο σύστημα.

Σ' αυτό τον καταμερισμό ρόλων και ισχύος διαμορφώνονται νέες διακρίσεις μεταξύ των αναπτυγμένων και των υπό ανάπτυξη κρατών. Αποκρυσταλλώνονται παγκόσμια τρεις «ζώνες» ανάπτυξης που περιλαμβάνουν τη Βόρεια Αμερική, τη Δυτική Ευρώπη και την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Οι υπερεθνικοί οικονομικοί μηχανισμοί διαχωρίζουν, τελικά, τον πλανήτη σε τρεις πανίσχυρους και συνεκτικούς «πόλους», ενώ οι υπόλοιπες χώρες -ειδικά οι αφρικανικές- περιθωριοποιούνται και αποκλείονται από τα αναπτυγμένα οικονομικά δίκτυα και από τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό.

Στην Ανατολική Ασία, για παράδειγμα, το κράτος-έθνος έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη και στην οικονομική ανάπτυξη της Κίνας, της Κορέας, της Ταϊβάν.

Γενικότερα, σ' εκείνες τις περιοχές όπου καταρρέει το εθνικό κράτος, είτε λόγω της παλιάς αποικιοκρατικής δομής είτε εξαιτίας του οικονομικού ανταγωνισμού -στον οποίο δεν μπορούν να ανταποκριθούν οι χώρες αυτές-, παρατηρούμε ότι τίθεται ως κύριο πρόβλημα η ενίσχυση του νομικού πλαισίου και των εθνικών χαρακτηριστικών και δομών προκειμένου να συγκροτηθεί το κράτος-έθνος ως εθνική βιώσιμη «μονάδα» στο παγκόσμιο πεδίο του ανταγωνισμού.

Στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης, οι εθνικές κυβερνήσεις αναλαμβάνουν επιτελικό ρόλο. Προωθούν διακρατικές συμφωνίες προς όφελος των εθνικών τους επιχειρήσεων -με χρήση της «οικονομικής» διπλωματίας- και παράλληλα προχωρούν σ' έναν τύπο επενδύσεων που αποκα-

λούνται «άυλες» επενδύσεις: Πρόκειται για επενδυτικές δραστηριότητες στην παιδεία, στο ανθρώπινο κεφάλαιο, σε υποδομές επικοινωνιακών και νέων ενεργειακών δικτύων.


Εκατομμύρια εκατομμυρίων δολαρίων ανά τον πλανήτη, προϊόν συλλογικής εργασίας και αποταμίευσης όλου του κόσμου, βρίσκονται ναό τον έλεγχο και τη διαχείριση ενός νεφελώδους, ανεξιχνίαστου ακόμη και για τους επαγγελματίες μορφώματος από ολιγαρχίες και ιεραρχίες που κινούνται χωρίς λαϊκή εντολή. Η καταπληκτική πρόοδος που σημειώνεται στην Πληροφορική και στις τηλεπικοινωνίες, καθώς και η φιλελευθεροποίηση των χρηματιστηριακών αγορών, επιτρέπει στους συντελεστές να επεμβαίνουν σε χρόνο μηδέν, είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, σε οποιοδήποτε σημείο τον πλανήτη, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να σέβονται την παραμικρή νομική διαδικασία ούτε να υπόκεινται σε προηγούμενο έλεγχο, δεσμεύοντας κεφάλαια που δεν τους ανήκουν και από τα οποία δεν ελέγχουν συχνά παρά μόνο ένα απειροελάχιστο ποσοστό. Κυκλοφορούντα κεφάλαια ύψους πάνω από 1.000.000.000.000 δολάρια (αριθμός που αντιπροσωπεύει στο πολλαπλάσιο τα αποθέματα συναλλάγματος οποιασδήποτε χώρας-μέλονς του ομίλου των Επτά, για να μη μιλήσουμε για άλλες μικρότερες χώρες) αλλάζουν χέρια καθημερινά. Η μετατόπιση ενός μέρους αυτών των κεφαλαίων μπορεί να διασώσει ή να καταβαραθρώσει οποιοδήποτε νόμισμα και, κατά συνέπεια, την πολιτική ενός ολόκληρου κράτους.

Παρόμοια συσσώρευση δύναμης δεν έχει προηγούμενο στην Ιστορία. Δεν είναι συγκεντρωμένη στα χέρια μιας κάποιας εξουσίας ή μιας σκοτεινής δύναμης, εκδηλώνεται όμως με πολυποίκιλες συνωμοσίες από μέρους των συντελεστών της, οι οποίοι ταυτίζουν, σαν να ήταν κάτι φυσικό, τα δικά τους συμφέροντα με τη σωστή διαχείριση των δημοσιονομικών και γενικότερα της οικονομίας μιας χώρας, χωρίς να έχουν υποστεί καμιά εξέταση και χωρίς να τους έχει αναθέσει κανείς μια τέτοια αποστολή.

Οι δυνάμεις αυτές βρίσκουν αντιμέτωπες κυβερνήσεις και κοινοβούλια εκλεγμένα από τους πολίτες και υποχρεωμένα να δίνουν λόγο, με εξουσίες δυσκίνητες και ασφυκτικά κλεισμένες στα πλοκάμια εθνικών και διεθνών διαδικασιών και ρυθμίσεων και με περιορισμένες δυνατότητες επέμβασης στο χώρο και στο χρόνο.

Οι όροι του παιχνιδιού είναι άνισοι και η έκβασή τον προβλέψιμη, αν συνεχιστεί η σημερινή ροή των πραγμάτων. Η αποδυνάμωση των εθνικών κρατών, η μείωση της ικανότητας επέμβασης και ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων επιφέρει ήδη καταστροφικά αποτελέσματα. Διευρύνει σημαντικά τη ζώνη των κοινωνιών που έχουν πάψει να διέπονται από τους κανόνες ενός κράτους δικαίου. Από τη μια μεριά, το κράτος αδυνατεί όλο και περισσότερο να επωμιστεί τις ευθύνες τον σε τομείς που παραδοσιακά του ανήκουν. Από την άλλη, αρνείται να οργανώσει τους νέους τομείς δραστηριότητας ή απλώς αποδεικνύεται ανίκανο να το κάνει.



5.1.2. Οικογένεια - ρόλοι, δομή της σύγχρονης οικογένειας

Η οικογένεια δεν αποτελεί μόνο ένα σημαντικό κοινωνικό θεσμό, τον κατεξοχήν «πυρήνα» της κοινωνικοποίησης του ατόμου. Συνιστά ταυτόχρονα και το βασικό πλαίσιο μέσα στο οποίο οργανώνεται η ζωή των ανθρώπων. Η μορφή και οι δραστηριότητες της οικογένειας, οι ρόλοι των μελών της, εξελίσσονται ιστορικά και διαμορφώνονται μέσα από τις ευρύτερες κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές.

Μολονότι η οικογένεια και ο γάμος ανήκουν στο «χώρο» των ανθρώπινων σχέσεων, εντούτοις συνδέονται άμεσα με τη σφαίρα της οικονομίας, της εργασίας και της κυκλοφορίας των αγαθών.

α) Η παραδοσιακή μορφή της πατριαρχικής οικογένειας αποτέλεσε μια αυτόνομη οικονομική ενότητα. Σ' αυτή τη μορφή της οικογένειας, ο θεσμός του γάμου -που συνιστά συστατικό στοιχείο της οικογένειας-, ενώ αποτελεί τυπικά έναν ιδιωτικό θεσμό, συνδέεται με στοιχεία του δημόσιου χώρου. Αυτό συμβαίνει διότι η οικιακή εργασία -η χωρίς αμοιβή εργασία-, ενώ θεωρείται ιδιωτική δραστηριότητα, συντελεί άμεσα στην κοινωνική αναπαραγωγή των μελών της οικογένειας, έχει δηλαδή δημόσιο χαρακτήρα.


Εικόνα

Παράλληλα, η ένταξη του ατόμου στην αγορά εργασίας προσδιορίζει και τη θέση -αλλά και το ρόλο του- μέσα στην οικογένεια.

Στην παραδοσιακή μορφή οικογένειας αντιστοιχούσε μια σταθερή και συγκεκριμένη δομή: Ο πατέρας -εργαζόμενος μισθωτός ή ελεύθερος επαγγελματίας-, η μητέρα -που είχε ως κύριο ρόλο την οικιακή απασχόληση- και τα παιδιά. Σ' αυτό τον τύπο οικογένειας αναφέρονται τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής (πρόνοια, υγεία, στέγαση, δημογραφική πολιτική) αλλά και οικονομικής πολιτικής (επιδόματα, κριτήρια φορολόγησης).

β) Αυτή η μορφή οικογένειας στη σύγχρονη εποχή συνοδεύεται από νέα φαινόμενα. Η αύξηση των διαζυγίων, η άσκηση βίας μέσα στην οικογένεια, η νεανική εγκληματικότητα, η εξάπλωση της χρήσης των ναρκωτικών αποτελούν εκφράσεις ενός ευρύτερου φαινομένου που αποκαλείται «κρίση του θεσμού της οικογένειας».

Η αύξηση των διαζυγίων συνδέεται με μια νέα αντιμετώπιση του θεσμού του γάμου ως υπόθεσης προσωπικής και ατομικής και όχι ως οικογενειακής. Μεταβαίνουμε δηλαδή από τις αξίες της πίστης και της αρετής, που αποτέλεσαν τα στοιχεία ενότητας της οικογένειας, στη διεκδίκηση των ατομικών δικαιωμάτων κάθε μέλους και, τελικά, σε επιλογές διάλυσης του θεσμού.

Στο σύνολο τους οι γάμοι δε μειώνονται, παρόλο που αυξάνεται ο αριθμός των διαζυγίων, γιατί το μεγαλύτερο ποσοστό των διαζευγμένων ξαναπαντρεύεται. Προκύπτουν μ' αυτό τον τρόπο νέοι τύποι παράπλευρων οικογενειακών σχημάτων. Ο νέος τύπος οικογένειας -στην περίπτωση που ο ένας ή και οι δύο σύζυγοι έχουν παιδιά από προηγούμενο γάμο- χαρακτηρίζεται ως ατελής, αφού δεν υπάρχουν τα σαφή όρια της οικογένειας και δεν προσδιορίζονται οι συγκεκριμένοι οικογενειακοί ρόλοι.

Παράλληλα με τους τύπους αυτούς, αυξάνονται οι περιπτώσεις ελεύθερης συμβίωσης και εκείνες των μονογονεϊκών οικογενειών με αρχηγό -κατά κανόνα- την άγαμη μητέρα.

Η κοινωνικοποίηση του αγοριού εξακολουθεί να κινείται στο πρότυπο του «αρχηγού», του «προμηθευτή» της οικογένειας, που αναλαμβάνει τον εκτελεστικό ρόλο.

Η κοινωνικοποίηση όμως του κοριτσιού απομακρύνεται από το παραδοσιακό πρότυπο της νοικοκυράς και συνδέεται με την ένταξή του στο πλαίσιο της εργασίας, των σπουδών, της επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Συνεπώς, δημιουργείται ένα νέο πλαίσιο ρόλων για τα δύο φύλα, που συναρτάται με τις ατομικές ικανότητες του καθενός και την επαγγελματική του ενασχόληση. Το νέο αυτό πλαίσιο χαρακτηρίζεται από μια ρευστότητα που αφορά τόσο τους ρόλους όσο και τις σχέσεις που διαμορφώνονται στο εσωτερικό της οικογένειας.

Εικόνα

γ) Η αύξηση της μέσης διάρκειας ζωής έχει επιμηκύνει τη διάρκεια της μεταγονεϊκής περιόδου, κατά την οποία τα παιδιά έχουν αποκτήσει δική τους οικογένεια και δικά τους παιδιά. Αυτό δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα συντήρησης και περίθαλψης των ηλικιωμένων ατόμων.

Ενώ στην παραδοσιακή κοινωνία η οικογένεια, διαδραματίζοντας ένα σύνθετο και αυτόνομο ρόλο, μπορούσε να καλύπτει τις ανάγκες των μελών της από τη γέννηση ως το θάνατο τους, σήμερα κοινωνικοί θεσμοί αλλά και φορείς ιδιωτικής πρωτοβουλίας καλούνται να καλύψουν ένα μεγάλο τμήμα των αναγκών αυτών (π.χ. παιδικοί σταθμοί, ΚΑΠΗ για τους ηλικιωμένους κτλ.).

Οι σύγχρονες οικογένειες οδηγούνται αναγκαστικά σε τομείς υπηρεσιών «εκτός οικογένειας» (εκπαίδευση, εργασία, περίθαλψη, σύνταξη) και οι ρυθμοί ζωής αλλά και οι λειτουργίες της οικογένειας εξαρτώνται από τις οικονομικές της δυνατότητες να προσφεύγει στις υπηρεσίες αυτές.

Συνακόλουθα, η μεταβιομηχανική κοινωνία προϋποθέτει έναν τύπο «μεταβιομηχανικής» οικογένειας, και ο τύπος της οικογένειας αυτής προϋποθέτει ένα νέο πολύπλευρο τύπο παροχής κοινωνικών υπηρεσιών, δηλαδή έναν τύπο μεταβιομηχανικού κοινωνικού κράτους.

Στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, ο κύκλος ζωής της οικογένειας διασφαλιζόταν ικανοποιητικά από το κοινωνικό κράτος. Τόσο στα πρώτα όσο και στα τελευταία χρόνια του κύ-

κλου ζωής των ανθρώπων, μια σειρά από κοινωνικές πολιτικές παρείχε ασφάλεια στα άτομα (εκπαίδευση, γονικές παροχές, υγεία, ασφάλιση, σύνταξη). Στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, οι υψηλοί ρυθμοί απασχόλησης αλλά και οι κοινωνικές παροχές -που ενίσχυαν τον οικογενειακό προϋπολογισμό πέρα από την αμοιβή της μισθωτής εργασίας του πατέρα- και αποτελούσαν τον λεγόμενο κοινωνικό μισθό διατηρούσαν τη συνοχή της οικογένειας απέναντι στο οικονομικό της περιβάλλον.

δ) Στη σύγχρονη περίοδο, η αποδυνάμωση των κοινωνικών παροχών έχει ως συνέπεια την περικοπή των δαπανών που διασφάλιζαν το άτομο τόσο στην αρχή όσο και στο τέλος της ζωής του. Κυρίως όμως η αβεβαιότητα κυριαρχεί στη διάρκεια της οικονομικά ενεργού περιόδου της ζωής των ανθρώπων. Η απώλεια της εργασίας, η μερική απασχόληση, το φάσμα της ανεργίας δημιουργούν μια κατάσταση αβεβαιότητας και αστάθειας που έχει άμεσες συνέπειες στη συνοχή και στις λειτουργίες της οικογένειας.

Από την άλλη πλευρά νέα προβλήματα, που παίρνουν τη μορφή κοινωνικής μάστιγας, όπως

Εικόνα

τα ναρκωτικά και το έιτζ (AIDS), απειλούν τη σύγχρονη οικογένεια ανεξάρτητα από την κοινωνικοοικονομική της θέση.

Όλες αυτές οι συνθήκες οδηγούν στην ελάττωση του μεγέθους της οικογενειακής μονάδας και στον περιορισμό των γεννήσεων. Στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι χαρακτηριστικό ότι η γονιμότητα, που βρισκόταν το 1960 στο επίπεδο των 2,63 παιδιών ανά γυναίκα, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 προσεγγίζει την αναλογία 1,50 παιδιά ανά γυναίκα.

Στην Ελλάδα οι εξελίξεις αυτές ακολούθησαν ακόμη πιο γρήγορους ρυθμούς. Ενώ το 1981 η γονιμότητα στην Ελλάδα ήταν 2,21, δηλαδή πάνω από το όριο αναπαραγωγής, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 πέφτει κάτω από το 1,50, δηλαδή κάτω από το μέσο όριο των ευρωπαϊκών χωρών. Ταυτόχρονα η διαφορά ανάμεσα στις γεννήσεις και τους θανάτους μειώθηκε δραστικά, με συνέπεια τη στασιμότητα του συνολικού πληθυσμού της χώρας αλλά και την πληθυσμιακή γήρανση. Σήμερα η εξέλιξη αυτή που αφορά το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας μας αποτελεί ένα κρίσιμο εθνικό πρόβλημα που απαιτεί πολύπλευρη αντιμετώπιση.


Εικόνα

Οικογενειακά σχήματα
και αναπαραγωγή οικογενειακών προτύπων

Σημαντική είναι η διάκριση ανάμεσα στο νοικοκυριό και στην οικογένεια και η προσέγγιση της οικογένειας ως ιδεολογικής κατασκευής, ιδιαίτερα μέσα από το πρίσμα της κοινωνικής αναπαραγωγής.

Το νοικοκυριό έχει μια κοινωνική-υλική βάση, ενώ η οικογένια αποτελεί μια κοινωνική-ιδεολογική κατασκευή. Το νοικοκυριό αποτελεί ένα σύστημα συγκατοικούντων οικιακών ομάδων, μια υλική μονάδα, στο πλαίσιο της οποίας τα άτομα οργανώνουν την κατανομή των πόρων και τη διεκπεραίωση ορισμένων δραστηριοτήτων, και συνάπτουν σχέσεις παραγωγικής, αναπαραγωγικής και καταναλωτικής φύσης, αποτελώντας έτσι και μέρος των ευρύτερων αυτών διαδικασιών στο επίπεδο του κοινωνικού συνόλου. Διαφοροποιούνται ταξικά και, σύμφωνα με το πλέγμα δραστηριοτήτων τους που αφορούν την ίδια τους τη συγκρότηση και την αναπαραγωγή (για παράδειγμα, κανόνες κληρονομιάς, μορφές απασχόλησης, μετανάστευσης, κτλ.), συμβάλλουν στην ευρύτερη αναπαραγωγή της κοινωνίας σύμφωνα με τις παραμέτρους τάξη, φύλο και φυλή.

Η οικογένεια είναι πολύ πιο δύσκολο να οριστεί. Δύο τουλάχιστον κριτήρια έχουν επικρατήσει σε μεγάλο βαθμό: το βιολογικό, βασισμένο στις συγγενικές σχέσεις ορισμένων μελών τον νοικοκυριού, και ο ιδεολογικός/κανονιστικός της χαρακτήρας. Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη ότι τα άτομα γίνονται μέλη ενός νοικοκυριού μέσα από την οικογενειακή μορφή σχέσεων, όχι γιατί αυτή είναι η μόνη πιθανή μορφή, αλλά γιατί αυτή είναι η κυρίαρχη μορφή, ευρέως αποδεκτή και επιθυμητή. Τονίζεται δηλαδή ότι τα άτομα εισέρχονται σε σχέσεις παραγωγής, αναπαραγωγής και κατανάλωσης στα πλαίσια του νοικοκυριού με την οικογενειακή μορφή ως κύριο μέσο, αντανακλώντας συγχρόνως και αποκρύπτοντας τη ρεαλιστική πραγματικότητα της δημιουργίας και στήριξης τον νοικοκυριού.

Η σημασία της οικογένειας προβάλλεται με ιδιαίτερη ένταση σε καιρό κρίσης και αναδιάρθρωσης τον συστήματος της κοινωνικής πολιτικής. Εκτιμάται η συμβολή της στην κάλυψη αναγκών και στην άσκηση φροντίδας, ενώ προτείνονται μέτρα στήριξης της οικογένειας σε αυτό της το ρόλο, σαν αντιστάθμισμα στις περικοπές των δαπανών και στη συρρίκνωση των κοινωνικών υπηρεσιών τον δημόσιου φορέα. Τα βιώματα γραφειοκρατικής ισοπέδωσης και ταλαιπωρίας επισημαίνονται πολύ περισσότερο από τις ευεργετικές πλευρές των κρατικών ρυθμίσεων, ενώ τονίζεται και πάλι η βασική αντίθεση ανάμεσα στις απρόσωπες, ψυχρές και γραφειοκρατικές διαδικασίες τον κρατικού μηχανισμού και στη ζεστασιά, στην προσωπική σχέση και ιδιαιτερότητα η οποία θεωρείται ότι χαρακτηρίζει την άσκηση φροντίδας από την οικογένεια και τα συγγενικά πλέγματα.



5.1.3. Πολυπολιτισμικότητα-διαπολιτισμικές σχέσεις

Η πολυπολιτισμικότητα είναι ένας σύγχρονος όρος που εκφράζει τη συνύπαρξη και την ελεύθερη επικοινωνία μιας εθνικής-πολιτιστικής κοινότητας με άλλες με τις οποίες συμβιώνει, είτε μέσα στα όρια του εθνικού κράτους είτε στο πλαίσιο ευρύτερων κρατικών ενοτήτων.


Εικόνα

Ο πολιτισμός εκφράζει την υπόσταση ενός λαού, το ιστορικό του βάθος, τη συλλογική του ταυτότητα. Αποτελεί το πλαίσιο ομογενοποίησης και ενσωμάτωσης μιας κοινωνίας.

Η συγκρότηση ισχυρών υπερεθνικών οργανισμών, όπως αυτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μεταναστευτικά ρεύματα που κατευθύνονται από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής, τις χώρες της Βαλκανικής, διαμορφώνουν σήμερα ένα νέο τύπο κοινωνίας στον οποίο συνυπάρχουν και συμβιώνουν διαφορετικοί πολιτισμοί και διαφορετικές κοινωνικές ομάδες.

Είναι αυτονόητο ότι η συνύπαρξη αυτή των διαφορετικών πολιτισμών, των μειονοτικών ομάδων, των μεταναστευτικών πληθυσμών απαιτεί το σεβασμό των βασικών υποχρεώσεων που

οφείλονται σε ό,τι είναι διαφορετικό, μειοψηφικό, περιθωριακό. Είναι αναγκαία η κατοχύρωση ίσων δικαιωμάτων και ελευθεριών απέναντι σε κάθε μορφή διάκρισης.

Η επίδειξη σεβασμού στα δικαιώματα και στην αναγνώριση της προσωπικότητας των άλλων πολιτιστικών κοινοτήτων δε συνδέεται μόνο με το δημοκρατικό χαρακτήρα μιας πολιτείας. Ταυτόχρονα ο ίδιος ο εθνικός πολιτισμός ισχυροποιεί και τη δική του ταυτότητα μέσα από την κατανόηση και την αναγνώριση των άλλων πολιτιστικών ταυτοτήτων.

Η έννοια της πολυπολιτισμικότητας αναφέρεται ο' έναν πολιτισμό που σέβεται τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες και δεν επιχειρεί να τις ενσωματώσει σ' ένα ενιαίο εθνικό/πολιτισμικό πλαίσιο. Παράλληλα όμως η έννοια αυτή προϋποθέτει -και αναφέρεται σε- έναν οικουμενικό πολιτικό πολιτισμό που χαρακτηρίζεται από τον αμοιβαίο σεβασμό των δικαιωμάτων των πολιτών.

Η ελευθερία και η ισότητα των πολιτών, που αναγνωρίζουν τα σύγχρονα συντάγματα, αναφέρονται στα κοινά γνωρίσματα των ατόμων, γνωρίσματα που είναι καθολικά και δεν επηρεάζονται από τις επιμέρους πολιτισμικές ταυτότητες.

Μια δημοκρατική πολιτεία κατευθύνεται, συνεπώς, στο να αποδώσει στα μέλη των μειονοτικών πολιτισμικών ομάδων «ίσα δικαιώματα συνύπαρξης» με την πλειοψηφούσα πολιτισμική ομάδα. Η κατοχύρωση του εισοδήματος από την εργασία, η ιατρική περίθαλψη, η εκπαίδευση, η θρησκευτική ελευθερία, η ελευθερία συνείδησης και έκφρασης, αποτελούν βασικά δικαιώματα ανεξάρτητα από φυλή, θρησκεία, έθνος, καταγωγή, φύλο, κτλ.

Συνεπώς, ο ρόλος του κράτους είναι διπλός. Από τη μια πλευρά επιδεικνύει ουδετερότητα ως προς ορισμένους τομείς όπως οι θρησκευτικές αντιλήψεις, οι παραδόσεις και τα έθιμα των μειονοτικών εθνοτικών ομάδων. Από την άλλη πλευρά όμως, όταν προκύπτει ανάγκη να υποστηριχθούν βασικά ανθρώπινα και κοινωνικά δικαιώματα των μειονοτήτων, τότε απαιτείται η παρέμβαση του εθνικού κράτους για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων αυτών.

Ασφαλώς η ομαλή ένταξη των μειονοτικών ομάδων, των μεταναστευτικών ρευμάτων και των εθνικών ή των θρησκευτικών μειονοτήτων αποτελεί για τα σύγχρονα κράτη ένα πολυσύνθετο πρόβλημα, ιδιαίτερα μάλιστα σε μια ιστορική περίοδο όπου αυξάνεται η ανεργία και οξύνεται η οικονομική κρίση τόσο στις περιφερειακές οικονομίες όσο και σε οικονομίες αναπτυγμένων κρατών.

Στα έθνη-κράτη, η εξουσία στηρίζεται στο έθνος που έχει την πλειοψηφία, το οποίο χρησιμοποιεί το κράτος για τους δικούς τον σκοπούς. Αυτό δεν αποτελεί αναγκαίο εμπόδιο στην ανάπτυξη αμοιβαιότητας ανάμεσα στα άτομα – στην πραγματικότητα, η αμοιβαιότητα είναι πιθανό να ανθήσει σε φιλελεύθερα δημοκρατικά κράτη. Ωστόσο οι μειονοτικές ομάδες είναι άνισες λόγω τον αριθμού τους και θα παραμερίζονται δημοκρατικά στα περισσότερα θέματα λόγω της δημόσιας ζωής. Η πλειονότητα ανέχεται την πολιτισμική διαφορά με τον ίδιο τρόπο που η κυβέρνηση ανέχεται την αντιπολίτευση με το να καθιερώσει ένα καθεστώς πολιτικών δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών και έναν ανεξάρτητο δικαστικό κλάδο που εγγυάται την αποτελεσματικότητα αυτού του καθεστώτος. Οι μειονοτικές ομάδες τότε οργανώνονται, συγκεντρώνονται, μαζεύουν χρήματα, παρέχουν υπηρεσίες στα μέλη τους και εκδίδουν περιοδικά και βιβλία. Διατηρούν όποιους θεσμούς μπορούν να στηρίξουν οικονομικά και πιστεύουν ότι χρειάζονται. Όσο πιο ισχυρή είναι η εσωτερική τους ζωή και όσο πιο διαφοροποιημένη είναι η κουλτούρα τους απ' αυτή της πλειονότητας, τόσο μικρότερη είναι η πιθανότητα να αισθάνονται πικρία για την απουσία της αντιπροσώπευσης των δικών τους πεποιθήσεων και πρακτικών από τη δημόσια σφαίρα. Ατομικά, γρήγορα θα υιοθετήσουν τις πεποιθήσεις και τις πρακτικές της πλειονότητας, τουλάχιστον δημόσια, και συχνά ιδιωτικά, επίσης. Οι ενδιάμεσες θέσεις είναι που γεννούν ένταση και οδηγούν σε μόνιμες αψιμαχίες επί τον συμβολισμού του δημόσιον βίου.



5.1.4. Παγκοσμιοποίηση

Όλες αυτές οι σημαντικές αλλαγές εντάσσονται -πολλές φορές με απλουστευτικό τρόπο- στον όρο «παγκοσμιοποίηση». Μ' αυτό τον τρόπο η έννοια της «παγκοσμιοποίησης» χρησιμοποιείται στο καθημερινό μας λεξιλόγιο ως ερμηνευτικό πλαίσιο των κάθε είδους οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών ή πολιτισμικών φαινομένων.

Πρόκειται για μια λέξη-σύμβολο που εκφράζει μια αποφασιστική και μη αναστρέψιμη καμπή στην ανθρώπινη ιστορία; Ή μήπως για ένα νέο «μύθο» που δεν επιτρέπει την αμφισβήτηση και την κριτική στον τρόπο που ερμηνεύει τη σύγχρονη πραγματικότητα;

Για να αποφύγουμε τη σύγχυση που προκαλεί η κατάχρηση του όρου «παγκοσμιοποίηση», είναι ανάγκη να προσεγγίσουμε συστηματικά το σύνολο των σημαντικών αλλαγών που διαμορ-

φώνονται στα πεδία της οικονομίας, της πολιτικής εξουσίας, των κοινωνικών σχέσεων, του πολιτισμού.

Τα κυρία χαρακτηριστικά των αλλαγών αυτών είναι τα ακόλουθα:

α) Οι ριζικές τεχνολογικές αλλαγές, που εξελίσσονται διαρκώς και διαμορφώνουν ένα νέο τεχνικό και οικονομικό πρότυπο που στηρίζεται στη γνώση, στην πληροφόρηση, στη μικροηλεκτρονική, στην καινοτομία. Οι εξελίξεις αυτές επηρεάζουν σημαντικά τη μορφή οργάνωσης της σύγχρονης κοινωνίας διαμορφώνοντας ιστορικά τον τύπο της «κοινωνίας της πληροφορίας».

Η τεχνολογική ανάπτυξη και ο ανταγωνισμός, που έχει στόχο την κυριαρχία πάνω στις τεχνολογικές εξελίξεις, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην οικονομική και πολιτική ισχύ του σύγχρονου κράτους-έθνους.

β) Η πλήρης απελευθέρωση που ισχύει για την κίνηση των κεφαλαίων σε παγκόσμια κλίμακα μέσω των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων. Ο έλεγχος που μπορεί να ασκηθεί από τα κράτη προέλευσης στις επιχειρήσεις αυτές έχει γίνει πλέον σχετικός.

γ) Η κυρίαρχη θέση που καταλαμβάνει σήμερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην παγκόσμια οικονομία. Μέσω των χρηματιστηρίων και των διεθνών τραπεζών διακινούνται σε καθημερινή βάση τεράστια ποσά, που αντιστοιχούν στον εθνικό προϋπολογισμό ενός ισχυρού οικονομικά κράτους, όπως, για παράδειγμα, η Γαλλία.


Εικόνα

δ) Λόγω των οικονομικών δραστηριοτήτων που προαναφέρθηκαν, η απελευθέρωση αγορών, προϊόντων και υπηρεσιών οι οποίες λειτουργούσαν μέχρι τώρα σε εθνικό πλαίσιο, όπως οι τηλεπικοινωνίες, οι μεταφορές, οι τουριστικές υπηρεσίες, οι ασφάλειες, ο αγροτικός τομέας.

ε) Η διαμόρφωση παγκόσμιων δικτύων επικοινωνίας, πληροφόρησης, ενημέρωσης, τα οποία επιτρέπουν την άμεση πρόσβαση στη γνώση και στην πληροφορία. Μηδενίζονται κατ' αυτό τον τρόπο οι γεωγραφικές και οι χρονικές αποστάσεις, όμως ταυτόχρονα ο σύγχρονος πολίτης υφίσταται έναν καταιγισμό πληροφοριών που δυσκολεύεται να τις επεξεργαστεί. Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας αποτελούν νέες κυρίαρχες εξουσίες στη σύγχρονη κοινωνία.

στ) Η τεράστια πίεση που ασκείται πάνω στους μισθούς και στα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων στις ανεπτυγμένες χώρες, λόγω της ελεύθερης μετακίνησης των κεφαλαίων σε παγκόσμια κλίμακα, σε συνδυασμό με το σκληρό ανταγωνισμό που αναπτύσσεται στον τομέα της τεχνολογίας και της τεχνογνωσίας.


Εικόνα

Η παγκόσμια-πολυεθνική επιχείρηση επιδιώκει την αύξηση των κερδών της διαμοιράζοντας τις δραστηριότητές της σε διάφορες χώρες όπου η αμοιβή της εργασίας είναι χαμηλή και τα κοινωνικά δικαιώματα περιορισμένα.

Οι ταχύτατες ροές κεφαλαίων, τα δίκτυα των μέσων επικοινωνίας, η αποδιοργάνωση των παραδοσιακών μορφών παραγωγής προϊόντων και των σχέσεων εργασίας δεν έχουν μόνο σημαντικές επιπτώσεις στο «εσωτερικό» των αναπτυγμένων χωρών. Παράλληλα, διαμορφώνουν μια νέα παγκόσμια «γεωγραφία» για τα έθνη και τους λαούς, προσδιορίζοντας, από τη μια πλευρά, τις περιοχές του πλούτου και της ανάπτυξης και, από την άλλη, τις «ζώνες» του αποκλεισμού, της περιθωριοποίησης, της φτώχειας.

Κοινωνικές ομάδες που διαφοροποιούνται στο εσωτερικό ενός συγκεκριμένου κράτους-έθνους διαμορφώνονται σε τμήματα ενός παγκόσμιου οικονομικού-τεχνολογικού «χώρου», ενώ ταυτόχρονα άλλες κοινωνικές ομάδες περιθωριοποιούνται ή αποσυντίθενται.

Παρατηρούμε, συνεπώς, δύο παράλληλες και ταυτόχρονα αντίθετες κινήσεις: Ο κατακερματισμός των κοινωνικών σχέσεων και των παραδοσιακών κοινωνικών δομών στο εθνικό επίπεδο συνοδεύεται από μια παράπλευρη διαδικασία επανασύνδεσής τους σε υπερεθνικό επίπεδο.

Η σύνδεση αυτή επιτυγχάνεται μέσα από τα οικονομικά, τεχνολογικά και επικοινωνιακά δίκτυα που διαμορφώνονται σε παγκόσμιο επίπεδο.

Μεγάλες «περιοχές» του πλανήτη μας ενσωματώνονται σ' αυτά τα παγκόσμια δίκτυα μέσα από διαδικασίες οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων (χώρες του πρώην Ανατολικού Συνασπισμού, Άπω Ανατολή, Λατινική Αμερική). Παράλληλα, περιθωριοποιούνται και αποκλείονται πολυάριθμες κοινωνικές ομάδες, χώρες, ακόμη και ολόκληρες περιοχές του πλανήτη μας (Αφρική).


Η δεκαετία του 10 γνώρισε "την επέκταση των πολυεθνικών επιχειρήσεων, που έμοιαζαν με χταπόδια με τεράστια πλοκάμια, εξαρτώμενα όμως από το ίδιο συγκεκριμένο γεωγραφικό κέντρο, όπου χαρασσόταν η στρατηγική και απ' όπου ξεκινούσαν τα ρεύματα. Η σημερινή παγκόσμια επιχείρηση δεν έχει πλέον κέντρο. Στην ουσία δεν είναι τίποτ' άλλο από ένα δίκτυο διαφορετικών συμπληρωματικών στοιχείων, διασκορπισμένων σ όλη την επιφάνεια τον πλανήτη, τα οποία αλληλοδιαρθρώνονται σύμφωνα μ' ένα γνήσιο οικονομικό ορθολογισμό, υπακούοντας μόνο σε δύο λέξεις κλειδιά: «αποδοτικότητα» και «παραγωγικότητα». Κατ' αυτό τον τρόπο, μια γαλλική επιχείρηση μπορεί να δανείζεται από την Ελβετία, να ιδρύει κέντρα ερευνών στη Γερμανία, να αγοράζει μηχανές στη Νότια Κορέα, να εγκαθιστά τα εργοστάσιά της στην Κίνα, να επεξεργάζεται την εκστρατεία μάρκετινγκ και διαφήμισής της στην Ιταλία, να πουλάει στις Ηνωμένες Πολιτείες και να διαθέτει εταιρείες μικτών κεφαλαίων στην Πολωνία, στο Μαρόκο και στο Μεξικό.

Δε διαλύεται έτσι μόνο η εθνικότητα της επιχείρησης σ' αυτό τον τρελό διασκορπισμό, αλλά και η ιδιαίτερη προσωπικότητά της. Ο Αμερικανός καθηγητής Ρόμπερτ Ράιχ, που έγινε υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση Κλίντον, μιλάει για την περίπτωση της ιαπωνικής εταιρείας Μάζντα, η οποία από το 1991 «παράγει το μοντέλο Ford Probe στο εργοστάσιο Μάζντα τον Φλατ Ροκ, στο Μίσιγκαν. Ορισμένα από αυτά τα αυτοκίνητα εξάγονται στην Ιαπωνία και πωλούνται από τη φίρμα Φορντ. Ένα φορτηγάκι Μάζντα κατασκευάζεται στο εργοστάσιο Φορντ της Λούισβιλ του Κεντάκι και στη συνέχεια πωλείται στα καταστήματα Μάζντα των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Νισάν, εν τω μεταξύ, σχεδιάζει ένα νέο ελαφρό φορτηγό στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια. Τα φορτηγά συναρμολογούνται σε ένα εργοστάσιο της Φορντ στο Οχάιο, με τα εξαρτήματα που κατασκεύασε η Νισάν στο εργοστάσιο της τον Τενεσσή, τα οποία στη συνέχεια εμπορεύονται η Φορντ και η Νισάν στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ιαπωνία». Και ο Ρόμπερτ Ράιχ αναρωτιέται: «Ποια είναι επιτέλους η Φορντ; Ποια η Νισάν; Ποια η Μάζντα;»


Βορράς-Νότος: μια παγκόσμια πολιτική προτεραιότητα

Η παγκοσμιοποίηση δε μείωσε, αλλά, αντίθετα, μεγάλωσε το χάσμα ανάμεσα στο Βορρά και στο Νότο. Ωστόσο η πανταχού παρουσία του συστήματος οδήγησε σε ένα σύνολο αλληλεξαρτώμενων διαπλοκών μεταξύ ενός Βορρά και ενός Νότου οι οποίοι καλύπτουν πλέον όλη την επιφάνεια του πλανήτη. Οι αναπτυγμένες κοινωνίες έχουν κι αυτές ένα Νότο στο εσωτερικό τους, τους μετανάστες, ενώ οι λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες δέχονται το δικό τους Βορρά από το εξωτερικό (τους τοπικούς κερδοσκόπους που επωφελούνται από την παγκοσμιοποίηση).


Εικόνα

Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός. Ένα νέο «τείχος του Βερολίνου» οικοδομείται ανάμεσα στο Βορρά και στο Νότο. Τα όριά τον διακρίνονται ολοένα και καθαρότερα στη Μεσόγειο, κατά μήκος του Ρίο Γκράντε, στη θάλασσα της Νότιας Κίνας. Η Δύση όμως μακροπρόθεσμα δεν έχει ούτε μία πιθανότητα να αποκλείσει τις άπορες μάζες τον Νότου από τον προνομιούχο χάρο της.

Η παγκοσμιοποίηση θέτει προβλήματα καθοριστικά, ιδιαίτερα στο όραμα της ενωμένης Ευρώπης, όπως τουλάχιστον προβάλλεται από το 1992 και μετά. Θα συνεχίσει η Ευρώπη να δίνει προτεραιότητα στις σχέσεις της με τους δύο άλλους πόλους του Βορρά (Ιαπωνία και Ηνωμένες Πολιτείες), σε θέματα αλληλεγγύης συμφερόντων και συνάμα ανταγωνιστικότητας; Ή θα συνεχίσει να δίνει προτεραιότητα στο Νότο και στην τερατώδη εξαθλίωση του, απειλή και σκάνδαλο ταυτόχρονα; Πώς μπορούμε να περάσουμε από ένα σχέδιο κοινωνίας «βορείου τύπου» α ένα σχέδιο κοινωνίας λειτουργικότερης για το σύνολο της ανθρωπότητας; Με ποιο τρόπο θα μπορέσουμε να δώσουμε προτεραιότητα στις προόδους που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας (για παράδειγμα, πόσιμο νερό για όλους), απέναντι σ' εκείνες που αφορούν μόνο το άτομο (για παράδειγμα, ένα αυτοκίνητο για τον καθένα); Ούτε και σ αυτό το σημείο μπορούμε να επαναπαυτούμε στις αυτόματες δυνάμεις της αγοράς - δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε μια ψευδαίσθηση, το δήθεν φαινόμενο της «διάχυσης» (trickle dowm), σύμφωνα με το οποίο οι πρόοδοι του Βορρά στον οικονομικό, τεχνικό ή πολιτικό τομέα εξαπλώνονται φυσιολογικά στο Νότο. Το αντίθετο: φαίνεται μάλλον ότι η πόλωση Βορρά-Νότου είναι φαινόμενο «φυσιολογικό» και ότι, για να εμποδιστεί το χάσμα που δημιουργείται, μόνο πρωτοβουλίες πολιτικού χαρακτψα σε παγκόσμιο επίπεδο μπορούν να ευοδωθούν.


Ignacio Ramonet, «Παγκοσμιοποίηση και Περιθωριοποιήσεις», στο LE MONDE diplomatique, ελληνική έκδοση του Maniere de voir, τχ. 3 Αθήνα 1993, σ. 6

Εικόνα