Ιστορία Κοινωνικών Επιστημών (Γ Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή
4.9. Ο ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΟΣ ΑΤΟΜΙΣΜΟΣ 4.11. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΣΜΟΣ Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος


4.10. ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ

Η διαλεκτική είναι ένας τρόπος σκέψης που συστηματοποιήθηκε σε φιλοσοφική στάση και αναπτύχθηκε ήδη από την Αρχαιότητα. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι παρατηρεί και ερευνά τον κόσμο ως ενιαίο σύνολο που βρίσκεται σε διαρκή κίνηση και εξέλιξη. Μελετά δηλαδή τις αλληλεξαρτήσεις των φαινομένων και την ανάπτυξή τους στη φύση και στην κοινωνία. Η βασικότερη θέση της διαλεκτικής είναι ότι η κίνηση και η εξέλιξη δεν αποτελούν μια ευθύγραμμη πορεία, αλλά μια διαδικασία που συντελείται μέσω αντιθέσεων, ρήξεων, αλμάτων, οπισθοδρομήσεων, ριζοσπαστικών αλλαγών.

Ο διαλεκτικός τρόπος σκέψης συνδέθηκε και με τις δύο κατευθύνσεις της φιλοσοφικής παράδοσης: τον ιδεαλισμό και τον υλισμό. Στην πρώτη περίπτωση, η διαλεκτική εκφράζεται ως εκδίπλωση και κίνηση του πνεύματος, της ιδέας, ενώ στη δεύτερη της ύλης. Και στις δύο περιπτώσεις διατηρείται ο χαρακτήρας της διαλεκτικής κίνησης, αναγνωρίζεται η αλληλεξάρτηση των φαινομένων και αναζητούνται οι μεταξύ τους σχέσεις και οι νόμοι που τις διέπουν. Σε κάθε περίπτωση, η διαλεκτική θεωρείται γενική θεωρία της εξέλιξης.

Η υλιστική διαλεκτική προσδιορίζεται από τους εκφραστές της ως η επιστήμη των γενικών νόμων της κίνησης και της εξέλιξης της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνίας και της νόησης. Εξετάζει δηλαδή τις γενικές αλληλουχίες και νομοτέλειες κάθε εξέλιξης στη φύση, στην κοινωνία και στη σκέψη, βασιζόμενη στις γνώσεις και στα πορίσματα των επιμέρους επιστημών και αποτελώντας γενίκευση τους. Θεωρεί την εξέλιξη ως αυτοκίνηση της ύλης, της οποίας η πηγή και η κινητήρια δύναμη βρίσκονται στην ίδια την ύλη, στις εσωτερικές της αντιθέσεις.

Οι νόμοι της διαλεκτικής: Οι γενικοί νόμοι κίνησης και εξέλιξης του κόσμου που αναγνωρίζει η διαλεκτική είναι οι εξής:


- ο νόμος της ενότητας και της πάλης των αντιθέτων,

- ο νόμος της μετατροπής των ποσοτικών αλλαγών σε ποιοτικές, και

- ο νόμος της άρνησης της άρνησης.


Ο πρώτος νόμος βασίζεται στην αποδοχή ότι η γενική κίνηση της φύσης και της κοινωνίας καθορίζεται από τη συνύπαρξη και ταυτόχρονα τη διαπάλη διαφορετικών στοιχείων που βρίσκονται στο εσωτερικό των φυσικών και των κοινωνικών φαινομένων. Μια χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο τρόπος που παρουσιάζεται η ανθρώπινη κοινωνία στα διάφορα στάδια της εξέλιξής της.

Στην κλασική αρχαιότητα, για παράδειγμα, η ιστορικοκοινωνική εξέλιξη καθορίζεται έχοντας ως βασική αντίθεση εκείνη μεταξύ δουλοκτητών και δούλων, ενώ στην αστική κοινωνία η βασική αντίθεση αναπτύσσεται μεταξύ καπιταλιστών και εργατών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αντίθεση προϋποθέτει την αναγκαία ενότητα των αντιτιθέμενων μερών. Δηλαδή η ύπαρξη του ενός απαιτεί αναγκαστικά την ύπαρξη του άλλου και αντιστρόφως. Δεν μπορούν, ας πούμε, να υπάρξουν καπιταλιστές δίχως εργάτες ούτε εργάτες δίχως καπιταλιστές.

Ο δεύτερος νόμος αναφέρεται στην αλληλεξάρτηση της ποιότητας (της ορισμένης ιδιοσυστασίας ενός αντικειμένου) και της ποσότητας (του βαθμού ανάπτυξής του). Οι αλλαγές ποσοτικού χαρακτήρα που λαμβάνουν χώρα στη φύση και στην κοινωνία σημειώνονται μέσα στα όρια μιας δεδομένης ποιότητας. Σ' ένα ορισμένο σημείο, όμως, σι συνεχείς ποσοτικές αλλαγές οδηγούν στο ξαφνικό πέρασμα σε μια νέα ποιότητα. Διακόπτεται, δηλαδή, η ομαλή πορεία της εξέλιξης και επισυμβαίνει μια αλματώδης αλλαγή. Έτσι, για παράδειγμα, εξηγείται το φαινόμενο των κοινωνικών επαναστάσεων.

Ο τρίτος νόμος καλύπτει τη διαδικασία της διαλεκτικής άρνησης. Κατά τη διαδικασία της εξέλιξης, δηλαδή, η ποιότητα που υπήρχε μέχρι τότε αναιρείται, ξεπερνιέται και εμφανίζεται μια νέα ποιότητα. Η παλιά ποιότητα, όμως, δεν καταστρέφεται. Τα θετικά, τα γόνιμα στοιχεία της διατηρούνται στη νέα ποιότητα, σ' ένα νέο επίπεδο εξέλιξης. Για παράδειγμα, κατά τη διαδικασία της κοινωνικής εξέλιξης, διάφορες μορφές του πολιτισμού, θεσμοί, επιστημονικές κατακτήσεις, στοιχεία της κοινωνικής ζωής διατηρούνται και συχνά ολοκληρώνονται, ως προς τις ουσιαστικές τους πλευρές, σε επόμενες βαθμίδες της κοινωνικής ζωής.


Η διαμόρφωση της διαλεκτικής μεθόδου: Η διαλεκτική μέθοδος εφαρμόζει κανόνες, οδηγίες, ερευνητικές διαδικασίες που προκύπτουν από τους νόμους της διαλεκτικής. Όπως διακηρύσσουν οι οπαδοί της, η διαλεκτική μέθοδος απαιτεί: αντικειμενικότητα, καθολικότητα της ανάλυσης (προσοχή δηλαδή στην ολότητα των πολύπλευρων σχέσεων των πραγμάτων μεταξύ τους), ιστορική προσέγγιση των φαινομένων, αποκάλυψη των καθοριστικών τους αντιθέσεων.

Η εφαρμογή της διαλεκτικής μεθόδου στην Ιστορία και στην κοινωνία διατυπώνεται στη μαρξιστική παράδοση ως ιστορικός υλισμός. Αυτός εξετάζει την κοινωνία ως σύνολο, ερευνά τις σχέσεις, τις διαδικασίες, τις αλληλεξαρτήσεις των κοινωνικών φαινομένων και θεωρεί την εξέλιξη της κοινωνικής ζωής ανάλογη με μια φυσικοϊστορική διαδικασία που καθορίζεται από αντικειμενικούς νόμους. Ο ιστορικός υλισμός αναγνωρίζει βέβαια ότι αυτοί οι κοινωνικοί νόμοι

αποτελούν συναρτήσεις της συνειδητής, σκόπιμης δραστηριότητας των ανθρώπων. Το βασικό εξηγητικό σχήμα του ιστορικού υλισμού διατυπώθηκε ως σχέση της υλικής βάσης της κοινωνίας και του εποικοδομήματος. Ως υλική βάση θεωρούνται οι αναγκαίες σχέσεις που έχουν οι άνθρωποι στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους και που είναι ανεξάρτητες από τη θέλησή τους και αντιστοιχούν σ' ένα ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων (ανθρώπινη εργατική δύναμη, μέσα παραγωγής, τεχνολογία, οργάνωση, κτλ.). Το εποικοδόμημα αποτελούν οι νομικοί, πολιτικοί θεσμοί, η γενική διανοητική πορεία της ζωής, οι διάφορες μορφές κοινωνικής συνείδησης, κτλ. Η βάση και το εποικοδόμημα βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση αλληλεπηρεασμού, με καθοριστικότερη την επίδραση της πρώτης στο δεύτερο.