| ΣΥΝΔΕΣΗ – ΣΥΝΔΕΣΜOΙ |
ΣΗΜΑΣΙΑ |
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ |
| M E Σ Y M Π Λ E K T I K O Y Σ Σ Y N Δ E Σ M O Y Σ |
| ΣYMΠΛOKH |
|
|
| 1. ΚΑΤΑΦΑΤΙΚΗ |
|
|
|
α) Απλή: |
|
|
| καί, τὲ
|
και |
Ψεύδεται καὶ οὐκ ἀληθῆ λέγει. |
|
β) Εμφατική: |
|
|
|
• καὶ - καί, τὲ - καί, τὲ - τὲ
|
• και - και |
• Ὑπὲρ ὑμῶν καὶ θυσίας θύσει καὶ εὐχὰς εὔξεται.
|
|
• ἅμα (τε) - καί, εὐθύς (τε) - καί, ἤδη (τε) - καί, οὔπω (τε) - καί, σχεδόν (τε) - καὶ
|
• ταυτόχρονα - και, αμέσως μόλις - και, ήδη - και, ακόμη δεν - και, σχεδόν - και· δηλώνει το σύγχρονο δύο πράξεων. |
• ῎Hδη τε ἦν μέσον ἡμέρας καὶ οὔπω καταφανεῖς ἦσαν οἱ πολέμιοι.
|
|
γ) Επιδοτική: |
|
|
| οὐ μόνον / μὴ μόνον / οὐχ ὅτι / μὴ ὅτι - ἀλλὰ καὶ |
όχι μόνο - αλλά και |
Oὐ μόνον κατέφαγεν, ἀλλὰ καὶ κατέπιεν. |
| 2. ΑΠΟΦΑΤΙΚΗ-APNHTIKH |
|
|
|
α) Απλή: |
|
|
|
• καὶ οὐ, καὶ μὴ
|
• και δεν, και μη |
• Διέμεινα δ' ἐγὼ καὶ οὐ προύδωκ' ἐμαυτόν.
|
|
• οὔτε - τέ, μήτε - τὲ
|
• ούτε - και· υπάρχει άρνηση στη μία από τις δύο προτάσεις. |
• Οὔτε ἐπεμείγνυντο παρ' ἀλλήλους καταστάντες τε ξυνεχῶς ἐπολέμουν.
|
|
• οὔτε - οὔτε, μήτε - μήτε, οὔτε - μήτε, μήτε - οὔτε, οὐδὲ - οὐδέ, μηδὲ - μηδὲ
|
• ούτε - ούτε· υπάρχει άρνηση και στις δύο προτάσεις. |
• Οὔτε ἤρξατο λέγειν τὰ βέλτιστα οὔτε νῦν διατελεῖ πράττων τὰ συμφέροντα τῷ δήμῳ.
|
|
β) Επιδοτική: |
|
|
| • οὐχ ὅπως - ἀλλὰ (καὶ)
|
• όχι μόνο δεν - αλλά και· υπάρχει άρνηση στη μία από τις δύο προτάσεις. |
• Ἡ γῆ οὐχ ὅπως τινὰ καρπὸν ἤνεγκεν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὕδωρ ἐκ τῶν φρεάτων ἐπέλιπεν.
|
|
• οὐχ ὅπως / μὴ ὅπως / οὐχ ὅτι / μὴ ὅτι - ἀλλ' οὐδὲ / ἀλλὰ μηδὲ
|
• όχι μόνο δεν - αλλά ούτε· υπάρχει άρνηση και στις δύο προτάσεις. |
• Οὐχ ὅπως τῆς κοινῆς ἐλευθερίας μετέχομεν, ἀλλ' οὐδὲ δουλείας μετρίας τυχεῖν ἠξιώθημεν.
|
| M E Δ I A Z E Y K T I K O Y Σ Σ Y N Δ E Σ M O Y Σ |
| ΔIAZEYΞH |
|
|
|
α) Απλή: |
|
|
| ἢ |
ή |
Χρῶ τοῖς εἰρημένοις ἢ ζήτει βελτίω τούτων. |
|
β) Εμφατική: |
|
|
|
• ἢ - ἤ, ἤτοι - ἢ |
• ή - ή |
Τοσοῦτον ἢ ὑμῶν καταπεφρόνηκεν ἢ ἑτέροις πεπίστευκεν. |
|
• ἢ - ἢ καὶ
|
• ή - ή και |
|
γ) Αδιάφορη: |
|
|
|
• ἢ - ἢ - ἤ, εἴτε - ἢ
|
• ή - ή - ή, είτε - ή |
|
|
• εἴτε - εἴτε (καί), ἐάντε - ἐάντε, ἄντε - ἄντε, ἤντε - ἤντε
|
• είτε - είτε |
Περὶ τοῦ ἐπιτηδεύματος τούτου ἐδέησε δοῦναι ψῆφον, εἴτ' ἔνοχός ἐστιν εἴτε μή. |
| M E A N T I Θ E T I K O Y Σ Σ Y N Δ E Σ M O Y Σ |
| μὲν - δὲ |
μεν - δε· συνδέουν προτάσεις με αντίθετο ή διαφορετικό περιεχόμενο. |
Τοὺς μὲν ἀπέκτεινε, τοὺς δὲ φυγάδας ἐποίησε. |
| μὲν |
βέβαια, τουλάχιστον· σχήμα ανανταπόδοτο
|
Τότε μὲν οἱ Ἀχαιοὶ τὴν πόλιν διεφύλαξαν. |
| δὲ |
• όμως, αλλά· αντιθετικός
|
• Ὀρθῶς ἔλεξας, οὐ φίλως δέ μοι λέγεις.
|
|
• και· μεταβατικός
|
• Περὶ δὲ τῆς ἐμῆς ἱππικῆς οὐ πολὺς ὁ λόγος.
|
| ἀλλὰ |
• αλλά· δηλώνει έντονη αντίθεση. |
• Οὐκ ᾐμφεσβήτει, ἀλλ' ὡμολόγει ἀδικεῖν.
|
|
• τουλάχιστον· ύστερα από υποθετική ή αιτιολογική πρόταση
|
• Ἐπεὶ ὑμεῖς οὐ τολμᾶτε λέγειν, ἀλλ' ἐγὼ ἐρῶ.
|
|
• απεναντίας· ύστερα από αποφατική ή ερωτηματική πρόταση
|
• — Οὐκ οἶδα ὅ,τι λέγεις. — Ἀλλ' ἐγὼ πειράσομαι σαφέστερον φράσαι.
|
|
• παρά μόνο· δηλώνει εξαίρεση, ύστερα από τα ἄλλος ή ἕτερος + αποφατική πρόταση.
|
• Ἐν τῷ μέσῳ ἄλλη μὲν πόλις οὐδεμία, ἀλλὰ Θρᾷκες Βιθυνοί.
|
| ἀλλ' ἢ |
παρά μόνο· δηλώνει εξαίρεση, ύστερα από αποφατική πρόταση. |
Οὐδὲν ἄλλο σκοπεῖ, ἀλλ' ἢ ὁπόθεν ἐξ ἐλαττόνων χρημάτων πλείω ἔσται. |
| ὅμως |
όμως· τίθεται με άλλους αντιθετικούς συνδέσμους και με εναντιωματική πρόταση ή εναντιωματική μετοχή. |
Oἱ βάρβαροι ἔφευγον. Ὅμως δὲ καὶ ἀπέθανόν τινες. Καίπερ ἀπαντῶν ταῖς ναυσὶν ὅμως ἀπέφυγεν. |
| μέντοι |
• όμως· αντιθετικός
|
• Τὰς μέντοι ἀφορμὰς οὐχ ὁμοίας ἔχουσιν.
|
|
• βέβαια, αλήθεια· βεβαιωτικός
|
• Οὗτος μέντοι ὁ ἔπαινός ἐστιν καλός.
|
| καίτοι |
• και όμως· αντιθετικός |
• Καίτοι εἰ τοῦτο πείσει τινὰς ὑμῶν, ὦ βουλή, τί με κωλύει κληροῦσθαι τῶν ἐννέα ἀρχόντων;
|
|
• και βέβαια, αλήθεια· βεβαιωτικός
|
• Καίτοι τίς οὐκ ἂν μισήσειεν τὴν τούτων πλεονεξίαν;
|
| μήν, ἀλλὰ μήν, καὶ μήν, οὐ μὴν ἀλλά, ἀτὰρ |
όμως, αλλά όμως, και όμως, αλλά όμως, όμως |
Ἀλλὰ μὴν κἀκεῖνο πᾶσι φανερόν ἐστι. Ἀτὰρ πρὸς τί με ταῦτ' ἐρωτᾷς;
|
| M E A I T I O Λ O Γ I K O Y Σ Σ Y N Δ E Σ M O Y Σ |
| γὰρ |
γιατί |
Οἱ δὲ ἡδέως ἐπείθοντο· ἐπίστευον γὰρ αὐτῷ. |
|
ὡς, ἐπεὶ (σπανιότερα, βλ. § 179.1, παρατήρηση α΄) |
|
|
| M E Σ Y M Π E P A Σ M A T I K O Y Σ Σ Y N Δ E Σ M O Y Σ |
| ἄρα |
λοιπόν, άρα· δηλώνει λογικό συμπέρασμα. |
Τὸ χρήσιμον ἄρα καλόν ἐστι. |
| δή, οὖν, γοῦν |
λοιπόν· δηλώνουν πραγματικό συμπέρασμα. |
Τὸ στράτευμα ὁ σῖτος ἀπέλιπε· κρέα οὖν ἐσθίοντες διεγίγνοντο. |
| τοιγάρτοι, τοιγαροῦν |
γι' αυτό ακριβώς λοιπόν· δηλώνουν συμπέρασμα με βεβαιότητα. |
Τοιγάρτοι ἀμφισβητήσιμον ὑμῖν τὴν χώραν κατεσκεύακε. Τρίγωνον τριγώνου διαφορᾷ διαφέρει· τοιγαροῦν ἕτερα τρίγωνα.
|
| οὔκουν |
λοιπόν δεν· δηλώνει αρνητικό συμπέρασμα. |
Οὔκουν τὸ κακὸν βούλεται ἀλλὰ τἀγαθόν. |
| οὐκοῦν |
λοιπόν· δηλώνει καταφατικό συμπέρασμα. |
Οὐκοῦν ἀφροσύνην πάντες φεύγουσιν. |
| τοίνυν |
λοιπόν· δηλώνει ανίσχυρο συμπέρασμα. |
Τὸ μὲν τοίνυν μειράκιον οὐδὲν ἥμαρτεν. |
|
ὥστε (στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου) |
επομένως, γι' αυτό· δηλώνει ισχυρό συμπέρασμα. |
Ἐνίοτε πληγὰς ἐνέτεινον ἀλλήλοις· ὥστε καὶ τοῦτο ἔχθραν παρεῖχε. |