Κείμενο
|
§§21-24 |
Είναι δίκαιο οι
Αθηναίοι να συνδράμουν τον λαό της Ρόδου, όπως θα ήθελαν σ' ανάλογη περίπτωση
για χάρη τους να πράξουν άλλοι. Παράδειγμα οι Αργείοι που δεν λογάριασαν
κίνδυνο υπαρκτό για να τους βοηθήσουν, ενώ ο κίνδυνος απ' τον Μ. Βασιλέα δεν
είναι σημαντικός.
|
[21] Ἔπειτα καὶ δίκαιον, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δημοκρατουμένους αὐτοὺς τοιαῦτα φρονοῦντας φαίνεσθαι περὶ τῶν ἀτυχούντων δήμων, οἷάπερ ἂν τοὺς ἄλλους ἀξιώσαιτε φρονεῖν περὶ ὑμῶν, εἴ ποθ᾽, ὃ μὴ γένοιτο, τοιοῦτό τι συμβαίη. καὶ γὰρ εἰ δίκαιά τις φήσει Ῥοδίους πεπονθέναι, οὐκ ἐπιτήδειος ὁ καιρὸς ἐφησθῆναι· δεῖ γὰρ τοὺς εὐτυχοῦντας περὶ τῶν ἀτυχούντων ἀεὶ φαίνεσθαι τὰ βέλτιστα βουλευομένους, ἐπειδήπερ ἄδηλον τὸ μέλλον ἅπασιν ἀνθρώποις. |
|
[22] Ἀκούω δ᾽ ἐγὼ πολλάκις ἐνταυθὶ παρ᾽ ὑμῖν τινῶν λεγόντων ὡς, ὅτ᾽ ἠτύχησεν ὁ δῆμος ἡμῶν, συνεβουλήθησάν τινες αὐτὸν σωθῆναι· ὧν ἐγὼ μόνων Ἀργείων ἐν τῷ παρόντι μνησθήσομαι βραχύ τι. οὐ γὰρ ἂν ὑμᾶς βουλοίμην, δόξαν ἔχοντας τοῦ σῴζειν τοὺς ἀτυχοῦντας ἀεί, χείρους Ἀργείων ἐν ταύτῃ τῇ πράξει φανῆναι, οἳ χώραν ὅμορον τῇ Λακεδαιμονίων οἰκοῦντες, ὁρῶντες ἐκείνους γῆς καὶ θαλάττης ἄρχοντας, οὐκ ἀπώκνησαν οὐδ᾽ ἐφοβήθησαν εὐνοϊκῶς ὑμῖν ἔχοντες φανῆναι, ἀλλὰ καὶ πρέσβεις ἐλθόντας ἐκ Λακεδαίμονος, ὥς φασιν, ἐξαιτήσοντάς τινας τῶν φυγάδων τῶν ὑμετέρων ἐψηφίσαντο, ἐὰν μὴ πρὸ ἡλίου δύντος ἀπαλλάττωνται, πολεμίους κρίνειν. [23] εἶτ᾽ οὐκ αἰσχρόν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, εἰ τὸ μὲν Ἀργείων πλῆθος οὐκ ἐφοβήθη τὴν Λακεδαιμονίων ἀρχὴν ἐν ἐκείνοις τοῖς καιροῖς οὐδὲ τὴν ῥώμην, ὑμεῖς δ᾽ ὄντες Ἀθηναῖοι βάρβαρον ἄνθρωπον, καὶ ταῦτα γυναῖκα, φοβήσεσθε; καὶ μὴν οἱ μὲν ἔχοιεν ἂν εἰπεῖν ὅτι πολλάκις ἥττηνται [ὑπὸ] Λακεδαιμονίων, ὑμεῖς δὲ νενικήκατε μὲν πολλάκις βασιλέα, ἥττησθε δ᾽ οὐδ᾽ ἅπαξ οὔτε τῶν δούλων τῶν βασιλέως οὔτ᾽ αὐτοῦ ᾽κείνου· εἰ γάρ τί που κεκράτηκε τῆς πόλεως βασιλεύς, ἢ τοὺς πονηροτάτους τῶν Ἑλλήνων καὶ προδότας αὐτῶν χρήμασι πείσας ἢ οὐδαμῶς ἄλλως κεκράτηκεν. [24] καὶ οὐδὲ τοῦτ᾽ αὐτῷ συνενήνοχεν, ἀλλ᾽ ἅμ᾽ εὑρήσετ᾽ αὐτὸν τήν τε πόλιν διὰ Λακεδαιμονίων ἀσθενῆ ποιήσαντα καὶ περὶ τῆς αὑτοῦ βασιλείας κινδυνεύσαντα πρὸς Κλέαρχον καὶ Κῦρον. οὔτ᾽ οὖν ἐκ φανεροῦ κεκράτηκεν οὔτ᾽ ἐπιβουλεῦσαι συνενήνοχεν αὐτῷ. ὁρῶ δ᾽ ὑμῶν ἐνίους Φιλίππου μὲν ὡς ἄρ᾽ οὐδενὸς ἀξίου πολλάκις ὀλιγωροῦντας, βασιλέα δ᾽ ὡς ἰσχυρὸν ἐχθρὸν οἷς ἂν προέληται φοβουμένους. εἰ δὲ τὸν μὲν ὡς φαῦλον οὐκ ἀμυνούμεθα, τῷ δ᾽ ὡς φοβερῷ πάνθ᾽ ὑπείξομεν, πρὸς τίνας, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, παραταξόμεθα;
|
|
γλωσσικά σχόλια
§21 |
δίκαιόν (ἐστι) φαίνεσθαι (ὑμᾶς) αὐτοὺς φρονοῦντας τοιαῦτα |
|
|
φαίνεσθαι |
τελ.
απαρέμφ. υποκ. του απροσ. δίκαιόν (ἐστι) |
|
φρονοῦντας |
κατηγορ.
μτχ. από το
φαίνεσθαι
|
|
δημοκρατουμένους |
αιτιολ.
μτχ. |
|
φαίνομαι
τοιαῦτα φρονῶν |
εκδηλώνω
τέτοιες διαθέσεις... |
|
οἷάπερ |
αναφέρεται
στο προηγούμενο
τοιαῦτα
|
|
ὃ μὴ γένοιτο |
η φράση
χρησιμοποιείται συχνά και σήμερα |
|
συμβαίη |
αόρ. β'
του ρ. συμβαίνω (συνέβην) |
|
εἰ συμβαίη...
ἀξιώσαιτε ἂν |
ο υποθ.
λόγος δηλώνει την απλή σκέψη του λέγοντος |
|
ἐπιτήδειος
καιρός |
η
κατάλληλη περίσταση |
|
ἐφησθῆναι |
απρμφ.
παθητ. αορ. του ρ.
ἐφήδομαι = επιχαίρω,
χαιρεκακώ |
|
δεῖ γάρ...
βουλευομένους |
η
σύνταξη όπως στην α' περίοδο της παραγράφου |
22 |
ἀκούω (έχω ακούσει) |
ο
ενεστώς αντί του παρακειμένου (ενεστώς του αποτελέσματος)
χρησιμοποιείται επί γεγονότων που έχουν συμβεί κατά το παρελθόν, αλλά οι
συνέπειές τους εξακολουθούν να υφίστανται στο παρόν |
|
ἐνταῦθὶ παρ' ὑμῖν |
εδώ ενώπιόν σας |
|
ὡς...
συνεβουλήθησάν τινες |
ειδική πρόταση. Ο
σύνδεσμος ὡς δεν εκφράζει εδώ υποκειμενική γνώμη, αλλά
το πραγματικό |
|
συμβούλομαι |
συμφωνώ |
|
αὐτόν (τὸν δῆμον) |
υποκ. του σωθῆναι
|
|
ὧν |
γεν. διαιρετική |
|
βραχύ τι (πολύ σύντομα) |
επιρρ. προσδ. της
χρον. εκτάσεως. Το τι επιτείνει την έννοια του βραχύ
|
|
οὐ γὰρ ἂν βουλοίμην ὑμᾶς φανῆναι χείρους Ἀργείων δόξαν ἔχοντας (ὑμᾶς) τοῦ σῴζειν |
|
|
φανῆναι |
τελ. απρμφ. αντικ. του
ἂν βουλοίμην
|
|
ὑμᾶς |
υποκ. του φανῆναι και
ἔχοντας
|
|
τοῦ σῴζειν |
γεν. αντικ. ή της αιτίας
στο δόξαν (ἔχοντας)
|
|
δόξαν ἔχω τοῦ σῴζειν |
έχω τη φήμη ότι ή
διότι σώζω, είμαι ένδοξος ως σωτήρας |
|
ἔχοντας |
επιθ. ή εναντιωμ. μτχ. |
|
οἰκοῦντες |
τροπ. μετοχή. Μερικοί
τη μεταφράζουν ως εναντιωματική |
|
ὁρῶντες |
η μετοχή εναντιωματική |
|
ἀποκνέω, -ῶ |
διστάζω |
|
(εὐνοϊκῶς) ἔχοντες |
κατηγορ. μτχ. από το φανῆναι
|
|
ἐξαιτήσοντας |
τελική μτχ. |
|
δύντος |
μτχ. αορ. β' του ρ. δύομαι, εισέρχομαι (πρβλ. ἐνδύομαι).
Επί του ηλίου και της σελήνης, βυθίζομαι στη θάλασσα (βουτώ), δύω,
«βασιλεύω». Για την κλίση του αορ. β' ἔδυν βλ. σχολ. Γραμματική |
|
ἀπαλλάτομαι |
αναχωρώ |
|
κρίνειν |
τελ. απρμφ. αντικ. του ἐψηφίσαντο
Ο ευθύς λόγος: Ἐὰν μὴ
ἀπαλλάττωνται, πολεμίους αὐτοὺς κρινοῦμεν ή (προς τους
πρέσβεις): Ἐὰν
μὴ ἀπαλλάτησθε, πολεμίους ὑμᾶς κρινοῦμεν. Ο ενεστώς έχει πολλές φορές
μελλοντική σημασία |
§23 |
οὐκ
αἰσχρόν (ἐστι) εἰ τὸ μὲν Ἀργείων πλῆθος οὐκ ἐφοβήθη... ὑμεῖς δὲ... φοβήσεσθε; |
οι
προτάσεις πλάγ. ερωτηματικές. Με το εἰ η έκφραση γίνεται λεπτότερη και ευγενική, αφού
εκφράζονται με υποθετικότητα και επιφύλαξη τετελεσμένα και αναμφίβολα |
|
τὸ
πλῆθος |
ο λαός |
|
καὶ
ταῦτα |
και
μάλιστα |
|
καὶ μήν |
κι όμως |
|
ἔχοιεν
ἂν εἰπεῖν |
θα
μπορούσαν να προφασισθούν |
|
εἰ
γάρ τί που κεκράτηκε |
τα τι και που μειωτικά της σημασίας του κεκράτηκε (αν ίσως κάπως κάπου νίκησε) |
|
εἰ
γάρ... κεκράτηκε, ἢ (κεκράτηκε) πείσας ἢ οὐδαμῶς... κεκράτηκε |
η
επανάληψη της λέξεως κεκράτηκε κυκλικώς, στην αρχή και το τέλος της φράσεως, γίνεται χάριν εμφάσεως.
Απλούστερα θα έγραφε: οὐδαμῶς ἄλλως ἢ χρήμασι πείσας κεκράτηκε
|
§24 |
συνενήνοχε |
παρακ.
του ρ. συμφέρω
|
|
οὐδὲ
τοῦτ' συνενήνοχεν αὐτῷ |
ούτε
αυτό ήταν προς το συμφέρον του, ούτε αυτό τον ωφέλησε |
|
ποιήσαντα,
κινδυνεύσαντα |
κατηγορημ.
μετοχές από το
εὑρήσετε
|
|
ἐπιβουλεῦσαι |
υποκ.
του συνενήνοχεν το οποίο εδώ, όπως και πιο πάνω,
είναι προσωπικό |
|
ἔνιοι,
ἔνιαι, ἔνια |
αόρ.
αντωνυμία (μερικοί) |
|
ὀλιγωρέω (ὀλίγος + ὤρα = φροντίδα, πρβλ.
θυρωρός) |
ελάχιστα
φροντίζω, αδιαφορώ, δεν πολυνοιάζομαι |
|
ὀλιγωροῦντας,
φοβουμένους |
κατηγορ.
μετοχές από το
ὁρῶ
|
|
προέληται |
υποτ.
αορ. β'
(προειλόμην) του
ρ. προαιρέομαι, -οῦμαι·
επιλέγω. (Ο βασιλεύς επιλέγει κάποιους ως στόχους του, ως εχθρούς του· δηλαδή αποφασίζει να τους πλήξει) |
|
οἷς (τούτους οὕς) |
δοτ.
αντικ. στο κατηγορ.
ἐχθρόν (έλξη του
αναφορικού) |
|
φαῦλος
|
ασήμαντος,
ανάξιος λόγου |
|
ὑπείκω |
υποχωρώ, υποτάσσομαι |
|
πάνθ' (πάντα) |
κατά
πάντα, σε όλα |
|
εἰ...
οὐκ ἀμυνούμεθα... τῷ δ' ὑπείξομεν (υπόθεση)... παραταξόμεθα (απόδοση)
|
ο
υποθετ. λόγος ακολουθεί τον τύπο του πραγματικού, αλλά δηλώνει το προσδοκώμενο |
|
πρὸς
τίνας παραταξόμεθα; |
η
ερώτηση ρητορική (πρὸς οὐδένα παραταξόμεθα) |
ερμηνευτικά σχόλια
§21 |
ἔπειτα καὶ δίκαιον |
όχι
μόνον δηλ. συμφέρον. Το επιχείρημα επομένως που ακολουθεί στηρίζεται σ' αυτό
που γενικά ορίζεται ως δίκαιο, ως φυσικός έμφυτος νόμος. |
|
τοιαῦτα φρονοῦντας φαίνεσθαι, οἷάπερ ἂν τοὺς ἄλλους ἀξιώσαιτε φρονεῖν περὶ ὑμῶν |
πρβλ.
το ευαγγελικό «καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε
αὺτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. στ' 31). Βέβαια για τον Δημοσθένη η απαίτηση αυτή (ἂν ἀξιώσαιτε) της εφαρμογής του αγράφου δικαίου
φαίνεται να αφορά τις σχέσεις μόνον των δημοκρατουμένων προς τους ἀτυχοῦντας δήμους. Εξ άλλου η κοινή αντίληψη περί του δικαίου ήταν ότι
αυτό περιορίζεται στο «τοὺς μὲν φίλους ὠφελεῖν τοὺς δὲ ἐχθροὺς βλάπτειν». Δεν
πρέπει όμως να παραβλέψουμε π.χ. το γεγονός ότι οι Σπαρτιάτες μετά το τέλος
του Πελοποννησιακού πολέμου αρνήθηκαν να υποκύψουν στις πιέσεις των συμμάχων
τους Θηβαίων και Κορινθίων που απαιτούσαν να καταστραφεί ολοκληρωτικά η πόλη
των Αθηνών. |
|
εἴποτε τοιοῦτό τι συμβαίη |
εμμέσως
υπενθυμίζει στους Αθηναίους την εποχή των Τριάκοντα στην οποίαν ανήκει
ιστορικά και το παράδειγμα των Αργείων που ακολουθεί. |
|
καὶ γὰρ εἰ δίκαιά τις φήσει πεπονθέναι |
σπεύδει
ν' απαντήσει σε μια ένσταση που ήδη έχει δημιουργηθεί στις ψυχές των ακροατών
του και προφανώς έχει χρησιμοποιηθεί από τους αντιπάλους ρήτορες: Αν είναι
δίκαιο να βοηθούμε τους ατυχούντες, επίσης δίκαιο είναι να τιμωρούνται οι
αδικούντες. Κοινή αντίληψη ήταν ότι «τὸ ἀδικοῦντα μὴ διδόναι δίκην (το να
αδικεί κανείς και να μην τιμωρείται) πάντων μέγιστόν τε καὶ
πρῶτον κακῶν πέφυκεν» (Πλατ. Γοργ. 479d). Επομένως οι Ρόδιοι δημοκρατικοί «πήγαιναν
γυρεύοντας» και «ἄξια ὧν ἔπραξαν» απολαμβάνουν. Είναι δίκαιο λοιπόν να
πάσχουν αβοήθητοι όσα πάσχουν, λόγω της αντισυμμαχικής των συμπεριφοράς. |
|
οὐκ ἐπιτήδειος ὁ καιρὸς ἐφησθῆναι |
απαντά
στην ένσταση που ο ίδιος προηγουμένως διατύπωσε τονίζοντας πρώτα πρώτα τη
σοβαρότητα των πραγμάτων που δεν επιτρέπει την πολυτέλεια της χαιρεκακίας. Η
χαιρεκακία, η ικανοποίηση δηλ. για τη δυστυχία των άλλων, είναι από τα πλέον
μικροπρεπή και στείρα ανθρώπινα πάθη. |
|
δεῖ γὰρ... ἅπασιν ἀνθρώποις |
το
γνωμικό που ακολουθεί εξηγεί γιατί δεν επιτρέπεται στους Αθηναίους
μνησικακούντες να χαιρεκακούν. Η χαιρεκακία θα μπορούσε ίσως να τους
συγχωρηθεί, αν ήσαν «ἀτυχοῦντες». Ο Ευριπίδης (Ἰφιγ. ἐν Ταύροις, 352-53)
παρατηρεί ότι οι δυστυχείς δεν ελεούν τους πιο δυστυχισμένους. Οι Αθηναίοι
όμως ως «δημοκρατούμενοι» είναι «εὐτυχοῦντες», οπότε ισχύει γι' αυτούς η
αρχαία, ήδη Ομηρική, διαπίστωση ότι τα ανθρώπινα είναι «κύκλος
περιφερόμενος», ότι δεν έχει κανείς μονιμότητα στη χαρά και τη θλίψη, αφού
αυτά εναλλάσσονται στη ζωή των ανθρώπων. Η επιείκεια επομένως και η
συγγνώμη συνιστούν την ορθή στην παρούσα περίσταση ανθρώπινη συμπεριφορά. Το
αντίθετο θ' αποτελούσε «ὕβριν» η οποία είναι αδικία και τιμωρείται. Αν
λοιπόν οι Αθηναίοι από μια στείρα χαιρεκακία δεν συνδράμουν τους «ἀτυχοῦντας»
Ροδίους, πρέπει ν' αναμένουν ενδεχομένως ότι θα περιπέσουν αβοήθητοι σε
παρόμοια συμφορά. |
§22 |
ὅτ'
ἠτύχησεν ὁ δῆμος ἡμῶν |
ενισχύει
το προηγούμενο επιχείρημα με παράδειγμα ιδιαιτέρως ισχυρό, αφού προέρχεται
από την ιστορία της Αθηναϊκής πολιτείας. Μετά τη συντριβή των Αθηναίων κατά
τον Πελοποννησιακό πόλεμο (404 π.Χ.) είχε επιβληθεί στην πόλη το ολιγαρχικό
φιλολακωνικό καθεστώς των Τριάκοντα. Η φράση «ἠτύχησεν ὁ δῆμος» έχει
επιλεγεί με προσοχή. Η επικράτηση των Τριάκοντα δεν ήταν ασφαλώς θέμα τύχης·
ο «δήμος» είχε τις ευθύνες του οι οποίες εδώ σκοπίμως για προφανείς λόγους
αποσιωπώνται. |
|
συνεβουλήθησάν
τινες αὐτὸν σωθῆναι |
η
τυραννική συμπεριφορά των Τριάκοντα είχε αναγκάσει πολλούς πολίτες και
μετοίκους να ζητήσουν άσυλο σε άλλες πόλεις. Το πλήθος των φυγάδων ανησύχησε
τους πανίσχυρους τότε Σπαρτιάτες οι οποίοι τελεσιγραφικώς απαίτησαν να
παραδίδονται οι πρόσφυγες στους Τριάκοντα, απειλώντας με πρόστιμα και
άλλες κυρώσεις.
Το
Άργος, η Ήλις, τα Μέγαρα και η Θήβα αψήφησαν τις σπαρτιατικές απειλές και όχι
μόνον δεν παρέδιδαν τους φυγάδες, αλλά τους ενίσχυαν, ώστε ν' ανατρέψουν,
όπως και πράγματι έγινε, το τυραννικό καθεστώς.
|
|
μνησθήσομαι
βραχύ τι |
ο
ρήτορας σπεύδει να προλάβει τυχόν δυσανασχέτηση των ακροατών. Το
περιστατικό ήταν προφανώς γνωστό και η αφήγηση του ίσως φορτική. Γι' αυτό
δηλώνει ότι θα είναι σύντομος. Παρόμοιες φράσεις χρησιμοποιούν και σήμερα
για τον ίδιο λόγο οι ομιλητές όπως «θα είμαι σύντομος, δεν θα σας κουράσω,
δυο λέξεις ακόμη και τελείωσα» κ.λπ. |
|
δόξαν ἔχοντας τοῦ σῴζειν τοὺς ἀτυχοῦντας ἀεί |
σε
πανηγυρικούς λόγους επαναλαμβάνεται συχνά η καύχηση των Αθηναίων ότι η πόλη
τους από τα μυθικά χρόνια έσπευδε ανιδιοτελώς να βοηθεί τους
αναξιοπαθούντες. Συνήθως αναφέρονται η προσφορά φιλοξενίας στους Ηρακλείδες,
όταν τους καταδίωκε ο Ευρυσθέας, η βοήθεια προς τους Αργείους για την ταφή
των νεκρών της εκστρατείας των «ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας», η συνδρομή στους Ίωνες κατά
την Ιωνική επανάσταση (499-94 π.Χ.), η αρωγή και στη Σπάρτη ακόμη κατά την
επανάσταση των ειλώτων (464 π.Χ.) κ.λπ.
Βέβαια
αποσιωπούνται συνήθως γεγονότα όπως ο εξανδραποδισμός των Σκιωναίων (422
π.Χ.), των Μηλίων (416 π.Χ.) και η σκληρή αντιμετώπιση άλλων πόλεων κατά τη
διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου.
|
|
ἐξαιτήσοντάς τινας τῶν φυγάδων |
εζήτησαν,
όπως θα λέγαμε σήμερα, την έκδοση στο καθεστώς των Τριάκοντα των πολιτικών
προσφύγων Αθηναίοι πολιτών και μετοίκων. Και σήμερα εφαρμόζεται διεθνώς η
αρχή της μη εκδόσεως προσφύγων για πολιτικά αδικήματα. |
|
ἐὰν μὴ... ἀπαλλάττωνται... πολεμίους κρίνειν |
τα
πρόσωπα των πρέσβεων ήσαν απαραβίαστα, όπως συμβαίνει και σήμερα
προκειμένου περί μονίμων διπλωματικών υπαλλήλων ή απεσταλμένων με προσωρινή
διπλωματική ιδιότητα για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων, την υπογραφή
συμβάσεων κ.λπ. Σύμφωνα με το άρθρο 44 της Συμβάσεως της Βιέννης του 1961,
και σε περίπτωση πολέμου μεταξύ τους, οφείλουν τα κράτη να παρέχουν στα
πρόσωπα αυτά και στα μέλη των οικογενειών τους τις αναγκαίες διευκολύνσεις
για την αναχώρηση από το έδαφος των εντός της πλέον ευνοϊκής προθεσμίας. Την
οργή των Αργείων φανερώνει η ελάχιστη, μέχρι τη δύση του ηλίου,
προθεσμία που παραχωρήθηκε στους Λακεδαιμόνιους πρέσβεις, για να διαβούν τα
σύνορα της πόλεως. |
§23 |
εἶτ'
οὐκ αἰσχρόν (ἐστι); |
η
ερώτηση ρητορική. Προφανώς είναι αισχρόν, πρέπει δηλαδή να προκαλέσει στους Αθηναίους το
αίσθημα της ντροπής το να φοβηθούν αυτοί, «ὄντες Ἀθηναῖοι, βάρβαρον ἄνθρωπον καὶ ταῦτα
γυναῖκα», όταν η
σχετικά μικρή πόλη του Άργους τόλμησε να υψώσει το ανάστημά της στους
φοβερούς Λακεδαιμονίους την εποχή της μεγάλης τους ακμής. Οι
συγκρίσεις-αντιθέσεις, Αθηναίοι-Αρτεμισία, Αργείοι-Λακεδαιμόνιοι, Αθηναίοι-
Αργείοι, είναι για το φιλότιμο των Αθηναίων οδυνηρές.
Το
επιχείρημα είναι ηθικής φύσεως· αφορά το «καθ' ἑαυτὸ καλόν», δηλαδή την αρετή και οι «ἄνδρες Ἀθηναῖοι» στους οποίους
ο Δημοσθένης απευθύνεται γνωρίζουν βέβαια ότι κατ' εξοχήν ανδρική αρετή
είναι η ανδρεία. Το
αἰσχρόν <αἰδ-χρόν* (αἰδώς) είναι το αντίθετο του «καλοῦ», είναι εκείνο για το
οποίο πρέπει κανείς να αισχύνεται (αἴσχος <αἴδ-χος*). Η φυγή στη μάχη
ονομάζεται «αἰσχρά», ατιμάζει δηλ. τους άνδρες μέσα στον στενό κοινωνικό
κύκλο της πόλεως που ζουν και την πόλη στον ευρύτερο
κύκλο των γειτόνων της, όπως και η φυγομαχία των Αθηναίοι στην παρούσα
περίπτωση.
|
|
οὐκ ἐφοβήθη τὴν
Λακεδαιμονίων ἀρχήν |
από το
404, το τέλος δηλ. του Πελοποννησιακού πολέμου, μέχρι την απελευθέρωση των
Θηβών (379 π.Χ.) και την ίδρυση της Β' Αθηναϊκής συμμαχίας (377 π.Χ.) είχε
επιβληθεί στην Ελλάδα μια σπαρτιατική μονοκρατορία. Η αντίδραση των Αργείων
ερμηνεύεται και από το γεγονός ότι ήσαν προαιώνιοι εχθροί των Σπαρτιατών και
έτρεφαν μίσος πατροπαράδοτο εναντίον τους. Εξ άλλου η αυταρχική συμπεριφορά
της Σπάρτης προς τους συμμάχους της είχε αρχίσει να δημιουργεί παντού ισχυρό
αντιλακωνικό ρεύμα. |
|
ὄντες
Ἀθηναῖοι |
οι
Αθηναίοι, όχι αδίκως, ήσαν υπερήφανοι ως πολίτες «πόλεως τῆς μεγίστης καὶ
εὐδοκιμωτάτης εἰς σοφίαν καὶ ἰσχύν» (Πλατ. Ἀπολ. Σωκρ. 29d). Πρβλ. τη σημασία που έχει η ίδια
φράση, όταν αναφέρεται στους Ροδίους (§16)· ὄντες Ῥόδιοι!
|
|
βάρβαρον ἄνθρωπον
καὶ ταῦτα γυναῖκα |
εννοεί την Αρτεμισία. Οι Έλληνες αποκαλούσαν
βαρβάρους όσους δεν ήσαν Έλληνες. Η λέξη βάρβαρος <barbar είναι ηχοποίητη. Σημαίνει αυτόν που ομιλεί κακόηχη, αλλόκοτη για
τους Έλληνες γλώσσα και κατ' επέκταση τον ξένο, τον αμαθή και αγροίκο. Περιφρονούσαν επίσης τους βαρβάρους ως φύσει δούλους
(βλ. §10, σημ. 26), τρυφηλούς και απόλεμους. Τη γνώμη που είχαν για τις
πολεμικές ικανότητες των βαρβάρων (Περσών) εκφράζει άριστα το περιστατικό
που αφηγείται ο Ξενοφών (Ἑλληνικά Γ ', 4, 19). Το 395 π.Χ. κατά τις πολεμικές
επιχειρήσεις στην Μ. Ασία ο Αγησίλαος έδωσε εντολή να πωλούνται στην αγορά
γυμνοί οι αιχμάλωτοι βάρβαροι, για να βλέπουν οι στρατιώτες του τα μαλακά και
αγύμναστα σώματά τους και να σχηματίζουν την εντύπωση ότι ο πόλεμος μ' αυτούς
θα ήταν όπως ένας πόλεμος εναντίον γυναικών. Για τις γυναίκες κοινή ήταν
στους Έλληνες η παραδοχή ότι ο πόλεμος δεν αρμόζει στο φύλο τους, παρά τις
αφηγήσεις περί αμαζονικών κοινωνιών. Η Αρτεμισία λοιπόν διπλά απόλεμη, ως
βάρβαρη και γυναίκα, δεν είναι, κατά τον Δημοσθένη, υπολογίσιμη αντίπαλος.
Αξίζει
να σημειωθεί όμως ότι στην εκστρατεία του Ξέρξη κατά της Ελλάδος είχε
συμμετάσχει επί κεφαλής στολίσκου πέντε πλοίων άλλη Αρτεμισία, βασίλισσα
επίσης της Καρίας. Οι Αθηναίοι την είχαν επικηρύξει αντί 10.000 δραχμών,
διότι θεώρησαν εξαιρετικά προσβλητικό «γυναῖκα ἐπὶ τὰς Ἀθήνας στρατεύεσθαι». (Ἡροδ. 8, 93). Κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας στη Σαλαμίνα (480
π.Χ.) η Αρτεμισία κατόρθωσε βυθίζοντας ένα περσικό πλοίο να παραπλανήσει τον
Έλληνα τριήραρχο που την καταδίωκε, αλλά και τον Ξέρξη ο οποίος νομίζοντας
ότι το πλοίο που είχε εμβολίσει ήταν ελληνικό, είπε: «Οἱ μὲν ἄνδρες γεγόνασί
μοι γυναῖκες, αἱ δὲ γυναῖκες ἄνδρες»!
Και η
νεώτερη όμως Αρτεμισία δεν φαίνεται να υπολειπόταν σε πονηρία, αφού, αν
ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα όσα παραδίδει μεταγενέστερη πηγή, με
πολεμικό τέχνασμα (στρατήγημα) κατέλαβε τη Ρόδο.
|
|
πολλάκις ἥττηνται |
από
τους Μυκηναϊκούς χρόνους μέχρι και των μέσων περίπου του 8ου αι. π.Χ. το
Άργος ήταν η ισχυρότερη πόλη της Πελοποννήσου. Μετά τον θάνατο του τυράννου
Φείδωνος (760-730 π.Χ.) άρχισε να παρακμάζει και να συγκρούεται με την ανερχόμενη
δύναμη της Σπάρτης η οποία διεκδικούσε εδάφη γειτονικά της Λακωνικής που
ανήκαν στο Άργος.
Το 546
π.Χ. οι Σπαρτιάτες νίκησαν τους Αργείους και κατέλαβαν την Κυνουρία. Την πιο
ταπεινωτική ήττα υπέστησαν οι Αργείοι περί το 494 π.Χ., όταν ο βασιλεύς της
Σπάρτης Κλεομένης τους συνέτριψε σε μάχη κοντά στην Τίρυνθα. Οι απώλειες
ήσαν τόσο μεγάλες (6.000 Αργείοι νεκροί!), ώστε επί ένα χρονικό διάστημα την
εξουσία στο Άργος ασκούσαν δούλοι και περίοικοι
μέχρι να ανδρωθούν τα παιδιά των πεσόντων! Το 418 π.Χ. οι Σπαρτιάτες νίκησαν
πάλι τους Αργείους σε μάχη κοντά στη Μαντίνεια.
Λόγω
της πατροπαράδοτης αυτής έχθρας με την ολιγαρχική Σπάρτη η φιλική προς τους
Αθηναίους δημοκρατική παράταξη του Άργους ήταν εξαιρετικά ισχυρή και οι
ολιγαρχικοί για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα μόνον (417 π.Χ.) είχαν καταλάβει
την εξουσία. Όλα αυτά εξηγούν την απόφαση που έλαβε το «Ἀργείων πλῆθος» στην
περίπτωση των Αθηναίων προσφύγων παρά τις απειλές των Σπαρτιατών.
Το
πρόβλημα της παροχής ασύλου σε πρόσφυγες και των κινδύνων που αυτή
συνεπάγεται δεν ήταν άγνωστο στους αρχαίους. Σε συνδυασμό με το
πατροπαράδοτο δίκαιο της φιλοξενίας και τη θρησκευτική διαδικασία της
«ἱκεσίας» έδωσε το θέμα στις «Ἱκέτιδες» του Αισχύλου, στον «Οἰδίποδα ἐπὶ
Κολωνῷ» του Σοφοκλή και στους «Ἡρακλεῖδες» του Ευριπίδη.
Σήμερα
σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων (1951) δεν
επιτρέπεται η απέλαση ή έκδοση προσφύγων σε κράτη όπου απειλούνται η ζωή και
η ελευθερία τους λόγω φυλής, θρησκείας, ιθαγένειας, πολιτικών πεποιθήσεων ή
εντάξεως σε ορισμένη κοινωνική ομάδα. Στη διακήρυξη της Επιτροπής των
Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης (1977) υποστηρίζεται ότι η παροχή
εδαφικού ασύλου είναι πράξη ειρηνική και ανθρωπιστική και δεν είναι δυνατόν
να θεωρηθεί μη φιλική ως προς άλλο κράτος. Παρά ταύτα είναι γνωστόν ότι
δημιουργούνται για το θέμα αυτό διπλωματικά επεισόδια μεταξύ κρατών,
δεδομένου ότι πολλές φορές η πολιτική δράση συνδυάζεται με έκνομες ενέργειες
και χαρακτηρίζεται «τρομοκρατική», οπότε η παροχή ασύλου και η άρνηση
εκδόσεως λαμβάνει άλλες διαστάσεις.
|
|
νενικήκατε
μὲν... ἥττησθε δ' οὐδ' ἅπαξ |
πολλές
φορές οι Αθηναίοι κατά τους Περσικούς πολέμους και επί κεφαλής αργότερα της
Α' Αθηναϊκής συμμαχίας είχαν νικήσει τους Πέρσες. Δεν είναι όμως ακριβές ότι «οὐδ' ἅπαξ» είχαν ηττηθεί. Μικρή δύναμη των
Αθηναίων ηττήθηκε (498 π.Χ.) κατά την Ιωνική επανάσταση. Το 456 π.Χ. επίσης
οι Αθηναίοι νικήθηκαν στη Μέμφιδα της Αιγύπτου όπου είχαν εκστρατεύσει το 460
π.Χ. για να βοηθήσουν Ινάρω τον Ψαμμητίχου στην επανάστασή του εναντίον του
Μ. Βασιλέως. Η εκστρατεία της Αιγύπτου απέτυχε, στοίχισε στους Αθηναίους
πολλά και στην Κύπρο την ανεξαρτησία της, αφού την κατέλαβαν πάλι οι Πέρσες. |
|
οὔτε
τῶν δούλων τοῦ βασιλέως |
εννοεί
τους Πέρσες σατράπες Φαρνάβαζο, Τισσαφέρνη και Κύρο τους οποίους οι Έλληνες,
όπως και όλους τους υπηκόους του Μ. Βασιλέως, θεωρούσαν δούλους του. Για το
θέμα αυτό βλ. §15, σχόλ. 26. |
|
εἰ
γάρ τί που κεκράτηκεν |
διορθώνει
το απόλυτο «οὐδ' ἅπαξ». Οι
αποτυχίες των Αθηναίων στα παράλια της Μ. Ασίας κατά τον Πελοποννησιακό
πόλεμο και η διάλυση της Α' Αθηναϊκής συμμαχίας οφείλονταν στον περσικό
χρυσό. Ήσαν επομένως εμμέσως και μερικώς περσικές επιτυχίες. Οι σατράπες
Τισσαφέρνης και Φαρνάβαζος μετά τη Σικελική καταστροφή (413 π.Χ.) και
αργότερα ο Κύρος προσπάθησαν να επωφεληθούν και να προσαρτήσουν πάλι στο Περσικό
κράτος τις Ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας όπως συνέβαινε πριν από τη
θαλασσοκρατορία της Αθην. συμμαχίας. Οι Πέρσες μέσω του στενού Σπαρτιατικού
πατριωτισμού και του άφθονου χρυσού κατόρθωσαν ό,τι δεν είχαν πετύχει με τα
όπλα («ἐκ φανεροῦ»), δηλ. την αποδυνάμωση και ταπείνωση
των Ελλήνων, την οποία σαφώς εικονίζει η ατιμωτική Ανταλκίδειος ειρήνη (387
π.Χ.). Το κείμενο της βλ. στο τέλος του βιβλίου.
Ο
Δημοσθένης χαρακτηρίζει «πονηροτάτους τῶν Ἑλλήνων καὶ προδότας αὐτῶν» όσους υπέκυψαν στις περσικές
«αργυρές λόγχες» και ιδιαιτέρως εννοεί τον περιβόητο ναύαρχο των Λακεδαιμονίων
Λύσανδρο. Παραλείπει βέβαια να αναφέρει ότι με περσικά χρήματα και ο
Αθηναίος ναύαρχος Κόνων είχε ανοικοδομήσει τα μακρά τείχη των Αθηνών (393
π.Χ.). Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ο Δημοσθένης δέκα χρόνια μετά την
εκφώνηση του λόγου αυτού (341-40 π.Χ.) συμβουλεύει τους Αθηναίους να συνάψουν
φιλία με τους Πέρσες και να ζητήσουν οικονομική βοήθεια για τον αγώνα τους
εναντίον του Φιλίππου, αφήνοντας κατά μέρος τις «ανοησίες» που πολλές φορές
τους έβλαψαν όπως «ὁ δὴ βάρβαρος καὶ ὁ κοινὸς ἅπασιν ἐχθρός»! (Δ'
Φιλιππ. §31-34).
|
§24 |
πρὸς
Κλέαρχον καὶ Κῦρον |
ο Μ.
Βασιλεύς κατόρθωσε να αποδυναμώσει, με όργανο τους Λακεδαιμονίους, το
Αθηναϊκό κράτος, συγχρόνως όμως εκινδύνευσε, αφού ο Κύρος, μέσω του οποίου
εφαρμόστηκε, μετά το 408 π.Χ., η πολιτική αυτή, στράφηκε εναντίον του.
Πράγματι,
το 401 π.Χ. ο Κύρος βάδισε κατά του αδελφού του Αρταξέρξη Β' με σκοπό την
κατάληψη της εξουσίας του Περσικού κράτους. Σ' αυτή την εκστρατεία έλαβε
μέρος και μισθοφορικό στράτευμα 13.000 περίπου Ελλήνων, οι λεγόμενοι «Μύριοι». Κατά τη μάχη που έγινε στα Κούναξα,
κοντά στη Βαβυλώνα, οι «Μύριοι» με στρατηγό τον Λακεδαιμόνιο Κλέαρχο νίκησαν
το απέναντι τους πολλαπλάσιο βαρβαρικό στράτευμα, αλλά ο θάνατος του Κύρου
στη μάχη ανέτρεψε το αποτέλεσμα. Μετά τη δολοφονία του Κλεάρχου και των
άλλων Ελλήνων στρατηγών οι Έλληνες οπλίτες με αρχηγούς τον Λακεδαιμόνιο
Χειρίσοφο και τον Αθηναίο Ξενοφώντα κατόρθωσαν μαχόμενοι να διασχίσουν το
Περσικό κράτος και να φθάσουν (6.000 περίπου) στον Εύξεινο Πόντο. Αυτή είναι
η περίφημη «κάθοδος (επιστροφή) τῶν Μυρίων», την οποίαν αφηγείται ο Ξενοφών στο
έργο του «Κύρου
Ἀνάβασις». Η
επιχείρηση αυτή έδειξε την υπεροχή των Ελλήνων οπλιτών, τις αδυναμίες του
Περσικού κράτους και κατά κάποιον τρόπο αποτελεί έναν πρόλογο της εκστρατείας
του Μ. Αλεξάνδρου.
|
|
ὁρῶ δ᾽ ὑμῶν ἐνίους... φοβουμένους |
σε
σφοδρή αντίθεση προς την εικόνα της δυνάμεως του Μ. Βασιλέως, όπως την
παρουσίασε στη σύντομη αφήγησή του ο Δημοσθένης, έρχεται η συμπεριφορά των
αντιπάλων του οι οποίοι φαίνονται να φοβούνται τον Βασιλέα, αλλά όχι και τον
Φίλιππο. Και όμως, σύμφωνα με τον Δημοσθένη, ο Μ. Βασιλεύς αποδεικνύεται
ιστορικά ότι δεν διαθέτει τη δύναμη που του αποδίδουν, ενώ αντιθέτως ο Φίλιππος
είναι μια νέα δύναμη την οποία χωρίς αποδείξεις περιφρονούν.
Ίσως το
ίδιο έτος (351 π.Χ.) και πριν από τον παρόντα λόγο είχε εκφωνήσει χωρίς
αποτέλεσμα τον Α' Φιλιππικό.
|
|
πρὸς τίνας παραταξόμεθα; |
Η
ερώτηση προφανώς επικρίνει εμμέσως την εξωτερική πολιτική της παρατάξεως του
Ευβούλου από την οποία ο Δημοσθένης έχει διαφοροποιηθεί με τον λόγο του «Ὑπὲρ
Μεγαλοπολιτῶν» (353/2 π.Χ.). Ο Εύβουλος εφαρμόζει την αρχή της μη επεμβάσεως,
όταν δεν θίγονται ζωτικά συμφέροντα του Αθηναϊκού κράτους. Η απάντηση του θα
ήταν ενδεχομένως «εἰρηνεύσομεν καὶ πρὸς οὐδένα παραταξόμεθα».
Η
ερώτηση όμως του Δημοσθένη είναι ρητορική και επισημαίνει ένα αδιέξοδο. Κατ'
αυτόν προφανώς μία δύναμη όπως η Αθήνα (όχι περιθωριακή) δεν μπορεί χωρίς
συνέπειες να μείνει απαθής σε όσα συμβαίνουν, αφού όλα την αφορούν. Κατά τον
Αλκιβιάδη (Θουκ.
Ζ, 18) η Αθηναϊκή
ηγεμονία θα παρακμάσει και θα καταλυθεί, αν πέσει σε αδράνεια. Η μοίρα των μεγάλων δυνάμεων είναι η διαρκής δραστηριότητα και
αντιπαράθεση. Η ησυχία ταιριάζει σε άλλους.
Ο Δημ.
επομένως δεν έχει εγκαταλείψει τη μεγάλη ιδέα της Αθηναϊκής
ηγεμονίας η οποία σ' εμάς σήμερα, που γνωρίζουμε από την Ιστορία τις εξελίξεις,
φαίνεται ανεδαφική.
Στις
§§21-24 ο ρήτορας παραθέτει πρώτα το «ἐκ τοῦ δικαίου» επιχείρημα προσπαθώντας
να φοβίσει τους Αθηναίους για τις επιπτώσεις μιας άδικης συμπεριφοράς. Αυτό
συνδέεται αβίαστα με το παράδειγμα-επιχείρημα των Αργείων οι οποίοι, καίτοι μικροί
και αδύναμοι, έπραξαν το δίκαιο υπέρ των Αθηναίων.
Το
παράδειγμα που έχει στόχο να διεγείρει την πατριωτική φιλοτιμία των συμπολιτών
του, μεταβάλλεται με πολλή τέχνη ανεπαίσθητα σε επιχείρημα εναντίον αυτών που
επισείουν τον περσικό κίνδυνο (βλ. §§5-13) και ζητεί να ενθαρρύνει τους Αθηναίους
με την υπενθύμιση
των περσικών
αποτυχιών.
|
Ασκήσεις
§21 |
1) |
φρονοῦντας, φαίνεσθαι, γένοιτο, συμβαίη, ἐφησθῆναι: να κλιθεί η προστακτική του ίδιου
χρόνου στην ίδια φωνή. |
|
2) |
δεῖ γὰρ τοὺς εὐτυχοῦντας... ἅπασιν
ἀνθρώποις: η
ημιπερίοδος εκφράζει μια γενικώς αποδεκτή δεοντολογία, η οποία εξειδικεύεται,
προς την παρούσα περίσταση, στις προηγούμενες φράσεις.
α') Να γίνει
συντακτική ανάλυση της ημιπεριόδου,
β') Να σχολιασθούν οι αντίστοιχες
διατυπώσεις:
δεῖ |
δίκαιόν
(ἐστι) - εἰ δίκαιά τις φήσει |
τοὺς
εὐτυχοῦντας |
δημοκρατουμένους
(ὑμᾶς) αὐτούς |
περὶ τῶν
ἀτυχούντων |
περὶ
τῶν ἀτυχούντων δήμων-Ῥοδίους πεπονθέναι |
ἀεί |
οὐκ
ἐπιτήδειος καιρός |
φαίνεσθαι
τὰ βέλτιστα βουλευομένους |
τοιαῦτα
φρονοῦντας φαίνεσθαι, οἷά περ ἂν τοὺς ἄλλους
ἀξιώσαιτε φρονεῖν περὶ ὑμῶν -
οὐκ ἐφησθῆναι |
|
|
ἐπειδήπερ
ἄδηλον τὸ μέλλον ἅπασιν ἀνθρώποις |
εἴ ποθ',
ὃ μὴ γένοιτο, τοιοῦτό τι συμβαίη (ὑμῖν) |
|
§22 |
3) |
ἠτύχησεν, συνεβουλήθησαν, φανῆναι, ὁρῶντες, ἐλθόντας, φασιν: να κλιθεί η προστακτική των ρημάτων στον ίδιο χρόνο
και την ίδια φωνή. |
|
4) |
ἐλθόντας: να σχηματισθεί το ρήμα στο α' πρόσ.
του ενεστ. της οριστικής, σύνθετο με τις προθέσεις ἀνά, ἀπό, διά, εἰς, ἐξ, ἐπί, κατά,
μετά, παρά, περί, πρό, πρός και σύν. Να βρεθούν οι βασικές σημασίες των ρημάτων που θα
προκύψουν στη Ν. Ελληνική. |
|
5) |
Ποιους λόγους θα μπορούσε να
επικαλεσθεί ένας Αργείος ρήτορας αγορεύοντας υπέρ της μη εκδόσεως των
Αθηναίων προσφύγων; Να συντάξετε ένα σύντομο λογύδριο με το θέμα αυτό. |
§23 |
6) |
βάρβαρον γυναῖκα: να κλιθούν μαζί. |
|
7) |
οἱ μὲν πολλάκις ἥττηνται ὑπὸ Λακεδαιμονίων, ὑμεῖς δὲ νενικήκατε μὲν
πολλάκις βασιλέα, ἥττησθε δ' οὐδ' ἅπαξ οὔτε τῶν δούλων τοῦ βασιλέως οὔτ'
αὐτοῦ 'κείνου. Να μετατρέψετε τη σύνταξη όπου είναι ενεργητική σε
παθητική και όπου παθητική σε ενεργητική. |
|
8) |
Η αἰδώς δεν ήταν πάντοτε αισχύνη για μεμπτή
(αισχρή) πράξη ή παράλειψη· η λέξη είχε βέβαια και καλή σημασία. Να
μεταφράσετε και να σχολιάσετε το εξής αρχαίο ανέκδοτο: (Διογένης ο φιλόσοφος) ἰδών ποτε μειράκιον ἐρυθριῶν,
θάρρει, ἔφη, τοιοῦτόν ἐστιν τῆς ἀρετῆς τὸ χρῶμα Διογ.
Λαερτ. Βίοι Φιλοσ. 6, 54
|
|
9) |
Στην Ελληνική Ιστορία, αρχαία και
νεότερη, αναφέρονται συχνά γυναίκες που αναγκάστηκαν να πάρουν τα όπλα και να
πολεμήσουν σαν άνδρες. Στην παράδοσή μας όμως η γυναικεία «ανδρεία»
αναφέρεται κυρίως σε άλλους τομείς δράσεως. Μια παράμετρό της δίνει ο λόγος
της Μήδειας που ακολουθεί:
Λέγουσι δ΄ ἡμᾶς ὡς ἀκίνδυνον
βίον
ζῶμεν κατ' οἴκους, οἱ δὲ μάρνανται δορί1·
κακῶς φρονοῦντες2· ὡς τρὶς ἂν παρ'
ἀσπίδα
στῆναι3 θέλοιμ' ἂν μᾶλλον ἢ τεκεῖν ἅπαξ.
Εὐριπ. Μήδεια, 248-251
Πώς θα
περιγράφατε μια «ανδρεία» γυναίκα σήμερα στον τόπο μας;
Σημ.:
- μάρναμαι δορί· πολεμώ με δόρυ
- κακῶς φρονῶ· δεν σκέπτομαι σωστά, δεν έχω δίκιο
-
παρ' ἀσπίδα
ἵσταμαι·
παρατάσσομαι για μάχη.
|
§24 |
10) |
Να καταγράψετε τα κατηγορούμενα και
τις κατηγορηματικές μετοχές του κειμένου. |
|
11) |
Να σχηματίσετε με β' συνθετικό τη
λέξη ὤρα (φροντίδα, προσοχή, ενδιαφέρον, λατ.
cura) σύνθετες λέξεις σύμφωνα με το παράδειγμα και να σημειώσετε τις
σημασίες που έχουν στην Ν. Ελληνική: |
|
|
ὀλίγος |
ὀλίγωρος |
ὀλιγωρῶ |
ὀλιγωρία |
ἀκτή
(ἀκταῖος) |
|
|
|
θύρα |
|
- |
- |
πύλη |
|
- |
- |
σῆμα |
|
|
|
σκεῦος |
|
|
|
τιμή |
|
|
|
|
|
12) |
Ο
Δημοσθένης με τη γεμάτη αγωνία ερώτηση «πρὸς τίνας, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, παραταξόμεθα;» εκφράζει την ανάγκη να
συμμετέχει η Αθήνα, ως μεγάλη δύναμη, ενεργά στα πολιτικά και στρατιωτικά
δρώμενα της εποχής. Νομίζετε ότι την αντίληψη αυτή μπορούμε να την ανιχνεύσουμε
στις δραστηριότητες των μεγάλων δυνάμεων του κόσμου σήμερα; |
 |
Δίδραχμο Άργους με
παράσταση κεφαλής Ήρας (Εκδοτ. Αθηνών) |
 |
Λίνδος. Τμήμα, της Ελληνιστικής
στοάς (Μ.Ι.Ε.Τ.) |
|