Σοφοκλέους Τραγωδίαι (Β Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)
Πρόλογος: Α΄ Σκηνή: στ. 1-49 Πάροδος: στ. 135-218 Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος
ΟΔ. Ἀχιλλέως παῖ, δεῖ σ' ἐφ' οἷς ἐλήλυθας
γενναῖον εἶναι, μὴ μόνον τῷ σώματι,
ἀλλ' ἤν τι καινὸν ὧν πρὶν οὐκ ἀκήκοας,
κλύῃς, ὑπουργεῖν, οἷς ὑπηρέτης πάρει.
50
ΝΕ. Τί δῆτ' ἄνωγας; ΟΔ. Τὴν Φιλοκτήτου σε δεῖ  
  ψυχὴν ὅπως λόγοισιν ἐκκλέψεις λέγων. 55
  Ὅταν σ' ἐρωτᾷ τίς τε καὶ πόθεν πάρει,
λέγειν Ἀχιλλέως παῖς· τόδ' οὐχὶ κλεπτέον·
πλεῖς δ' ὡς πρὸς οἶκον, ἐκλιπὼν τὸ ναυτικὸν
στράτευμ' Ἀχαιῶν, ἔχθος ἐχθήρας μέγα,
 
  οἵ σ' ἐν λιταῖς στείλαντες ἐξ οἴκων μολεῖν, 60
  μόνην ἔχοντες τήνδ' ἅλωσιν Ἰλίου,
οὐκ ἠξίωσαν τῶν Ἀχιλλείων ὅπλων
ἐλθόντι δοῦναι κυρίως αἰτουμένῳ,
ἀλλ' αὔτ' Ὀδυσσεῖ παρέδοσαν· λέγων ὅσ' ἂν
 
  θέλῃς καθ' ἡμῶν ἔσχατ' ἐσχάτων κακά. 65
  Τούτων γὰρ οὐδὲν ἀλγυνεῖ μ'· εἰ δ' ἐργάσῃ
μὴ ταῦτα, λύπην πᾶσιν Ἀργείοις βαλεῖς.
Εἰ γὰρ τὰ τοῦδε τόξα μὴ ληφθήσεται,
οὐκ ἔστι πέρσαι σοι τὸ Δαρδάνου πέδον.
 
  Ὡς δ' ἔστ' ἐμοὶ μὲν οὐχί, σοὶ δ' ὁμιλία 70
  πρὸς τόνδε πιστὴ καὶ βέβαιος, ἔκμαθε.
Σὺ μὲν πέπλευκας οὔτ' ἔνορκος οὐδενὶ
οὔτ' ἐξ ἀνάγκης οὔτε τοῦ πρώτου στόλου,
ἐμοὶ δὲ τούτων οὐδέν ἐστ' ἀρνήσιμον.
 
  Ὥστ' εἴ με τόξων ἐγκρατὴς αἰσθήσεται, 75
  ὄλωλα, καὶ σὲ προσδιαφθερῶ ξυνών.
Ἀλλ' αὐτὸ τοῦτο δεῖ σοφισθῆναι, κλοπεὺς
ὅπως γενήσῃ τῶν ἀνικήτων ὅπλων.
Ἔξοιδα, παῖ, φύσει σε μὴ πεφυκότα
 
  τοιαῦτα φωνεῖν μηδὲ τεχνᾶσθαι κακά· 80
  ἀλλ' ἡδὺ γάρ τοι κτῆμα τῆς νίκης λαβεῖν,
τόλμα· δίκαιοι δ' αὖθις ἐκφανούμεθα.
Νῦν δ' εἰς ἀναιδὲς ἡμέρας μέρος βραχὺ
δός μοι σεαυτόν, κᾆτα τὸν λοιπὸν χρόνον
 
  κέκλησο πάντων εὐσεβέστατος βροτῶν. 85
ΝΕ. Ἐγὼ μὲν οὓς ἂν τῶν λόγων ἀλγῶ κλύων,
Λαερτίου παῖ, τούσδε καὶ πράσσειν στυγῶ·
ἔφυν γὰρ οὐδὲν ἐκ τέχνης πράσσειν κακῆς,
οὔτ' αὐτὸς οὔθ', ὥς φασιν, οὑκφύσας ἐμέ.
 
  Ἀλλ' εἴμ' ἑτοῖμος πρὸς βίαν τὸν ἄνδρ' ἄγειν 90
  καὶ μὴ δόλοισιν· οὐ γὰρ ἐξ ἑνὸς ποδὸς
ἡμᾶς τοσούσδε πρὸς βίαν χειρώσεται.
 
  Πεμφθείς γε μέντοι σοὶ ξυνεργάτης ὀκνῶ
προδότης καλεῖσθαι· βούλομαι δ', ἄναξ, καλῶς
 
  δρῶν ἐξαμαρτεῖν μᾶλλον ἢ νικᾶν κακῶς. 95
ΟΔ. Ἐσθλοῦ πατρὸς παῖ, καὐτὸς ὢν νέος ποτὲ
γλῶσσαν μὲν ἀργόν, χεῖρα δ' εἶχον ἐργάτιν·
νῦν δ' εἰς ἔλεγχον ἐξιὼν ὁρῶ βροτοῖς
τὴν γλῶσσαν, οὐχὶ τἄργα, πάνθ' ἡγουμένην.
 
ΝΕ. Τί οὖν μ' ἄνωγας ἄλλο πλὴν ψευδῆ λέγειν; 100
ΟΔ. Λέγω σ' ἐγὼ δόλῳ Φιλοκτήτην λαβεῖν.  
ΝΕ. Τί δ' ἐν δόλῳ δεῖ μᾶλλον ἢ πείσαντ' ἄγειν;  
ΟΔ. Οὐ μὴ πίθηται· πρὸς βίαν δ' οὐκ ἂν λάβοις.  
ΝΕ. Οὕτως ἔχει τι δεινὸν ἰσχύος θράσος;  
ΟΔ. Ἰοὺς ἀφύκτους καὶ προπέμποντας φόνον. 105
ΝΕ. Οὐκ ἆρ' ἐκείνῳ γ' οὐδὲ προσμεῖξαι θρασύ;  
ΟΔ. Οὔ, μὴ δόλῳ λαβόντα γ', ὡς ἐγὼ λέγω.  
ΝΕ. Οὐκ αἰσχρὸν ἡγῇ δῆτα τὰ ψευδῆ λέγειν;  
ΟΔ. Οὔκ, εἰ τὸ σωθῆναί γε τὸ ψεῦδος φέρει.  
ΝΕ. Πῶς οὖν βλέπων τις ταῦτα τολμήσει λακεῖν; 110
ΟΔ. Ὅταν τι δρᾷς εἰς κέρδος, οὐκ ὀκνεῖν πρέπει.  
ΝΕ. Κέρδος δ' ἐμοὶ τί τοῦτον ἐς Τροίαν μολεῖν;  
ΟΔ. Αἱρεῖ τὰ τόξα ταῦτα τὴν Τροίαν μόνα.  
ΝΕ. Οὐκ ἆρ' ὁ πέρσων, ὡς ἐφάσκετ', εἴμ' ἐγώ;  
ΟΔ. Οὔτ' ἂν σὺ κείνων χωρὶς οὔτ' ἐκεῖνα σοῦ. 115
ΝΕ. Θηρατέ' οὖν γίγνοιτ' ἄν, εἴπερ ὧδ' ἔχει.  
ΟΔ. Ὡς τοῦτό γ' ἔρξας δύο φέρῃ δωρήματα.  
ΝΕ. Ποίω; Μαθὼν γὰρ οὐκ ἂν ἀρνοίμην τὸ δρᾶν.  
ΟΔ. Σοφός τ' ἂν αὑτὸς κἀγαθὸς κεκλῇ' ἅμα.  
ΝΕ. Ἴτω· ποήσω, πᾶσαν αἰσχύνην ἀφείς. 120
ΟΔ. μνημονεύεις οὖν ἅ σοι παρῄνεσα;  
ΝΕ. Σάφ' ἴσθ', ἐπείπερ εἰσάπαξ συνῄνεσα.  
ΟΔ. Σὺ μὲν μένων νυν κεῖνον ἐνθάδ' ἐκδέχου,
ἐγὼ δ' ἄπειμι, μὴ κατοπτευθῶ παρών,
 
  καὶ τὸν σκοπὸν πρὸς ναῦν ἀποστελῶ πάλιν. 125
  Καὶ δεῦρ', ἐάν μοι τοῦ χρόνου δοκῆτέ τι
κατασχολάζειν, αὖθις ἐκπέμψω πάλιν
τοῦτον τὸν αὐτὸν ἄνδρα, ναυκλήρου τρόποις
μορφὴν δολώσας, ὡς ἂν ἀγνοία προσῇ·
 
  οὗ δῆτα, τέκνον, ποικίλως αὐδωμένου 130
  δέχου τὰ συμφέροντα τῶν ἀεὶ λόγων.
Ἐγὼ δὲ πρὸς ναῦν εἶμι, σοὶ παρεὶς τάδε·
Ἑρμῆς δ' ὁ πέμπων δόλιος ἡγήσαιτο νῷν
Νίκη τ' Ἀθάνα Πολιάς, ἣ σῴζει μ' ἀεί.
 

 

ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

  κὴρ-κηρός, ἡ η νόσος, η πληγή
  παλαιᾷ κηρὶ (δοτ. αιτίας) από την παλιά πληγή του
  προσβαίη ἂν μακρὰν θα πήγαινε μακριά
  (ἐ)'πὶ φορβῆς (γεν. αντικ.) νόστον σε πορεία για αναζήτηση τροφής
  ἤ (ἐπὶ) φύλλον, εἴ τι νώδυνον
(νὴ + ὀδύνη) κάτοιδέ που
ή να μαζέψει, αν ξέρει κάπου, κανένα βοτάνι παυσίπονο, που να καταπραΰνει τους πόνους
  τὸν οὖν παρόντα αυτόν λοιπόν τον άνθρωπο
  ἐς κατασκοπὴν (τελ. αίτ.) για παρακολούθηση
  μὴ καὶ λάθῃ με προσπεσὼν
(δηλώνει απροσδόκητη ενέργεια)
μήπως και αναπάντεχα βρεθεί μπροστά μας
  ὡς....ἄν ἕλοιτο γιατί θα προτιμούσε
  ἔρχεται (αντί ἀπέρχεται) φεύγει, πηγαίνει
  φυλάξεται στίβος θα φρουρείται το μονοπάτι
  φράζε δευτέρῳ λόγῳ πρόσταζε για δεύτερη φορά, λέγε το τώρα
50 δεῖ σ' ἐφ' οἷς...... γενναῖον
εἶναι
πρέπει για όσα έχεις έρθει να είσαι γενναίος
  τῷ σώματι (δοτ. αναφ.) στο σώμα
  ἤν τι καινὸν κλύῃς αν ακούς κάτι καινούριο
  ὧν (= τούτων, ἃ) πρὶν οὐκ
ἀκήκοας
που δεν έχεις πρωτύτερα ακούσει
  ὑπουργέω -ῶ προσφέρω υπηρεσίες
  οἷς ὑπηρέτης πάρει σ' αυτούς που έχεις κληθεί να υπηρετήσεις
  ἄνωγας (επικός παρακ
με σημασία ενεστ.)
προστάζεις
  δεῖ.....ἐκκλέψεις (= δεῖ σε
ἐκκλέψαι καὶ ὅρα ὅπως
ἐκκλέψεις λόγοισιν τὴν
Φιλοκτήτου ψυχὴν)
πρέπει να ξεγελάσεις με τα λόγια την ψυχή του Φιλοκτήτη
  τίς τε (εἶ) καί....πάρει ποιος είσαι και από πού έρχεσαι
  λέγειν (απαρ. αντί προστ.) λέγε
  τόδ' οὐχὶ κλεπτέον αυτό δεν πρέπει να το κρύψεις
  ὡς (σκοπός) πρὸς οἶκον με σκοπό τάχα να πας προς την πατρίδα
  ἔχθος ἐχθήρας (ἐχθαίρω
= μισώ) μέγα
αφού τους μίσησες πολύ
60 ἐν λιταῖς (προσδ. τρόπου) με παρακλήσεις
  στείλαντες ἐξ οἴκων μολεῖν
(= μεταπεμψάμενοι)
αφού έστειλαν να σε πάρουν από την πατρίδα
  μόνην ἔχοντες τήνδ' ἅλωσιν Ἰλίου επειδή έτσι μονάχα ελπίζανε ότι θα κυρίευαν την Τροία
  οὐκ ἠξίωσαν.... δοῦναι
(= οὐκ ἠξίωσάν σοι ἐλθόντι
τὰ Ἀχιλλέως ὅπλα δοῦναι)
δεν σε έκριναν άξιο, όταν ήλθες, να σου δώσουν τα όπλα του Αχιλλέα
  κυρίως αἰτουμένῳ που δικαιωματικά ζητούσες
  ἔσχατ' ἐσχάτων κακά
(= τὰ αἰσχρότατα
Σχολ.)
τα χειρότερα λόγια
  ἀλγύνω στενοχωρώ
  οὐκ ἔστι σοι (= οὐκ ἔξεστι)
πέρσαι (πέρθω)
δε θα μπορέσεις να εκπορθήσεις
70 (ἔκμαθε) ὡς δ' ἔστ' ἐμοὶ
μὲν οὐχί, σοὶ δ'.........
καὶ βέβαιος
(και δες) γιατί εγώ δεν μπορώ, αλλά εσύ μπορείς με ασφάλεια να τον προσεγγίσεις και να του εμπνεύσεις εμπιστοσύνη
  οὔτε ἔνορκος οὐδενί....
τοῦ πρώτου στόλου
χωρίς να είσαι δεσμευμένος με όρκους σε κανένα ούτε αναγκασμένος και ούτε πήρες μέρος στην πρώτη εκστρατεία
  ἐμοὶ δὲ οὐδέν ἐστι ἀρνήσιμον εγώ όμως τίποτε δεν μπορώ να αρνηθώ
  εἴ με αἰσθήσεται αν με καταλάβει
  ἐγκρατὴς τόξων (= ἔχων τὰ
τόξα)
κατέχοντας τα τόξα
  ὄλωλα (= ὄλλυμαι)· ο παρακ.
αντί του μέλλοντα δηλώνει
το αναπόφευκτο
χάθηκα
  καὶ σὲ προσδιαφθερῶ
(προσδιαφθείρω) ξυνὼν
και θα καταστρέψω και σένα ακόμα, επειδή είμαι μαζί σου
  ἔξοιδα (ἐξ + οἶδα) γνωρίζω καλώς
  φύσει σε μὴ πεφυκότα ότι δεν είσαι από φυσικού σου πλασμένος
  τοιαῦτα φωνεῖν (φωνέω -ῶ) να μιλάς τέτοια γλώσσα
80 τεχνῶμαι κακὰ επινοώ πανουργίες
  ἡδύ (ἐστι) είναι γλυκό
  τῆς νίκης κτῆμα λαβεῖν
(= κτήσασθαι)
να αποκτήσεις τη νίκη
  αὖθις στο μέλλον, άλλη φορά
  εἰς ἀναιδὲς δός μοι σεαυτὸν δώσε μου τον εαυτό σου σε πράξη αδιάντροπη
  ἡμέρας μέρος βραχὺ για λίγο, για μια στιγμή
  κέκλησο (προστ. παρακ. του
ρ. καλοῦμαι)
ας λέγεσαι, ας αποκαλείσαι
  στυγέω -ῶ αποστρέφομαι, μισώ
  ἐκ τέχνης κακῆς με απάτη
  οὑκφύσας (= ὁ ἐκφύσας)
ἐμὲ
αυτός που με γέννησε, ο πατέρας
90 ἐξ ἑνὸς ποδὸς στηριζόμενος στο ένα πόδι
  τοσούσδε (ὄντας) που είμαστε τόσοι πολλοί
  πρὸς βίαν χειρώσεται θα νικήσει με τη βία
  βούλομαι μᾶλλον ἐξαμαρτεῖν προτιμώ να αποτύχω
  καλῶς δρῶν (τροπ. μτχ.) ενεργώντας σωστά
  ἐσθλὸς γενναίος, τίμιος
  γλῶσσα ἀργὸς γλώσσα φειδωλή
  εἰς ἔλεγχον ἐξιὼν αφού δοκίμασα τις αρχές μου στην εμπειρία της ζωής
  ὁρῶ τὴν γλῶσσαν
πάνθ' ἡγουμένην
(κτγρμ. μτχ.)
βλέπω ότι η γλώσσα κατευθύνει τα πάντα
100 τί δ' ἐν δόλῳ δεῖ ἄγειν και γιατί πρέπει να τον πάρουμε με δόλο
  οὐ μὴ πίθηται (= οὐ πείσεται) δε θα πεισθεί
  δεινὸν ἰσχύος θράσος φοβερή πεποίθηση στη δύναμή του
  ἰοὺς ἀφύκτους (= ἄφευκτα
γὰρ ἦν τὰ Ἡρακλέους βέλη

Σχολ.) καὶ προπέμποντας φόνον
βέλη αλάθευτα που φέρνουν τον θάνατο
  οὐκ ἆρ' ἐκείνῳ.....θρασύ
(ἐστι);
δεν είναι λοιπόν επικίνδυνο να τον συναντήσει κανείς;
  οὔ, μὴ δόλῳ λαβόντα όχι, αν τον πιάσει με δόλο
110 πῶς οὖν βλέπων τις.....
λακεῖν
(αόρ. β΄ του ρ. λάσκω)
πώς λοιπόν κάποιος κοιτώντας τον κατά πρόσωπο θα έχει την τόλμη να ξεστομίσει αυτά
  ἐς κέρδος για κέρδος
  κέρδος δ'.....μολεῖν
(βλώσκω)
και ποιο είναι το κέρδος μου να έλθει αυτός στην Τροία
  αἱρεῖ τὰ τόξα ταῦτα
(ενεστ. αντί μέλλοντα,
γιατί η πράξη είναι βέβαιη)
θα κυριέψουν τα τόξα αυτά
  ὁ πέρσων αυτός που θα κυριέψει
  θηρατέ(α) (τὰ τόξα)
οὖν γίγνοιτο ἂν
είναι λοιπόν ανάγκη να τα κυριέψουμε
  ἔρξας (ἔρδω) αν πράξεις
  δωρήματα ωφέλειες
  ποίω (δυϊκ. αρ.) ποιες
  μαθὼν (υποθ. μτχ.) αν τις μάθω
  ἂν κεκλῇ' (= κεκλημένος
εἴης)
θα ονομαστείς
120 ἴτω (ἔρχομαι) ας πάει, ας γίνει
  ποήσω αντί ποιήσω
  ἀφεὶς (μτχ. αορ. β΄ του ἀφίημι) αφήνοντας
  ἦ (ερωτ. επίρρ.) αλήθεια
  παραινέω -ῶ συμβουλεύω
  σάφ' ἴσθ' να είσαι βέβαιος
  εἰσάπαξ συναινέω -ῶ συμφωνώ
  ἐκδέχου (ἐκδέχομαι) περίμενε
  μὴ κατοπτευθῶ
(κατοπτεύομαι) παρὼν
μήπως, αν είμαι κοντά σου, με δει από ψηλά
  σκοπὸς κατάσκοπος
  ἐάν μοι δοκῆτε αν μου φανείτε
  κατασχολάζω τι τοῦ χρόνου καθυστερώ κάπως περισσότερο
  ναυκλήρου τρόποις με όψη καπετάνιου
  μορφὴν δολώσας (=
δολίως μεταβαλὼν τὴν
μορφὴν)
αφού αλλάξω τη μορφή μου
  ὡς ἄν ἀγνοίᾳ προσῇ
(τελ. πρότ.)
για να παρουσιαστεί αγνώριστος
130 οὗ ποικίλως αὐδωμένου
(γεν. απόλ.)
όταν αυτός μιλάει δόλια
  τὰ συμφέροντα τῶν ἀεὶ λόγων όσα λόγια σε συμφέρουν πάντα
  σοὶ παρεὶς (παρίημι) τάδε αφού εμπιστεύθηκα αυτά σε σένα
  Ἑρμῆς δ' ὁ πέμπων δόλιος ο Ερμής που οδηγεί τον άνθρωπο σε δολοπλοκίες
  ἡγήσαιτο νῷν (δυϊκ. αρ.) μακάρι να γίνει οδηγός μας

 

Χρήστος Γαρουφαλής

 
6. Χρήστος Γαρουφαλής. Σύνθεση με όπλα. 1998. Παστέλ. Ιδιωτική συλλογή.