Εγχειρίδιο Γλωσσικής Διδασκαλίας (Γενικής Παιδείας) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)
Ενότητα 16 : Άλλα ρήματα Β συζυγίας (σε -μι), (εἶμι, φημί, οἶδα, δέδοικα). Ενότητα 18 : Αριθμητικά. Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος

ΕΝΟΤΗΤΑ 17

 

ΑΟΡΙΣΤΟΙ Β  ΒΑΡΥΤΟΝΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ
ΠΟΥ ΚΛΙΝΟΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ -ΜΙ

 

Α. ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ

Να μελετήσετε τα παρακάτω παραδείγματα:

—  Ἰδὼν ποτὲ Διογένης Ὀλυμπιονίκην πρόβατα νέμοντα, «ταχέως,» εἶπεν, «ὦ βέλτιστε (= φίλε μου) μετέβης ἀπὸ τῶν Ὀλυμπίων ἐπὶ τὰ Νέμεα.»
—  Πρὸς τοὺς συμβουλεύοντας τὸν ἀποδράντα αὐτοῦ δοῦλον ζητεῖν, «γελοῖον,» Διογένης ἔφη, «εἰ Μάνης μὲν χωρὶς Διογένους ζῇ, Διογένης δὲ χωρὶς Μάνου οὐ δυνήσεται.»
—  Ἐπάταξεν αὐτὸν εἰς τὴν κεφαλὴν λίθῳ καὶ αἷμα ἐρρύη.
—  Ἐρωτηθεὶς Θαλῆς τί δύσκολον, ἔφη, «τό ἑαυτὸν γνῶναι·» τί δὲ εὔκολον, «τῷ ἄλλῳ ὑποθέσθαι (= το να συμβουλεύεις).»
—  Κυμαῖος ἐν τῷ κολυμβᾶν βροχῆς γενομένης διὰ τὸ μὴ βραχῆναι εἰς τὸ βάθος κατέδυ.

Οι υπογραμμισμένες λέξεις είναι τύποι αορίστου β’ των βαρυτόνων ρημάτων μεταβαίνω, ἀποδιδράσκω, ῥέω, γιγνώσκω, καταδύομαι.

Ο αόριστος β’ των ρημάτων αυτών κλίνεται σύμφωνα με το ἔστην (αόρ. β’ του ρ. ἵστημι), όπως φαίνεται στον ακόλουθο πίνακα:

ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄

Οριστική

ἔ-βη-ν
ἔ-βη-ς
ἔ-βη
ἔ-βη-μεν
ἔ-βη-τε
ἔ-βη-σαν

 

ἔ-δρα-ν
ἔ-δρα-ς
ἔ-δρα
ἔ-δρα-μεν
ἔ-δρα-τε
ἔ-δρα-σαν

 

ἐρρύη-ν
ἐρρύη-ς
ἐρρύη
ἐρρύη-μεν
ἐρρύη-τε
ἐρρύη-σαν

 

ἔ-γνω-ν
ἔ-γνω-ς
ἔ-γνω
ἔ-γνω-μεν
ἔ-γνω-τε
ἔ-γνω-σαν

 

ἔ-δυ-ν
ἔ-δυ-ς
ἔ-δυ
ἔ-δυ-μεν
ἔ-δυ-τε
ἔ-δυ-σαν

 

Υποτακτική

βῶ
βῇς
βῇ
βῶμεν κτλ.

 

δρῶ
δρᾷς
δρᾷ
δρῶμεν κτλ.

 

ῥυῶ
ῥυῇς
ῥυῇ
ῥυῶμεν κτλ.

 

γνῶ
γνῷς
γνῷ
γνῶμεν κτλ.

 

δύ-ω
δύ-ῃς
δύ-ῃ
δύωμεν κτλ.

 

Ευκτική

βαίη-ν
βαίη-ς
βαίη
βαῖ-μεν κτλ.

 

δραίη-ν
δραίη-ς
δραίη
δραῖ-μεν κτλ.

 

ῥυείη-ν
ῥυείη-ς
ῥυείη
ῥυεῖ-μεν κτλ.

 

γνοίη-ν
γνοίη-ς
γνοίη
γνοῖ-μεν κτλ.

 

δῦ-θι
δύ-τω
δῦ-τε
δύ-ντων ή
δύτωσαν

Προστακτική

βῆ-θι
βή-τω
βῆ-τε
βά-ντων ή 
βή-τωσαν

 

δρᾶ-θι
δρά-τω
δρᾶ-τε
δρά-ντων ή
δρά-τωσαν

 

γνῶ-θι
γνώ-τω
γνῶ-τε
γνό-ντων ή
γνώ-τωσαν

Απαρ.

βῆ-ναι

 

δρᾶ-ναι

ῥυῆ-ναι

γνῶ-ναι

δῦ-ναι

Μετοχή

βὰς
(βάντος)
βᾶσα
(βάσης)
βὰν
(βάντος)
δρὰς
(δράντος)
δρᾶσα
(δράσης)
δρὰν
(δράντος)
ῥυεὶς
(ῥυέντος)
ῥυεῖσα
(ῥυείσης)
ῥυὲν
(ῥυέντος)
γνοὺς
(γνόντος)
γνοῦσα
(γνούσης)
γνὸν
(γνόντος)
δὺς
(δύντος)
δῦσα
(δύσης)
δὺν
δύντος

 

Β. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

  • Τα βαρύτονα ρήματα, τα οποία σχηματίζουν αόριστο β’ κατά τα ρήματα σε -μι, έχουν θέμα με χαρακτήρα:
  1. η και ᾰ:  βαίνω, αόρ. β’ ἔ-βη-ν (θ. βη-, βᾰ-),
                  φθάνω, αόρ. β’ ἔ-φθη-ν (θ. φθη-, φθᾰ-)·
  1. ᾱ και ᾰ: (ἀπο)-δι-δρά-σκ-ω, αόρ. β’ (ἀπ)-έ-δρᾱ-ν (θ. δρᾱ-, δρᾰ-),
                  γηρά-σκ-ω, αόρ. β’ ἐ-γήρᾱ-ν (θ. γηρᾱ-, γηρᾰ-)·
  1. η και ε: ρέω, αόρ. β’ ἐρ-ρύη-ν (θ. ῥυη-, ῥυε-)·
  1. ω και ο: ἁλ-ίσκ-ομαι, αόρ. β’ ἑ-άλω-ν (θ. ἁλω-, ἁλο-),
                  γι-γνώ-σκ-ω, αόρ. β’ ἔ-γνω-ν (θ. γνω-, γνο),
                  βιῶ/ζῶ, αόρ. β’ ἐ-βίω-ν (θ. βιω-, βιο-)·
  1. ῡ και ῠ: δύ-ομαι, αόρ. β’ ἔ-δῡ-ν (θ. δῡ-, δῠ-),
                  φύ-ομαι, αόρ. β’ ἔ-φῡ-ν (θ. φῡ-, φῠ-).

 

Γ. ΑΣΚΗΣΕΙΣ

Άσκηση  Να αναγνωρίσετε τους τύπους του αορίστου β’ που υπάρχουν στις παρακάτω προτάσεις:

  1. Ἀποδρὰς δὲ τοῦτον ἔφευγε μὲν τοὺς ἐνθάδε θεούς, ἔφευγε δὲ τὴν ἑαυτοῦ πόλιν.
  2. Σχολαστικὸς φίλον συναντήσας εἶπε· καθ’ ὕπνους σε ἰδὼν προσηγόρευσα. Ὁ δέ· σύγγνωθί (= συγχώρεσε) μοι, ὅτι οὐ προσέσχον (= πρόσεξα).
  3. Λαθραίως παρεισδὺς εἰς τὴν πατρίδα καὶ τήν τε γυναῖκα καὶ τὰς θυγατέρας παραλαβὼν πρὸς Ἀντίγονον ἐλθὼν ἀθυμίᾳ (= από θλίψη) τὸν βίον κατέστρεψε (=  τελείωσε τη ζωή του, πέθανε).
  4. Ἁπλοῦς ὁ μῦθος (= λόγος) τῆς ἀληθείας ἔφυ (= είναι από τη φύση του).
  5. Πρὸς γὰρ τὸ τελευταῖον ἐκβὰν ἕκαστον τῶν πρὶν ὑπαρξάντων κρίνεται.
  6. Ἐγὼ σ’ ἔθρεψα, σὺν (= μαζί σου) δὲ γηράναι θέλω.
  7. Ἐβίωσαν μετ’ ἀλλήλων ἥδιστα.
  8. Χίλων ὁ Λακεδαιμόνιος ὅτε φιλάργυρός τις ἐξεφέρετο (= κηδευόταν),ἔφη· οὗτος βίον ἀβίωτον βιοὺς ἄλλοις τὸν βίον καταλέλοιπεν.

 

Άσκηση  Να συμπληρώσετε τις προτάσεις με τον κατάλληλο τύπο των ρημάτων που δίνονται σε παρένθεση:

  1. Πορευθεὶς εἰς τὴν θάλασσαν βάλε ἄγκιστρον καὶ τὸν ……………. πρῶτον ἰχθὺν ἆρον (= σήκωσε), καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα αὐτοῦ εὑρήσεις στατῆρα (= ασημένιο νόμισμα). (μτχ. αορ. β’ του αναβαίνω).
  2. Ἐτελεύτησε δὲ γηραιός, ἔτη …………….…. ἐβδομήκοντα. (μτχ. αορ. β’ του ζῶ).
  3. Τὸ μειράκιον ὡς …………………. , ῥίψας τὸ ἱμάτιον, φεύγων ᾤχετο (= έφευγε τρέχοντας),οὗτοι δὲ αὐτὸν ἐπεδίωκον (= καταδίωκαν).  (οριστ. αορ. β’ του γιγνώσκω = αντιλαμβάνομαι).
  4. Οὐκ ἂν δυναίμην θῆλυν ……………… στολήν.  (απαρ. αορ. β’ του ἐνδύομαι).
  5. Ἀλλὰ νῦν, φεῦ τῶν κακῶν, ἀπώλετο πᾶν· ………………. γὰρ Κωνσταντινούπολις. (οριστ. αορ. β’ του ἁλίσκομαι).
  6. Ὁ Ἁσωπὸς ποταμὸς ……………. μέγας καὶ οὐ ῥᾳδίως διαβατὸς ἦν. (οριστ. αόρ. β’ του ῥέω).
  7. Σὺ δὲ καὶ τὴν Μακεδονικήν χλαμύδα καταβαλών κάνδυν (= περσικό μανδύα), ὥς φασι, ………………… (οριστ. αορ. β’ του μετενδύομαι = φοράω άλλα ρούχα, αλλάζω ρούχα).
  8. Πύρρων πρὸς τὰ ἐνενήκοντα ἔτη ………………. (οριστ. αόρ. β’ του καταβιῶ =  τελειώνω τη ζωή μου).
  9. ……………….., ὦ αὗται.  (προστ. αορ. β’ του ἀποδύομαι, β’ πληθ.). 
  10. Σχολαστικὸς καθ’ ὕπνους ἧλον (= καρφί) πεπατηκέναι δόξας τὸν πόδα περιέδησεν (= περιέδεσε). Ἑταῖρος (= φίλος) δὲ αὐτοῦ πυθόμενος τὴν αἰτίαν καὶ …………· δικαίως, ἔφη, μωροὶ καλούμεθα. Διὰ τί γὰρ ἀνυπόδητος κοιμᾶσαι; (μτχ. αορ. β’ του γιγνώσκω).

 

Άσκηση  Να μεταφράσετε το παρακάτω κείμενο, αφού αναγνωρίσετε τον υπογραμμισμένο ρηματικό τύπο:

Πλέων ποτὲ ἐπεὶ τὸ σκάφος ἔγνω πειρατικόν, λαβὼν τὸ χρυσίον ἠρίθμει· ἔπειτα εἰς θάλατταν ὡς μὴ θέλων παρακατέβαλε καὶ δῆθεν ἀνῴμωξεν. Οἱ δὲ καὶ ἐπειπεῖν φασιν αὐτὸν ὡς ἄμεινον ταῦτα δι’ Ἀρίστιππον ἢ διὰ ταῦτα Ἀρίστιππον ἀπολέσθαι.

Λαερτίου Διογένους Φιλοσόφων βίων καὶ δογμάτων συναγωγή, Αρίστιππος,  II 77

  παρακατέβαλε έριξε
  ἀνῴμωξεν θρήνησε μεγαλόφωνα
  οἱ δὲ άλλοι ωστόσο