Ε. Επίθετα σε -ης, -α, -ικο

Ο ξάδερφός μου, που είναι πέντε χρονών, είναι γκρινιάρης.
Η συνήθεια του γκρινιάρη είναι να γκρινιάζει συνέχεια.
Κανένα παιδί δε θέλει να παίζει με τον ξάδερφό μου τον
γκρινιάρη.
Οι γκρινιάρηδες κάνουν και τη δική τους ζωή δύσκολη.
Η συνήθεια των γκρινιάρηδων να γκρινιάζουν με το παραμικρό
είναι ενοχλητική.
Γι' αυτό κι εγώ αποφεύγω τους γκρινιάρηδες.
|
Ενικός αριθμός |
Ον. |
ο γκρινιάρης |
η γκρινιάρα |
το γκρινιάρικο |
Γεν. |
του γκρινιάρη |
της γκρινιάρας |
του γκρινιάρικου |
Αιτ. |
τον γκρινιάρη |
τη γκρινιάρα |
το γκρινιάρικο |
Κλ. |
- γκρινιάρη |
– γκρινιάρα |
– γκρινιάρικο |
|
Πληθυντικός αριθμός |
Ον. |
οι γκρινιάρηδες |
οι γκρινιάρες |
τα γκρινιάρικα |
Γεν. |
των γκρινιάρηδων |
– |
των γκρινιάρικων |
Αιτ. |
τους γκρινιάρηδες |
τις γκρινιάρες |
τα γκρινιάρικα |
Κλ. |
– γκρινιάρηδες |
– γκρινιάρες |
– γκρινιάρικα |
Έτσι κλίνονται τα:
τεμπέλης, τσιγκούνης, ζηλιάρης, κλαψιάρης, πεισματάρης, φοβητσιάρης,
κοντούλης, μικρούλης, φτωχούλης, κουτσομπόλης κ.ά.
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ 24
Παίρνω κομματάκια από το παραλληλόγραμμο και το τετράγωνο
και σχηματίζω όσες λέξεις μπορώ.
κοντο-
μακρυ-
μακρο-
ψηλο-
κουτσο-
ανοιχτο-
ξανθο-
σγουρο-
-λαίμης
-μάλλης
-μάτης
-μύτης
-πόδης
-φρύδης
-χέρης