Υπενθυμίζουμε ότι η μηδενική χρέωση μέσω κινητής τηλεφωνίας ισχύει για τις ιστοσελίδες που αναφέρονται στο
(δελτίο τύπου του ΥΠΑΙΘ), όπου περιλαμβάνονται τα Διαδραστικά Σχολικά Βιβλία ( e-books.edu.gr ), η κεντρική πύλη αναζήτησης ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ( photodentro.edu.gr ) και όλα τα Αποθετήρια Εκπαιδευτικών Πόρων Φωτόδεντρο ( photodentro.edu.gr/lor , photodentro.edu.gr/video , photodentro.edu.gr/edusoft , photodentro.edu.gr/ugc , photodentro.edu.gr/oep , photodentro.edu.gr/i-create ).
Η προβολή περιεχομένου που φιλοξενείται σε εξωτερικά αποθετήρια ή ιστοσελίδες εκτός των παραπάνω ή το άνοιγμα συνδέσμων που οδηγούν σε εξωτερικό περιεχόμενο δεν υπάγονται στη μηδενική χρέωση.
Σήμερα είναι αποδεκτό ότι το άτομο, η οικογένεια, η ομάδα, το σχολείο και άλλοι θεσμοί εξαρτώνται από τα είδη του συνολικού (ολιστικού) περιβάλλοντος (φυσικού, κοινωνικού και πολιτισμικού). Γι' αυτό και η Περιβαλλοντική Επιστήμη ως πολυ-επιστημονική σύνδεση και σύνθεση των Φυσικών, Κοινωνικών, Οικονομικών, Ανθρωπιστικών και άλλων Επιστημών προσδιορίζει και αναλύει τις μεταξύ τους σχέσεις, άλλα και τις σχέσεις τους με το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. 'Έτσι το περιεχόμενο και η διαφοροποιημένη διδακτική μέθοδος του μαθήματος αυτού προσπαθεί να καταστήσει το σχολικό πρόγραμμα πιο ενεργητικό, ουσιαστικό βιωματικό και συνεπώς πιο ελκυστικό, μέσα από την επικαιρότητα του οικο(λογικού)-περιβαλλοντικού προβληματισμού και την "αναζήτηση λύσεων" για τα περιβαλλοντικά ζητήματα και προβλήματα. Και τούτο γιατί σήμερα που οι πολίτες ολοένα και περισσότερο επηρεάζουν την οικο-περιβαλλοντική πολιτική, νομοθεσία και πρακτική με τη συμμετοχή τους στα "κοινά" ή την ψήφο τους, χρειάζονται γνώσεις, δεξιότητες, στάσεις, αξίες και συμπεριφορές για να συμβάλλουν και αυτοί στην επισήμανση, διερεύνηση και επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Μια τέτοια θεώρηση και λογική προϋποθέτει την αφύπνιση της οικολογικής συνείδησης και την εγρήγορση της περιβαλλοντικής ευθύνης. Έτσι το διδακτικό αυτό βιβλίο αναφέρεται όχι μόνο σε κάποιες θεωρητικές αρχές της Περιβαλλοντικής Επιστήμης, αλλά και στις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και τεχνολογικές της διαστάσεις. Η πολυσύνθετη αυτή δομή και οργάνωση είναι σύμφωνη και με τις επιδιώξεις της Περιβαλλοντικής Επιστήμης και με τις μεθόδους που αυτή χρησιμοποιεί, για να διερευνήσει και να επιλύσει τα περιβαλλοντικά προβλήματα.
Oι γενικοί στόχοι του μαθήματος είναι οι μαθητές:
Το Εισαγωγικό κεφάλαιο αφορά στην έννοια, στο περιεχόμενο και στη μεθοδολογία δρασης της Περιβαλλοντικής Επιστήμης και είναι ουσιώδες γιατί αναφέρεται στις αρχές της πολυ-επιστημονικής συνεργασίας και της διεπιστημονικής σπουδής που διέπουν τη δόμηση, οργάνωση και λειτουργία της Περιβαλλοντικής Επιστήμης. Το κεφάλαιο αυτό απαιτεί επίμονη και προσεκτική -σε βάθος- ανάλυση και κριτική αποτίμηση των μηνυμάτων της ερευνητικής και δι-επιστημονικής μαθησιακής διαδικασίας, για να κατανοηθεί πλήρως ο τρόπος με τον οποίον οι επιστήμες συνδέονται και συνεργάζονται για να συγκροτηθεί και να λειτουργήσει αποδοτικά η Περιβαλλοντική Επιστήμη. Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται προσπάθεια να εξηγηθεί η πορεία, εξέλιξη και λειτουργία της επιστημονικής σκέψης και μεθοδολογίας και οι σχέσεις των μεμονωμένων επιστημών με την Περιβαλλοντική Επιστήμη. Εξηγούνται επίσης οι λόγοι για τους οποίους η Περιβαλλοντική Επιστήμη δεν μπορεί να περιοριστεί στα όρια των συμβατικών Φυσικών Επιστημών επειδή χρειάζεται διεπιστημονική μεθοδολογική προσέγγιση και πολυεπιστημονική συνεργασία για να αποδώσει έργο ωφέλιμο για τις ανθρώπινες -ατομικές και κοινωνικές- ανάγκες. Η εκπλήρωση των αναγκών αυτών χρειάζεται να σέβεται την οικολογική ισορροπία του πλανήτη μας και την κατανομή των φυσικών του πόρων, στα πλαίσια ενός διευρυμένου οικοπεριβαλλοντικού προβληματισμού που ως θεμέλιο της Περιβαλλοντικής Επιστήμης θεωρεί ότι η σύγχρονη οικολογική σκέψη και πράξη δεν ενδιαφέρεται μόνο για τις σχέσεις των οργανισμών με το περιβάλλον τους, αλλά και για τις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές διαστάσεις και επιρροές των σχέσεων αυτών στη διαμόρφωση των ανθρώπινων περιβαλλοντικών αποφάσεων και επιλογών.
Το παρόν κεφάλαιο (Έννοιες και αρχές της Περιβαλλοντικής Επιστήμης) επιδιώκει να θεμελιώσει στη συνείδηση των μαθητών, την κατανόηση, ανάλυση και εφαρμογή των βασικών οικολογικών εννοιών, αρχών και νόμων που στηρίζουν το οικοδόμημα και το έργο της Περιβαλλοντικής Επιστήμης. Τα θέματα για κρίση, συζήτηση, προβληματισμό και δραστηριοποίηση του κεφαλαίου αυτού, στην αρχική αυτή φάση οικοδόμησης των Βασικών οικολογικών εννοιών, αρχών και νομών, ανάγονται στα χαμηλά επίπεδα των γνωστικών στόχων, πλην του θέματος 9 (Γιατί η φύση "ξέρει καλύτερα" από τον άνθρωπο) και του θέματος 10 που αναφέρεται σε μια συγκλονιστική μαρτυρία του Ν. Καζαντζάκη από το βιβλίο του "Αναφορά στο Γκρέκο", η οποία μπορεί να προβληματίσει έντονα τους μαθητές για το θεωρητικισμό και την παθητικότητα του παραδοσιακού σχολείου και την ανάγκη σύνδεσης του σχολείου με τη φύση, την κοινωνία και τη ζωή.
Το κεφάλαιο για τη δομή, οργάνωση και λειτουργία των οικοσυστημάτων, στοχεύει στη γνωριμία ανάλυση, εφαρμογή και αξιολόγηση των λειτουργικών (τροφικών) σχέσεων των οικοσυστημάτων, της παραγωγικότητας τους, καθώς και των βιογεωχημικών κύκλων που ακολουθούν τα βασικά χημικά στοιχεία (Ο, Ο2, Ν2, Ρ, S κ.α.) στη βιόσφαιρα. Μια τέτοια σημαντική οικολογική γνώση αποτελεί κίνητρο για υπεύθυνη, συνειδητή συμμετοχή κάθε αυριανού πολίτη στην προσπάθεια προστασίας και βελτίωσης του περιβάλλοντος του. Από την παράγραφο 2.1 (τροφικές σχέσεις) ιδιαίτερα σημαντικό είναι το φαινόμενο της Βιολογικής μεγέθυνσης, ως αθροιστική μεταβίβαση και συσσώρευση μη βιοδιασπούμενων ρυπαντικών ουσιών, επικίνδυνων για τα αρπακτικά ζώα και τον άνθρωπο. Σημαντικό είναι επίσης και το ζήτημα των αυξανομένων τροφικών αναγκών (παράγραφος 2.2, παραγωγικότητα) που δεν κατάφεραν να λύσουν οι ενεργειακές επιχορηγήσεις (λιπασμάτων, γεωργικών φαρμάκων και συνθετικών τροφών), παρολη τη συνεισφορά τους στους υψηλούς ρυθμούς παραγωγής των φυσικών οικοσυστημάτων. Εξάλλου ιδιαίτερη σημασία χρειάζεται να δοθεί στο ζήτημα της χρήσης των απορρυπαντικών που διαταράσσουν τον κύκλο του φωσφόρου και εντείνουν τον ευτροφισμό, άλλα και στο φαινόμενο της όξινης βροχής και του θερμοκηπίου που συνδέονται άμεσα με τους κύκλους του θείου και του άνθρακα. Οι ερωτήσεις-θέματα του κεφαλαίου αυτού (15) εξακολουθούν να κινούνται στο επίπεδο χαμηλών και μεσαίων (για μερικά θέματα) γνωστικών στόχων, πλην των θεμάτων 14 και 15 που ζητούν από τους μαθητές, την άντληση και αξιολόγηση των οικολογικών αρχών και μηνυμάτων που περιέχονται στην απάντηση του Αρχηγού των ινδιάνων Σηάτλ, προς τον Πρόεδρο των ΗΠΑ το 1854 και η οποία θεωρήθηκε ως η πιο ουσιαστική διακήρυξη που έγινε ποτέ για το περιβάλλον (Μαρτυρία 2). Η μαρτυρία αυτή συνιστά χρήσιμο μέσον ευαισθητοποίησης και προβληματισμού των μαθητών, οι οποίοι μέσω συζητήσεων στη σχολική τάξη σε ομάδες εργασίας μπορούν να θεμελιώσουν τις οικολογικές αρχές της αλληλεξάρτησης του ανθρώπου από το περιβάλλον του και της συνετής χρήσης των φυσικών του πόρων, με ένα αποτελεσματικό τρόπο που απορρέει από το συναισθηματικό τομέα μάθησης και ο οποίος συμπληρώνει τη νοητική προσέγγιση των στόχων του κεφαλαίου αυτού.
Το κεφάλαιο αυτό στοχεύει στην επισήμανση των χαρακτηριστικών των οικοσυστημάτων (ελληνικών και παγκόσμιων), καθώς και των ανθρώπινων ενεργειών που τα υποβαθμίζουν. Η γνωριμία των χαρακτηριστικών και ενεργειών αυτών συνιστά απαραίτητο γνωστικό στοιχείο για όλους τους πολίτες που ενδιαφέρονται για την προστασία του περιβάλλοντος. Ιδιαίτερα για τους κατοίκους που είναι εγκατεστημένοι κοντά σε εθνικούς δρυμούς, αισθητικά δάση, μνημεία της φύσης και υγροτόπους, στο βαθμό που το προσφερόμενο πληροφοριακό υλικό για τα οικοσυστήματα αυτά μετατρέπεται σε οικολογική συνείδηση και ευθύνη, η οποία αποτρέπει την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και ευνοεί την προστασία και διατήρησή του. Το κεφάλαιο αυτό περιέχει σαφείς και συγκεκριμένες αναφορές για το ελληνικό φυσικό περιβάλλον (παράγραφος 3.3, Ελληνικά οικοσυστήματα και βιότοποι) και τονίζει τη σημασία των ελληνικών οικοσυστημάτων και γήινων βιοσυστημάτων για την ανθρώπινη επιβίωση, αλλά και για τη ψυχοσωματική ισορροπία της ανθρώπινης υπόστασης. Οι μαρτυρίες 3 και 4 συνιστούν αποτελεσματικά ντοκουμέντα ευαισθητοποίησης και προβληματισμού των μαθητών για τους κινδύνους που απειλούν την υδρόβια και ιπτάμενη πανίδα του τόπου μας, αλλά και γενικότερα τους υγροτόπους μας. Οι μαρτυρίες αυτές (σαδισμός κυνηγών-οι υγρότοποι και τα μάτια μας) συνδέονται με στάσεις και συμπεριφορές που δυστυχώς είναι συνήθεις στην ελληνική κοινωνία. Με τα θέματα του κεφαλαίου αυτού προσεγγίζουμε τα υψηλά επίπεδα (σύνθεσης, εφαρμογής και αξιολόγησης) των γνωστικών στόχων, άλλα και τους συναισθηματικούς τομείς μάθησης και το σπουδαιότερο τις συμμετοχικές - διερευνητικές - βιωματικές μεθοδολογικές διαδικασίες, που αποτελούν τις προσφορότερες και αποδοτικότερες μεθόδους κατάκτησης των εννοιών, αρχών και νόμων της Περιβαλλοντικής Επιστήμης. 'Έτσι τα θέματα 7, 8, 9, 15 και 16 μπορούν να αποτελέσουν αυτόνομα ολοκληρωμένα προγράμματα περιβαλλοντικής αγωγής και εκπαίδευσης που υλοποιούν τους ουσιαστικούς στόχους της Περιβαλλοντικής Επιστήμης, αλλά και δικαιώνουν τον κοινωνικο-πολιτισμικό της ρόλο.
Το κεφάλαιο αυτό επιχειρεί να αναλύσει τις σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο, τη φύση και το δομημένο περιβάλλον του. Γιατί η ανάπτυξη των πόλεων, η αστικοποίηση, ο υπερ-πληθυσμός, η κερδοσκοπία πάνω στη γη και η γενικότερη πολεοδομική σχεδίαση, δημιούργησαν οξύτατα περιβαλλοντικά προβλήματα που μείωσαν σημαντικά την ποιότητα ζωής των κατοίκων τους. Τα προβλήματα αυτά και σήμερα ακόμα καθορίζουν το περιβαλλοντικό πρόβλημα στον τόπο μας. Γι' αυτό και είναι αναγκαίο να γίνουν αντιληπτά και κατανοητά στους μαθητές της Β' Λυκείου γιατί συνιστούν τα προς αποφυγήν συμπτώματα του αστικο-καταναλωτικού μοντέλου ζωής, αλλά και οδηγούν στα μηνύματα του σύγχρονου οικο- περιβαλλοντικού προβληματισμού. Επίσης το κεφάλαιο αποσκοπεί στην κατανόηση απο πλευράς των μαθητών ότι η θεώρηση αυτή των σχέσεων ανθρώπου και δομημένου περιβάλλοντος, μέσω της συνήθως απρογραμμάτιστης αστικοποίησης και της ανεξέλεγκτης χρήσης γης, οδηγεί σε διαδικασίες περιορισμού των δυσμενών συνεπειών τους, όπως αυτές του πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού και της περιφερειακής ανάπτυξης. Τα θέματα για κρίση, συζήτηση, προβληματισμό και δραστηριοποίηση, του κεφαλαίου αυτού, εντάσσονται όλα στα υψηλότερα επίπεδα των γνωστικών στόχων, με κυρίαρχο θέμα (8) αυτό που αντλείται από τη Μαρτυρία 5 (καθημερινοί μέτοικοι), το οποίο ζητά από τους μαθητές να προσδιορίσουν τους μηχανισμούς που δημιούργησαν το πλαίσιο ζωής στη σημερινή Αθήνα. Η αποκάλυψη των μηχανισμών αυτών, όπως αυτοί εμπεριέχονται στο σκεπτικό της μαρτυρίας 5, αποτελεί, στην πραγματικότητα, μια συμπερασματική διατύπωση όλων των θέσεων, απόψεων και μηνυμάτων του κεφαλαίου αυτού.
Το κεφάλαιο αυτό διαπραγματεύεται το κρίσιμο πρόβλημα της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Οι γνώσεις και οι δεξιότητες που έχουν αποκτηθεί από τα τέσσερα προηγούμενα κεφάλαια αποτελούν πολύτιμες εμπειρίες, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση των επιδράσεων, των συνεπειών και των παραγόντων που προσδιορίζουν τη ρύπανση και υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Η κρισιμότητα και σοβαρότητα του προβλήματος της περιβαλλοντικής ρύπανσης είναι δεδομένη και κοινωνικά αποδεκτή, αρκεί να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές τις ευθύνες που έχουν ως άτομα και κοινωνία για τη διαμόρφωση των περιβαλλοντικών συνθηκών που προκαθορίζουν το πλαίσιο ποιότητας της ζωής τους. Ωστόσο και οι ευθύνες της πολιτείας είναι βαρύτατες. Πιο εύκολα όμως μετουσιώνονται σε πράξη, όταν συναντιούνται με τις ευθύνες του πολίτη, ο οποίος συμμετέχει ενεργά στην προσπάθεια προστασίας και βελτίωσης του περιβάλλοντος του. Για να είναι όμως μια τέτοια "πράξη", γνήσια και αποτελεσματική θα πρέπει να στέκεται κριτικά και διαλεκτικά απέναντι στους κοινωνικούς δείκτες που επηρεάζουν τα οικολογικά μεγέθη, για να μην καλούνται μονίμως ορισμένα (συνήθως χαμηλά) κοινωνικά στρώματα να καλύψουν το κόστος της ρύπανσης ή τις δαπάνες της οικολογικής φροντίδας. Μια τέτοια κοινωνικο- περιβαλλοντική προσέγγιση στο πρόβλημα της ρύπανσης του περιβάλλοντος απαιτεί τη συνεργασία όλων των πολιτικών, κοινωνικών, παραγωγικών και επιστημονικών φορέων, για τη σχεδίαση, οργάνωση και υλοποίηση ενός περιβαλλοντικού προγραμματισμού, στηριγμένου στην επιστημονική έρευνα, στα θεσμικά μέτρα, αλλά και στα εκπαιδευτικά προγράμματα περιβαλλοντικής αγωγής που θα διαπερνούν όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Το κεφάλαιο αυτό διαπραγματεύεται το μείζον θέμα της οικολογικής κρίσης, επιδιώκοντας να αποκαλύψει στους μαθητές της Β' Λυκείου τα μηνύματα που αντλούνται από την κρίση αυτή. Είναι ένα κεφάλαιο που ανάγεται στον οικολογικό προβληματισμό, ο οποίος σήμερα με την επικαιρότητά του διαπερνά όλες τις γνωστικές περιοχές του σχολικού προγράμματος. Στο κεφάλαιο αυτό η οικολογική κρίση εξετάζεται μέσα από τη διάταξη των φυσικών οικοσυστημάτων, την τεχνολογική εξέλιξη, τα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης και την πληθυσμιακή αύξηση. Στόχος είναι οι μαθητές να κατανοήσουν ότι:
Το κεφάλαιο αυτό ερμηνεύει τα πλεονεκτήματα των ήπιων, εναλλακτικών, ανανεώσιμων και ανακυκλώσιμων μορφών ενέργειας, τις εφαρμογές τους, τους τρόπους αξιοποίησης τους, καθώς και τη συνεισφορά που μπορεί να έχει η χρήση τους στη λύση των παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων (θερμοκηπίου-όξινης βροχής κ.ά.). Στόχος του κεφαλαίου είναι οι μαθητές:
Στο κεφάλαιο αυτό, μέσα από την ανάλυση των θετικών και αρνητικών όψεων της τεχνολογικής ανάπτυξης και των δυσμενών σχέσεων περιβάλλοντος και ποιότητας ζωής, αναδεικνύονται οι αρχές της αειφορικής ανάπτυξης και της βιώσιμης κοινωνίας. Οι αρχές αυτές απαιτούν σε πρώτη φάση ανακύκλωση και εξοικονόμηση ενέργειας (σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο) και χρήση των ανανεώσιμων -μη ρυπογόνων- μορφών ενέργειας. Επίσης απαιτούν βιομηχανικές δραστηριότητες σε κλειστά οικοσυστήματα που θα ελαχιστοποιούν τα απόβλητά τους, με βάση την ανακύκλωση των υλικών και την επανάκτηση της χρησιμοποιούμενης ενέργειας. Με άλλα λόγια οι αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης απαιτούν τακτικές προσομοίωσης των βιομηχανικών οικοσυστημάτων με τα φυσικά οικοσυστήματα, που θα μειώνουν τη ρύπανση των φυσικών πόρων και θα εμποδίζουν τη διατάραξη των βιοκοινωνιών τους. Παράλληλα, απαιτούν ένταξη των μη ανεπτυγμένων κρατών στον αναπτυξιακό σχεδιασμό των βιώσιμων κοινωνιών, με προσφορά περισσότερης οικονομικής βοήθειας σ'αυτά, για να μπορέσουν να εφαρμόσουν ήπιες τεχνολογίες προστασίας περιβάλλοντος, καταβάλοντας έτσι το τίμημα της βραδύτερης αλλά ασφαλέστερης -κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά- αειφόρου ανάπτυξης. Το κεφάλαιο κλείναι με την παράθεση 13 παραινέσεων-οδηγιών οι οποίες στηρίζονται στην αρχή τνα σκεφτόμαστε πλανητικά και να δρούμε τοπικά. Οι παραινέσεις αυτές αφορούν την εξοικονόμηση ενέργειας στο σπίτι και αλλού, στην επιλογή ανακυκλώσιμων προϊόντων, τη συμμετοχή σε δρατηριότητες περιββαλοντικών οργανώσεων, στην επιλογή πολιτικών εκπροσώπων (στις δημοτικές και εθνικές εκλογές), δραστήριων και ευαισθητοποιημένων στα περιβαλλοντικά ζητήματα και προβλήματα.