Υπενθυμίζουμε ότι η μηδενική χρέωση μέσω κινητής τηλεφωνίας ισχύει για τις ιστοσελίδες που αναφέρονται στο
(δελτίο τύπου του ΥΠΑΙΘ), όπου περιλαμβάνονται τα Διαδραστικά Σχολικά Βιβλία ( e-books.edu.gr ), η κεντρική πύλη αναζήτησης ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ( photodentro.edu.gr ) και όλα τα Αποθετήρια Εκπαιδευτικών Πόρων Φωτόδεντρο ( photodentro.edu.gr/lor , photodentro.edu.gr/video , photodentro.edu.gr/edusoft , photodentro.edu.gr/ugc , photodentro.edu.gr/oep , photodentro.edu.gr/i-create ).
Η προβολή περιεχομένου που φιλοξενείται σε εξωτερικά αποθετήρια ή ιστοσελίδες εκτός των παραπάνω ή το άνοιγμα συνδέσμων που οδηγούν σε εξωτερικό περιεχόμενο δεν υπάγονται στη μηδενική χρέωση.
Όρος |
Ορισμός |
---|---|
border (noun) | the line that separates two countries, σύνορο
|
continent (noun) | one of the seven main areas of land on the Earth, such as Asia, Africa, or Europe, ήπειρος
|
cover (verb) | to spread over an area, καλύπτω
|
deep (adjective) | having a long distance from the top to the bottom, βαθύς
|
desert (noun) | a large, hot, dry area of land with very few plants, έρημος
|
fact (noun) | something said or known to be true, γεγονός
|
feature (noun) | an important part of something, χαρακτηριστικό
|
flow (verb) | If a liquid flows, it moves somewhere in a smooth, continuous way, ρέω, κυλώ
|
height (noun) | how tall a person, ύψος
|
link (noun) | a connection between documents or areas on the Internet, σύνδεσμος
|
ocean (noun) | one of the very large areas of sea on the Earth's surface, ωκεανός
|
prize (noun) | a reward given to the person who wins something, έπαθλο, βραβείο
|
rainforest (noun) | a forest with a lot of tall trees where it rains a lot, τροπικό δάσος
|
range (noun) | a line of hills or mountains, οροσειρά
|
salty (adjective) | having a lot of salt, αλμυρός
|
spot (noun) | a place, σημείο
|
waterfall (noun) | a stream of water that falls from a high place, often to a pool below, καταρράκτης
|