Υπενθυμίζουμε ότι η μηδενική χρέωση μέσω κινητής τηλεφωνίας ισχύει για τις ιστοσελίδες που αναφέρονται στο
(δελτίο τύπου του ΥΠΑΙΘ), όπου περιλαμβάνονται τα Διαδραστικά Σχολικά Βιβλία ( e-books.edu.gr ), η κεντρική πύλη αναζήτησης ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ ( photodentro.edu.gr ) και όλα τα Αποθετήρια Εκπαιδευτικών Πόρων Φωτόδεντρο ( photodentro.edu.gr/lor , photodentro.edu.gr/video , photodentro.edu.gr/edusoft , photodentro.edu.gr/ugc , photodentro.edu.gr/oep , photodentro.edu.gr/i-create ).
Η προβολή περιεχομένου που φιλοξενείται σε εξωτερικά αποθετήρια ή ιστοσελίδες εκτός των παραπάνω ή το άνοιγμα συνδέσμων που οδηγούν σε εξωτερικό περιεχόμενο δεν υπάγονται στη μηδενική χρέωση.
Όρος |
Ορισμός |
---|---|
accident (noun) | something bad that happens that is not wanted or planned, and that often damages someone, ατύχημα
|
board (noun) | a piece of wood, plastic, etc. on a wall where information can be put, πίνακας
|
bright (adjective) | intelligent; smart, έξυπνος
|
code (noun) | a set of letters, numbers, or signs that are used instead of ordinary words, κώδικας
|
communicate (verb) | to exchange information or conversation with other people, using words, signs, writing etc, επικοινωνώ
|
deaf (adjective) | not able to hear, κουφός
|
disability (noun) | a physical or mental condition that makes it difficult for someone to use a part of their body properly, or to learn normally, αναπηρία
|
disabled (adjective) | not able to do certain things because of a physical or mental condition, ανάπηρος
|
dot (noun) | a small, round mark or spot, τελεία, κουκκίδα
|
e.g. (abbreviation) | for example, from the Latin expression exempli gratia, π.χ., για παράδειγμα
|
invent (verb) | to make, design, or think of something new, εφευρίσκω
|
mark (noun) | a spot, line, or other shape that can be seen on a surface, σημάδι
|
punctuation (noun) | the use of marks in writing so that people can see when a sentence begins and ends, that something is a question, etc, στίξη
|
workshop (noun) | a room or building where tools and machines are used for making or repairing things, εργαστήριο
|