Στην ενότητα αυτή θα πάρεις πληροφορίες (για):
Η άσκηση είναι συστατικό στοιχείο της ζωής της Εκκλησίας και εντοπίζεται ήδη στα πρώτα χρόνια της ζωής της. Αργότερα, ο μοναχισμός ως ασκητικό ρεύμα έγινε θεσμός της Εκκλησίας και επηρέασε την εκκλησιαστική ζωή.
α. Η ασκητική ζωή στην Εκκλησία Άσκηση, στην εκκλησιαστική γλώσσα, ονομάζεται ο αγώνας του ανθρώπου εναντίον των παθών του και αποτελεί ένα από τα μέσα για την ένωση του ανθρώπου με τον Θεό. Η άσκηση ως τρόπος χριστιανικής ζωής είναι χρέος όλων των χριστιανών, είτε είναι μοναχοί είτε κοσμικοί – λαϊκοί. Οι απαιτήσεις του ασκητικού τρόπου ζωής είναι κοινές, τροποποιούνται όμως σε σχέση με τις συνθήκες στις οποίες επιλέγει να ζει ο χριστιανός. Είτε κάποιος αποφασίσει να ζήσει στο μοναστήρι είτε μέσα στην κοινωνία, η ταπείνωση, η μετάνοια, η νηστεία, η συνεχής προσευχή, ο αγώνας για να ολοκληρωθεί πνευματικά, να υπερβεί τον εγωισμό του και να αποκτήσει την αυτογνωσία είναι κοινές ασκητικές μέθοδοι. Ιδιαίτερα η αγάπη προς τον πλησίον του οφείλει να είναι έμπρακτη, όταν προσκαλείται σε αγώνες για την ειρήνη, το δίκαιο και την ελευθερία του ανθρώπου.
β. Αναχωρητισμός και κοινόβιο: οι δρόμοι της άσκησης στη χριστιανική ζωή
Οι πρώτοι χριστιανοί που απομακρύνθηκαν από τον κόσμο τον 3ο μ.Χ. αιώνα και αναζήτησαν την ησυχία, δηλαδή την αφιέρωση στο Θεό μέσα στη μοναχική ζωή και τη γαλήνη της αδιάλειπτης (συνεχούς) προσευχής στην ερημιά, ονομάζονται αναχωρητές. Κύριος εκπρόσωπος και σύμβολο του αναχωρητισμού στην έρημο της Αιγύπτου είναι ο Μέγας Αντώνιος (251-355 μ.Χ.). Οι αναχωρητές μοναχοί ζούσαν απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο, εργάζονταν ατομικά και συγκεντρώνονταν όλοι μαζί μόνο για τη Θεία Λατρεία και για την κοινή προσευχή. Αρνούνταν την κοσμική ζωή, τα υλικά αγαθά και τις απολαύσεις.
Τον 4ο μ.Χ. αιώνα στις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας υπήρχε μία έκπτωση της πνευματικότητας, επειδή ασπάζονταν τον Χριστιανισμό μεγάλες ομάδες οι οποίες, όμως, δε γνώριζαν καλά τη διδασκαλία του. Από την άλλη πλευρά, αρκετοί χριστιανοί συμμάχησαν με την κρατική εξουσία και απομακρύνθηκαν από το χριστιανικό πνεύμα της ανιδιοτέλειας και της προσφοράς προς τον συνάνθρωπο χωρίς την απαίτηση πολλαπλάσιας ανταπόδοσης. Αυτή η εισβολή του κοσμικού φρονήματος και τρόπου ζωής στην Εκκλησία (στην εκκλησιαστική γλώσσα ονομάζεται εκκοσμίκευση) προκάλεσε κρίση στην εκκλησιαστική ζωή στα μεγάλα αστικά κέντρα. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες πολλοί πιστοί εγκατέλειψαν τον κόσμο και αναχώρησαν σε μοναστήρια ή σε τόπους ερημικούς, για να αφιερωθούν στη μετάνοια και στην προσευχή.
|
Στα μεγάλα μοναστήρια υπήρχαν κέντρα αντιγραφής της Αγίας Γραφής και των κλασικών έργων της αρχαιότητας. Μεγάλο μέρος της υμνογραφίας και των πατερικών κειμένων γράφτηκε από ασκητές σε μοναστήρια. Στα μοναστήρια, συγχρόνως, υπηρετήθηκε και η τέχνη. Η βυζαντινή ζωγραφική, τα ιστορημένα χειρόγραφα (ζωγραφικά σχέδια στα περιθώρια καλλιγραφικών κειμένων), η ποίηση και η γλυπτική, η μουσική, καλλιεργήθηκαν και άκμασαν σε πολλά μοναστήρια, π.χ. Μονή Στουδίου, Aγία Αικατερίνη Σινά, Άγιον Όρος. Σήμερα, υπάρχουν πολλά ορθόδοξα μοναστήρια σ' ολόκληρο τον κόσμο που ακμάζουν και προσφέρουν σημαντικό έργο.
Η ζωή του μοναχού, όμως, έχει δυσκολίες και προκλήσεις. Οι πειρασμοί είναι πολλοί: η αγάπη και η εμπιστοσύνη των πιστών προς τον μοναχό είναι δυνατόν να του γεννήσουν εγωισμό και αλαζονεία, να του δημιουργήσουν την εντύπωση ότι κατέχει κάποια μορφή εξουσίας. Ο πλούτος, η δόξα, η πνευματική έπαρση και η δύναμη της εξουσίας είναι οι αντίπαλοι του μοναχού, τους οποίους πάντα καλείται να αντικρούσει. Αλλά και ο λαϊκός χριστιανός, ο ασκητής στην καθημερινή κοινωνική δράση, έχει να αντιμετωπίσει όλες τις δυσκολίες και τις ευθύνες της σύγχρονης ζωής. Οικογένεια, εργασία, κοινωνικές σχέσεις απαιτούν ετοιμότητα και σταθερότητα στις αρχές της χριστιανικής ζωής. Ο αγώνας είναι αδιάκοπος και γι' αυτό πρέπει να είναι συνεχής και η αμοιβαία συμπαράσταση μεταξύ των χριστιανών, είτε αυτοί είναι σύζυγοι είτε είναι φίλοι είτε συνεργάτες.
|
|