Αθήνα… 2.500 περίπου χρόνια πριν... Άνοιξη του 412
π.Χ. Το λιμάνι του Πειραιά, παρά τον πόλεμο, είναι γεμάτο ζωή. Πλήθος
ανθρώπων από διάφορες περιοχές καταφθάνει στην Αθήνα. Έχουν αρχίσει,
όπως κάθε χρόνο, τα Μεγάλα Διονύσια, η λαμπρή γιορτή προς τιμή του θεού
του κρασιού, του Διονύσου. Μια ανάσα χαράς για την πόλη, που ζει εδώ
και 19 χρόνια τον Πελοποννησιακό πόλεμο, έναν πόλεμο που δε φαίνεται να
έχει τελειωμό. Οι Αθηναίοι ακόμη δεν μπορούν να πιστέψουν ότι η
πανίσχυρη στρατιά τους νικήθηκε τελικά στη Σικελία. Αναρωτιούνται τι
έφταιξε και ανησυχούν για το μέλλον, ένα μέλλον που μοιάζει ζοφερό. Οι
Σπαρτιάτες έχουν καταλάβει τη Δεκέλεια και απειλούν την Αττική.
Κι όμως οι Αθηναίοι θα τιμήσουν και πάλι τη γιορτή
τους. Με τις πρώτες ακτίνες του ήλιου οι δρόμοι γεμίζουν. Ξημερώνει η
μέρα που αρχίζουν οι δραματικοί αγώνες. Χιλιάδες θεατές κατευθύνονται
προς το θέατρο του Διονύσου, κάτω από την Ακρόπολη. Ανάμεσά τους ένας
έφηβος με τον πατέρα του. Ντυμένοι με κομψά ρούχα και με στεφάνια στα
μαλλιά ανηφορίζουν κι αυτοί. Δείχνουν να λογομαχούν. Ο έφηβος
ανυπομονεί να δει την παράσταση. Ο πατέρας του όμως δε συμμερίζεται την
αδημονία του.
– Ο Ευριπίδης... Μα τι έχετε πάθει εσείς οι νέοι
και σας αρέσει ο Ευριπίδης;, τον ρωτάει μάλλον περιπαικτικά. Εμένα ποτέ
δε με ενθουσίασε.
– Δεν έχεις δίκιο. Είναι μεγάλο ταλέντο.
– Σαν να ακούς τους σοφιστές.., λέει ο πατέρας. Τα
έργα του είναι γεμάτα από τις ιδέες τους. Οι σοφιστές βάλανε κι αυτοί
το χεράκι τους για την κατρακύλα της πόλης μας. Κάποτε υπήρχε σεβασμός
στους μεγαλύτερους, στους άρχοντες, στις παλιές και μεγάλες
οικογένειες. Κι ήρθαν αυτοί...
– Και μας ξύπνησαν, τον διακόπτει απότομα ο γιος.
– Μας έδειξαν ότι πρέπει να εμπιστευόμαστε τη
λογική μας· ότι όλοι, φτωχοί και πλούσιοι, μπορούν να διοικήσουν την
πόλη μας, συμπληρώνει ένας που έτυχε να περπατά δίπλα τους.
– Ότι δίκιο και άδικο είναι έννοιες σχετικές, τον
προλαβαίνει ο πατέρας, ότι για τίποτε δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι.
– Μα δεν είναι όλα αβέβαια;, αναρωτιέται ο νέος.
– Και το χειρότερο, λένε ότι δεν υπάρχουν θεοί,
συνεχίζει απτόητος ο πατέρας. Αυτά δε μας τα λες όμως ε;
– Όπως πάντα υπερβάλλεις, διαμαρτύρεται ο νεαρός.
Μερικοί το παράκαναν, όχι όμως και όλοι.
– Καλά...καλά, μουρμουρίζει ο πατέρας κουνώντας
συγκαταβατικά το κεφάλι του. Και τι το σπουδαίο έχει η Ελένη του
Ευριπίδη σου που θα δούμε σήμερα;
– Είναι μια άλλη, μια καινούρια Ελένη. Διαφορετική
από αυτήν που ξέρουμε από τον Όμηρο. Η Ελένη του Ευριπίδη δεν
ερωτεύτηκε ποτέ τον Πάρη, δεν άφησε ποτέ τον άντρα της, δεν πήγε ποτέ
στην Τροία, σπεύδει να του εξηγήσει ο γιος του.
– Κάτι μου θυμίζει αυτή η ιστορία. Α ναι… την Παλινωδία
του Στησίχορου.
– Ακριβώς. Στην Τροία στείλανε οι θεοί ένα είδωλο
της Ελένης, ενώ η ίδια βρέθηκε στην Αίγυπτο, στον Πρωτέα, του εξηγεί ο
νεαρός και αρχίζει να του λέει με ενθουσιασμό όσα άκουσε την
προηγούμενη μέρα στον προάγωνα. ... Η Ελένη λοιπόν είναι στην Αίγυπτο,
ο Πρωτέας όμως πεθαίνει κι ο γιος του, ο Θεοκλύμενος, θέλει να την
πάρει γυναίκα του, αυτή όμως αντιστέκεται…
– Η Ελένη αντιστέκεται! τον κόβει έκπληκτος ο
πατέρας του. Πιστή στον άντρα της! Αυτό πράγματι είναι κάτι καινούριο.
Παράξενη υπόθεση! Σαν κωμωδία μου μοιάζει.
Πατέρας και γιος φτάνουν στην είσοδο του θεάτρου
συζητώντας. Μπαίνουν στο θέατρο και αναζητούν μια καλή θέση. Δεν είναι
κι εύκολο. Αρκετοί είναι οι θεατές που ήρθαν νύχτα, πριν ακόμη
ξημερώσει, για να πιάσουν θέση. Και τώρα περιμένουν… Συνωστισμός,
θόρυβος, καβγαδάκια, σπρωξίματα αλλά και ευθυμία.
Οι θεατές έχουν πια πάρει τις θέσεις τους.
Ανυπομονούν να δουν αυτή την «καινούρια» Ελένη του Ευριπίδη.
Αναρωτιούνται αν θα τους αρέσει, αν θα αγγίξει τις ανησυχίες και τους
προβληματισμούς τους. Το έργο αναφέρεται στον Τρωικό πόλεμο. Τι θα πει
όμως για το δικό τους πόλεμο; Κάποια λόγια παρηγοριάς; Ο Ευριπίδης ήταν
αυτός που με τις Τρωάδες τούς είχε προειδοποιήσει
λίγα χρόνια πριν για τα δεινά του πολέμου. Τώρα;
Στο σκηνικό χώρο όλα φαίνονται ήρεμα. Πίσω όμως
από το σκηνικό οικοδόμημα η ένταση είναι ολοφάνερη. Ρυθμίζονται και οι
τελευταίες λεπτομέρειες. Οι υποκριτές φορούν τη σκευή τους, βάζουν στη
σειρά τα κοστούμια τους, ακουμπούν με προσοχή τα προσωπεία τους,
περνούν για μια τελευταία φορά τα λόγια τους. Οι πολίτες που υποδύονται
τις γυναίκες του Χορού κάνουν κάποιες ακόμη δοκιμές. Ο ποιητής και
σκηνοθέτης της παράστασης δίνει τις τελευταίες συμβουλές.
Ανέτειλε πια για τα καλά. Εμφανίζεται ο κήρυκας,
για να αναγγείλει...
– Σςς! Θα αρχίσει η θυσία, λέει ο πατέρας με
αυστηρό ύφος. Ώρα προσευχής τώρα! Ας σηκωθούμε να προσευχηθούμε στο
Διόνυσο. Και πρόσεξε τα μαξιλαράκια μας και το καλάθι με τα φαγητά και
το κρασί!
– Σςς! Ησυχία! Η θυσία αρχίζει, φωνάζουν κάποιοι.
Τα μουρμουρητά σταματούν. Ησυχία...
|
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΠΛΑΙΣΙΟ
Στην Αθήνα το 412
π.Χ., τη χρονιά που παίχτηκε η Eλένη, η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη.
Από το 431 π.Χ. η πόλη βρισκόταν σε πόλεμο με τη Σπάρτη,
το γνωστό Πελοποννησιακό πόλεμο, με μικρά
διαστήματα ειρήνης. H μεγάλη στρατιά, που είχε στείλει στη Σικελία,
είχε καταστραφεί το 413 π.X. και πολλοί Αθηναίοι στρατιώτες είχαν
σκοτωθεί ή αιχμαλωτιστεί. Ο εμπνευστής της εκστρατείας, ο Αλκιβιάδης,
κατηγορούμενος για ιεροσυλία, είχε καταφύγει στους Σπαρτιάτες και τους
είχε συμβουλέψει να καταλάβουν τη Δεκέλεια στην Αττική. Οι Σπαρτιάτες
πράγματι οχύρωσαν τη Δεκέλεια, με αποτέλεσμα οι Αθηναίοι να ζουν υπό
διαρκή απειλή. Tο μέλλον φαινόταν δυσοίωνο.
ΤΟ
ΠΝΕYΜΑΤΙΚΟ ΚΛΙΜΑ
Οι παλιές αξίες είχαν κλονιστεί και σ’ αυτό δεν
είχε συντελέσει μόνο ο μακροχρόνιος Πελοποννησιακός πόλεμος αλλά και το
πνευματικό κίνημα των σοφιστών.
Οι σοφιστές, άνθρωποι σοφοί με πρωτότυπη σκέψη, είχαν συρρεύσει από
παντού στην Αθήνα, το πνευματικό κέντρο της εποχής αυτής· με τη
διδασκαλία τους είχαν αμφισβητήσει τις παραδοσιακές
αξίες. Οι σοφιστές έθεταν ερωτήματα
όπως:
- Yπάρχει μία και μόνη αλήθεια, μία
πραγματικότητα;
- Μπορούμε να τη γνωρίσουμε;
- Μπορεί να υπάρξει ένας ηθικός κώδικας
αποδεκτός από όλους;
Τέτοιες όμως σκέψεις έκαναν πολλούς να θεωρήσουν
τους σοφιστές υπεύθυνους για την παρακμή της πόλης. Κοντά στις ιδέες
των σοφιστών βρίσκεται και ο Ευριπίδης:
στις τραγωδίες του διατυπώνονται συχνά σκέψεις που απηχούν σοφιστικές
αντιλήψεις.
Η
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΚΑΙ Η ΚΑΙΝΗ» ΕΛΕΝΗ ΤΟY ΕYΡΙΠΙΔΗ
Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα αμφιβήτησης γράφει ο
Ευριπίδης την Ελένη. Σύμφωνα με την παράδοση
η Ελένη, η γυναίκα του Μενέλαου, του βασιλιά της Σπάρτης, ήταν περίφημη
για την ομορφιά της. Ο Πάρης, ο γιος του βασιλιά της Τροίας Πρίαμου, με
τη βοήθεια της Αφροδίτης, την απήγαγε και την οδήγησε στην Τροία. Οι
Έλληνες με επικεφαλής τον Αγαμέμνονα και το Μενέλαο εκστράτευσαν
εναντίον της Τροίας και έπειτα από ένα δεκαετή πόλεμο κατέλαβαν την
πόλη. Η Ελένη ταυτίστηκε με τον καταστροφικό πόλεμο και παρουσιάζεται
συχνά ως υπαίτια για το θάνατο πολλών ανθρώπων.
Yπήρχε όμως και μια άλλη παράδοση
λιγότερο γνωστή. Ο Στησίχορος, για
παράδειγμα, ο λυρικός ποιητής, παρουσίασε μια άλλη εκδοχή στο ποίημά
του Παλινωδία : η Ελένη δεν πήγε ποτέ στην Τροία
με τον Πάρη· οι θεοί την πήγαν στην Αίγυπτο, ενώ στη θέση της έπλασαν
ένα είδωλο, που ο Πάρης απήγαγε νομίζοντας ότι είναι η Ελένη. Οι
Έλληνες λοιπόν και οι Τρώες πολεμούσαν για δέκα χρόνια όχι για την
πραγματική Ελένη, αλλά για το είδωλό της.
Το μύθο αυτόν αξιοποιεί και ο Ευριπίδης
στην τραγωδία του Eλένη.
Ελένη, λεπτομέρεια από παράσταση
μελανόμορφου κρατήρα (6ος αι. π.Χ.)
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ
Από την τριλογία του Ευριπίδη, που παρουσιάστηκε
στα Διονύσια την άνοιξη του 412 π.X., μόνο η Ελένη
σώθηκε. Πώς να κρίθηκε άραγε;
Το θέατρο του
Διονύσου
|