λάβα
λαβαίνω → λαμβάνω
λάβρα → λάβρος
λάβρος
λαβωματιά → λαβώνω
λαβώνω
λαδέμπορος → σχ. λάδι
λαδερό → λάδι
λαδερός → λάδι
λαδής → λάδι
λάδι
λαδιά → λάδι
λαδομπογιά → σχ. λάδι
λαδόξιδο → σχ. λάδι
λαδόχαρτο → σχ. λάδι
λάδωμα → λάδι
λαδώνω → λάδι
λαθεμένος → λαθεύω
λαθεύω → λάθος
λάθος
λαθραία → λαθραίος
λαθραίος
λαθραναγνώστης → σχ. λαθραίος
λαθρεμπόριο → σχ. λαθραίος
λαθρέμπορος → σχ. λαθραίος
λαθρεπιβάτης → σχ. λαθραίος
λαθρομετανάστης → σχ. λαθραίος
λαϊκίζω → λαός
λαϊκισμός → λαός
λαϊκιστής → λαός
λαϊκίστρια → λαός
λαϊκός → λαός
λαίμαργα → λαίμαργος
λαιμαργία → λαίμαργος
λαίμαργος
λαιμός
λακωνικά → λακωνικός
λακωνικός
λαμβάνω
λαμπερός → λάμπω
λαμπρά → λαμπρός
λαμπρός
λαμπρότητα → λαμπρός
λαμπρύνω → λαμπρός
λάμπω
λάμψη → λάμπω
λανθάνω
λανθάνων → λανθάνω
λανθασμένα → λανθασμένος
λανθασμένος
λαός
λάρυγγας
λαρύγγι → λάρυγγας
λαρυγγικός → λάρυγγας
λάσπη
λάσπωμα → λάσπη
λασπώνω → λάσπη
λαστιχένιος → λάστιχο
λάστιχο
λαστιχωτός → λάστιχο
λάτρα
λατρεία
λατρευτικά → λατρεία
λατρευτικός → λατρεία
λατρευτός → λατρεία
λατρεύω → λατρεία
λάτρης → λατρεία
λάτρις → λατρεία
λαφυραγωγώ → λάφυρο
λάφυρο
λαχαίνει → λαχαίνω
λαχαίνω
λαχείο
λαχειοπώλης → λαχείο
λαχειοπώλισσα → λαχείο
λαχνός
λαχτάρα
λαχταριστός → λαχτάρα
λαχταρώ → λαχτάρα
λέγω → λέω
λεηλασία → λεηλατώ
λεηλατώ
λεία
λειαίνω → λείος
*λειανός → λιανός
λείανση → λείος
λείος
λείπω
λειτούργημα → λειτουργώ
λειτουργία → λειτουργώ
λειτουργικός → λειτουργώ
λειτουργικότητα → λειτουργώ
λειτουργός → λειτουργώ
λειτουργώ
*λειώνω → λιώνω
λεκάνη
λεκές
λεκιάζω → λεκές
λεκτικό → λεκτικός
λεκτικός
λέξη |
λεξικό → λέξη
λεξικός → λέξη
λεπτά → λεπτός
λεπταίνω → λεπτός
λεπτό
λεπτομέρεια
λεπτομερειακά → λεπτομέρεια
λεπτομερειακός → λεπτομέρεια
λεπτομερής → λεπτομέρεια
λεπτομερώς → λεπτομέρεια
λεπτός
λεπτότητα → λεπτός
λέρα → λερώνω
λερώνω
λευκαίνω → λευκός
λεύκανση → λευκός
λευκαντικό → λευκός
λευκαντικός → λευκός
λευκό → λευκός
λευκός
λευκότητα → λευκός
λεύτερα → ελεύθερος
λευτεριά → ελεύθερος
λεύτερος → ελεύθερος
λευτερώνω → ελεύθερος
λεφτά
λέχθηκα → λέω
λεχώνα → λοχεία
λέω
λέων
λήγουσα → λήγω
λήγω
λήθη
ληκτικός → λήγω
λήξη → λήγω
λησμονιά → λησμονώ
λησμονώ
ληστεία → ληστής
ληστεύω → ληστής
ληστής
ληστρικός → ληστής
λήφθηκα → λαμβάνω
λήψη → λαμβάνω
λίαν
λιανά → λιανός
λιανίζω → λιανός
λιανικά → λιανός
λιανικός → λιανός
λιανικώς → λιανός
λιανός
λιγνός
λίγο → λίγος
λιγοθυμιά → λιποθυμώ
λιγοθυμώ → λιποθυμώ
λίγος
λιγοστεύω → λιγοστός
λιγοστός
λιγότερος → λίγος
λίθινος → λίθος
λιθοβολισμός → λιθοβολώ
λιθοβολώ
λίθος
λικνίζω → λίκνο
λίκνισμα → λίκνο
λίκνο
λίμα1
λίμα2
λιμάνι
λιμάρισμα → λίμα1
λιμάρω → λίμα1
λιμασμένος → λίμα2
λιμεναρχείο → λιμάνι
λιμενάρχης → λιμάνι
λιμένας → λιμάνι
Λιμενικό → λιμάνι
λιμενικός → λιμάνι
λιμνάζω → λίμνη
λίμνη
λιμνήσιος → λίμνη
λιμοκτονώ
λιμός
λινό → λινός
λινός
λιπαίνω → λίπος
λίπανση → λίπος
λιπαντικό → λίπος
λιπαντικός → λίπος
λιπαρά → λίπος
λιπαρός → λίπος
λιποθυμία → λιποθυμώ
λιποθυμικός → λιποθυμώ
λιπόθυμος → λιποθυμώ
λιποθυμώ
λίπος
λιποτάκτης → λιποτακτώ
λιποτάκτρια → λιποτακτώ
λιποτακτώ
λιποταξία → λιποτακτώ
λιπώδης → λίπος |
λιτά → λιτός
λιτανεία
λιτός
λιτότητα → λιτός
λίτρο
λιώνω
λιώσιμο → λιώνω
λογαριάζω
λογαριασμός → λογαριάζω
λογία → λόγιος
λόγια → λέω
λογικά → λογικός
λογικεύω → λογικός
λογική → λογικός
λογικό → λογικός
λογικός
λόγιος
λογισμικό
λογιστήριο → λογιστής
λογιστής
λογιστικά → λογιστής
λογιστική → λογιστής
λογιστικός → λογιστής
λογίστρια → λογιστής
λογοκρίνω
λογοκρισία → λογοκρίνω
λογοκριτής → λογοκρίνω
λογοκριτικός → λογοκρίνω
λογοκρίτρια → λογοκρίνω
λόγος → λέω
λογοτέχνημα → λογοτεχνία
λογοτέχνης → λογοτεχνία
λογοτεχνία
λογοτέχνιδα → λογοτεχνία
λογοτεχνικά → λογοτεχνία
λογοτεχνικός → λογοτεχνία
λογύδριο → λέω
λόγω → πρόθεση - Λέξεις με προθετική λειτουργία
λοιμός
λοιμώδης → λοιμός
λοιπόν → λοιπός
λοιπός
λοξά → λοξός
λοξός
λούζω
λουλουδάτος → λουλούδι
λουλουδένιος → λουλούδι
λουλούδι
λουλουδιάζω → λουλούδι
λουλουδίζω → λουλούδι
λουρίδα
λούσιμο → λούζω
λοχαγός → λόχος
λοχεία
λοχίας → λόχος
λόχος
λυγερός → λυγίζω
λυγίζω
λύγισμα → λυγίζω
λυγμός
λυγώ → λυγίζω
λυμαίνομαι
λύματα
λύνω
λύπη
λυπηρός → λύπη
λύπηση → λύπη
λυπητερά → λύπη
λυπητερός → λύπη
λυπώ → λύπη
λύρα
λυράρης → λύρα
λυράρισσα → λύρα
λυρικά → λυρικός
λυρικός
λυρισμός → λυρικός
λύση → λύνω
λύσιμο → λύνω
λύσσα
λυσσαλέα → λύσσα
λυσσαλέος → λύσσα
λυσσασμένος → λυσσώ
λυσσώ → λύσσα
λυσσώδης → λύσσα
λυτός → λύνω
λύτρα
λυτρωμός → λυτρώνω
λυτρώνω
λύτρωση → λυτρώνω
λυτρωτής → λυτρώνω
λυτρωτικά → λυτρώνω
λυτρωτικός → λυτρώνω
*λυώνω → λιώνω
λωλός → σχ. όλεθρος
λωποδύτης
λωποδύτισσα → λωποδύτης
λωποδύτρια → λωποδύτης
λωρίδα → λουρίδα
λώρος |