Οι νόμοι επισκέπτονται τον Σωκράτη στη φυλακήΑ. Κείμενο Στο έργο του Κρίτων ο Πλάτων παρουσιάζει τα επιχειρήματα που προέβαλε ο Σωκράτης αποκρούοντας τις προτάσεις των φίλων του να δραπετεύσει πριν από την εκτέλεση της θανατικής ποινής που του επιβλήθηκε από το δικαστήριο της Ηλιαίας (399 π.Χ.). Η κατηγορία που οδήγησε τον Σωκράτη στην καταδίκη ήταν ότι πίστευε σε άλλους θεούς από εκείνους που τιμούσε η πόλη του και ότι διέφθειρε τους νέους. Η δικαιολόγηση της άρνησής του να δραπετεύσει ήταν δύσκολη, καθώς οι φίλοι του υποστήριζαν ότι η δραπέτευσή του δε θα αποτελούσε αδικία αλλά θεραπεία μιας αδικίας. Στο απόσπασμα που ακολουθεί ο Σωκράτης παρουσιάζει τους νόμους προσωποποιημένους να του υποβάλλουν ερωτήματα σχετικά με τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης δραπέτευσής του. Eἰ μέλλουσιν ἡμῖν ἐνθένδε εἴτε ἀποδιδράσκειν, εἴθ’ ὅπως δεῖ ὀνομάσαι τοῦτο, ἐλθόντες οἱ νόμοι καὶ τὸ κοινὸν τῆς πόλεως ἐπιστάντες ἔροιντο· Εἰπέ μοι, ὦ Σώκρατες, τί ἐν νῷ ἔχεις ποιεῖν; Ἄλλο τι ἢ τούτῳ τῷ ἔργῳ ᾧ ἐπιχειρεῖς διανοῇ τούς τε νόμους ἡμᾶς ἀπολέσαι καὶ σύμπασαν τὴν πόλιν τὸ σὸν μέρος; Ἢ δοκεῖ σοι οἷόν τε ἔτι ἐκείνην τὴν πόλιν εἶναι καὶ μὴ ἀνατετράφθαι, ἐν ᾗ ἂν αἱ γενόμεναι δίκαι μηδὲν ἰσχύωσιν ἀλλὰ ὑπὸ ἰδιωτῶν ἄκυροί τε γίγνωνται καὶ διαφθείρωνται; Τί ἐροῦμεν, ὦ Κρίτων, πρὸς ταῦτα καὶ ἄλλα τοιαῦτα; Πολλὰ γὰρ ἄν τις ἔχοι, ἄλλως τε καὶ ῥήτωρ, εἰπεῖν ὑπὲρ τούτου τοῦ νόμου ἀπολλυμένου ὃς τὰς δίκας τὰς δικασθείσας προστάττει κυρίας εἶναι. Ἢ ἐροῦμεν πρὸς αὐτοὺς ὅτι «Ἠδίκει γὰρ ἡμᾶς ἡ πόλις καὶ οὐκ ὀρθῶς τὴν δίκην ἔκρινεν;» Ταῦτα ἢ τί ἐροῦμεν; Γλωσσικά σχόλια
Ερμηνευτικά σχόλια ἐκείνην τὴν πόλιν εἶναι... ἄκυροί τε γίγνωνται καὶ διαφθείρωνται;: Ο Σωκράτης επισημαίνει στον Κρίτωνα πόσο σημαντικό είναι για την ύπαρξη μιας πολιτείας να γίνονται σεβαστές οι δικαστικές αποφάσεις. Η σημασία που αποδίδεται στη δικαστική εξουσία είναι διαχρονική. Στις μέρες μας, μάλιστα, στα δημοκρατικά πολιτεύματα η ανεξαρτησία και η απρόσκοπτη λειτουργία της Δικαιοσύνης θεωρούνται εγγύηση για τον σεβασμό των δικαιωμάτων του πολίτη και χαρακτηριστικά της πραγματικής δημοκρατίας. ὑπὸ ἰδιωτῶν: Ἰδιώτης χαρακτηρίζεται ο ανειδίκευτος, ο απλός πολίτης. Αντιδιαστέλλεται προς πρόσωπα τα οποία κατέχουν δημόσια αξιώματα (στρατηγός, ἄρχων), έχουν μια επαγγελματική ιδιότητα (χειροτέχνης, ἰατρός) ή μια ειδικότερη ενασχόληση (φιλόσοφος). Β. Λεξιλογικά – Ετυμολογικά
1. Τα είδη του μορίου ἄνΑ. Υποθετικόα. Βρίσκεται στην αρχή της πρότασης στην οποία ανήκει (δευτερεύουσα υποθετική). Β. Αοριστολογικόα. Είναι πάντοτε η δεύτερη λέξη της πρότασης στην οποία ανήκει· η πρώτη είναι αναφορική αντωνυμία, αναφορικό επίρρημα, χρονικός ή τελικός σύνδεσμος. Γ. Δυνητικόα. Δέχεται άρνηση οὐ(κ). ➥ Παρατηρήσεις✦ Οι χρονικοί σύνδεσμοι ὅταν, ὁπόταν, ἐπειδὰν και ἐπὰν προήλθαν από ενσωμάτωση του αοριστολογικού ἂν στους συνδέσμους ὅτε, ὁπότε, ἐπειδὴ και ἐπεὶ αντίστοιχα. 2. Οι δευτερεύουσες προτάσεις της α.ε.Όπως ήδη γνωρίζετε από τη Β΄ Γυμνασίου –και από τη ν.ε.– σε μία περίοδο ή ημιπερίοδο υπάρχουν προτάσεις κύριες και δευτερεύουσες. Κύριες είναι αυτές που μπορούν να σταθούν μόνες τους στον λόγο, ενώ οι δευτερεύουσες εξαρτώνται πάντα από άλλες προτάσεις (κύριες ή δευτερεύουσες). Σε κάθε περίοδο ή ημιπερίοδο πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει τουλάχιστον μία κύρια πρόταση. Για να χαρακτηρίσουμε με ολοκληρωμένο τρόπο μια δευτερεύουσα πρόταση, πρέπει να αναφερθούμε σε όλα τα παραπάνω στοιχεία, δηλαδή να δηλώσουμε από πού εξαρτάται, πώς εισάγεται, πώς εκφέρεται και ποιος είναι ο συντακτικός ρόλος της. β. Διάκριση δευτερευουσών προτάσεων ως προς τη συντακτική θέση◗ Αφού θυμηθείτε την ανάλογη διάκριση στη ν.ε., να απαριθμήσετε τις δευτερεύουσες προτάσεις που έχετε διδαχθεί στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και να τις διακρίνετε σε ονοματικές και επιρρηματικές. γ. Οι ονοματικές δευτερεύουσες προτάσεις της α.ε.Ονομάζονται έτσι όσες λειτουργούν συντακτικά σαν ονόματα, δηλαδή έχουν συντακτική θέση την οποία μπορεί να καταλάβει ένα όνομα. Πιο συγκεκριμένα, οι ονοματικές δευτερεύουσες προτάσεις μπορεί να λειτουργούν ως: Αντικείμενο σε προσωπικά ρήματα, Είδη ονοματικών δευτερευουσών προτάσεων της α.ε.Οι ονοματικές προτάσεις διακρίνονται σε τέσσερα είδη: 1. ΕιδικέςΕισάγονται με τους ειδικούς συνδέσμους ὅτι (όταν το περιεχόμενό τους είναι αντικειμενικό, πραγματικό) ή ὡς (όταν το περιεχόμενό τους είναι υποκειμενικό ή ψευδές). π.χ. Οἱ Ἀσσύριοι ἴσασιν (= γνωρίζουν) ὅτι (= ότι πράγματι) ἱππικὸν στράτευμα ἐν νυκτὶ ταραχῶδές ἐστι καὶ δύσχρηστον. Εξαρτώνται από ρήματα που σημαίνουν: λέω (λεκτικά), γνωρίζω (γνωστικά), αισθάνομαι (αισθητικά), δείχνω (δείξεως) κ.ά. π.χ. Καὶ κατηγοροῦσι αὐτοῦ ὡς πολλὰς ἀρχὰς ἦρξεν (οριστική, πραγματικό περιεχόμενο). 2. ΕνδοιαστικέςΕισάγονται με τους ενδοιαστικούς συνδέσμους μή (= μήπως), όταν δηλώνεται φόβος μήπως συμβεί κάτι ανεπιθύμητο, και μὴ οὐ (= μήπως δεν), όταν δηλώνεται φόβος μήπως δε συμβεί κάτι επιθυμητό. π.χ. Ὀκνῶ (= φοβάμαι) μὴ μάταιος ἡμῖν ἡ στρατεία γένηται. Εξαρτώνται από ρήματα που δείχνουν φόβο, δισταγμό ή μέριμνα. π.χ. Φοβοῦμαι μὴ ἡττηθῶμεν (υποτακτική, ενδεχόμενος φόβος). 3. Πλάγιες ερωτηματικέςΕίναι, κυρίως, ερωτήσεις που μας μεταφέρονται σε πλάγιο λόγο. Διακρίνονται σε ολικής άγνοιας, στις οποίες η απάντηση είναι «ναι» ή «όχι» και μερικής άγνοιας, με τις οποίες ζητάει κανείς μια ειδικότερη λεπτομέρεια (π.χ. ποιος, πού, γιατί, πόσο). Εισάγονται με ερωτηματικές και αναφορικές αντωνυμίες και με τα αντίστοιχα επιρρήματα, όταν είναι μερικής άγνοιας, και με το ερωτηματικό μόριο εἰ, όταν είναι ολικής αγνοίας. Εξαρτώνται από ρήματα που σημαίνουν: ρωτώ, απορώ, γνωρίζω, ερευνώ, εξετάζω, δείχνω, φροντίζω, προσπαθώ, λέω, δηλώνω κ.ά. π.χ. Ἀπορῶ εἰ διδακτόν ἐστιν ἡ ἀρετή (οριστική, πραγματικό περιεχόμενο). 4. Ονοματικές αναφορικέςΣτην κατηγορία αυτή εντάσσονται οι αναφορικές προτάσεις που χρησιμοποιούνται στη θέση ουσιαστικού, επιθέτου ή αντωνυμίας και λειτουργούν ως υποκείμενο, αντικείμενο, κατηγορούμενο ή ονοματικός προσδιορισμός (ομοιόπτωτος ή ετερόπτωτος). π.χ. Κῦρος δὲ ἔχων οὓς εἴρηκα, ὡρμᾶτο ἀπὸ Σάρδεων (η αναφορική πρόταση οὓς εἴρηκα είναι αντικείμενο στη μετοχή ἔχων της κύριας πρότασης). Εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες. π.χ. Οὗτός ἐστιν ὃς ἀπέκτεινε τοὺς στρατηγούς (οριστική, πραγματικό περιεχόμενο). *Θυμηθείτε: απορηματική είναι η υποτακτική που χρησιμοποιείται κυρίως σε ερωτηματικές προτάσεις, πλάγιες ή ευθείες, και δηλώνει απορία· μεταφράζεται: να + ρήμα. Ασκήσεις
Καλὸς ὁ νόμος, ἐάν τις αὐτῷ νομίμως χρῆται. Απόστολος Παῦλος, Πρὸς Τιμόθεον Α΄1.8 |