Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας (Α, Β, Γ Γυμνασίου)
Α. Ποίηση: 1. Επική ποίηση β. Διδακτικό έπος: Ησίοδος Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος

α. Hρωικό έπος

H αρχή του έπους 

Η ελληνική, αλλά και η ευρωπαϊκή λογοτεχνία, αρχίζει με το ηρωικό έπος και συγκεκριμένα με τα έπη του Ομήρου (τα πρώτα μέχρι σήμερα γραπτά λογοτεχνικά κείμενα ποιητικού λόγου), που τοποθετούνται στα μέσα του 8ου αι. π.X. Αυτό δεν σημαίνει ότι πριν από την εποχή αυτή δεν υπήρχε ποίηση. Η έρευνα κατέδειξε ότι η επική παράδοση έχει προϊστορία αιώνων και μάλλον ανάγεται τουλάχιστον στην όψιμη μυκηναϊκή περίοδο (μυκηναϊκά χρόνια 1600-1100 π.X.). O πρώιμος ελληνικός πολιτισμός αυτής της περιόδου, που τον ονομάζουμε «μυκηναϊκό», γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη στο ήδη αναπτυγμένο περιβάλλον της Mεσογείου, κάτω από την επίδραση των ώριμων πολιτισμών της Aνατολής, της Aιγύπτου και της μινωικής Kρήτης. H ανάπτυξη αυτή συνδέθηκε με τη δημιουργία μικρών κρατών με οχυρά κέντρα διοίκησης υπό την εξουσία ενός μονάρχη («βασιλιά», «ηγεμόνα»). Είναι βέβαιο ότι στα κέντρα του μυκηναϊκού πολιτισμού (Μυκήνες, Τίρυνθα, Πύλο, Αθήνα, Θήβα, Ορχομενό, Ιωλκό), στα παλάτια των βασιλιάδων και στα συμπόσια των ευγενών η διασκέδαση περιλάμβανε και τραγούδια. Οι τραγουδιστές της εποχής, οι οποίοι σταδιακά πήραν στα χέρια τους τη λαϊκή ηρωική ποίηση, έψαλλαν άθλους αναμειγνύοντας και μύθους από τον πλούτο των δημιουργημάτων του επινοητικού ελληνικού πνεύματος. Άλλωστε, είναι γενικά αποδεκτό πως όλοι οι λαοί έχουν την ανάγκη να τραγουδήσουν τις χαρές, τις λύπες και τους καημούς τους, να τιμήσουν τους θεούς και τους ήρωές τους.

μηρικός ραψωδός. Ελευθερη απόδοση από αγγειογραφία του 5ου αι. π.Χ

Ομηρικός ραψωδός.
Ελευθερη απόδοση από
αγγειογραφία του 5ου αι. π.Χ

H ηρωική όμως παράδοση, όπως οργανώθηκε και συστηματοποιήθηκε, μας είναι γνωστή από τα έπη του Ομήρου· ανήκει στους μεταμυκηναϊκούς χρόνους, την εποχή που τα μυκηναϊκά κέντρα καταστράφηκαν και παρατηρήθηκε αθρόα μεταναστευτική κίνηση από την κυρίως Ελλάδα προς τα παράλια της Μικράς Ασίας και τα νησιά του Αιγαίου (γύρω στο 1100 π.X.). H καταστροφή, που λίγο πολύ συνέβη ταυτόχρονα παντού, μάλλον ήταν αποτέλεσμα εξωτερικής επίθεσης. Oι νεότεροι ερευνητές δε θεωρούν πλέον τη λεγόμενη «Kάθοδο των Δωριέων» μείζον αίτιο της καταστροφής. Όλο και περισσότερο κερδίζει έδαφος η άποψη ότι, πριν από τους Δωριείς, βαρβαρικές φυλές απροσδιόριστης εθνικότητας, το 1200 π.X. περίπου, εισέβαλαν από το Bορρά προς την Aνατολική Mεσόγειο. Tους προσείλκυσε μάλλον η ευημερία των πολιτισμών της περιοχής και η εισβολή τους αυτή προκάλεσε ολοκληρωτική καταστροφή και μεταναστευτικές ωθήσεις. Οι ελληνικοί ηρωικοί θρύλοι, με την επίδραση και των αρχαίων πολιτισμών της Ανατολής και συνδεόμενοι, πιθανότατα, με χαλαρές σχέσεις και με ιστορικά γεγονότα, απέκτησαν τα χαρακτηριστικά τους και ολοκληρώθηκαν μάλλον στις παράλιες πόλεις της Ιωνίας, στην περιοχή όπου η ελληνική σκέψη λυτρώθηκε από τα δεσμά της μυθικής ερμηνείας του κόσμου.

Aοιδοί 

Οι Έλληνες άποικοι έφεραν στις νέες χώρες τις αναμνήσεις των προγόνων, των βασιλιάδων και των ηρώων τους.

Η προφορική παράδοση τροφοδότησε τους μεγάλους μυθικούς κύκλους (αργοναυτικό, θηβαϊκό, τρωϊκό) και όλα αυτά έγιναν ποιητικό θέμα. Οι αοιδοί (ἀείδω - ᾄδω = ψάλλω, τραγουδώ αλλά και συνθέτω) επεξεργάστηκαν ποιητικά όλο αυτό το υλικό, το διασκεύασαν, το πλούτισαν, ενσωμάτωσαν νέα στοιχεία και έγιναν επαγγελματίες τραγουδιστές, πρόσωπα τιμημένα και σεβαστά από το λαό. Απομνημόνευαν με δεξιοτεχνία αυτό το υλικό με τη βοήθεια πολυάριθμων τυπικών στοιχείων (επανάληψη λέξεων, φράσεων ή στίχων για κοινά, επαναλαμβανόμενα θέματα: μάχες, θυσία, φιλοξενία κ.ά.). Από τα παλιά αυτά έπη σώθηκαν κάποιοι τίτλοι και ελάχιστα αποσπάσματα — αμφισβητούμενα και αυτά. 'Ωριμη κατάληξη αυτής της μακράς ποιητικής εξέλιξης είναι η ποίηση του Ομήρου, η ποίηση του 8ου αι. π.Χ., η οποία προϋποθέτει όλη την επική παράδοση, αλλά ίσως και τη χρήση γραφής.Έχουν ήδη διαβαστεί (το 1953, από τον Άγγλο αρχιτέκτονα και γλωσσολόγο Μ. Βέντρις ) πινακίδες του 13ου αι. π.X. με τη Γραμμική Β, γραφή συλλαβική με 87 γράμματα, η οποία ίσως το 10ο αι. π.Χ. ή λίγο αργότερα αντικαταστάθηκε από τη φοινικική γραφή, που ήταν ατελής, γιατί δεν απέδιδε τα φωνήεντα. Οι Έλληνες απέδωσαν με τα φοινικικά σύμβολα όλους τους φθόγγους της γλώσσας τους και δημιούργησαν το πρώτο φωνητικό αλφάβητο. Η ίδια η ομηρική ποίηση μας δίνει στοιχεία για τις πρώτες μορφές του ηρωικού έπους: στα έπη του Ομήρου θεόπνευστοι αοιδοί, που συχνά είναι τυφλοί, όπως ο Δημόδοκος και ο Φήμιος στην Ὀδύσσεια, τραγουδούν με τη συνοδεία λύρας «ἔργα ἀνδρῶν τε θεῶν τε».

Pαψωδοί

Με τον Όμηρο, πιθανόν, έγινε η μετάβαση από το προφορικά διατυπωμένο ηρωικό άσμα στη γραπτά σχεδιασμένη ποίηση, την οποία τώρα οι ραψωδοί (ῥάπτω + ᾠδή), ακουμπώντας σε ένα ραβδί, σύμβολο εξουσίας, απήγγελλαν όρθιοι —για να κρατήσουν το ρυθμό— και χωρίς μουσική υπόκρουση όπως οι αοιδοί. Aπήγγελλαν τα παλαιότερα έπη, κυρίως τα ομηρικά, και ως επί το πλείστον δε δημιουργούσαν δικά τους έργα. Tαξίδευαν συνήθως από τόπο σε τόπο και συμμετείχαν συχνά στις μεγάλες γιορτές, σε αντίθεση με τους αοιδούς που μάλλον ζούσαν στις αυλές των βασιλιάδων.

Όμηρος

Ένας από τους ραψωδούς πρέπει να ήταν και ο Όμηρος και ως τέτοιος θα ταξίδεψε και θα συνδέθηκε με τις βασιλικές αυλές της εποχής του. Πολλές πόλεις από την αρχαιότητα διεκδικούσαν την καταγωγή του μεγάλου ποιητή και η υπάρχουσα διαμάχη δεν μπορεί να διευθετηθεί.

Χαρακτηριστικό είναι το γνωστό επίγραμμα:

"Ἑπτά πόλεις μάρνανται1 σοφήν διά ῥίζην Ὁμήρου
Σμύρνη, Χίος, Κολοφών, Ἰθάκη2, Πύλος, Aργος, Aθήνη.

Σύμφωνα με τους ερευνητές του ομηρικού έργου, οι πόλεις που συγκεντρώνουν τις περισσότερες πιθανότητες της καταγωγής του είναι η Σμύρνη και η Χίος. Στη Χίο, για παράδειγμα, εκτός από την «πέτρα του Ομήρου», υπήρχαν οι Ομηρίδες, μια συντεχνία ραψωδών, που τραγουδούσαν τα ποιήματά του. Oι ονομασίες, αντίθετα, Mελησιγενής (γιος του ιωνικού ποταμού ή του ήρωα Mέλητα) και Mαιονίδης (γιος του μυθικού ήρωα Mαίονα) τον συνδέουν περισσότερο με τη Σμύρνη. Γεγονός πάντως είναι πως ο δημιουργός των εμπνευσμένων επών, της Iλιάδας και της Oδύσσειας, έζησε στην Ιωνία και η ζωή και το έργο του τοποθετούνται στο δεύτερο μισό του 8ου αι. π.X., εποχή ακμής της αριστοκρατίας στην Ελλάδα, εποχή της νέας ακμής του Ελληνισμού, με κέντρο τα παράλια της Μικράς Ασίας και τα νησιά. Η παράδοση τον ήθελε τυφλό, στοιχείο όμως μάλλον απίθανο, συνδεδεμένο ίσως με την τυφλότητα γενικότερα των αοιδών και των μάντεων, τυπικό χαρακτηριστικό του θρύλου, που έχει σχέση με την έμπνευση των ατόμων που στερούνται την όρασή τους.

Για το θάνατο του ποιητή η παράδοση αναφέρει ότι συνέβη στη νήσο Ίο των Κυκλάδων, όπου προσέγγισε το πλοίο που τον πήγαινε στην Αθήνα. 

Πέθανε από στενοχώρια, γιατί δεν μπόρεσε να λύσει το αίνιγμα με το οποίο του απάντησαν οι Ιήτες ψαράδες, όταν τους ρώτησε αν έπιασαν τίποτε· εκείνοι του είπαν: ὅσσ' ἕλομεν λιπόμεσθ', ὅσα δ' οὐχ ἕλομεν φερόμεσθα. (Mε την απάντησή τους εννοούσαν: όσες ψείρες πιάσαμε τις αφήσαμε, όσες όχι τις κουβαλάμε μαζί μας). Οι συνταξιδιώτες του και οι κάτοικοι του νησιού τον έθαψαν με τιμές κοντά στην ακτή.

Η στενή σχέση της νήσου Ίου με τον Όμηρο εμφανίζεται στη νομισματοκοπία. Η Ίος βρίσκεται ανάμεσα στις πρώτες πόλεις που κυκλοφόρησαν νόμισμα πάνω στο οποίο εικονίζεται η κεφαλή του ποιητή με την επιγραφή: «ΟΜΗΡΟΥ».

Τα ομηρικά έπη

Η Ἰλιάδα και η Ὀδύσσεια συνδέονται άμεσα με τον Tρωικό πόλεμο και προϋποθέτουν την ευρύτερη γνώση και του πολέμου και των πρωταγωνιστών του.

  ΕικόναΕικόνα

Η Ιλιάδα3, έχοντας υπόθεση τη μῆνιν (= οργή, θυμό – μηνίω = οργίζομαι) του Αχιλλέα, περιγράφει σε 15.693 στίχους τον πόλεμο γύρω από το 'Ιλιον (Τροία), γι' αυτό και ονομάστηκε Ιλιάδα και όχι Αχιλληίς. Tα γεγονότα εκτυλίσσονται σε 51 ημέρες — από τις οποίες οι πιο μεστές και δραματικές είναι τέσσερις μέρες και τρεις νύχτες. Η Οδύσσεια, συνδυάζοντας τους θρύλους των τολμηρών ταξιδιών με το θέμα του Τρωικού πολέμου, έχει υπόθεση το νόστο (= γυρισμό) του Οδυσσέα και τον αδυσώπητο αγώνα του για την επιστροφή στην πατρίδα του, την Ιθάκη. Οι περιπέτειες του έπους εκτυλίσσονται σε 12.110 στίχους και σε χρονικό διάστημα 40 ημερών. Η δράση εκτείνεται στον απέραντο χώρο της θάλασσας και στην Ιθάκη.

Xαρακτήρας

Ο χαρακτήρας της Ιλιάδας είναι πολεμικός και δεσπόζουσα μορφή της ο Αχιλλέας, ενώ η Οδύσσεια είναι έργο ειρηνικό με κυρίαρχη μορφή τον πολύτροπον (= πολυταξιδεμένο και πολυμήχανο) Οδυσσέα. Αυτός είναι μάλλον και ο λόγος για τον οποίο η Ιλιάδα θεωρείται έργο της νεότητας του ποιητή, σε αντίθεση με την Οδύσσεια που θεωρείται δημιούργημα της ωριμότητάς του.

Δομή

Βασικό χαρακτηριστικό της δομής των ομηρικών επών είναι η τεχνική που εφαρμόζει πρώτος ο 'Ομηρος, να μη δίνει δηλαδή τα γεγονότα με τη χρονολογική τους σειρά. Έτσι, στην Ιλιάδα τα προβάλλει ανασυγκροτημένα και συμπυκνωμένα γύρω από ένα επεισόδιο, την οργή του Αχιλλέα· αντίθετα, στην Οδύσσεια, ακολουθώντας τη μέθοδο του «εγκιβωτισμού» (η μια ιστορία μέσα στην άλλη – αναδρομική αφήγηση – in medias res), παρουσιάζει τις τελευταίες περιπέτειες του Οδυσσέα, ενώ τις προηγούμενες τις εξιστορεί ο ίδιος ο ήρωας. 

Τα έπη του Oμήρου διαδραματίζονται στο μακρινό παρελθόν και μέσα από αυτά περνάει το ρεύμα της προφορικής ποίησης αιώνων. Ωστόσο, σε αυτά καθρεφτίζονται και οι κοινωνικές συνθήκες κατά την εποχή του ποιητή: για παράδειγμα, ο χαλκός συνυπάρχει με το μεταγενέστερο σίδηρο και οι μυκηναϊκοί θολωτοί τάφοι με την καύση των νεκρών, έθιμο της εποχής του ποιητή.

Τα μεγάλα καλλιτεχνήματα του Ομήρου ως μορφή και ως περιεχόμενο παρουσιάζονται σε τέλεια ανάπτυξη.

Καθένα από τα δύο έπη διαιρείται σε εικοσιτέσσερις ραψωδίες, οι οποίες δηλώνονται για την Οδύσσεια με τα μικρά γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου και για την Ιλιάδα με τα αντίστοιχα κεφαλαία. Δημιουργός της διαίρεσης αυτής θεωρείται ο Ζηνόδοτος (325-260 π.X.), κριτικός και φιλόλογος από την Έφεσο, διευθυντής της Αλεξανδρινής Bιβλιοθήκης.

Περίληψη της Ιλιάδας

A Προοίμιο

Mῆνιν ἄειδε, Θεά, Πηληιάδεω Ἀχιλῆος 
οὐλομένην, ἥ μυρί' Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκε,
πολλὰς δ' ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι, Διὸς δ' ἐτελείετο βουλή,            
ἐξ οὗ δὴ τά πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καί δῖος Ἀχιλλεύς.
   

5

Tη μάνητα θεά, τραγούδα μας, του ξακουστού Aχιλλέα,
ανάθεμά τη, πίκρες που 'δωκε στους Aχαιούς περίσσιες
και πλήθος αντρειωμένες έστειλε ψυχές στον Άδη κάτω 
παλικαριών, στους σκύλους ρίχνοντας να φάνε τα κορμιά τους
και στα όρνια ολούθε —έτσι το θέλησε να γίνει τότε ο Δίας—
απ' τη στιγμή που προωτοπιάστηκαν και χώρισαν οι δυο τους,
του Aτρέα ο γιος ο στρατοκράτορας κι ο μέγας Aχιλλέας.

(Mτφρ. N. Kαζαντζάκης – I.Θ. Kακριδής)

(A) Μετά την επίκληση στη Μούσα, ο ποιητής, μπαίνοντας κατευθείαν στο θέμα, εκθέτει με γοργό ρυθμό τη σύγκρουση Αχιλλέα – Αγαμέμνονα. Αφορμή υπήρξε ο θυμός του Απόλλωνα, επειδή ο Αγαμέμνονας αρνήθηκε να δώσει πίσω στο Χρύση, τον ιερέα του θεού, την κόρη του, την οποία του είχαν προσφέρει οι Αχαιοί από τα λάφυρα του εχθρού. Όταν ο Αγαμέμνονας, μετά το σταλμένο από το θεό λοιμό, που θέρισε το στρατόπεδο των Αχαιών, και τη ρήση του μάντη Κάλχαντα, υποχρεώνεται να δώσει τη Χρυσηίδα, απαιτεί και παίρνει για αντάλλαγμα το δώρο του Αχιλλέα, τη Βρισηίδα. Θιγμένος ο Αχιλλέας ορκίζεται πως δε θα πολεμήσει πια και αποσύρεται με τους άνδρες του, ενώ παράλληλα στέλνει την αθάνατη μητέρα του, Θέτιδα, στο Δία, από τον οποίο και παίρνει την υπόσχεση να βοηθήσει τους Τρώες, ώστε να τιμηθεί ο γιος της.
(Β) Με την παραπλανητική προτροπή του Δία, ο οποίος έστειλε απατηλό όνειρο στον Αγαμέμνονα και του παράγγειλε να επιτεθεί, ο ελληνικός στρατός παρατάσσεται εναντίον των Τρώων. Ο ποιητής βρίσκει την ευκαιρία να δώσει πλήρη κατάλογο των πλοίων, των πόλεων και των αρχηγών των Ελλήνων αλλά και των Τρώων και των συμμάχων τους.
(Γ) Ακολουθεί η μονομαχία Μενελάου – Πάρη, η οποία γίνεται με όρκους και με τον όρο όποιος νικήσει να πάρει την Ελένη και τους θησαυρούς της Σπάρτης. Το αποτέλεσμα της μονομαχίας είναι αμφίβολο –η Αφροδίτη αρπάζει τον Πάρη και τον φέρνει στην αγκαλιά της Ελένης– και, ενώ ο Μενέλαος ψάχνει τον αντίπαλό του, ο Αγαμέμνονας διακηρύσσει τη νίκη του αδελφού του και απαιτεί την Ελένη με τους θησαυρούς, καθώς και τον τερματισμό του πολέμου.
(Δ) Η ανακωχή παραβιάζεται από τους Τρώες –παρεμβαίνει η Αθηνά σταλμένη από το Δία– και οι συγκρούσεις εντείνονται.
(Ε) Στην εξέλιξη της μάχης διακρίνεται ο Διομήδης, άριστος των Αχαιών, ο οποίος μάλιστα πληγώνει δύο θεούς, τον Άρη και την Aφροδίτη, που βοηθούσαν τους Τρώες.
(Ζ) Η δυσάρεστη για τους Τρώες τροπή της μάχης αναγκάζει τον Έκτορα να γυρίσει στην Τροία και να ζητήσει από τη μητέρα του Εκάβη να κάνει δέηση στην Αθηνά. Στις Σκαιές Πύλες του κάστρου συναντά τη γυναίκα του με το γιο του.
(Η) Ο Έκτορας επιστρέφει στη μάχη και μονομαχεί με τον Αίαντα, χωρίς αποτέλεσμα. Οι αντίπαλοι αποφασίζουν ανακωχή για την επόμενη μέρα, για να κάψουν τους νεκρούς, και οι Αχαιοί κτίζουν προστατευτικό κάστρο και το περιβάλλουν με τάφρο.
(Θ) Ο Δίας απαγορεύει στους θεούς να πάρουν μέρος στη μάχη που αρχίζει το πρωί. Η ζυγαριά με τις μοίρες του θανάτου γέρνει προς τους Aχαιούς, ενώ οι Tρώες ξεθαρρεύουν και στρατοπεδεύουν στο ύπαιθρο.
(Ι) Τριμελής πρεσβεία (Οδυσσέας, Αίαντας και Φοίνικας) έρχεται στον Αχιλλέα με πολλά δώρα, με την παράκληση να γυρίσει στη μάχη. Eκείνος όμως χολωμένος αρνείται κατηγορηματικά.
(Κ) Tην ίδια νύχτα, ο Οδυσσέας με το Διομήδη κατασκοπεύουν το στρατόπεδο των Τρώων και, από την άλλη πλευρά, ο Τρωαδίτης Δόλωνας κάνει απόπειρα κατασκοπείας, αλλά τελικά σκοτώνεται από τους δύο Έλληνες παρά την αντίθετη υπόσχεσή τους.
(Λ) Αρχίζει η τρίτη μέρα της μάχης. Στην αρχή αριστεύει ο Αγαμέμνονας, γρήγορα όμως πληγώνεται, όπως και ο Διομήδης, ενώ ο Αίαντας υποχωρεί.
(Μ, Ν, Ξ, Ο) Οι Τρώες διασπούν το τείχος των Αχαιών. Με την επέμβαση του Ποσειδώνα και το δόλο της Ήρας, που αποκοίμισε ερωτικά το Δία, οι Αχαιοί διώχνουν τους εχθρούς. Όμως, ο Δίας ξυπνάει και οι Τρώες, με τη βοήθεια του Απόλλωνα, γκρεμίζουν το τείχος και απειλούν να κάψουν τα ελληνικά καράβια. Η σκληρή μάχη μαίνεται.
(Π) Μπροστά στον άμεσο κίνδυνο, ο Αχιλλέας δέχεται να στείλει στη μάχη τους Μυρμιδόνες του με αρχηγό τον επιστήθιο φίλο του Πάτροκλο, στον οποίο μάλιστα έδωσε την πανοπλία του. Ο Πάτροκλος αποκρούει τους Τρώες και σκορπίζει το θάνατο. Όμως, ύστερα από μια θριαμβευτική αριστεία [(=ηρωικά κατορθώματα), < ἄριστος], θα σκοτωθεί και ο ίδιος από τον Έκτορα.
(Ρ) Γύρω από το πτώμα του Πάτροκλου ανάβει άγρια μάχη, στην οποία διακρίνεται ο Μενέλαος. Ο Έκτορας παίρνει και φοράει επιδεικτικά τα λαφυραγωγημένα όπλα του Πάτροκλου που είναι του Αχιλλέα.Ο Μενέλαος και οι δύο Αίαντες κατορθώνουν να διασώσουν το νεκρό από την ορμή του Έκτορα.
(Σ) Το ξέσπασμα του Αχιλλέα, όταν μαθαίνει το θλιβερό μήνυμα, είναι σπαρακτικό. Θρηνώντας δηλώνει στη μητέρα του Θέτιδα, που ήρθε να τον παρηγορήσει, την απόφασή του να σκοτώσει τον Έκτορα, και ας σκοτωθεί και ο ίδιος. Από τις δυνατές φωνές του Αχιλλέα υποχωρούν οι Τρώες, ενώ μέσα στη νύχτα ο Ήφαιστος κατασκευάζει, κατόπιν ικεσίας της Θέτιδας, καινούρια πανοπλία για τον Αχιλλέα. H περιγραφή της ασπίδας του είναι αριστοτεχνική.
(Τ, Υ, Φ) Ο Αχιλλέας, αφού συμφιλιώνεται με τον Αγαμέμνονα, ρίχνεται στον αγώνα. Ακολουθεί η αριστεία του Αχιλλέα, η μεγαλύτερη της Ιλιάδας, και η ανελέητη σφαγή των Τρώων στον ποταμό Σκάμανδρο. Οι θεοί παίρνουν μέρος στη μάχη, την τελευταία και αγριότερη του έπους.
(Χ) Όσοι γλίτωσαν από τη μανία του ήρωα κλείστηκαν στην Τροία και έμεινε μόνο ο Έκτορας, ο οποίος, παρά τις ικεσίες των δικών του, μονομαχεί με τον Αχιλλέα και σκοτώνεται. Ο Αχιλλέας, άμετρος στην εκδίκησή του, τον σέρνει δεμένο από τα πόδια στο άρμα του. Γοερός θρήνος ξεσπάει στην Τροία. 
(Ψ) Την επόμενη μέρα γίνεται η ταφή του Πάτροκλου και οργανώνονται αγώνες με βαρύτιμα έπαθλα προς τιμήν του.
(Ω) Δώδεκα μέρες μετά το θάνατο του Έκτορα, ο βασιλιάς της Τροίας Πρίαμος, οδηγημένος από τον Ερμή, έρχεται ικέτης στον Αχιλλέα, ο οποίος τον ευσπλαχνίζεται, του παραδίδει το σώμα του Έκτορα και δέχεται να μη γίνει πόλεμος για έντεκα μέρες, όσες χρειάζονται για την ταφή. Σκηνή πένθους και σύντομης περιγραφής της ταφής του Έκτορα επισφραγίζουν την Ιλιάδα.

Ιλιάδα, Π 855-858, X 361-364

Mε αυτά τα λόγι' απέθανε· και κλαίοντας θλιμμένη
την μοίραν, που νεότητα και ανδρείαν της επήρε,
από τα μέλη του η ψυχή κατέβηκε στον Άδη.
Nεκρόν τον επροσφώνησεν ο λαμπροφόρος Έκτωρ (ο Πηλείδης στο Χ).

(Μτφρ. Iάκωβος Πολυλάς)

Oι δύο θάνατοι, του Πάτροκλου και του Έκτορα, αναφέρονται με τέσσερις στίχους κάθε φορά, τους ίδιους και στις δύο περιπτώσεις. Kαι αυτοί οι στίχοι δε χρησιμοποιούνται για κανέναν άλλο ήρωα του έπους.

Περίληψη της Οδύσσειας

α Προοίμιο

Aνδρα μοι ἔννεπε, Mοῦσα, πολύτροπον, ὅς μάλα πολλὰ
πλάγχθη, ἐπεὶ Tροίης ἱερὸν πτολίεθρον ἔπερσε·
πολλὰ δ' ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω,
πολλ δ' ὅ γ' ἐν πόντῳ πάθεν ἄλγεα ὅν κατὰ θυμόν,
ἀρνύμενος ἥν τε ψυχὴν καί νόστον ἑταίρων.
ἀλλ' οὐδ' ὥς ἑτάρους ἐρρύσατο, ἱέμενός περ·
αύτῶν γὰρ σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο,
νήπιοι, οἵ κατά βοῦς Ὑπερίονος Ἠελίοιο
ἤσθιον· αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ.
τῶν ἁμόθεν γε, θεά, θύγατερ Διός, εἰπὲ καὶ ἡμῖν.

5

10

Tον άντρα, Mούσα, τον πολύτροπο να μου ανιστορήσεις, που βρέθηκε
ως τα πέρατα του κόσμου να γυρνά, αφού της Tροίας
πάτησε το κάστρο το ιερό.
Γνώρισε πολιτείες πολλές, έμαθε πολλών ανθρώπων τις βουλές,
κι έζησε, καταμεσής στο πέλαγος, πάθη πολλά που τον σημάδεψαν,
σηκώνοντας το βάρος για τη δική του τη ζωή και των συντρόφων του
τον γυρισμό. Kι όμως δεν μπόρεσε, που τόσο επιθυμούσε,
να σώσει τους συντρόφους.
Γιατί εκείνοι χάθηκαν απ' τα δικά τους τα μεγάλα σφάλματα,
νήπιοι και μωροί, που πήγαν κι έφαγαν τα βόδια
του υπέρλαμπρου Ήλιου· κι αυτός τους άρπαξε του γυρισμού τη μέρα.
Aπό όπου θες, θεά, ξεκίνα την αυτήν την ιστορία, κόρη του Δία,
και πες την και σ' εμάς.

(Mτφρ. Δ.N. Mαρωνίτης)


Ραψωδίες α-δ = Τηλεμάχεια (οι ραψωδίες είναι αφιερωμένες στον Τηλέμαχο)

(α) Μετά την επίκληση στη Μούσα, το έργο αρχίζει παρουσιάζοντας τον Οδυσσέα στον προτελευταίο σταθμό των περιπλανήσεών του, το νησί της Καλυψώς (Ωγυγία), όπου κρατείται επτά χρόνια, γιατί ο Ποσειδώνας είναι θυμωμένος μαζί του εξαιτίας της τύφλωσης του γιου του, του Kύκλωπα Πολύφημου. Τώρα, όμως, ο Ποσειδώνας λείπει και η Αθηνά αποσπά από το Δία την υπόσχεση να ειδοποιήσουν την Καλυψώ ότι πρέπει να αφήσει τον ήρωα ελεύθερο. Η ίδια, στο μεταξύ, με τη μορφή θνητού έρχεται στην Ιθάκη και προτείνει λύσεις στον Τηλέμαχο, γιο του Οδυσσέα, για να αντιμετωπίσει την κατάσταση στο παλάτι.
(β) Ο Τηλέμαχος, ακολουθώντας τις συμβουλές της Αθηνάς, συγκαλεί συνέλευση του λαού και εκθέτει τα παράπονά του για τη διαγωγή των μνηστήρων της μητέρας του. Όταν οι μνηστήρες, παρά τα θεϊκά σημάδια, αρνούνται να φύγουν από το παλάτι και οι Ιθακήσιοι δεν τολμούν να τον βοηθήσουν, το βράδυ φεύγει κρυφά, σύμφωνα με τη συμβουλή της Αθηνάς, η οποία τον συνοδεύει, με τη μορφή θνητού, στο ταξίδι για την Πύλο, για να μάθει κάτι για τον πατέρα του.
(γ) Στην Πύλο, ο βασιλιάς Νέστορας τους υποδέχεται εγκάρδια. Δε γνωρίζει όμως τίποτε για τον Οδυσσέα και συμβουλεύει τον Τηλέμαχο να πάει στη Σπάρτη και να ζητήσει πληροφορίες από το Μενέλαο. Η Αθηνά φεύγει μεταμορφωμένη σε αετό και την άλλη μέρα ο Τηλέμαχος, συνοδευόμενος από τον Πεισίστρατο, γιο του Νέστορα, ξεκινάει για τη Σπάρτη.
(δ) Στη Σπάρτη, ο Μενέλαος τους πληροφορεί πως, όπως είχε μάθει από το θαλασσινό θεό Πρωτέα, η Καλυψώ κρατούσε τον Οδυσσέα για χρόνια στο νησί της, παρά τη θέλησή του. Στο μεταξύ, στην Ιθάκη, οι μνηστήρες και η Πηνελόπη μαθαίνουν για την αναχώρηση του Τηλέμαχου. Τη βασίλισσα, που αγωνιά για το γιο της, καθησυχάζει όνειρο σταλμένο από τη θεά Αθηνά, ενώ οι μνηστήρες αποφασίζουν να στήσουν ενέδρα στο γιο του Οδυσσέα σε κοντινό νησί και, καθώς θα επιστρέφει στο νησί του, να τον σκοτώσουν.

Ραψωδίες ε-θ = Φαιακίδα (οι ραψωδίες είναι αφιερωμένες στον Οδυσσέα)

(ε) O Ερμής φτάνει στο νησί της Καλυψώς και της ανακοινώνει την απόφαση των θεών για αναχώρηση του Οδυσσέα. Η Καλυψώ, αναγκασμένη να συμμορφωθεί, βοηθάει τον ήρωα να κατασκευάσει μέσα σε λίγες ημέρες σχεδία με την οποία και ανοίγεται στο πέλαγος. Tη δέκατη όγδοη, όμως, ημέρα ταξιδιού, ο Ποσειδώνας κομματιάζει τη σχεδία και ο Oδυσσέας, κολυμπώντας επί δύο μερόνυχτα, κατορθώνει να φτάσει στο νησί των Φαιάκων.
(ζ, η) H Nαυσικά, βασιλοπούλα του τόπου, βρίσκει στην παραλία το ναυαγό και τον οδηγεί στο παλάτι του πατέρα της Αλκίνοου.
(θ) Το βασιλικό ζεύγος Αλκίνοου και Αρήτης φιλοξενεί τον Οδυσσέα εγκάρδια και του υπόσχεται να τον βοηθήσει να γυρίσει στην πατρίδα του. Ακολουθεί αποχαιρετιστήριο γεύμα.

Ραψωδίες ι-μ = Mεγάλοι Απόλογοι (αποτελούν τις αφηγήσεις του Οδυσσέα)

(ι) Την επομένη συνεχίζεται η φιλοξενία. Tο βράδυ ο Οδυσσέας αποκαλύπτει το όνομά του και αρχίζει να αφηγείται τις περιπέτειές του μετά την αναχώρησή του από την Τροία. Περιγράφει τη δοκιμασία του: στη Θράκη, στη χώρα των Κικόνων, στη χώρα των Λωτοφάγων, όπου με το γλυκό καρπό κινδύνευσαν να ξεχάσουν το γυρισμό, και στη χώρα των Κυκλώπων, όπου χάνει τους περισσότερους συντρόφους του, αλλά τελικά νικά με δόλο, μεθώντας, τον Κύκλωπα Πολύφημο, τον οποίο τυφλώνει.
(κ) Ο Οδυσσέας συνεχίζει την αφήγησή του με τις περιπέτειες στο νησί του Αιόλου, θεού των ανέμων, και στη χώρα των ανθρωποφάγων Λαιστρυγόνων, όπου χάνει όλα του τα πλοία εκτός από το δικό του. Με αυτό φτάνει στο νησί της μάγισσας Κίρκης, η οποία μεταμόρφωσε τους συντρόφους του σε χοίρους. Για να φύγει από το νησί της Κίρκης (Αιαία), ύστερα από έναν ολόκληρο χρόνο, αναγκάζεται πρώτα να επισκεφθεί τη χώρα των νεκρών.
(λ) Στον Κάτω κόσμο των νεκρών (Νέκυια < νέκυς-υος, ο, =νεκρός), ο Οδυσσέας συζητάει με τις ψυχές του μάντη Τειρεσία, της μητέρας του Αντίκλειας, του συντρόφου του Ελπήνορα και επιφανών ηρώων (Aγαμέμνονα, Aχιλλέα, Aίαντα).
(μ) Συνεχίζοντας το ταξίδι του, αφού αντιμετωπίζει τις Σειρήνες, τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, φτάνει στο νησί Θρινακία, όπου οι σύντροφοί του πεινασμένοι έσφαξαν τις ιερές αγελάδες του Ήλιου και πλήρωσαν την πράξη τους με το θάνατό τους (τιμωρία του Δία). Μόνος ο Οδυσσέας, έπειτα από περιπλάνηση, φτάνει στο νησί της Καλυψώς, η οποία θέλει να τον κρατήσει για πάντα κοντά της.

Pαψωδίες ν-ψ = Μνηστηροφονία

(ν) Την άλλη μέρα ο Οδυσσέας, με πλούσια δώρα των Φαιάκων, αναχωρεί από τη χώρα τους και το άλλο πρωί οι ναύτες τον αφήνουν κοιμισμένο σε έρημη αμμουδιά της Ιθάκης. Όταν ξυπνάει, η Αθηνά τον κατατοπίζει για τους νέους αγώνες που τον περιμένουν, τον μεταμορφώνει σε ζητιάνο και τον στέλνει στην καλύβα του Εύμαιου, του πιστού χοιροβοσκού του.
(ξ) Ο Εύμαιος φιλοξενεί πρόθυμα τον άγνωστο ζητιάνο.
(ο) Στο μεταξύ, ο Τηλέμαχος, παρακινημένος από την Αθηνά, φεύγει από τη Σπάρτη και, αφού ξεφεύγει την ενέδρα των μνηστήρων, φτάνει στην Ιθάκη και πηγαίνει στην καλύβα του Εύμαιου.
(π) Εκεί, στο διάστημα που ο Εύμαιος πηγαίνει να ειδοποιήσει την Πηνελόπη ότι ο γιος της γύρισε, γίνεται η αναγνώριση του Οδυσσέα από το γιο του. Από κοινού μελετούν την τιμωρία των μνηστήρων.
(ρ) Την άλλη μέρα ο Τηλέμαχος φεύγει για την πόλη και λίγο αργότερα ο Οδυσσέας με τον Εύμαιο φτάνουν στο παλάτι, όπου οι μνηστήρες προσβάλλουν κάθε τόσο το μεταμορφωμένο σε ζητιάνο ήρωα.
(σ) Με την έμπνευση της Αθηνάς, η Πηνελόπη δηλώνει στους μνηστήρες πως ήρθε η ώρα να ξαναπαντρευτεί, τώρα που ο γιος της μεγάλωσε και ο Οδυσσέας έχει πια χαθεί. Zητάει από όλους δώρα, κατά τη συνήθεια, οι μνηστήρες δέχονται και ο Οδυσσέας χαίρεται με την πονηριά της γυναίκας του.
(τ) Αργότερα, ο Οδυσσέας συναντά την Πηνελόπη μόνη και τη βεβαιώνει ότι ο άνδρας της θα γυρίσει, χωρίς όμως να την πείσει. Η γριά Ευρύκλεια, η σκλάβα που είχε αναθρέψει το βασιλιά, τον αναγνωρίζει καθώς του πλένει τα πόδια, από ένα σημάδι στο μηρό, εκείνος όμως της επιβάλλει σιγή. Ανυποψίαστη η Πηνελόπη εμπιστεύεται στον ξένο πως την άλλη μέρα θα καλέσει τους μνηστήρες σε αγώνα με το τόξο του Οδυσσέα, ώστε να επιλέξει για άνδρα της τον πιο δυνατό.
(υ) Η νύχτα περνάει ανήσυχη και για τον Οδυσσέα και για την Πηνελόπη. Ωστόσο, τα καλά σημάδια όλο και πληθαίνουν και προμηνύουν την τιμωρία των μνηστήρων.
(φ) Στον αγώνα τόξου, το άλλο πρωί, κανένας από τους μνηστήρες δεν καταφέρνει να τεντώσει το τόξο. Στο τέλος, ο Οδυσσέας το παίρνει με πονηριά και το τεντώνει με ευκολία.
(χ) Ο Οδυσσέας, έχοντας μαζί του τον Τηλέμαχο και δυο πιστούς δούλους, τον Εύμαιο και το Φιλοίτιο, στους οποίους πριν από λίγο είχε φανερωθεί, σκοτώνει όλους τους μνηστήρες. Στη συνέχεια, τιμωρούν τις άπιστες υπηρέτριες και γίνεται ο καθαρμός του ανακτόρου.
(ψ) Ακολουθεί, με πολλές δραματικές διακυμάνσεις, η αναγνώριση του Οδυσσέα από την Πηνελόπη και η ένωση των δύο συζύγων. O Oδυσσέας διηγείται μερικές από τις περιπέτειές του (Mικροί Aπόλογοι). Το πρωί, ο ήρωας φεύγει για το κτήμα έξω από την πόλη, όπου ζούσε αποτραβηγμένος ο πατέρας του Λαέρτης.

Η τελευταία ραψωδία χρησιμεύει ως επίλογος

(ω) Γίνεται η αναγνώριση του Οδυσσέα από το γέρο πατέρα του. Υπενθυμίζεται η τύχη των πεθαμένων μνηστήρων (δεύτερη κάθοδος στον Άδη, Mικρή Nέκυια) και ακολουθούν οι αντιδράσεις των κατοίκων της Ιθάκης για τη μνηστηροφονία. Τελικά όμως στη μάχη, με τη μεσολάβηση της θεάς Αθηνάς, οι αντίμαχοι συμφιλιώνονται και αποκαθίσταται η πολιτική και ηθική τάξη στην Ιθάκη.

TITΛOI PAΨΩΔIΩN IΛIAΔAΣ

A Λοιμός – Mῆνις (αριθμός στίχων 601).
Β Ὄνειρος, Διάπειρα (απόπειρα, δοκιμή), Βοιώτεια ἤ Κατάλογος νεῶν (877).
Γ Ὅρκοι, Τειχοσκοπία, Ἀλεξάνδρου - Μενελάου μονομαχία (461).
Δ Ὁρκίων σύγχυσις, Ἀγαμέμνονος ἐπιπώλησις (=επιθεώρηση) (544).
Ε Διομήδους ἀριστεία (909).
Ζ Ἕκτορος καὶ Ἀνδρομάχης ὁμιλία (529).
Η Ἕκτορος καὶ Αἴαντος μονομαχία. Νεκρῶν αναίρεσις (=ταφή) - Τειχοδομία (482).
Θ Κόλος (=κολοβή, σύντομη) μάχη (565).
Ι Πρεσβεία πρὸς Ἀχιλλέα. Λιταί (=ικεσίες) (713).
Κ Δολώνεια (579).
Λ Ἀγαμέμνονος ἀριστεία (848).
Μ Τειχομαχία (471).
Ν Μάχη ἐπί ταῖς ναυσὶν (837).
Ξ Διός ἀπάτη (522).
Ο Παλίωξις (=στροφή προς τα πίσω και καταδίωξη) παρὰ τῶν νεῶν (=πλοίων) (746).
Π Πατρόκλεια (867).
Ρ Μενελάου αριστεία (761).
Σ Ὁπλοποιία (617).
Τ Μήνιδος απόρρησις (=αποκήρυξη, άρνηση της οργής) (424).
Υ Θεομαχία (503).
Φ Μάχη παραποτάμιος (611).
Χ Ἕκτορος ἀναίρεσις (515).
Ψ Ἆθλα ἐπί Πατρόκλῳ (897).
Ω Ἕκτορος λύτρα (=χρήματα για εξαγορά) (804).

TITΛOI PAΨΩΔIΩN OΔΥΣΣΕΙΑΣ

α Θεῶν αγορά (=συνέλευση). Ἀθηνᾶς παραίνεσις (=συμβουλή) πρός Τηλέμαχον (αριθμός στίχων 444).
β Ἰθακησίων αγορά. Τηλεμάχου ἀποδημία (=αναχώρηση) (434).
γ Τὰ ἐν Πύλῳ (497).
δ Τὰ ἐν Λακεδαίμονι (847).
ε Ὀδυσσέως σχεδία (=πλοιάριο) (493).
ζ Ὀδυσσέως ἄφιξις εἰς Φαίακας(331).
η Ὀδυσσέως εἴσοδος πρὸς Ἀλκίνοον (347).
θ Ὀδυσσέως σύστασις πρὸς Φαίακας (586).
ι Ἀλκινόου ἀπόλογοι. Κυκλώπεια (566).
κ Τὰ περὶ Αἰόλου, Λαιστρυγόνων καὶ Κίρκης (574).
λ Νέκυια - Οδυσσέως κάθοδος εἰς Ἅιδην (640).
μ Σειρήνες, Σκύλλα καὶ Χάρυβδις, Βόες Ἡλίου (453).
ν Ὀδυσσέως ἀπόπλους παρά Φαιάκων καὶ ἄφιξις εἰς Ἰθάκην (440).
ξ Ὀδυσσέως πρὸς Εὔμαιον ὁμιλία (533).
ο Τηλεμάχου πρός Εὔμαιον ἄφιξις (557).
π Τηλεμάχου ἀναγνωρισμός Ὀδυσσέως (481).
ρ Τηλεμάχου ἐπάνοδος εἰς Ἰθάκην (606).
σ Ὀδυσσέως καὶ Ἴρου πυγμή (πυγμαχία) (428).
τ Ὀδυσσέως καὶ Πηνελόπης ὁμιλία. Τὰ νίπτρα (=νερό για νίψιμο) (604).
υ Τὰ πρὸ τῆς μνηστηροφονίας (394).
φ Τόξου θέσις (434).
χ Μνηστηροφονία (501).
ψ Ὀδυσσέως ὑπό Πηνελόπης ἀναγνωρισμός (372).
ω Σπονδαί (=συνθήκη, ανακωχή) - Ὀδυσσεύς και Λαέρτης (548).
      
Λογοτεχνική έκφραση
Tεχνική

Στα ομηρικά έπη υπάρχει αξιοθαύμαστη τεχνική. Ο ποιητής οργανώνει με τέχνη τα μέρη ενός θέματος, ώστε να προκαλεί το ενδιαφέρον του ακροατή με τη συνεχή εξέλιξη, την εναλλαγή, την ποικιλία, τη συμμετρία και την αντίθεση. Παράλληλα, χρησιμοποιεί όλα τα εκφραστικά μέσα: εικόνες, ρεαλιστικές περιγραφές τοπίου, παρομοιώσεις, μεταφορές, συμβολισμούς, ερωταποκρίσεις, διάλογο και μονόλογο, κυκλική σύνθεση κ.ά.

Tεχνικοί τρόποι

Οι τεχνικοί τρόποι που χρησιμοποιεί για την επίτευξη των στόχων του αποτελούν γνωρίσματα της προφορικής ποίησης και είναι:

α. Προοικονομία, όταν δηλαδή προετοιμάζονται οι σκηνές που θα ακολουθήσουν και προειδοποιείται ο ακροατής γι' αυτά που θα γίνουν· προβάλλεται έτσι το περιεχόμενο σε αδιάσπαστη ενότητα.  

β. Επιβράδυνση, όταν ο ποιητής παρεμβάλλει κάποια διήγηση, σε καίρια σημεία των επών, αποσπώντας έτσι την προσοχή του ακροατή από το κύριο θέμα και αυξάνοντας την ένταση και την αγωνία του.

γ. Παρομοίωση (περισσότερες από 200 φορές συνολικά και στα 2 έπη), όταν συγκρίνεται ή παραβάλλεται ένα πρόσωπο ή πράγμα με κάτι άλλο. Ο ποιητής αντλεί το υλικό του από την πλούσια φύση και την κοινωνική ζωή, εκφράζοντας έτσι την αγάπη του και για τα δύο. Η λειτουργικότητα της παρομοίωσης είναι πολλαπλή: στολίζει και ενισχύει τη διήγηση, διασπώντας τη μονοτονία, ανακόπτει πρόσκαιρα τη δράση και ενδυναμώνει κατάλληλα την ψυχική διάθεση των ακροατών με τους συναισθηματικούς τόνους που τη διατρέχουν. Παράλληλα, η ειρηνική ζωή είναι παρούσα στην ατμόσφαιρα του πολέμου.

δ. Ειρωνεία, όταν τα πρόσωπα του έργου αγνοούν την αλήθεια, που τη γνωρίζει ο αναγνώστης/ακροατής. O ομιλητής, δηλαδή, ή ο ακροατής δεν ξέρει την αλήθεια, ενώ το ακροατήριο τη γνωρίζει. O Oδυσσέας, π.χ., κλαίει ξυπνώντας (ν 200), γιατί πιστεύει ότι οι Φαίακες δεν τον αποβίβασαν στην Iθάκη.

ε. Η συχνή επανάληψη ορισμένων τυπικών στίχων ή τυπικών λέξεων (τεχνική των λογοτύπων), που πλαισιώνουν τους λόγους, συνοδεύουν το όνομα των ηρώων και παρέχουν στην αφήγηση χαρακτήρα επίσημο. H επανάληψη έχει μεγάλη σημασία τόσο για την απομνημόνευση όσο και ως τεκμήριο ενσωμάτωσης λαϊκών ποιητικών τύπων.

στ. Η σταθερή χρήση κάποιων «κοσμητικών» επιθέτων, που συνοδεύουν ένα όνομα θεού, ήρωα αλλά και ομάδα προσώπων, π.χ. «Αθηνά γαλανόφθαλμη» (γλαυκῶπις), «Τηλέμαχος φρόνιμος» (πεπνυμένος), «Αχαιοί μεγαλόψυχοι» (μεγάθυμοι). Τα επίθετα αυτά, έκφραση της πλαστικότητας της ελληνικής γλώσσας, είναι κατά κανόνα σύνθετα και εντυπωσιάζουν με την έκταση και την αξία του νοήματός τους. Η ποικιλία των επιθέτων καθιστά ανάγλυφες τις διαφορές ανάμεσα στα πρόσωπα.

Η εναλλαγή στην έκφραση και η ποικιλία στην τεχνική χαρακτηρίζουν την τέχνη του Ομήρου και εικονογραφούν την ιδιαιτερότητα του ομηρικού ύφους, που συνδυάζει την προφορική λαϊκή παράδοση και την πρωτοτυπία της ατομικής ποιητικής δημιουργίας.

Γλώσσα – Mέτρο

Η γλώσσα των ομηρικών επών είναι η πρώτη πανελλήνια λογοτεχνική γλώσσα. Ο κορμός της είναι η ιωνική διάλεκτος, κατανοητή απ' όλο τον ελληνικό κόσμο, περιέχει όμως και αιολικά στοιχεία με ελάχιστα αττικά.

Ο Όμηρος χρησιμοποιεί με απόλυτη άνεση το στίχο, το δακτυλικό ή ηρωικό εξάμετρο, στίχο πλαστικό και ευλύγιστο. Eίναι το μέτρο στο οποίο έχει γραφτεί όλη η επική ποίηση των αρχαίων. Αποτελείται από πέντε δακτύλους (-'˘˘) και έναν τροχαίο (-˘) ή σπονδείο (- -) στο τέλος, που χωρίζεται στο μέσο από μια τομή. Κάθε δάκτυλος σχηματίζεται από μια μακρόχρονη και δύο βραχύχρονες συλλαβές, που η κανονική εναλλαγή τους (προσωδία) δημιουργεί στην αρχαία ελληνική ποίηση την αναγκαιότητα του μέτρου για απομνημόνευση.

         ˘ ˘ - ˘ ˘˘ --''- ˘'' ˘ ˘ - ˘ ˘ - ˘''

π.χ. Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, / πολύτροπον, ὅς μάλα πολλά...

O πολιτισμός των επών

Ο πολιτισμός τον οποίο περιγράφουν τα ομηρικά έπη είναι κυρίως ο μυκηναϊκός (12ος αι. π.X.), με στοιχεία μεταγενέστερα έως την εποχή του ποιητή. Τα παλάτια (δώματα-μέγαρα), πλούσια και μεγάλα, όπου ζουν οι ήρωες, είναι όμοια με αυτά που ανακαλύφθηκαν στις αρχαιολογικές ανασκαφές στα διάφορα μέρη της Ελλάδας (Μυκήνες, Τίρυνθα, Πύλο, Κνωσό, Φαιστό κ.ά.) και στην Τροία. Πρόκειται κυρίως για πολιτισμό συνδεδεμένο με τον πολιτικό και κοινωνικό κόσμο του μακρινού παρελθόντος, έτσι όπως έφτασε έως τηνεποχή του ποιητή (8ος αι. π.Χ.)

Στα έπη αντικατοπτρίζεται η παραδοσιακή εικόνα του κόσμου των ανθρώπων των γεωμετρικών χρόνων (11ος-8ος αι. π.X.) και των αριστοκρατικών ιδεωδών των ηρώων του παρελθόντος (ηρωικές περιπέτειες και αγώνες), αλλά ταυτόχρονα δίνεται και ο ραγδαίος μετασχηματισμός της εικόνας αυτής που προηγήθηκε του αποικισμού και της ακμής τουεμπορίου στα μετέπειτα χρόνια.

Ο κόσμος αυτός προβάλλεται σε δύο φάσεις: σε καιρό πολέμου, στην Ιλιάδα, και σε καιρό ειρήνης, στην Οδύσσεια. Η αντίληψη για την ανθρώπινη ζωή αναδύεται μέσα και από τους δύο αυτούς κόσμους. Σημαντικό συστατικό στοιχείο του κόσμου των επών είναι η κοινωνία των ολύμπιων θεών, ενωμένη με χαλαρό σύνδεσμο κάτω από την κυριαρχία του Δία. Η προσέγγιση ανθρώπων και θεών γίνεται με τρόπο εντυπωσιακό.

Ι. Θρησκεία – ηθική

Οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου και οι άλλες υποδεέστερες θεότητες αποτελούν το θρησκευτικό κύκλο των ομηρικών επών. Zουν ευτυχισμένοι στον Όλυμπο ή απλούστερα στον ουρανό, είναι αθάνατοι, ωραιότεροι και πολύ ισχυρότεροι από τους ανθρώπους.Έχουν σώμα με θείο αίμα που ονομάζεται ἰχώρ (ὁ), τρέφονται με ἀμβροσία (= αθανασία) και πίνουν νέκταρ (= οίνο ερυθρό).

Η λατρεία των θεών γίνεται στους ναούς και εκδηλώνεται με θυσίες και προσφορές: σπονδές (< σπένδω = χύνω οίνο) για τους θεούς και χοές (< χέω) για τους νεκρούς και τις χθόνιες θεότητες. Αναφέρονται επίσης αγάλματα θεών, βωμοί και ιεροί χώροι. Οι θυσίες αποτελούν σταθερό στοιχείο της ευσέβειας· μεγαλύτερες ήταν οι ἑκατόμβες (εκατό βόδια), που δήλωναν περισσότερο την πανηγυρική επίσημη θυσία.

Οι ιερείς και οι μάντεις είναι αξιοσέβαστα πρόσωπα, που προβλέπουν τη θέληση των θεών από το πέταγμα των πουλιών (οἰωνός = πτηνό – οἰωνοπόλοι, οἰωνοσκόποι), τις συναντήσεις προσώπων και τα όνειρα (ὀνειροπόλοι, ὀνειροσκόποι). Έτσι, για παράδειγμα, ο Θεστορίδης Κάλχας για τους Έλληνες και ο Πριαμίδης Έλενος για τους Τρώες ήταν περίφημοι μάντεις στον Tρωικό πόλεμο.

Οι αγγελιαφόροι και οι κήρυκες (Διὸς ἄγγελοι) είναι, επίσης, ιερά πρόσωπα, προστατευόμενα από το Δία, και με το σύμβολο του αξιώματός τους (σκῆπτρον) μπορούν να πηγαινοέρχονται ελεύθερα στα αντίπαλα στρατόπεδα.

Ο ομηρικός άνθρωπος πιστεύει στην ύπαρξη της ψυχής, στο μεταθανάτιο αποχωρισμό της από το σώμα, καθώς και στην εγκατάστασή της στον Άδη. Οι σκιές των νεκρών (εἴδωλα καμόντων) περιφέρονται άσαρκες στον Kάτω κόσμο, τιμωρούνται στον σκοτεινό Τάρταρο ή ανταμείβονται στα Ἠλύσια πεδία (άλλη ονομασία: Μακάρων νήσοι = ευλογημένα νησιά), ανάλογα με τις πράξεις τους.

ΙΙ. Οι θεοί στο έπος

Iδιότητες

Η παντοδυναμία των θεών είναι εμφανής, αλλά και αυτοί, όπως και οι άνθρωποι, έχουν πάθη και ελαττώματα, που τους φέρνουν συχνά σε επαφή με τους ανθρώπους: άλλοτε με τη δική τους θεϊκή μορφή και άλλοτε με ανθρώπινη (ανθρωπομορφισμός). Η επαφή αυτή είναι φιλική και οικεία, ενίοτε όμως γίνεται εχθρική και σκληρή. Στην Iλιάδα οι θεοί στους οποίους πιστεύουν και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές είναι οι ίδιοι, αλλά οι προσωπικές τους συμπάθειες διαφορετικές· άλλοι υποστηρίζουν ολόψυχα τους Αχαιούς (Ήρα, Αθηνά, Ποσειδώνας) και άλλοι είναι με το μέρος των Τρώων(Απόλλωνας, Αφροδίτη).

Οι θεοί μεταμορφώνονται ελεύθερα και μεταμορφώνουν επίσης τους ανθρώπους, κατά βούληση. Μπορούν να θεραπεύουν και να ανανεώνουν, να αποκοιμίζουν και να αφυπνίζουν, να καταστρέφουν και να διασώζουν. Αναμειγνύονται, με τρόπο υπερφυσικό, στην ανθρώπινη δράση, παίρνουν μέρος στη μάχη (θεομαχία) και έτσι το έπος κινείται σ' ένα διπλό επίπεδο, με την εναλλαγή σκηνών μεταξύ ανθρώπων και θεών.

ΙΙI. H θεϊκή οικογένεια

Εικόνα

Δίας

Κάθε θεός έχει τη δική του προσωπικότητα, η υπεροχή όμως του Δία (ὁ Ζεύς, του Διὸς) είναι αναμφισβήτητη· κύριος όλων είναι ο υπέρτατος κυβερνήτης, «πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε». Θεός του ουρανού και αίτιος των φυσικών φαινομένων (νεφεληγερέτα = αυτός που συναθροίζει τα νέφη – κελαινεφής = μαυροσύννεφος – τερπικέραυνος = αυτός που αγαπάει τον κεραυνό), είναι προστάτης των αρχόντων και των βασιλέων, συγκαλεί και διαλύει τις συνελεύσεις των θεών και των ανθρώπων. Επιστατεί στην τήρηση των όρκων, προστατεύει τους φιλοξενούμενους και τους ικέτες (Ξένιος ή Ξείνιος, Ἱκετήσιος), στέλνει τα καλά και τα κακά σημάδια (οἰωνοί) στους ανθρώπους και φροντίζει για τη διακυβέρνηση και την απονομή της δικαιοσύνης.

Εικόνα
Ποσειδώνας

Δεύτερος μεγάλος και δυνατός θεός είναι ο Ποσειδώνας (Ποσειδών, -ῶνος), γιος του Κρόνου και της Ρέας, αδελφός του Δία και σύζυγος της Αμφιτρίτης. Θεός της θάλασσας και όλων των υδάτων, σείει (ἐνοσίχθων) και κρατάει τη γη(γαιήοχος)· όπλο και σύμβολό του είναι η τρίαινα, κοντάρι με τρεις αιχμές. Κυριαρχεί ιδιαίτερα στην Οδύσσεια και προκαλεί, έως ένα σημείο, τις περιπέτειες του Οδυσσέα.

Εικόνα
Άδης

Ο τρίτος Κρονίδης, ο Άδης (Πλούτων), ορίζει το βασίλειο του Κάτω κόσμου και είναι ο βασιλιάς των νεκρών.

Λοιποί θεοί

Καθοριστικό ρόλο διαδραματίζουν επίσης: η Ήρα, αδελφή και γυναίκα του Δία, πρώτη από τις θεές, τα παιδιά της Λητώς, ο Απόλλωνας και η Άρτεμη, η Παλλάδα Αθηνά, κόρη του Δία, ο Άρης, πολεμικός θεός, ο Ερμής, αγγελιαφόρος των θεών, η Αφροδίτη, η πιο όμορφη από τις θεές, και ο χωλός (= κουτσός) σύζυγος της Aφροδίτης Ήφαιστος, η πιο συμπαθητική θεϊκή μορφή.

Aντιλήψεις για το θείο

Η θεία δικαιοσύνη αρχικά δεν έχει τη θέση που θα προσλάβει αργότερα· υπάρχει μόνο στο μέτρο όπου ο κυρίαρχος Δίας ενεργεί ως διαιτητής μεταξύ των θεών, εμποδίζοντας την υπερβολική αυθαιρε-σία και αδικία. Πέρα όμως από τους θεούς προβάλλει η πίστη σε μιαν απρόσμενη μοίρα, σκοτεινή και ακαθόριστη, που καθορίζει το πεπρωμένο κάθε ανθρώπου στη διάρκεια της ζωής του, θεά ισχυρή (Mοῖρα, Aἶσα > αἴσιος - αἰσυμνήτης = κυβερνήτης), στη θέληση της οποίας δεν αντιστέκεται ούτε ο ίδιος ο Δίας. Αυτός που παίρνει άδικα κάτι, πάνω απ' ό,τι πρέπει και του αναλογεί (ὑπὲρ μόρον, ὑπὲρ αἶσαν), τιμωρείται. Οι θεοί λοιπόν και η μοίρα κυβερνούν την τύχη των ανθρώπων.

ΙV. Kοινωνία

Kοινωνική οργάνωση

Η κοινωνική οργάνωση που παρουσιάζεται στα ομηρικά έπη είναι προγενέστερη της εποχής του ποιητή. Η κοινωνία απαρτίζεται από τους λαούς (= απλοί άνθρωποι, στρατιώτες, πολεμιστές) και τους βασιλεῖς, που τους κυβερνούν και οι οποίοι φέρουν σκήπτρα χρυσά, σύμβολα της βασιλικής εξουσίας.

Η κοινωνική ζωή είναι οργανωμένη γύρω από το βασιλιά (στη λέξη βασιλεὺς ενυπάρχει η λέξη λεὼς = λαός), που έχει πολλά δικαιώματα. Κατ' αρχάς, ο βασιλιάς (άρχων, ηγεμών) είναι πλούσιος, με πολλούς δούλους και κοπάδια ζώων και ζει σε μεγάλα και λαμπρά παλάτια. H βασιλική εξουσία καλύπτει τρεις αρμοδιότητες: τη στρατιωτική, τη θρησκευτική και τη δικαστική. Είναι αρχηγός του λαού στον πόλεμο, συγκαλεί και διευθύνει τις μεγάλες συνελεύσεις (ἀγοραὶ τοῦ δήμου), που προαναγγέλλουν την αρχή της πολιτικής ζωής, απονέμει τη δικαιοσύνη και οργανώνει τις μεγάλες θυσίες και τους αγώνες, στους οποίους παίρνουν μέρος όλοι οι πολίτες. Έχει ως πρώτιστο μέλημα να προστατεύει τους δικούς του και ως βασική αρετή την πολεμική ικανότητα. Συνήθως, επειδή οι σωματικές και πνευματικές αρετές του θεωρούνται θεία δώρα, ονομάζεται διογενὴς και διοτρεφής, καταγόμενος δηλαδή από τον Δία.

Ήρωες

Οι ήρωες είναι προφανώς βασιλιάδες με ευγενική καταγωγή και πολεμιστές. Όπου παρουσιάζονται απλοί άνθρωποι, επώνυμοι και ανώνυμοι (χοιροβοσκοί, επαίτες, υπηρέτριες, παραμάνες κ.ά.), αυτοί αποτελούν πάντοτε το περιβάλλον ενός ηγεμόνα.

H ομηρική κοινωνία έχει δύο όψεις: τον εμπόλεμο κόσμο των ηρώων και τον ειρηνικό των απλών ανθρώπων. Οι δύο αυτοί κόσμοι απεικονίζονται στην ασπίδα του Αχιλλέα (Σ της Ιλιάδας) και αντιπαρατίθενται με ενάργεια και στα δύο έπη. Οι ήρωες στην Ιλιάδα είναι αναμφίβολα ωραίοι, όμοιοι με τους θεούς (θεοειδεῖς) και γενναίοι, αλλά δρουν πάντοτε στα όρια του ανθρώπινου μέτρου, ακόμη και όταν είναι γιοι μιας θεάς και ενός θνητού (όπως ο Αχιλλέας ή ο Αινείας). Παρά τις επεμβάσεις των θεών που τους προστατεύουν, δεν μπορούν να απαλλαγούν από τη διπλή μοίρα τους: να υποφέρουν και να πεθάνουν. Παρά το μεγαλείο τους, παραμένουν «θνητοί». Όμως, ακόμη και όταν υποχωρούν μπροστά στη δύναμη ενός θεού, δε συντρίβονται, αλλά διατηρούν μια χαρακτηριστική υπερηφάνεια στις πράξεις τους.

Οι μορφές των ομηρικών ηρώων προβάλλονται αθάνατες. Από την πλευρά των Αχαιών: ο Αγαμέμνονας, πρότυπο πολιτικής και πολεμικής αρετής, ο Μενέλαος, συναρχηγός και σχεδόν ομότιμος του αδελφού του, με μικρότερη επιρροή και πρωτοβουλία, ο γερο-Νέστορας, με σύνεση και ρητορική δεινότητα, ο τολμηρός και πολυμήχανος Οδυσσέας και πολλοί άλλοι (οι δύο Αίαντες, ο Διομήδης, ο Ιδομενέας). Kατεξοχήν ήρωας όμως είναι ο ημίθεος, θεόμορφος Αχιλλέας, πρότυπο ανδρείας, ηρωισμού και πολεμικής τέχνης· δίπλα του ο επιστήθιος φίλος του Πάτροκλος.

Από την πλευρά των Τρώων: ο Πριαμίδης Έκτορας, ο άριστος των τρωικών ηρώων και ο ιδανικότερος τύπος του ήρωα που υποτάσσει τον εαυτό του στο καθήκον και στο συναίσθημα της τιμής. Άλλοι ευγενείς Τρώες: ο Αινείας, ο Πολυδάμας, ο Σαρπηδόνας, ο Πάρις, ο μάντης Έλενος. Γυναικείες μορφές: η Εκάβη, σύζυγος του Πρίαμου, η Ανδρομάχη, σύζυγος του Έκτορα, η Κασσάνδρα, η ωραιότερη κόρη του Πρίαμου. H θέση όμως των γυναικών στο έπος συνδέεται με την ίδια τη δομή της κοινωνίας, βασική μονάδα της οποίας είναι ο οἶκος, όπου η γυναίκα περιορίζεται.

Εικόνα
Aξίες στην Iλιάδα

Οι ήρωες επιδιώκουν τη διάκριση («αἰὲν ἀριστεύειν...»), αγωνίζονται για τα ιδανικά («εἶς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης»), ακολουθούν έναν κώδικα τιμής, θάρρους και σεβασμού προς τους θεούς, τους νεκρούς και τους ηλικιωμένους. H αμοιβαία εκτίμηση των προσώπων παραμένει υπόδειγμα πολιτισμού.

Οι ήρωες πολεμούν, αλλά ο ποιητής δε συντάσσεται με κανένα από τα δύο στρατόπεδα, κρατώντας τη ζυγαριά σε ισορροπία, χωρίς μεροληψίες. Οι αντιμέτωποι λαοί αναφέρονται ως ταυτόσημοι. Μιλούν την ίδια γλώσσα, έχουν τους ίδιους θεούς και ασκούν την ίδια λατρεία. Ο Όμηρος αγνοεί την πολιτισμική αντίθεση Ελλήνων και Ασιατών που βρίσκουμε στην ιστορική αφήγηση των Mηδικών πολέμων του Ηροδότου.

Εικόνα
Aξίες στην Oδύσσεια

Η Οδύσσεια παρουσιάζει έναν κόσμο αρκετά διαφορετικό. Οι ήρωες δεν είναι εξιδανικευμένοι και ανήκουν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Ανώτατο ιδανικό δεν είναι η ανδρεία αλλά η εξυπνάδα, η δεξιοτεχνία του κεντρικού ήρωα, του Οδυσσέα· η μορφή του παρουσιάζεται πολύπλευρη και αθάνατη στους αιώνες. Ο ποιητής έδωσε στον Οδυσσέα, σε μιαν ισορροπημένη αρμονία, όλες τις αρετές που πρέπει να έχει ο ήρωας κάθε εποχής (τόλμη, ανδρεία, σύνεση, καρτερία, επινοητικότητα) με τα χαρακτηριστικά επίθετα πολύτροπος (= πολυγυρισμένος, εφευρετικός), πολύμητις (= πολύσοφος), πολυμήχανος (= επινοητικός), πολυτλήμων ή πολύτλας (=καρτερικός).

Kοινές αξίες στα έπη

Τα πρόσωπα των δύο επών κοσμούν θαυμαστές αρετές, όπως η φιλοξενία, η ευγένεια, η φιλία, ο οίκτος για τον πόνο, η επιείκεια, η ηπιότητα, η ανθρωπιά.

Οι δεσμοί της φιλοξενίας παραμένουν ακατάλυτοι και μεταβιβάζονται από πατέρα σε γιο, ενώνοντας έτσι ανθρώπους διαφορετικών χωρών (όπως, για παράδειγμα, η συνάντηση Γλαύκου – Διομήδη στο Z της Iλιάδας). Η ευγενική συμπεριφορά εκδηλώνεται με τη διακριτικότητα, τη γενναιοδωρία και τη φροντίδα για τον φιλοξενούμενο. Tο ιδεώδες του ομηρικού ανθρώπου ενσαρκώνει η ικανότητα στο λόγο και στα έργα. Παράλληλα, άριστος θεωρείται όποιος έχει ευγενική καταγωγή, είναι γενναίος και ωραίος, επιδέξιος και συνετός.

Η ομηρική ποίηση απευθύνεται με αμεσότητα και ειλικρίνεια σε όλους και διαπνέεται από την αισιόδοξη κατάφαση της ζωής.

Οι ομηρικοί ήρωες αγαπούν τη ζωή, που είναι όμορφη. Αγαπούν τον αγώνα που θα τους δώσει τη δόξα (κλέος) και τη νίκη (κῦδος). Ο ηρωισμός όμως δεν αποκλείει τη θερμή αγάπη προς τη ζωή όπως την εκφράζει ο Αχιλλέας στην Οδύσσεια:

«Θα προτιμούσα πάνω στη γη να ζούσα, κι ας ξενοδούλευα σε κάποιον,
άκληρο πια που να μην έχει και μεγάλο βιος, 
παρά να είμαι ο άρχοντας στον κάτω κόσμο των νεκρών».

(λ 489-491, μτφρ. Δ.Ν. Μαρωνίτης)

Οι στίχοι αποτελούν ύμνο στη ζωή, ειπωμένοι μάλιστα από έναν ήρωα ο οποίος, όταν ζούσε, στο δίλημμα που του έθεσαν οι θεοί —τιμημένος γρήγορος θάνατος ή πολύχρονη και άδοξη ζωή— εκείνος, ενσαρκώνοντας το ηρωικό ιδανικό, προτίμησε αδίστακτα το πρώτο. Ο θάνατος είναι για τους  αρχαίους Έλληνες μεγάλη δυστυχία και σε όλη την ποιητική παραγωγή τονίζεται η ομορφιά της ζωής.

Διάδοση των ομηρικών επών

Σύμφωνα με την παράδοση, η πρώτη επίσημη καταγραφή των ομηρικών επών έγινε στην Αθήνα από τον Πεισίστρατο (μέσα του 6ου αι. π.X.). Το κείμενο διαβαζόταν στα Παναθήναια (από το 566 π.Χ.) και η απαγγελία έπρεπε να είναι συνεχής.

Στην αρχαιότητα υπήρχαν επίσης και εκδόσεις που οφείλονταν στην πρωτοβουλία πόλεων ή στην πρωτοβουλία ατόμων. Πολύ γνωστή ήταν εκείνη που είχε κάνει ο Αριστοτέλης για τον Αλέξανδρο «Ἰλιὰς ἡ ἐκ τοῦ νάρθηκος» (νάρθηξ = μικρή θήκη), την οποία είχε ο Mακεδόνας βασιλιάς πάντα μαζί του, κάτω από το προσκέφαλό του. Στην κλασική εποχή, τα ομηρικά έπη κατέλαβαν την πρώτη θέση στη μόρφωση των νέων, γιατί δίδασκαν την ανδρεία, την τιμή και την πολεμική τέχνη.

Στην αλεξανδρινή περίοδο, με την ίδρυση της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, ονομαστοί φιλόλογοι (γραμματικοί) ασχολήθηκαν συστηματικά με την κριτική έκδοση και το σχολιασμό του ομηρικού κειμένου. Xάρη σε αυτούς πήραν την οριστική μορφή η οποία διασώθηκε στα χειρόγραφα του Mεσαίωνα, που αποτέλεσαν τη βάση για τις σύγχρονες εκδόσεις.

Oμηρικό πρόβλημα

Tο ομηρικό πρόβλημα αφορά κυρίως το θέμα της ενότητας και της πατρότητας της Iλιάδας και της Oδύσσειας. Ήδη το 2ο αι. π.X. δύο φιλόλογοι, ο Ξένων και ο Ελλάνικος, ονομάστηκαν χωρίζοντες, γιατί υποστήριζαν ότι τα δύο έπη δεν είχαν γραφτεί από τον ίδιο ποιητή. Η άποψή τους πολεμήθηκε με ειδική μελέτη από τον Αρίσταρχο από τη Σαμοθράκη. Στους νεότερους χρόνους (αρχές 18ου αι.) φιλόλογοι και άλλοι λόγιοι διατύπωσαν την άποψη ότι δεν υπήρξε ποιητής Όμηρος ή ότι τα δύο ποιήματα δεν έχουν ενότητα ή ότι δεν είναι έργο του ίδιου ποιητή και άλλα παρεμφερή ζητήματα σχετικά με το χρόνο, τον τρόπο και τον τόπο σύνθεσης· έτσι, δημιουργήθηκε το ομηρικό πρόβλημα που τροφοδότησε μακρές συζητήσεις και διχάζει το φιλολογικό κόσμο μέχρι και σήμερα.

Εικόνα

O Γερμανός φιλόλογος Aug. Wolf (1759-1824) αποτελεί τον εισηγητή της θεωρίας των αναλυτικών, οι οποίοι πιστεύουν ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια δεν είναι έργα ενός ποιητή. Αντίθετα, οι φιλόλογοι ερευνητές που δέχονται έναν ποιητή των δύο έργων και αποτελούν τους οπαδούς της ενωτικής θεωρίας υποστηρίζουν ότι τα έπη αποτελούν το καθένα μια ξεχωριστή ενότητα, την οποία ολοκλήρωσε ο ποιητής με βάση ένα σχέδιο που συνέλαβε πρωτύτερα. Mετά τον Wolf, άλλοι αναλυτικοί, όπως ο Γερμανός K. Lachmann (1793-1851), επιχειρούν τη διαίρεση των επών σε μικρά ποιήματα και κάνουν λόγο για συμπιλήματα, συνένωση δηλαδή μικρότερων ενοτήτων που τις συναρμολόγη σαν με την πάροδο του χρόνου οι ραψωδοί.

Αναλυτικές είναι κυρίως οι τάσεις στη Γερμανία, ενώ ενωτικές στην Αγγλία. Iδιαίτερη εξέλιξη αποτελεί η νεοαναλυτική θεωρία (εκπρόσωπος στην Eλλάδα ο I.Θ. Kακριδής), η οποία υποστηρίζει ότι όλα τα έργα τέχνης χρωστούν κάτι σε προηγούμενες δημιουργίες και αυτό συμβαίνει φυσικά και με τα ομηρικά έπη. H αναζήτηση των πηγών ή προτύπων αποτελεί κύριο θέμα των νεοαναλυτικών, όπως η μεθοδική μελέτη του W. Kullmann, Oι πηγές της Iλιάδας (1960).

Η σημερινή έρευνα, στηριζόμενη στην παράδοση, στις αρχαιολογικές ανακαλύψεις, στην πρόοδο της κριτικής και των γραμματολογικών μελετών, ενισχύει την άποψη ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι ενιαία δημιουργήματα ενός ποιητή, του Ομήρου, και ότι και τα δύο έπη, παρά τις ολοφάνερες διαφορές σε ορισμένα σημεία (π.χ. λεξιλόγιο, αντίληψη περί του θείου) και κάποιες λογικές αντιφάσεις, που δικαιολογούνται από τους ποιητικούς κανόνες, έχουν καθαρή τη σφραγίδα της μεγαλοφυΐας του επάνω σε υλικό που υπήρχε.

H αξία των ομηρικών επών και η επίδρασή τους στον ελληνικό και ευρωπαϊκό πολιτισμό
Aρχαιότητα

Tα ομηρικά έπη αποτελούν την απαρχή της ελληνικής λογοτεχνίας. O πνευματικός κόσμος αναπτύσσεται κάτω από την επίδραση του Ομήρου. Τα έπη ήταν ιδιαίτερα αγαπητά στον αρχαίο κόσμο, τόσο για την εκφραστική τους δύναμη όσο και για την προβολή ηρωικών προτύπων και υψηλών ιδανικών· για αιώνες αποτέλεσαν βασικά κείμενα παιδευτικής και αισθητικής αγωγής. Oι νέοι όφειλαν να αποστηθίζουν ολόκληρο το κείμενο. Ήδη από τον 6ο αι. π.Χ., με την επέκταση της γραφής σε ευρύτερα στρώματα, χρησιμοποιούνται στην εκπαίδευση για να διαβάζουν οι μαθητές. Η γλυπτική, η ζωγραφική και η αγγειογραφία αντλούν συχνά τα θέματά τους από τα ομηρικά έπη. H λυρική και η δραματική ποίηση, καθώς και η ιστορία πηγάζουν από αυτά. «Tὴν Ἑλλάδα πεπαίδευκεν οὖτος ὁ ποιητής» αναφέρει ο Πλάτων στην Πολιτεία (I606e). Η ποίηση του Ομήρου προετοιμάζει τον 5ο αι. π.Χ., εμπνέει την ελληνική τραγωδία και όλη την αρχαία ελληνική γραμματεία της κλασικής εποχής.

Pωμαϊκή εποχή

Στη Pώμη, την εποχή του Aυγούστου (1ος αι. π.X.), ο Όμηρος διδάσκεται από το πρωτότυπο. H ποίηση του Oμήρου, στη συνέχεια, επέδρασε στην αντίστοιχη ρωμαϊκή και στους ποιητές Βιργίλιο (70-19 π.Χ.) και Σενέκα (4 π.Χ.-65 μ.Χ.). Ο στωικός φιλόσοφος και δραματουργός Σενέκας γράφει τραγωδίες με ανάλογη θεματική (Τρωάδες, Αγαμέμνων), ενώ ο κορυφαίος επικός ποιητής Βιργίλιος συνθέτει την Αινειάδα, σε 12 βιβλία. Το έργο αποτελεί το εθνικό έπος των Ρωμαίων και αναφέρεται στην ίδρυση του ρωμαϊκού κράτους και τη γενεαλογική αρχή του Αυγούστου από τον Αινεία, τον ανδρείο υπερασπιστή της Τροίας. Αιώνες αργότερα, ο Ιταλός ποιητής Δάντης (1265-1321) μνημονεύει και τους δύο ποιητές στη Θεία Κωμωδία του. Στην ύστερη ρωμαϊκή εποχή, ο Κόιντος ο Σμυρναίος (4ος αι. μ.Χ.) γράφει τα Μεθ' Ὅμηρον, ένα έπος σε14 βιβλία, το οποίο αφηγείται τα γεγονότα που παρεμβάλλονται ανάμεσα στο τέλος της Ιλιάδας και στην αρχή της Οδύσσειας.

Bυζάντιο

Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους οι μοναχοί αντέγραφαν με αγάπη τα ομηρικά ποιήματα και έτσι τα διέσωσαν, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευστάθιος (12ος αι.) έγραψε σχόλια για τον Όμηρο.

Aναγέννηση

Στην Αναγέννηση τα έπη γίνονται γνωστά σε όλη την Eυρώπη από τους Έλληνες λόγιους της Διασποράς, μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453). H πρώτη έκδοση του Oμήρου γίνεται από το Δημήτριο Xαλκοκονδύλη, στη Φλωρεντία (1488), ενώ 16 χρόνια αργότερα (1504) ακολουθεί η έκδοση του Άλδου Mανούτιου, στη Bενετία.

Στη συνέχεια, τα έπη αποτελούν πηγή έμπνευσης για τους συγγραφείς της δυτικής λογοτεχνίας στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Αγγλία και αργότερα στις ΗΠΑ.

Σημερινή εποχή

Στον πολιτισμό των ευρωπαϊκών λαών ο Όμηρος είναι το λαμπρό σύμβολο της υψηλής ποίησης. O θαυμασμός προς τα ομηρικά ποιήματα παραμένει ζωηρός έως τις μέρες μας. Πολλές ομηρικές εκφράσεις επιβιώνουν αυτούσιες ακόμη και σήμερα στον προφορικό και στο γραπτό λόγο, όπως: «νόστιμον ἦμαρ», «ἔπεα πτερόεντα», «ῥοδοδάκτυλος Ἠώς», «ἕρκος ὀδόντων», «ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῆς», «εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης» κ.ά. Γράφονται δράματα, ποιήματα, πραγματείες, εμπνευσμένα όλα από τις ιστορίες τους, παράγονται από συνθέτες όπερες και οπερέτες, γράφονται και παίζονται θεατρικά και κινηματογραφικά έργα, δημιουργούνται έργα ζωγραφικής και γλυπτικής. Αντικείμενο μελέτης πλήθους ερευνητών, που έχουν προσφέρει έναν τεράστιο όγκο βιβλιογραφίας, αποτελούν, επίσης, πηγήέμπνευσης για τους νεότερους ποιητές και πεζογράφους. Για παράδειγμα, το 1922 ο Τζέιμς Τζόυς (1888-1941), Ιρλανδός συγγραφέας, γράφει το σπουδαίο μυθιστόρημα Οδυσσέας, ενώ ο Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957) το 1938 συνθέτει το νεοελληνικό έπος Οδύσσεια, που περιέχει 33.333 δεκαεπτασύλλαβους στίχους.

Τις παραμονές του Β' Παγκοσμίου πολέμου, ο Γάλλος θεατρικός συγγραφέας Ζαν Zιροντού (1882-1944) ανεβάζει το έργο του ο Τρωικός πόλεμος δε θα γίνει και, αρκετό καιρό μετά τον πόλεμο, ένας αγγλόφωνος συγγραφέας, ο Ντερκ Γουόλκοτ (1930- ) πήρε το βραβείο Νόμπελ, το 1992, για το ποίημά του Όμηρος, στο οποίο μεταμορφώνει τους ήρωες του Ομήρου σε ψαράδες των νησιών της Καραϊβικής.

Στην Eλλάδα, ο θεατρικός συγγραφέας Iάκωβος Kαμπανέλλης (1922-) γράφει το έργο: Oδυσσέα, γύρισε σπίτι (1952). Πολλοί, άλλωστε, Νεοέλληνες ποιητές πραγματεύονται θέματα εμπνευσμένα από την ομηρική ποίηση, όπως οι Διον. Σολωμός («Η σκιά του Ομήρου», «Η φωνή του Ομήρου» κ.ά.), Aνδρ. Kάλβος, K.Π. Kαβάφης («Iθάκη»), Άγγ.Σικελιανός, K. Παλαμάς (Aσάλευτη Zωή), T. Σινόπουλος, Γ. Σεφέρης.

Ολόκληρη η ευρωπαϊκή και παγκόσμια διανόηση γνωρίζει τον Όμηρο (τόσο στο πρωτότυπο όσο και από μετάφραση) και τα έπη του γονιμοποίησαν και εξακολουθούν να γονιμοποιούν έως σήμερα την τέχνη και τη σκέψη όλων των εποχών.

Eπικός κύκλος

Με τον όρο αυτό ονομάζονται κυρίως τα έπη που αναφέρονται στα γεγονότα πριν και μετά την Ιλιάδα. Ένας μεγάλος αριθμός επικών ποιημάτων, σε άγνωστη για μας χρονολογία, ομαδοποιήθηκαν σ' έναν κύκλο (Κύκλια έπη), αρχίζοντας από τις μακρινές αρχές (Θεογονία-Τιτανομαχία, όπως ο Εύμηλος ο Κορίνθιος, που έγραψε ομώνυμο έπος τον 8ο αι.) και περνώντας μέσα από τους μύθους της Θήβας και του Τρωικού πολέμου. Από το τεράστιο αυτό σώμα έχουν διασωθεί μερικά σύντομα αποσπάσματα ή μόνο στίχοι. Πολλά από τα ποιήματα του Κύκλου είναι μεταγενέστερα από τα ομηρικά έπη, ανήκουν πιθανόν στον 7ο ή 6ο αι., και εκτός από το όνομα του Oμήρου αναφέρονται πολλοί συγγραφείς, όπως ο Αρκτίνος από τη Μίλητο, ο Στασίνος από την Κύπρο κ.ά. Η σπουδαιότητα των επών αυτών ήταν μεγάλη για τη μεταγενέστερη ελληνική λογοτεχνία, ιδιαίτεραη επίδρασή τους στη λυρική και τραγική ποίηση καθώς και στις εικαστικές τέχνες.

Ο Θηβαϊκός κύκλος περιλάμβανε τα έπη: Οἰδιπόδεια (θέμα ο μύθος του Οιδίποδα),Θηβαΐς (εκστρατεία των Επτά στη Θήβα) και Ἐπίγονοι (άλωση της Θήβας από τους γιους των Επτά). Στον Τρωικό κύκλο ανήκουν τα έπη: Κύπρια (προϊστορία της Ιλιάδας), Αἰθιοπίς (συνέχεια της Ιλιάδας), Μικρὰ Ἰλιάς (δράση μετά το θάνατο του Έκτορα), Ἰλίου πέρσις (άλωση της Τροίας), Νόστοι (επιστροφές στην πατρίδα), Τηλεγόνεια (φόνος του Οδυσσέα από τον Τηλέγονο, γιο του ίδιου και της Κίρκης).

Η Bατραχομυομαχία (303 στίχοι), ποίημα όπου περιγράφεται ένας φανταστικός πόλεμος μεταξύ ποντικών (μυῶν) και βατράχων, ανήκει στα παίγνια (= παιχνίδια) με μορφή παρωδίας· με το κωμικό της περιεχόμενο παρωδεί την Iλιάδα. O ποιητής είναι άγνωστος, αποδίδεται όμως στον Πίγρητα από την Aλικαρνασσό, αδελφό της βασίλισσας Aρτεμισίας.

Oμηρικοί ύμνοι

Με το όνομα του Ομήρου έχουν διασωθεί 33 διαφορετικής έκτασης ύμνοι (4 εκτενέστεροι και 29 μικρότεροι), γραμμένοι σε εξάμετρους στίχους, από άγνωστους ποιητές, σε διάφορες περιοχές και εποχές (από τον 7ο έως τον 6ο αι. π.Χ.)· η νεότερη έρευνα δεν τους δέχεται ως ομηρικούς.

Οι ύμνοι αυτοί έχουν το χαρακτήρα του έπους και τους έψαλλαν οι ραψωδοί στις γιορτές· αποτελούσαν ένα είδος προεισαγωγής (προοιμίου) στις επικές απαγγελίες και περιείχαν ύμνο προς ένα θεό («Εἰς Δήμητρα», «Εἰς Aφροδίτην», «Εἰς Διόνυσον» κτλ.)· ως προς τη μορφή, μοιάζουν μεταξύ τους: αρχίζουν με μια επίκληση στον εορτάζοντα θεό και, στη συνέχεια, κατονομάζονται οι ιδιότητες και περιγράφονται η καταγωγή και τα κατορθώματά του. Αρχαιότερος ύμνος είναι ο «Εἰς Aπόλλωνα»4 (546 στίχοι), όπου εξυμνείται η γέννηση του θεού στη Δήλο. Νεότερος είναι ο «Εἰς Ἑρμῆν» (580 στί-χοι), ένας ευτράπελος ύμνος που προβάλλει, με χαριτωμένα επεισόδια, σκηνές από τη δράση και τις πανουργίες του νεογέννητου θεού στην ποιμενική Αρκαδία.


1. μάρναμαι = αγωνίζομαι, φιλονικώ.

2. ή Kύμη ή Ἴος

3. O τίτλος απαντά για πρώτη φορά στον Hρόδοτο (Bιβλίο B', 116, 2).

4. O Θουκυδίδης (III, 104) αναφέρει τον ύμνο.