Αρχαία Ελληνικά (ΜΤΦΡ.) Ομηρικά Έπη Ιλιάδα (Β Γυμνασίου) - Βιβλίο Μαθητή
Εισαγωγή - Γεγονότα - Ημερολόγιο Ιλιάδας Α (54-306) Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος
ραψωδία Α

Λοιμός – Μῆνις
(Ο λοιμός – Η οργή του Αχιλλέα)

Περιληπτική αναδιήγηση

Δέκα χρόνια οι Αχαιοί πολιορκούν την Τροία και στα βάσανά τους έρχεται να προστεθεί ο θυμός του Αχιλλέα με τις ολέθριες συνέπειές του, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την απόφαση του Δία. Όλα ξεκίνησαν από την άρνηση του Αγαμέμνονα να επιστρέψει στον ιερέα του Απόλλωνα, Χρύση, την κόρη του, την οποία κρατούσε στη σκηνή του ως πολεμικό γέρας (=τιμητικό βραβείο). Αυτό προκάλεσε την οργή του Φοίβου, που έστειλε φοβερό λοιμό στο αχαϊκό στρατόπεδο. Τότε ο Αχιλλέας συγκάλεσε συνέλευση του στρατού, όπου ο μάντης Κάλχας αποκάλυψε την αιτία του κακού· προέβλεψε μάλιστα κι άλλες συμφορές αν ο Αγαμέμνονας δεν ικανοποιήσει το αίτημα του Χρύση.
    Μολονότι τα λόγια του μάντη εξόργισαν τον Αγαμέμνονα, δέχτηκε να επιστρέψει την κόρη, αν οι Αχαιοί του προσφέρουν κάποια άλλη στη θέση εκείνης. Στην απαίτηση του Ατρείδη αντέδρασε ο Αχιλλέας, και ο Αγαμέμνονας απείλησε ότι, ως ανώτερός του, θα του αφαιρέσει το δικό του λάφυρο, τη Βρισηίδα. Η σύγκρουση πλέον ήταν αναπόφευκτη και θα κατέληγε σε αιματοχυσία, αν δεν επενέβαινε την κρίσιμη στιγμή η Αθηνά. Τελικά, ο Αχιλλέας αρκέστηκε σε υβριστικούς λόγους και δήλωσε ότι θα παραδώσει τη Βρισηίδα, αλλά ορκίστηκε ότι θα αποχωρήσει από τη μάχη.
    Στη συνέχεια τα γεγονότα εξελίσσονται ραγδαία. Μετά τη λήξη της συνέλευσης, η Χρυσηίδα αποστέλλεται στον πατέρα της, ενώ κήρυκες έρχονται στη σκηνή του Αχιλλέα για να οδηγήσουν τη Βρισηίδα στον Αγαμέμνονα. Ο Αχιλλέας αποσύρεται στην ακρογιαλιά, όπου πικραμένος απευθύνεται στη μητέρα του, τη Θέτιδα, και της αποσπά την υπόσχεση ότι θα μεσολαβήσει η ίδια στον Δία, για να αποκατασταθεί η τιμή του.
    Οι μέρες περνούν, η Χρυσηίδα έχει επιστρέψει στην πατρίδα της, ο πόλεμος συνεχίζεται, αλλά ο Αχιλλέας μένει απομονωμένος στη σκηνή του. Τη δωδέκατη ημέρα μετά την παράκληση του ηρώα στη μητέρα του (εικοστή πρώτη μέρα της Ιλιάδας), η Θέτιδα ανεβαίνει στον Όλυμπο και ικετεύει τον Δία να τιμήσει το γιο της, δίνοντας υπεροχή στους Τρώες. Ο Δίας υπόσχεται στη Θέτιδα να ικανοποιήσει την παράκλησή της, αλλά κρυφά από την Ήρα, γιατί αυτή πάντα τον κατηγορεί ότι παίρνει το μέρος των Τρώων. Η συνάντησή του με τη Θέτιδα, όμως, δεν περνάει απαρατήρητη από την Ήρα, η οποία υποψιάζεται τι έχει συμβεί και ζητάει επίμονα εξηγήσεις από το σύζυγό της. Ο Δίας εξοργίζεται και με απειλές αναγκάζει τη θεά να σωπασεί λυπημένη. Κοντά στην Ήρα σπεύδει ο Ήφαιστος, ο οποίος παρηγορεί τη μητέρα του και επαναφέρει την ευχάριστη ατμόσφαιρα στην κατοικία των θεών. Η υπόλοιπη μέρα περνά στον Όλυμπο ανέμελα, με φαγοπότι και μουσική, μέχρι που ο ήλιος δύει και καθένας πάει στο δώμα του να αναπαυτεί.

 

ραψωδία Α 1-53

Το προοίμιο – Η ικεσία του Χρύση

  • Το θέμα του έπους: Ο θυμός του Αχιλλέα και οι συνέπειές του
  • Η προϊστορία της φιλονικίας Αγαμέμνονα και Αχιλλέα
  • Οι πρωταγωνιστές
  • Ο ρόλος των θεών
Εικόνα 3. Ένας αοιδός. Ζωγραφική σε αμφορέα. Παρίσι, συλλογή Rollin (αντίγραφο).

Το προοίμιο της Ιλιάδας

«Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος 
οὐλομένην, ἥ μυρί’ Ἀχαιοῖς ἄλγε’ ἔθηκε, 
πολλάς δ’ ἰφθίμους ψυχάς Ἄϊδι προΐαψεν 
ἡρώων, αὐτούς δέ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν 
οἰωνοῖσί τε πᾶσι, Διός δ’ ἐτελείετο βουλή, 
ἐξ οὗ δή τά πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε 
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καί δῖος Ἀχιλλεύς.
»

(Α 1-7)

 
Εικόνα 3. Ένας αοιδός. Ζωγραφική σε αμφορέα. Παρίσι, συλλογή Rollin (αντίγραφο).
Προοίμιο - Επίκληση της Μούσας Ψάλλε, θεά, τον τρομερόν θυμόν του Αχιλλέως,
πώς έγινε στους Αχαιούς αρχή πολλών δακρύων·
που ανδράγαθες ροβόλησε πολλές ψυχές στον Άδη
ηρώων, κι έδωκεν αυτούς αρπάγματα των σκύλων
και των ορνέων
— και η βουλή γενόνταν του Κρονίδη,
απ' ότ' εφιλονίκησαν κι εχωριστήκαν πρώτα
ο Ατρείδης, άρχων των ανδρών, και ο θείος Αχιλλέας.
Και απ' τους θεούς ποιος άναψε την έχθραν μεταξύ τους;
Ο Απόλλων, όπου οργίσθηκε του Ατρείδη βασιλέως
κι έφερε λώβαν στον στρατόν που εθέριζε τα πλήθη,
ότι του εκαταφρόνεσε τον Χρύσην ιερέα.




5




10
Ο Χρύσης στο στρατόπεδο των Αχαιών

Το αίτημα του Χρύση
Στων Αχαιών τα γρήγορα καράβια τούτος ήλθε,
με λύτρα πλουσιοπάροχα την κόρη του να λύσει·
στο χρυσό σκήπτρο τυλικτό του Φοίβου το στεφάνι
εκράτει, και τους Αχαιούς παρακαλούσεν όλους,
μα από όλους πιο πολύ τους δυο τους γιους του Ατρέα:
«Ω γενναιόκαρδοι Αχαιοί, ω βασιλείς Ατρείδες,
του Ολύμπου ας κάμουν οι θεοί, την πόλιν του Πριάμου
αφού πορθήσετ' ευτυχείς να πάτε στην πατρίδα·
αλλ' αποδώσετε σ' εμέ την ποθητήν μου κόρην,
δεχθείτε αυτά τα λύτρα της, αν τον υιόν του Δία
τον μακροβόλον τοξευτήν Απόλλωνα ευλαβείσθε».





15




20

Εικόνα 4. Ο ποιητής και η Μούσα, του Ν. Εγγονόπουλου

Εικόνα 4. Ο ποιητής και η Μούσα, του Ν. Εγγονόπουλου, 1938. Συλλογή Ε. Εγγονοπούλου.
Νομίζετε ότι ο καλλιτέχνης αποδίδει με τον πίνακά του το νόημα του 1ου στίχου;

 

Η άρνηση του Αγαμέμνονα

 

 

 

 

Όλοι αλαλάξαν οι Αχαιοί, κι είπαν τον ιερέα
να σεβασθούν και τα λαμπρά λύτρα δεκτά να γίνουν·
μόνος ο Αγαμέμνονας δεν το 'στεργεν ο Ατρείδης,
αλλά κακά τον έδιωχνε και βαρύν λόγον είπε:
«Μη σ' απαντήσω, γέροντα, σιμά στα κοίλα πλοία
ή τώρα εδώ ν’ αργοπορείς ή πάλιν να γυρίσεις,
και μη θαρρεύεις στου θεού το σκήπτρο και το στέμμα.
Αυτήν δεν θ' απολύσω εγώ· το γήρας θα την έβρει
στο Άργος μες στο σπίτι μου μακράν απ' την πατρίδα
να υφαίνει αυτού και σύντροφον της κλίνης να την έχω.
Μη μ' ερεθίζεις, σύρ' ευθύς, αν θέλεις να μην πάθεις».
Τον λόγον του εφοβήθηκε και υπάκουσεν ο γέρος·
την άκραν πήρε σιωπηλός της ηχερής θαλάσσης
και όταν ευρέθη ανάμερα, τον γόνον της ωραίας
Λητούς, μεγάν Απόλλωνα, θερμά παρακαλούσε:


25




30




35
Η προσευχή του Χρύση «Άκουσέ με, αργυρότοξε, της Χρύσης και της θείας
Κίλλας προστάτη, κύριε στην Τένεδο, Σμινθέα,

εάν σου έκτισα ναόν να χαίρεται η καρδιά σου,
εάν ποτέ σου έκαψα μεριά καλοθρεμμένα
ταύρων κι ερίφων, τούτον μου τον πόθον τελείωσέ μου·
τα βέλη σου στους Δαναούς τα δάκρυά μου ας πλερώσουν».


40
Ο Απόλλωνας στέλνει λοιμό
στο αχαϊκό στρατόπεδο
Ευχήθη και ως τον ακούσεν ο Φοίβος ο Απόλλων,
κατέβη από τες κορυφές του Ολύμπου θυμωμένος,
με τόξον και μ' ολόκλειστην φαρέτραν εις τους ώμους.
Εβρόντησαν επάνω του τα βέλη ως εκινήθη
ο χολωμένος και όμοιαζε την νύκτα, ως προχωρούσε.
Των πλοίων κάθισε αντίκρυ και απόλυσε το βέλος
και αχός εβγήκε τρομερός απ' τ' ασημένιο τόξο·
και αφού τους σκύλους έπληξε και τα μουλάρια πρώτα,
εις τους ανθρώπους έριχνε τα πικροφόρ' ακόντια
αδιάκοπα· και των νεκρών παντού πυρές εκαίαν.

45




50

Εικόνα 5. Πλοίο των Αργιών. Παράσταση από αρχαϊκό αγγείο. Γερμανία, Μουσείο Warburg (αντίγραφο).
Εικόνα 5. Πλοίο των Αργείων. Παράσταση από αρχαϊκό αγγείο.
Γερμανία, Μουσείο Würzbourg (αντίγραφο).

 

στ . 1 Ψάλλε, θεά: τυπική επίκληση στη Μούσα, όπως και στον πρώτο στίχο της Οδύσσειας. Τις Μούσες, προστάτιδες των επιστημών και των τεχνών, θα τις επικαλεστεί ο ποιητής και σε άλλα χωρία του έπους, για να εδραιωθεί στον ακροατή η εντύπωση ότι το έργο είναι θεόπνευστο.
           τον τρομερόν θυμόν: ο ποιητής τοποθετεί στον πρώτο στίχο - στο πρωτότυπο μάλιστα η λέξη μῆνις (= οργή) είναι η πρώτη λέξη - την οργή του Αχιλλέα, γύρω από την οποία θα «πλεχτεί» όλη η υπόθεση του έπους. Αφετηρία και κέντρο της πλοκής της Ιλιάδας είναι ο θυμός του Πηλείδη μετά τη σύγκρουσή του με τον Αγαμέμνονα. Στο πρωτότυπο η μῆνις χαρακτηρίζεται οὐλομένη (= καταραμένη), για την οποία δηλαδή θα ευχόταν κανείς να χαθεί.
στ . 3 ροβόλησε: συνήθως το ρήμα χρησιμοποιείται αμετάβατο (= κατηφορίζω, κατεβαίνω με ορμή, κατρακυλώ)· εδώ έχει μεταβατική σημασία (= στέλνω, σπρώχνω κάποιον προς τα κάτω): έστειλε τις ψυχές πολλών ηρώων στον Κάτω κόσμο.
στ. 4-5 αυτούς αρπάγματα ... ορνέων: οι ψυχές των ηρώων πήγαν στον Άδη, ενώ τα νεκρά κορμιά τους έγιναν βορά των σκύλων και των αρπακτικών πουλιών.
στ. 5 η βουλή γενόνταν του Κρονίδη: μ' αυτό τον τρόπο εκπληρωνόταν η θέληση του γιου του Κρόνου, του Δία. Εννοείται εδώ η υπόσχεση του Δία στη μητέρα του Αχιλλέα Θέτιδα (στ. 518 κ.εξ.) ότι θα δώσει νίκες στους Τρώες, ώστε να εκτιμήσουν οι Αχαιοί την αξία του Αχιλλέα, μετά την αποχώρησή του από το πεδίο της μάχης, και έτσι να τον αποζητήσουν. Αυτός ήταν ένας τρόπος να τιμηθεί ο Αχιλλέας μετά την προσβολή που δέχτηκε από τον Αγαμέμνονα.
στ . 6 απ' ότ' ... πρώτα: ο στίχος δίνει τη χρονική αφετηρία της δράσης και της αφήγησης.
στ . 7 Ατρείδης: ο γιος του Ατρέα. Ο ποιητής με αυτό το πατρωνυμικό εννοεί πάντα τον Αγαμέμνονα και όχι τον αδελφό του Μενέλαο. Ο Αγαμέμνονας ήταν βασιλιάς του ισχυρότερου κράτους της εποχής στον ελλαδικό χώρο, των πολύχρυσων Μυκηνών, και ήταν αρχιστράτηγος της τρωικής εκστρατείας.
         θείος: θεϊκός, αυτός που κατάγεται από τους θεούς και μάλιστα από τον Δία (στο πρωτότυπο δῖος). Ο ποιητής χαρακτηρίζει τους βασιλιάδες διογενείς και διόθρεπτους. Πολλές φορές το δῖος (=θείος), χωρίς να χάσει την αρχική του σημασία, σήμαινε ένδοξος, ευγενής, έξοχος .
στ. 10 λώβα: λοιμός, πανούκλα, μεταδοτική ασθένεια που αποδεκάτιζε το στρατό («εθέριζε τα πλήθη»). Το λοιμό μετέδιδαν τα ποντίκια, τα οποία έστελνε ο Απόλλωνας Σμινθέας (<σμίνθος = ποντικός).
στ. 12 γρήγορα: παραδοσιακό επίθετο των πλοίων. Το επίθετο είναι κοσμητικό και όχι λειτουργικό, αφού τα καράβια των Ελλήνων βρίσκονται εννιά χρόνια τραβηγμένα στη στεριά και δεν ταξιδεύουν (πρβ. γοργά, Α στ. 372). Παραδοσιακά επίσης επίθετα που αποδίδουν το σχήμα των πλοίων: κοίλα (Α 27), κυρτά (Α 171), βαθουλά (π.χ. Β  602).
στ. 14 σκήπτρο ... στεφάνι: το σκήπτρο ήταν μια επιμήκης ράβδος με χρυσά κοσμήματα και αποτελούσε σύμβολο εξουσίας ή δημόσιου αξιώματος. Το κρατούσαν οι βασιλιάδες, οι ιερείς, οι μάντεις, οι κήρυκες (= αγγελιαφόροι) και οι δικαστές. Εδώ το σκήπτρο (ή ιερατική ράβδος) έχει τυλιγμένη στην κορυφή του μια μάλλινη ταινία (στεφάνι ή στέφανα, Α 374), που αποτελούσε πιθανόν ιερό σύμβολο του Απόλλωνα.
στ. 22 τον μακροβόλον τοξευτήν: ο Απόλλωνας, ο σημαντικότερος προστάτης θεός της Τροίας, ήταν τοξότης και έπληττε τα θύματά του από μακριά. Σ' αυτόν αποδιδόταν κάθε αιφνίδιος θάνατος άντρα, ενώ στην αδελφή του την Άρτεμη πίστευαν ότι οφειλόταν ο ξαφνικός θάνατος μιας γυναίκας, ιδίως στον τοκετό.
στ. 25 στέργω: (> στοργή) αγαπώ, δέχομαι.
στ. 31 Άργος: η περιοχή της Αργολίδας, όπου βρισκόταν η επικράτεια του Αγαμέμνονα. Το όνομα Άργος σε άλλα χωρία δηλώνει την πόλη που ήταν το βασίλειο του Διομήδη (Β 559, Δ 52), άλλοτε πάλι τη νότια Ελλάδα και ιδιαίτερα την Πελοπόννησο (Ζ 152) ή και ολόκληρη την Ελλάδα 456, Ι 246 κ.α.).
στ . 38-39 αργυρότοξε... Σμινθέα: το επίθετο αργυρότοξος (= με ασημένιο τόξο) αποδίδεται σταθερά στον Απόλλωνα (βλ. σχόλ. στ. 22), γιο του Δία και της Λητώς· γενικά τα αντικείμενα των θεών ήταν κατασκευασμένα από πολύτιμα μέταλλα. Η Χρύση και η Κίλλα ήταν πόλεις της Μυσίας, στον Αδραμυττινό κόλπο της Μ. Ασίας, όπου τιμούσαν τον Απόλλωνα. Στη Χρύση, μάλιστα, του απέδιδαν το επίθετο Σμινθεύς (βλ. σχόλ. στ. 10).
στ. 48 όμοιαζε την νύκτα: τα βέλη που βροντούν (στ. 47) και η παρομοίωση του Απόλλωνα με τη νύχτα αποδίδουν τη θυμωμένη μορφή του θεού που προκαλεί φόβο. Έντονη είναι η αντίθεση με τη συνηθισμένη λαμπρή εικόνα του θεού του φωτός.
στ. 52 ακόντια: στο πρωτότυπο κείμενο βέλη (πρβ. στ. 47, 49). Η κλιμάκωση των στ. 51-52 αποδίδει την πραγματικότητα ενός λοιμού: η ασθένεια προσβάλλει πρώτα τα ζώα, και μάλιστα τα πιο αδύναμα από αυτά, και ύστερα τους ανθρώπους. Από μια άλλη άποψη ο ποιητής προχωρεί βαθμιαία από τα πιο ασήμαντα στο πιο σημαντικό: σκύλοι, μουλάρια, άνθρωποι.
στ. 53 πυρές εκαίαν: όπως γνωρίζουμε από τις ανασκαφές, την εποχή στην οποία αναφέρονται τα περιστατικά του έπους (γύρω στο 1200 π.Χ.) επικρατούσε η συνήθεια της ταφής των νεκρών, ενώ στην εποχή του Ομήρου (περίπου 9ο-8ο αι. π.Χ.) τους έκαιγαν. Επομένως, η αναφορά του ποιητή σε «πυρές νεκρών» είναι αναχρονισμός, δηλαδή προβολή μιας συνήθειας της σύγχρονης με τον ποιητή εποχής σε παλαιότερη.

 

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Προοίμια από το έργο του Ησίοδου

1. Θεογονία (στ. 1-2 και 22-24)

«Με τις Ελικωνιάδες Μούσες ας αρχίσει το τραγούδι μας·
κατοικούν τον Ελικώνα, όρος μέγα κι ιερό,
[...]
Κάποτε εκείνες δίδαξαν τον Ησίοδο το ωραίο τραγούδι,
την ώρα που βοσκούσε το κοπάδι του,
στου θεϊκού Ελικώνα τις πλαγιές
».

2. Έργα και Ημέραι (στ. 1-5 και 11-13)

«Μούσες της Πιερίας, δόξα σας το τραγούδι, ελάτε πάλι,
ανιστορήσετε τον Δία, υμνώντας τον πατέρα σας.
Για κείνον γίνονται οι θνητοί άλλοτε άδοξοι,

άλλοτε δοξασμένοι· ονομαστοί κι ανώνυμοι,
όπως το θέλει ο μέγας Δίας.
[...]
Άκουσε τώρα, επάκουσε επιβλέποντας,
το δίκαιο κράτησε στον ίσιο δρόμο, Δία εσύ·
αλλά κι εγώ έχω να πω στον Πέρση* την αλήθεια
».

(Εκλογές από τον Ησίοδο, μετάφραση-επιλεγόμενα Δ.Ν. Μαρωνίτης,
εκδ. Το Ροδακιό, Αθήνα 1995)

* Πέρσης: αδελφός του ποιητή, προς τον οποίον απευθύνεται το ποίημα.

 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ Ή ΕΡΓΑΣΙΑ
1. Ποιο είναι το θέμα της Ιλιάδας και πώς το οριοθετεί χρονικά ο ποιητής;
2.
Ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές της ενότητας (άνθρωποι και θεοί) και ποιος είναι ο ρόλος τους (ολοφάνερος ή αφανής);
3.
Στη σύγκρουση Αγαμέμνονα και Χρύση φαινομενικά νικητής αναδεικνύεται ο αρχιστράτηγος. Στην εμφάνιση όμως και στο λόγο του ιερέα λανθάνουν κάποιοι υπαινιγμοί που μας προϊδεάζουν ότι η τελική επικράτηση θα είναι δική του. Να επισημάνετε αυτά τα στοιχεία, που δίνονται υπαινικτικά από τον ποιητή.
4.
Η προσευχή του Χρύση ακολουθεί το συνηθισμένο θρησκευτικό τυπικό της εποχής. Αφού επισημάνετε και απαριθμήσετε τα τυπικά στοιχεία της προσευχής, να τη συγκρίνετε με μια σημερινή (π.χ. την «Κυριακή προσευχή») και να σημειώσετε ομοιότητες και διαφορές. [Ενδεικτικές Έννοιες Διαθεματικής προσέγγισης: Πολιτισμός, Ομοιότητα - Διαφορά]
5.
Στην περιγραφή των θυμάτων του λοιμού ο ποιητής κλιμακώνει την αφήγηση προχωρώντας από το πρώτο και λιγότερο σημαντικό θέμα (θάνατος σκύλων) στο τρίτο και πιο σπουδαίο (θάνατος ανθρώπων). Η τεχνική αυτή λέγεται «νόμος των τριών». Θυμηθείτε σε ποια άλλα μαθήματα (π.χ. Μαθηματικά, Θρησκευτικά κτλ.) ο αριθμός τρία χρησιμοποιείται ανάλογα (ως νόμος, κανόνας, σύστημα) και καταγράψτε αυτές τις περιπτώσεις. [Ενδεικτικές Έννοιες Διαθεματικής προσέγγισης: Σύστημα, Αναλογία, Συμμετρία, Ταξινόμηση]
6.
Αφού θυμηθείτε το προοίμιο της Οδύσσειας και διαβάσετε τα προοίμια του Ησίοδου (βλ. Παράλληλα κείμενα), να κάνετε συγκρίσεις με το προοίμιο της Ιλιάδας.