ραψωδία Ε |
Περιληπτική αναδιήγηση Ο Διομήδης αναδεικνύεται σε κυρίαρχη μορφή της μάχης και όλα δείχνουν ότι η Αθηνά ετοιμάζει την αριστεία
του: τον περιβάλλει με φως, τον γεμίζει δύναμη και αυτοπεποίθηση και
εκείνος ρίχνεται ακάθεκτος στη μάχη. Μάταια ο Πάνδαρος προσπαθεί με το
τόξο του να ανακόψει την ορμή του Τυδείδη· καταφέρνει μόνο να τον
τραυματίσει ελαφρά στον ώμο. Και καυχιέται γι' αυτό! Ο Διομήδης ζητάει
τη συνδρομή της Αθηνάς κι εκείνη σπεύδει κοντά του. Τον ενδυναμώνει με
την ανδρεία του πατέρα του και του δίνει τη δυνατότητα να αναγνωρίζει
τους θεούς, για να τους αποφεύγει. Μόνο την Αφροδίτη του επιτρέπει να
χτυπήσει, αν βρεθεί μπροστά του. |
ραψωδία Ε 274-430 Ο Διομήδης σκοτώνει τον Πάνδαρο και τραυματίζει την Αφροδίτη |
---|
|
Αἰδώς, Ἀργεῖοι
(Ε 784-787) |
Συμπλοκή Πάνδαρου και Αινεία με τον Διομήδη |
Τους λόγους τούτους έλεγαν εκείνοι ανάμεσόν τους κι ευθύς με τα γοργ' άλογα πλησίασαν οι δύο. Και πρώτος του Λυκάονος ο λαμπρός γόνος είπε: «Ω γόνε σιδηρόκαρδε του θαυμαστού Τυδέως, το γοργό βέλος το πικρό δεν σ' έριξε· και τώρα με το κοντάρι δοκιμήν θα κάμω, αν σ' επιτύχω». Είπε και το μακρόσκιον κοντάρι σφενδονίζει και την ασπίδα τρύπησε του Διομήδη πέρα η χάλκιν' άκρη κι έφθασε τον θώρακα να εγγίξει κι εφώναξεν ο Πάνδαρος μακράν να τον ακούσουν: «Εις το λαγγόνι περαστά σε λάβωσα· και ολίγην έχεις ζωήν· και καύχημα σ' εμέ έδωκες μεγάλο». Και ατρόμητος του απάντησεν ο δυνατός Διομήδης: «Έσφαλες, δεν μ' επέτυχες· αλλά δεν θα ησυχάστε, πριν πέσει από τους δύο σας ο ένας και χορτάσω στο αίμα τον αδάμαστον πολεμιστήν τον Άρη». |
275 280 285 |
Ο Πάνδαρος φονεύυεται |
Ρίχνει τ' ακόντι· κι η Αθηνά τ' οδήγησε στην μύτην, σιμά στο μάτι· και ο σκληρός χαλκός τα λευκά δόντια τού πέρασε και του 'κοψε τη γλώσσαν εις την ρίζα, κι η χάλκιν' άκρη κάτωθεν εφάνη απ' το πηγούνι. Πέφτει απ' τ' αμάξι και βροντούν επάνω τ' άρματά του τα εύμορφα και ολόλαμπρα και ανάμερα από φόβον συρθήκαν τα γοργ' άλογα· κι εκείνος ενεκρώθη. Με την ασπίδα επήδησε και το μακρύ κοντάρι ο Αινείας, μήπως οι Αχαιοί του πάρουν τον νεκρόν του· και ως θαρρετό στην ρώμην του λιοντάρι διασκελούσε γύρω του με τ' ακόντι εμπρός και την γλιστρήν ασπίδα, έτοιμος να φονεύσει αυτόν που στον νεκρόν σιμώσει κι εφώναζε τρομακτικά· κι εσήκωσε ο Τυδείδης πέτραν τρανήν, θεόρατην· δεν θα την παίρναν δύο των τωρινών θνητών και αυτός την έπαιζε και μόνος. Και τον Αινείαν κτύπησε μ' αυτήν στο μέρος, όπου στρέφεται ο γόφος στο μερί και λέγεται κουτάλα· και την κουτάλα σύντριψε και τα δυο νεύρ' ακόμη· ο τραχύς λίθος τού 'γδαρε το δέρμα· πέφτει ο ήρως στα γόνατά του και στην γην με το παχύ του χέρι στηρίχθη και τα μάτια του μαύρη σκεπάζει νύκτα. |
290 295 300 305 310 |
![]() |
Εικόνα 14. Σύγκρουση Διομήδη και Αινεία· παραστέκουν η Αθηνά και η Αφροδίτη. Ερυθρόμορφος κρατήρας. 490-480 π.Χ. Βοστόνη, Μουσείο Καλών Τεχνών (αντίγραφο). |
Η Αφροδίτη σώζει τον τραυματισμένο Αινεία | Κι έχανε τότε την ζωήν ο βασιλεύς Αινείας, αλλ' η Αφροδίτη του Διός η κόρη ευθύς τον είδε, οπού στων μόσχων τες βοσκές τον γέννησε του Αγχίση· έζωσε αυτή με τες λευκές αγκάλες το παιδί της και ο φωτοβόλος πέπλος της στες δίπλες του τον κρύβει, φράγμα στα βέλη, μη κανέν' ακόντι χαλκοφόρο των ταχυΐππων Δαναών τον εύρει μες στο στήθος. Κι ενώ απ' την μάχην έπαιρνε τον ποθητόν υιόν της εκείνη, δεν λησμόνησεν ο υιός του Καπανέως αυτά που του παράγγειλεν ο ανδρείος Διομήδης· και τα δικά του άλογα μακράν από τον κρότον έστησε και τους χαλινούς προσέδεσε στ' αμάξι. |
315 320 |
Ο Σθένελος αρπάζει τα άλογα του Αινεία |
Και τα καλότριχ' άλογα του Αινεία παίρνει αμέσως προς τους γενναίους Αχαιούς απ' τον στρατόν των Τρώων· τα 'δωκε στον Δηίπυλον, τον σύντροφον απ' όλους προτίμα τους ομήλικες, ότ' είχαν μίαν γνώμην, να τα οδηγήσει στα βαθιά καράβια· τότ' ο ήρως στ' αμάξι ανέβη κι έπιασε τα ολόλαμπρα λουρία και τα στερεόποδ' άλογα προς τον Τυδείδην σπρώχνει. |
325 |
Ο Διομήδης τραυματίζει την Αφροδίτη | Τούτος την Κύπριν μ' άπονο κοντάρι εκυνηγούσε, ότ' ήξευρε που 'ν' άνανδρη θεά και δεν ομοιάζει με τες θεές, οπού αρχηγούν στην μάχην των ανδρείων, ούτε η πορθήτρα Ενυώ, ούτε η Παλλάς Αθήνη. Αλλ' ότε την επρόφθασε στο μέγα πλήθος μέσα τινάχθη, επήδησ' ο υιός του θαυμαστού Τυδέως και με τ' ακόντι εσκάρφισε το τρυφερό της χέρι· τον πέπλον της, αμβρόσιον υφάδι των Χαρίτων, πέρασ’ η λόγχη κι εύρηκε την άκρην της παλάμης· ρέει το αίμα της θεάς και άφθαρτον είν' εκείνο, το έχουν μόν' οι μάκαρες θεοί και ιχώρ το λέγουν· οίνον δεν πίνουν οι θεοί, μήτε σιτάρι τρώγουν, κι είναι διά τούτο αναίματοι και αθάνατοι καλούνται. Φώναξ' εκείνη θλιβερά και αφήνει τον υιόν της· στα χέρια του τον σήκωσεν ο Απόλλων και με νέφος μαύρο τον ζώνει, μη κανέν' ακόντι χαλκοφόρο των ταχυΐππων Δαναών τον εύρει μες στο στήθος. Μακράν τότ' έσυρε κραυγήν ο ανδρείος Διομήδης: «Φεύγε, ω κόρη του Διός, της μάχης τους αγώνες. Ή δεν σου αρκεί που ξεπλανάς τες άνανδρες γυναίκες; Θαρρώ πως αν εις πόλεμον και πάλιν λάβεις μέρος, θ' ανατριχιάς κι εάν μακράν διά πόλεμον ακούσεις». Αυτά 'πε κι έφευγε η θεά με ζάλην και με πόνους σκληρούς κι εγίνη μελανό το ρόδινο της σώμα· κι η Ίρις η ανεμόποδη την πήρε από το πλήθος τον άγριον Άρη αριστερά της μάχης καθισμένον ήβρε· κι ομίχλη σκέπαζε την λόγχην και τους ίππους. Τότ' εγονάτισε η θεά και από τον αδελφόν της τα χρυσοστέφαν' άλογα πολύ θερμά ζητούσε: «Γλυκέ, βοήθα με, αδελφέ, και δώσ' μου τ' άλογά σου να μεταβώ στον Όλυμπον, έδραν των αθανάτων· πληγή με σφάζει οπού θνητός μού έκαμε, ο Τυδείδης, που τώρα μάχην θα 'καμνε και στον πατέρα Δία». Τα χρυσοστέφαν' άλογα της έδωκεν ο Άρης· στ' αμάξι ανέβ' η θλιβερή· στο πλάγι της η Ίρις κάθισε και τους χαλινούς στα χέρια της επήρε· |
330 335 340 345 350 355 360 365 |
Η Αφροδίτη αποσύρεται στον Όλυμπο | κτυπά κι εκείνα πρόθυμα πετούν και γοργά φθάνουν εις τον υψηλόν Όλυμπον, των αθανάτων έδραν· τ' άλογ' αυτού σταμάτησεν η ανεμόποδ' Ίρις και αφού τα ξέζεψε, τροφήν τους έβαλε αμβροσίαν· κι η Αφροδίτη έπεσε στον κόλπον της μητρός της Διώνης· τούτη αγκάλιασε την ποθητήν της κόρην, με το χέρι την χάιδευσε κι είπε σ' αυτήν: «Παιδί μου, ποιος των θεών τόσ' άπρεπα σου 'καμε αυτά που βλέπω, ως να 'χε σ' έβρει φανερά κάποιο κακό να κάμνεις;» Σ' εκείνην η φιλόγελη απάντησε Αφροδίτη: «Εμένα ο μεγαλόψυχος ελάβωσε Τυδείδης, διότι από τον πόλεμον έπαιρνα τον υιόν μου Αινείαν, που υπεραγαπώ, καθώς κανέναν άλλον. Διότι Τρώων και Αχαιών δεν είναι μάχη πλέον· πολεμούν ήδ' οι Δαναοί και με τους αθανάτους». |
370 375 380 |
Η Διώνη παρηγορεί και θεραπεύει την Αφροδίτη |
Και προς αυτήν απάντησεν η σεβαστή Διώνη: «Με υπομονήν το πάθος σου, παιδί μου, να βαστάσεις· απ' τους ανθρώπους πάθαμε πολλοί των Ολυμπίων, ως εμείς δίδομε αφορμήν κακών ανάμεσόν μας. Βάσταξ' ο Άρης π' άλυτα τον έδεσεν ο Ώτος και ο Εφιάλτης ο δεινός, τα τέκνα του Αλωέως· κι έμεινε μήνες δεκατρείς στο χάλκινον αγγείον· και τότε ο πολεμόδιψος ο Άρης θα εχανόνταν, η μητρυιά του αν του Ερμή δεν το 'λεγεν, η ωραία Ηεριβοίη·κι έκλεψεν αυτός τον Άρη, οπόταν εκόντευε ο σκληρός δεσμός να πάρει την πνοή του. Βάσταξ' η Ήρα, ότε ο δεινός Αμφιτρυωνιάδης, μ' ακόντι τρίγωνο έπληξε τον δεξιόν μαστόν της και την θεάν αγιάτρευτος βασάνιζεν ο πόνος. Βάσταξε και ο θεόρατος ο Άδης πικρό βέλος· ο ίδιος άνδρας, ο υιός του αιγιδοφόρου Δία, οδυνηρά τον πλήγωσε εις των νεκρών την πύλην· κίνησε προς τον Όλυμπον στο δώμα του Κρονίδη περίλυπος και στην καρδιά τον έπιαναν οι πόνοι, ότι τον μέγαν ώμον του τ' ακόντ' είχε περάσει. Με βότανα παυσίπονα, που του 'βαλε ο Παιήων, τον γιάτρευσεν, ότι θνητός δεν ήτο αυτός πλασμένος· ο άθλιος, ο αυθαδέστατος εργάτης ασεβείας, που τους θεούς που κατοικούν στον Όλυμπο κτυπούσε, και αυτόν τώρα εναντίον σου η Αθήνη τον Τυδείδην έβαλε και δεν σκέπτεται ο μωρός που ολίγες έχει ημέρες όποιος πόλεμον κινεί των αθανάτων, και οπίσω από τον πόλεμον δεν θα 'λθει να του πέσουν στα γόνατά του τα παιδιά, παπά να του ψελλίζουν. Διά τούτο, αν κι έχει δύναμιν μεγάλην ο Τυδείδης, ας συλλογιέται αντίμαχον μην έβρει ανώτερόν σου· μην η Αιγιάλεια ποτέ, η φρόνιμη Αδρηστίνη, ξυπνήσει τους ανθρώπους της θρηνώντας που της λείπει ο νυμφευτός της σύντροφος των Αχαιών ο πρώτος, του ιπποδάμου η θαυμαστή γυνή, του Διομήδη». Είπε· και με τα χέρια της σφογγίζει τον ιχώρα απ' την παλάμην κι έκλεισ' η πληγή κι οι πόνοι επαύσαν. |
385 390 395 400 405 410 415 |
Η Ήρα και η Αθηνά σχολιάζουν ειρωνικά τον τραυματισμό της Αφροδίτης | Κι απ' τ' άλλο μέρος η Αθηνά κι η Ήρα, ενώ τηράζουν, με λόγια μετωριστικά κεντούσαν τον Κρονίδην. Και πρώτη τότ' ομίλησεν η γλαυκομάτ' Αθήνη: «Δία πατέρα, ό,τι θα ειπώ μη σε θυμώσει τάχα; Άσφαλτα η Κύπρις ήθελε καμίαν Αχαιΐδα των Τρώων που υπεραγαπά να φέρει στες αγκάλες· κι εκεί που την λαμπρόπεπλον εχάιδευεν ωραίαν, χρυσή βελόνη εσκάρφισε το τρυφερό της χέρι». Εις τούτο εγλυκογέλασεν ο ύψιστος πατέρας και την χρυσήν προσκάλεσ' Αφροδίτην και της είπε: «Τα έργα τα πολεμικά, παιδί μου, δεν σου ανήκουν· στου γάμου συ τες ζηλευτές φροντίδες καταγίνου και τ' άλλα έχ' η Αθηνά και ο μανιωμένος Άρης». |
420 425 430 |
στ. 274 εκείνοι: ο Διομήδης (= ο γόνος του θαυμαστού Τυδέως, στ. 277) και ο Σθένελος (= ο υιός του Καπανέως, στ. 319).
|
ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ | |
Βατραχομυομαχία Η Βατραχομυομαχία, έργο άγνωστου ποιητή πιθανόν του 6ου/5ου αι. π.Χ., περιγράφει τον πόλεμο μεταξύ των βατράχων και των μυών (= ποντικών). Οι «εχθροπραξίες» άρχισαν όταν ο βασιλιάς των βατράχων Φουσκομάγουλος (Φυσίγναθος) έγινε, χωρίς να το θέλει, αιτία να πνιγεί στη λίμνη ο βασιλιάς των ποντικών Ψιχουλαρπάχτης (Ψιχάρπαξ). Στους στίχους που ακολουθούν περιγράφεται μέρος της φονικής μάχης μεταξύ των δύο αντιπάλων: |
|
|
205 210 |
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ - ΣΧΕΔΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ |
1.
Στις σκηνές της ενότητας που διδαχθήκατε είναι έντονη η παρουσία των
θεών. Αφού χωριστείτε σε ομάδες, να ασχοληθείτε με τα εξής θέματα
αναφέροντας και τους στίχους του κειμένου που δικαιολογούν την όποια
παρατήρησή σας: α) Ποιοι θεοί εμπλέκονται στη δράση και ποιος είναι ο στόχος της παρέμβασής τους; β)
Ποιοι από αυτούς είναι αθέατοι στους θνητούς ή κάνουν αθέατο κάποιον
προστατευόμενό τους για να τον σώσουν; Με ποιον τρόπο επιτυγχάνεται κάθε
φορά αυτό; Θυμηθείτε να αναφέρετε παρόμοιες περιπτώσεις από τις
ενότητες των ραψωδιών Α και Γ που έχετε ήδη διδαχθεί. γ)
Να συγκεντρώσετε και να παρουσιάσετε στην τάξη περιπτώσεις, είτε από τα
εξωσχολικά σας διαβάσματα είτε από τον κινηματογράφο, όπου
χρησιμοποιείται το μοτίβο του «αθέατου» ή της «μεταμόρφωσης» του ήρωα,
προσπαθώντας παράλληλα να εξηγήσετε γιατί τέτοιες ικανότητες συγκινούν
πάντα τους ανθρώπους. [Ενδεικτικές Έννοιες Διαθεματικής προσέγγισης:
Μύθος, Φαντασία - Πραγματικότητα, Τέχνη, Δημιουργία] 2. Στα ομηρικά έπη συναντάμε συχνά το στοιχείο του «θαυμαστού», αυτού δηλαδή που υπερβαίνει τους φυσικούς και λογικούς νόμους, του υπερφυσικού, το οποίο συνυφαίνεται με την ανθρωπομορφική αντίληψη που διέπει το θεολογικό σύστημα των αρχαίων Ελλήνων. Αφού μελετήσετε την ενότητα (στ. 274-430) και την Περιληπτική αναδιήγηση όλης της ραψωδίας Ε: α) Να επισημάνετε τις περιπτώσεις «θαυμαστού» που θα συναντήσετε και να τις αναλύσετε με λίγα λόγια. β) Να καταγράψετε τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά (ιδιότητες, συμπεριφορές, αισθήματα κτλ.) των θεών που εμπλέκονται στη δράση ή απλώς αναφέρονται. γ) Να σημειώσετε τις περιπτώσεις εκείνες όπου ο ανθρωπομορφισμός οδηγείται στα άκρα, αλλά και τα χαρακτηριστικά που παραμένουν οπωσδήποτε θεϊκά. δ) Να συζητήσετε στην τάξη σχετικά με τις αντιλήψεις αυτές των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και για τις δυνατότητες που παρέχει στον ποιητή η λογοτεχνική εκμετάλλευσή τους. ε) Να βρείτε ανάλογες αντιλήψεις στα Θρησκευτικά, σε κείμενα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας ή σε άλλα διαβάσματά σας. [Ενδεικτικές Έννοιες Διαθεματικής προσέγγισης: Σύστημα, Τέχνη, Λογικό, Υπερφυσικό] ![]() |