|
|
Παράδειγμα στενής φιλίας υπήρξε και εκείνη που συνέδεε τον Θησέα με τον βασιλιά των Λαπιθών Πειρίθου. Στην εικόνα ο Θησέας απάγει τη βασίλισσα των Αμαζόνων, ενώ ο Πειρίθους φυλάει τα νώτα τους (500-490 π.Χ., Μουσείο Λούβρου). |
|
Δάμων και Φιντίας
Α. Κείμενο
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (1ος αι. π.Χ.) στο έργο του Βιβλιοθήκη, που αριθμούσε σαράντα βιβλία, αλλά δε σώζεται ολόκληρο, συνδυάζει πολλές και ποικίλες πηγές, για να παρουσιάσει παράλληλα την ελληνική και τη ρωμαϊκή ιστορία. Απευθύνεται στο ευρύτερο κοινό, γι’ αυτό και περιλαμβάνει στο έργο του υλικό ανεκδοτολογικού χαρακτήρα, που δε στηρίζεται απαραίτητα σε ιστορικές μαρτυρίες. Το περιστατικό με τον Δάμωνα και τον Φιντία που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικό του υλικού που περιέχει η Βιβλιοθήκη.
Διονυσίου τυραννοῦντος Φιντίας τις Πυθαγόρειος ἐπιβεβουλευκὼς τῷ τυράννῳ, μέλλων δὲ τῆς τιμωρίας τυγχάνειν, ᾐτήσατο παρὰ τοῦ Διονυσίου χρόνον εἰς τὸ πρότερον ἃ βούλεται διοικῆσαι· δώσειν δ' ἔφησεν ἐγγυητὴν τῶν φίλων ἕνα. Τοῦ δὲ δυνάστου θαυμάσαντος, εἰ τοιοῦτός ἐστι φίλος ὃς ἑαυτὸν εἰς τὴν εἱρκτὴν ἀντ' ἐκείνου παραδώσει, προεκαλέσατό τινα τῶν γνωρίμων ὁ Φιντίας, Δάμωνα ὄνομα, Πυθαγόρειον φιλόσοφον, ὃς ἔγγυος εὐθὺς ἐγενήθη. Τινὲς μὲν οὖν ἐπῄνουν τὴν ὑπερβολὴν τῆς πρὸς τοὺς φίλους εὐνοίας, τινὲς δὲ τοῦ ἐγγύου προπέτειαν καὶ μανίαν κατεγίνωσκον. Πρὸς δὲ τὴν τεταγμένην ὥραν ἅπας ὁ δῆμος συνέδραμεν, καραδοκῶν εἰ φυλάξει τὴν πίστιν Φιντίας. ῎Ηδη δὲ τῆς ὥρας συγκλειούσης Φιντίας ἀνελπίστως ἐπὶ τῆς ἐσχάτης τοῦ χρόνου ῥοπῆς δρομαῖος ἦλθε. Θαυμάσας οὖν ὁ Διονύσιος ἀπέλυσεν τῆς τιμωρίας τὸν ἐγκαλούμενον καὶ παρεκάλεσε τοὺς ἄνδρας τρίτον ἑαυτὸν εἰς τὴν φιλίαν προσλαβέσθαι.
Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκη 10.4.3-6 (διασκευή)
Ο Ηρακλής και ο πιστός σύντροφός του Ιόλαος επάνω σε τέθριππο άρμα (520-510 π.Χ., Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθήνας)
Γλωσσικά σχόλια
Διονυσίου τυραννοῦντος (μτχ. ενεστ. ρ. τυραννέω, τυραννῶ)
|
|
όταν ασκούσε την εξουσία (ήταν τύραννος) ο Διονύσιος |
ἐπιβεβουλευκώς (μτχ. παρακ. ρ. ἐπιβουλεύω) τῷ τυράννῳ μέλλων τῆς τιμωρίας τυγχάνειν
|
που είχε συνωμοτήσει εναντίον του άρχοντα και επρόκειτο να τιμωρηθεί |
ᾐτήσατο (οριστ. αορ. ρ. αἰτέομαι, αἰτοῦμαι)
|
ζήτησε (πβ. ν.ε.: αίτηση, αίτημα, απαραίτητος) |
εἰς τὸ πρότερον ἃ βούλεται διοικῆσαι (απαρ. αορ. ρ. διοικέω, διοικῶ)
|
για να τακτοποιήσει προηγουμένως τις υποθέσεις του |
ἔφησεν (οριστ. αορ. ρ. φημί)
|
είπε (πβ. ν.ε.: αφασία, αντιφατικός, καταφατικός) |
τοῦ δὲ δυνάστου θαυμάσαντος (μτχ. αορ. ρ. θαυμάζω)
|
κι επειδή ο άρχοντας απόρησε |
εἰ τοιοῦτός ἐστι φίλος ὃς ἑαυτὸν εἰς τὴν εἱρκτὴν ἀντ' ἐκείνου παραδώσει |
αν υπάρχει τέτοιος φίλος που θα δεχτεί να φυλακιστεί (πβ. ν.ε.: κάθειρξη) αντί για κείνον |
προεκαλέσατο (οριστ. αορ. ρ. προκαλέομαι, προκαλοῦμαι)
|
προσκάλεσε |
ὃς ἔγγυος ἐγενήθη (οριστ. παθ. αορ. α΄ ρ. γίγνομαι)
|
ο οποίος μπήκε εγγυητής |
ἐπῄνουν (οριστ. παρατ. ρ. ἐπαινέω, ἐπαινῶ) τὴν ὑπερβολὴν τῆς πρὸς τοὺς φίλους εὐνοίας
|
επαινούσαν την υπερβολή της αγάπης προς τους φίλους |
τοῦ ἐγγύου προπέτειαν καὶ μανίαν κατεγί(γ)νωσκον |
καταλόγιζαν επιπολαιότητα και παραφροσύνη στον εγγυητή (πβ. ν.ε.: εγγύηση, εχέγγυο, φερέγγυος) |
ἡ τεταγμένη ὥρα |
η καθορισμένη ώρα |
ἅπας ὁ δῆμος συνέδραμεν (οριστ. αορ. β΄ ρ. συντρέχω)
|
όλος ο λαός συγκεντρώθηκε (πβ. ν.ε.: συνδρομή, συνδρομητικός) |
καραδοκῶν (μτχ. ενεστ. ρ. καραδοκέω, καραδοκῶ)
|
περιμένοντας με αγωνία |
φυλάττω τὴν πίστιν (τεχνικός νομικός όρος) |
τηρώ την υπόσχεσή μου |
ἤδη δὲ τῆς ὥρας συγκλειούσης |
και όταν πια πλησίαζε η ώρα |
ἐπὶ τῆς ἐσχάτης τοῦ χρόνου ῥοπῆς |
στο έσχατο γύρισμα του χρόνου, την τελευταία στιγμή |
ἔρχομαι δρομαῖος |
έρχομαι τρέχοντας |
ἀπέλυσεν τῆς τιμωρίας τὸν ἐγκαλούμενον (μτχ. ενεστ. ρ. ἐγκαλέομαι, ἐγκαλοῦμαι) |
απάλλαξε από την τιμωρία τον κατηγορούμενο (πβ. ν.ε.: έγκλημα, εγκληματικός) |
τρίτον ἑαυτὸν εἰς τὴν φιλίαν προσλαβέσθαι (απαρ. αορ. β΄ ρ. προσλαμβάνομαι) |
να τον δεχτούν ως φίλο τους |
Ερμηνευτικά σχόλια
Διονυσίου τυραννοῦντος: Πρόκειται για τον τύραννο των Συρακουσών Διονύσιο τον Πρεσβύτερο (430-367 π.Χ.) ή τον Νεότερο (γεννήθηκε γύρω στο 397 π.Χ.), καθώς ο ακριβής χρονικός προσδιορισμός του περιστατικού είναι αδύνατος.
Φιντίας τις Πυθαγόρειος: Φιλόσοφος από τις Συρακούσες, οπαδός του Πυθαγόρα. Ο Πυθαγόρας από τη Σάμο (περ. 569-475 π.Χ.) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς της αρχαιότητας. Πίστευε ότι οι αριθμοί είναι η αρχή των όντων, πως μόνο ό,τι προσδιορίζεται αριθμητικά είναι υπαρκτό· θεωρούσε επίσης ότι η αρμονία που επικρατεί στο σύμπαν είναι η ίδια αρμονία που διέπει τις σχέσεις των αριθμών. Η διδασκαλία του συνδύαζε την επιστήμη με τη θρησκεία και περιείχε μυστικιστικά στοιχεία. Καθώς δεν έχουν σωθεί γραπτά του, ήδη από την αρχαιότητα είχε αναπτυχθεί έντονη μυθοπλασία γύρω από το πρόσωπό του.
Δάμων: Πυθαγόρειος φιλόσοφος του 4ου αι. π.Χ. από τις Συρακούσες. Η ιστορία των δύο φίλων, που παραδίδεται σε πολλές παραλλαγές, δεν είναι βέβαιο ότι απηχεί την ιστορική πραγματικότητα. Είναι μάλλον ανεκδοτολογικού χαρακτήρα, οπωσδήποτε όμως αντανακλά τον στενό δεσμό που συνέδεε τους πυθαγορείους μεταξύ τους.
Ερωτήσεις
- Για ποιον λόγο είχε καταδικαστεί ο Φιντίας από τον Διονύσιο των Συρακουσών;
- Ποια χάρη ζήτησε ο Φιντίας πριν από την εκτέλεση της ποινής του; Ποια εγγύηση έδωσε για την επιστροφή του;
- Πώς αντέδρασε η κοινή γνώμη στην προσφορά του Δάμωνα;
- Ποια ήταν η αντίδραση του Διονυσίου, όταν διαπίστωσε τη συγκινητική φιλία που συνέδεε τον Δάμωνα και τον Φιντία και τη συναίσθηση καθήκοντος που διέκρινε τους πυθαγορείους; Γνωρίζετε άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα πιστών φίλων;
Β1. Λεξιλογικός Πίνακας
θ. τυρανν-
[στο κείμενο συναντήσατε τους τύπους τυραννοῦντος και τυράννῳ] |
|
Αρχαία Ελληνική |
Αρχαία / Νέα Ελληνική |
Νέα Ελληνική |
|
|
τυραννεύω τυραννίζω |
τυραννῶ τυραννία ἡ τυραννίς (-ίδα) τυραννικός
|
τυραννίσκος [= ο μικρής αξίας τύραννος] τυράννισμα |
|
τυραννοκτονῶ τυραννοποιός ἀτυράννευτος μισοτύραννος φιλοτύραννος κατατυραννῶ |
ὁ τυραννοκτόνος ἡ τυραννοκτονία |
ο τυραννόσαυρος [= είδος σαρκοβόρου δεινοσαύρου] |
Ασκήσεις
- Να συνδυάσετε το επίθετο «τυραννικός» με τα ουσιαστικά «εξουσία» και «συμπεριφορά» και να γράψετε στη ν.ε. μία πρόταση με τις φράσεις που προκύπτουν.
-
Να βρείτε από τον Λεξιλογικό Πίνακα συνώνυμα των λέξεων: δικτάτορας – καταπιεστικός και ταλαιπωρία – μαρτύριο.
Β2. Ετυμολογικά Παραγωγή επιθέτων
Παραγωγή επιθέτων από ουσιαστικά (β΄ μέρος)
Καταλήξεις επιθέτων που σημαίνουν: |
α. πλησμονή, δηλ. αφθονία κάποιου πράγματος |
-εις
|
τολμήεις (γεν. -εντος) < τόλμη
|
-όεις |
ἀστερόεις < ἀστήρ |
-(ει)νός |
σκοτεινός < σκότος |
-λός |
φειδωλός < φειδώ |
-(η)λός |
ἀπατηλός < ἀπάτη |
-(α)λέος |
ῥωμαλέος < ῥώμη |
-ρός (-αρός, -ερός, -ηρός, -υρός) |
λιπαρός < λίπος, δροσερός < δρόσος |
-ώδης |
μανιώδης < μανία |
|
|
β. χρόνο ή μέτρο |
-(ι)αῖος |
μηνιαῖος < μήνη (= σελήνη) |
-ήσιος |
ἡμερήσιος < ἡμέρα |
-ινός |
ἐαρινός < ἔαρ |
|
|
Ασκήσεις
-
Από τα παρακάτω ουσιαστικά να σχηματίσετε επίθετα που δηλώνουν πλησμονή, χρόνο ή μέτρο:
ὀδύνη |
> |
______________________________ |
τύχη |
> |
______________________________ |
θέρος |
> |
______________________________ |
φλόξ (γεν. φλογός) |
> |
______________________________ |
ἔτος |
> |
______________________________ |
φθόνος |
> |
______________________________ |
-
Να αντιστοιχίσετε τα επίθετα (στήλη Α΄) με τις έννοιες που αυτά δηλώνουν (στήλη Β΄). Στη συνέχεια να γράψετε από ποια ουσιαστικά της α.ε. παράγονται:
Α΄ |
Β΄ |
1. ξύλινος
|
|
2. μάχιμος
|
|
3. χαρίεις
|
α. ύλη ή χρώμα |
4. ἠθικός
|
β. αυτός που ανήκει σε εκείνο που δηλώνει |
5. μολύβδινος
|
η πρωτότυπη λέξη ή έχει σχέση με αυτό |
6. ἐχθρός
|
γ. κατάλληλος για εκείνο που δηλώνει |
7. σθεναρός
|
η πρωτότυπη λέξη |
8. πειναλέος
|
δ. πλησμονή |
9. μανικός
|
ε. χρόνος ή μέτρο |
10. μεσημβρινός
|
|
Γ1. Γραμματική Απαρέμφατα και μετοχές ενεργητικής φωνής βαρύτονων ρημάτων
Εκτός από τις εγκλίσεις, το ρήμα σχηματίζει δύο ονοματικούς τύπους, το απαρέμφατο και τη μετοχή.
α. Το απαρέμφατο
Το απαρέμφατο λέγεται έτσι, γιατί η κατάληξή του δε δηλώνει συγκεκριμένο πρόσωπο του λόγου (στερητικό ἀ- + παρεμφαίνω). Είναι άκλιτος ρηματικός τύπος που, όταν είναι έναρθρο, ισοδυναμεί με αφηρημένο ουσιαστικό (βλ. παρακάτω στη Σύνταξη).
• Καταλήξεις απαρεμφάτων βαρύτονων ρημάτων στην ενεργητική φωνή
|
ενεστώτας |
μέλλοντας |
αόριστος |
παρακείμενος |
φωνηεντόληκτα |
-ειν
τοξεύειν |
-σειν
τοξεύσειν |
-σαι
τοξεῦσαι |
-κέναι
τετοξευκέναι |
ουρανικόληκτα |
-ειν
πράττειν |
-ξειν
πράξειν |
-ξαι
πρᾶξαι |
-χέναι
πεπραχέναι |
χειλικόληκτα |
-ειν
γράφειν |
-ψειν
γράψειν |
-ψαι
γράψαι |
-φέναι
γεγραφέναι |
οδοντικόληκτα |
-ειν
πείθειν |
-σειν
πείσειν |
-σαι
πεῖσαι |
-κέναι
πεπεικέναι |
- Το απαρέμφατο του αορίστου δεν παίρνει αύξηση (όπως και οι εγκλίσεις του ίδιου χρόνου πλην της οριστικής).
- Το απαρέμφατο του παρακειμένου διατηρεί τον αναδιπλασιασμό, π.χ. βε-βουλευκέναι, τε-θαυμακέναι, ἐ-σκευακέναι.
- Το απαρέμφατο ενεστώτα του ρ. εἰμὶ είναι: εἶναι.
β. Η μετοχή
Η μετοχή είναι ρηματικό επίθετο που παρουσιάζει τρία γένη και αντίστοιχα τρεις καταλήξεις (τριγενές και τρικατάληκτο).
• Καταλήξεις μετοχών βαρύτονων ρημάτων στην ενεργητική φωνή
|
ενεστώτας |
μέλλοντας |
αόριστος |
παρακείμενος |
φωνηεντόληκτα |
-ων, -ουσα, -ον
ὁ τοξεύ-ων
ἡ τοξεύ-ουσα τὸ τοξεῦ-ον |
-σων, -σουσα, -σον ὁ τοξεύ-σων ἡ τοξεύ-σουσα τὸ τοξεῦ-σον |
-σας, -σασα, -σαν ὁ τοξεύ-σας ἡ τοξεύ-σασα τὸ τοξεῦ-σαν |
-κώς, -κυῖα, -κός
ὁ τετοξευ-κώς ἡ τετοξευ-κυῖα τὸ τετοξευ-κός |
ουρανικόληκτα |
-ων, -ουσα, -ον
ὁ πράττων ἡ πράττουσα τὸ πρᾶττον |
-ξων, -ξουσα, -ξον ὁ πράξων ἡ πράξουσα τὸ πρᾶξον |
-ξας, -ξασα, -ξαν ὁ πράξας ἡ πράξασα τὸ πρᾶξαν |
-χώς, -χυῖα, -χός
ὁ πεπραχώς ἡ πεπραχυῖα τὸ πεπραχός |
χειλικόληκτα |
-ων, -ουσα, -ον
ὁ γράφων ἡ γράφουσα τὸ γράφον |
-ψων, -ψουσα, -ψον ὁ γράψων ἡ γράψουσα τὸ γράψον |
-ψας, -ψασα, -ψαν ὁ γράψας ἡ γράψασα τὸ γράψαν |
-φώς, -φυῖα, -φός ὁ γεγραφώς ἡ γεγραφυῖα τὸ γεγραφός |
οδοντικόληκτα |
-ων, -ουσα, -ον
ὁ πείθων ἡ πείθουσα τὸ πεῖθον |
-σων, -σουσα, -σον ὁ πείσων ἡ πείσουσα τὸ πεῖσον |
-σας, -σασα, -σαν ὁ πείσας ἡ πείσασα τὸ πεῖσαν |
-κώς, -κυῖα, -κός ὁ πεπεικώς ἡ πεπεικυῖα τὸ πεπεικός |
- Η μετοχή του αορίστου δεν παίρνει αύξηση.
- Η μετοχή του παρακειμένου διατηρεί τον αναδιπλασιασμό, π.χ. ὁ ἐσκευακώς, ἡ ἐσκευακυῖα, τὸ ἐσκευακός.
- Η μετοχή ενεστώτα του ρ. εἰμὶ είναι: ὤν, οὖσα, ὄν.
- Το αρσενικό και ουδέτερο γένος των μετοχών όλων των χρόνων της ενεργητικής φωνής κλίνονται σύμφωνα με τη γ΄ κλίση, ενώ το θηλυκό σύμφωνα με τα θηλυκά σε -α της α΄ κλίσης. Επιπλέον, το θηλυκό στη γενική του πληθυντικού τονίζεται πάντοτε στη λήγουσα, π.χ. τῶν λυουσῶν, τῶν λυσουσῶν, τῶν λυσασῶν, τῶν λελυκυιῶν.
Γ2. Σύνταξη 1. Το απαρέμφατο
Η ονοματική φύση του απαρεμφάτου φαίνεται από το ότι μπορεί να έχει άρθρο (ουδετέρου γένους, ενικού αριθμού) σε όλες τις πτώσεις, π.χ. τὸ πράττειν, τοῦ πράττειν. Λέγεται τότε έναρθρο απαρέμφατο και παρουσιάζει τις συντακτικές χρήσεις ενός ουσιαστικού (δέχεται άρνηση μή), π.χ. Τὸ λακωνίζειν ἐστὶ φιλοσοφεῖν (το έναρθρο απαρέμφατο τὸ λακωνίζειν είναι υποκείμενο του ρήματος ἐστί).
Το άναρθρο απαρέμφατο (ειδικό και τελικό) είναι πιο συχνό και έχει πολλές συντακτικές χρήσεις, οι κυριότερες από τις οποίες είναι: αντικείμενο σε προσωπικά ρήματα και υποκείμενο σε απρόσωπα ρήματα ή απρόσωπες εκφράσεις.
άναρθρο απαρέμφατο |
Είδος |
Ειδικό:
- μεταφράζεται με τις λέξεις «ότι», «πως»,
- εξαρτάται από ρήματα που σημαίνουν «λέω», «νομίζω», «γνωρίζω», «αντιλαμβάνομαι» κ.ά.,
- δέχεται άρνηση οὐ:
Ἐκείνους λύειν φημὶ τὴν εἰρήνην.
|
Τελικό:
- μεταφράζεται με τη λέξη «να»,
- εξαρτάται από ρήματα που σημαίνουν «θέλω», «μπορώ», «προτρέπω», «απαγορεύω» κ.ά.,
- δέχεται άρνηση μή:
Τὰς συνθήκας λύειν ἐπιχειροῦσιν.
|
Βασικές συντακτικές χρήσεις |
-
Αντικείμενο σε προσωπικά ρήματα, δηλ. ρήματα που κλίνονται σε όλα τα πρόσωπα και έχουν ως υποκείμενο κάποιο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα.
Ἔφησε δώσειν ἐγγυητὴν ἕνα τῶν φίλων.
-
Υποκείμενο σε απρόσωπα ρήματα, δηλ. ρήματα που απαντούν μόνο στο γ΄ εν. πρόσωπο και δεν έχουν ως υποκείμενο κάποιο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα. Είναι παρόμοια με τα ν.ε. «πρέπει», «λέγεται», «ενδέχεται» κ.ά.· συνηθέστερα στην α.ε. είναι τα δεῖ, χρή (= πρέπει), προσήκει (= αρμόζει). Την ίδια συντακτική θέση παίρνει το απαρέμφατο και με απρόσωπες εκφράσεις, δηλ. φράσεις που αποτελούνται από ένα επίθετο ή ένα επίρρημα και το γ΄ ενικό πρόσωπο των ρημάτων εἰμὶ και ἔχω, π.χ. δίκαιόν ἐστι (= είναι δίκαιο / είναι σωστό), καλόν ἐστι (= είναι όμορφο / είναι καλό), καλῶς ἔχει (= καλόν ἐστι):
Προσήκει ὑμῖν τοὺς προγόνους μιμεῖσθαι. Δίκαιόν ἐστιν ὑπὲρ μεγάλων ἐγκλημάτων δεινὰς ποιεῖσθαι τὰς τιμωρίας.
|
2. Η μετοχή
Οι μετοχές, ανάλογα με τη συντακτική τους λειτουργία, διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες: επιθετικές, κατηγορηματικές, επιρρηματικές.
Επιθετική
|
- Μεταφράζεται ως αναφορική πρόταση με τις λέξεις «που», «ο οποίος». Συνήθως είναι έναρθρη.
- Συντακτικά καταλαμβάνει θέσεις ουσιαστικών και επιθέτων. Ὁ φεύγων πόνους φεύγει τιμάς (= αυτός που αποφεύγει τους κόπους αποφεύγει και τις τιμές).
|
|
|
|
Κατηγορηματική
|
- Μεταφράζεται με τις λέξεις «να», «ότι» και (σπανιότερα, όταν εξαρτάται από ρήμα ψυχικού πάθους) «που».
- Εξαρτάται συνήθως από ρ. συνδετικά, γνωστικά, αισθητικά, έναρξης, λήξης, ψυχικού πάθους.
Ἐμοὶ χαρίζου ἀποκρινόμενος (= Κάνε μου τη χάρη να μου απαντήσεις).
|
|
Επιρρηματική
|
Λειτουργεί ως επίρρημα. Μπορεί να είναι:
-
τροπική [μτφρ. με ν.ε. μετοχή (-ντας), «με το να»]
Ἦλθεν ἔχων (= έχοντας) ὀλίγας ναῦς.
-
χρονική (μτφρ. «όταν», «αφού», «ενώ»)
Οὗτος τοσαῦτα εἰπὼν (= αφού είπε) ἀπῆλθεν.
-
αιτιολογική (μτφρ. «επειδή», «αφού», «εφόσον»)
Κινδυνεύσαντες (= επειδή κινδύνευσαν) ἡττηθῆναι ἀπεχώρησαν.
-
τελική (μτφρ. «για να», δηλώνει σκοπό και βρίσκεται σε χρόνο μέλλοντα)
Τοῦτο λέξων (= για να πω) ἔρχομαι.
-
υποθετική (μτφρ. «αν»)
Ταῦτα ποιοῦντες (= αν κάνετε) τὰ δίκαια ψηφιεῖσθε.
-
εναντιωματική (μτφρ. «αν και», «μολονότι»)
Ὀλίγοι ὄντες (= αν και ήταν) ἐνίκησαν.
|
|
|
|
Ασκήσεις
-
Να εντοπίσετε τα απαρέμφατα ε.φ. του κειμένου της Ενότητας και να αναγνωρίσετε τον χρόνο και το είδος τους.
-
Να σχηματίσετε τα απαρέμφατα και τις μετοχές (και στα τρία γένη) όλων των χρόνων των παρακάτω ρημάτων: ἐπιβουλεύω, φυλάττω, θαυμάζω.
-
Να κλίνετε το θηλυκό γένος της μετοχής ενεστώτα του ρ. ἐπιβουλεύω, της μετοχής μέλλοντα του ρ. φυλάττω και της μετοχής αορίστου του ρ. θαυμάζω.
-
Να εντοπίσετε τις μετοχές στις παρακάτω φράσεις, να προσδιορίσετε το είδος τους και να τις κλίνετε στον χρόνο και στο γένος που βρίσκονται:
α. Ταῦτα πράξας ἐκείνους εὐδαίμονας ποιήσεις. β. Ἡ ὁδὸς ἡ ἄγουσα πρὸς ἀρετὴν μακρά ἐστι. γ. Ἐγὼ πειράσομαί σε διδάσκειν ὅτι ἀληθῆ λέγω, ἀρξάμενος ἀπὸ τῆς ὄψεως. δ. Χαίρουσι περὶ τῶν ἄλλων κακῶς λέγοντες. ε. Τριήρεις ἐξέπεμπον ὡς γῆς καὶ θαλάττης ἄρξοντες.
-
Να εντοπίσετε τα απαρέμφατα στις παρακάτω φράσεις, να προσδιορίσετε το είδος τους και να τα μεταφέρετε στους άλλους χρόνους:
α. Τὸ μὲν πῦρ οἱ ἄνθρωποι ῥᾳδίως καθορῶσιν (= κοιτάζουν), εἰς δὲ τὸν ἥλιον οὐ δύνανται ἀντιβλέπειν. β. Κίμων ἠνάγκασε τὸν βασιλέα συνάψαι μάχην. γ. Οὗτος οἴεται (= νομίζει) δίκαια πράττειν. δ. ᾿Απὸ Κνίδου μέχρι Σινώπης Ἕλληνες τὴν Ἀσίαν παροικοῦσιν, οὓς (= τους οποίους) οὐ δεῖ πείθειν, ἀλλὰ μὴ κωλύειν (= να μην εμποδίζουμε) τοῦ πολέμου. ε. Σωκράτης βούλεται (= θέλει) διδάσκειν τοὺς συνόντας (= στους μαθητές του) τὴν ἀρετήν.
-
Συμπληρώνοντας τα ζητούμενα στα τετραγωνίδια θα σχηματίσετε στην έγχρωμη στήλη μια λέξη που σημαίνει στην α.ε. τη «φυλακή»:
α. απαρ. μέλλ. ρ. λύω β. απαρ. αορ. ρ. ῥάπτω γ. απαρ. παρακ. ρ. πράττω δ. ονομ. εν. θηλ. μτχ. παρακ. ρ. κόπτω ε. γεν. εν. αρσ. μτχ. ενεστ. ρ. ῥίπτω στ. γεν. εν. θηλ. μτχ. αορ. ρ. πείθω
|
|
-
Να εντοπίσετε στο παρακάτω κείμενο τις μετοχές και τα απαρέμφατα ε.φ. και να αναγνωρίσετε το είδος τους.
Τὸ δὲ γεννηθὲν οὐκ ἦν κύριος ὁ γεννήσας τρέφειν, ἀλλ' ἔφερε λαβὼν εἰς τόπον τινὰ λέσχην καλούμενον, ἐν ᾧ καθήμενοι τῶν φυλετῶν οἱ πρεσβύτατοι (= οι γεροντότεροι από τους αρχηγούς των φυλών) καταμαθόντες (= αφού εξέταζαν) τὸ παιδάριον, εἰ μὲν εὐπαγὲς εἴη (= αν ήταν αρτιμελές) καὶ ῥωμαλέον, τρέφειν ἐκέλευον.
Πλούταρχος, Λυκοῦργος 16.1
Πρὸς δὲ τὸν φίλον ἔχειν ὥσπερ πρὸς αὑτόν (ἔστι γὰρ ὁ φίλος ἄλλος αὐτός)
Ἀριστοτέλης, Ἠθικὰ Νικομάχεια 1166a 31
Στον φίλο να συμπεριφέρεσαι όπως στον εαυτό σου (γιατί ο φίλος είναι ένας άλλος σου εαυτός).
|