Θεματικοί Κύκλοι
13. Οι ελληνικοί τόποι και τα μνημεία τους 15. Οικολογία Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος

eikona73

 

 

 

Τουρισμός

 

 

 

Τουριστικά

Homo turisticus

Ο εύκολος πλουτισμός

Ο εκμαυλισμός της Καλλίστης

Το μέλλον του τουρισμού

 

 

 

 

Τουριστικά

 

Ο Ηρόδοτος διηγείται στο πρώτο βιβλίο της ιστορίας του πως ο Σόλων, αφού υποχρέωσε τους Αθηναίους με όρκο να κρατήσουν για δέκα χρόνια τους περίφημους νόμους του χωρίς να τους μετατρέψουν, έφυγε από την Αθήνα για δέκα χρόνια και έκανε ταξίδια σε μακρινές χώρες. Πήγε στην Αίγυπτο στο βασιλιά Άμασι και ύστερα έφτασε στις Σάρδεις, όπου τον φιλοξένησε ο περιλάλητος βασιλιάς της Λυδίας, ο Κροίσος. Στη συνέχεια μάς ιστορεί μια περίφημη συνομιλία του σοφού Αθηναίου με τον ασιάτη βασιλιά· ο Κροίσος άρχισε τη συζήτηση μ' αυτά τα λόγια: «Ξένε Αθηναίε, μεγάλη είναι η φήμη που έφτασε ως εμάς και για τη σοφία σου και για τα ταξίδια σου, πως αγαπώντας τη μάθηση γύρισες χώρες πολλές μόνο και μόνο για να τις δεις».

Τα ίδια λόγια θα μπορούσε ν' απευθύνει κανείς στον Ηρόδοτο τον ίδιο που γύρισε «θεωρίης είνεκεν» χώρες και χώρες. Από το ίδιο το έργο (του Ηρόδοτου) πιστοποιούμε ότι ο συγγραφέας του είδε και ξέρει: τη Μίλητο, ένα μέρος της Ασίας, τη φοινικική και συριακή ακτή μαζί με την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Κυρήνη, τον Πόντο, τις ακτές της Θράκης, τη Μακεδονία, τα περισσότερα από τα νησιά του Αιγαίου, την Πελοπόννησο, τη Στερεά και μέρος της βορείου και βορειοδυτικής Ελλάδος, την κάτω Ιταλία και τη Σικελία. Και δεν ήταν ο μόνος· πριν απ' αυτόν ο Εκαταίος είχε γυρίσει πολλές χώρες για να δει και να γνωρίσει λαούς και τόπους.

Αυτή η περιήγηση του κόσμου με στόχο την άδολη γνώση, σε αντίθεση προς την «εμπορία», το ταξίδι για κέρδος, συνεχίστηκε και στάθηκε ακένωτη πηγή πνευματικών καταχτήσεων του ανθρώπου που «ορέγεται φύσει του ειδέναι»1. Άνθρωποι με δυνατή παρόρμηση και τόλμη, αποφασισμένοι να ταλαιπωρηθούν, ακόμα και να κινδυνέψουν, ξεκινούσαν από την πατρίδα τους για χώρες μακρινές, φημισμένες για την παράξενη φύση τους, τα ιδιόρρυθμα έθιμά τους ή τα θαυμαστά δημιουργήματα του πολιτισμού τους. Οι δυο τόμοι του Κυριάκου Σιμόπουλου που έχουν τον τίτλο «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα» προσφέρουν συναρπαστικές πληροφορίες για το θέμα και συνθέτουν μια πλουσιότατην εικόνα της περιηγητικής έλξης που άσκησε η Ελλάδα ύστερα από τα ρωμαϊκά κιόλας χρόνια ως το 18ο μεταχριστιανικό αιώνα. Από τους πιο γνωστούς περιηγητές της αρχαιότητας είναι ο Παυσανίας, που περιηγήθηκε την Ελλάδα ύστερα από τα μέσα του 2ου μ.Χ. αιώνα και μας άφησε την πολύτιμη Ελλάδος περιήγησιν, όπου μέσα σε 10 βιβλία ιστορεί τα ταξίδια του και περιγράφει τα μνημεία που είδε με γεωγραφική τάξη, αρχίζοντας από την Αττική (1ο βιβλίο) και τελειώνοντας στη Φωκίδα (10ο βιβλίο). [...]

Αυτούς τους παλαιότερους και νεότερους περιηγητές διαδέχτηκαν στα νεότερα χρόνια ταξιδιώτες με καλλιέργεια πνευματική και άνεση οικονομική, που τους επέτρεπε να επισκέπτονται και να παραμένουν σε τόπους με καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα τέτοια, που πρόσφεραν άφθονα η Ιταλία λ.χ. και η Ελλάδα. Η Αθήνα, η Δήλος, η Ολυμπία και οι Δελφοί ήταν για όλους αυτούς ένα όνειρο και μια πνευματική Ιερουσαλήμ, που ήθελαν να αξιωθούν να προσκυνήσουν μια φορά στη ζωή τους. Η «Προσευχή στην Ακρόπολη» του ορθολογιστή Ρενάν2 μαρτυρεί τον ψυχικό και ιδεολογικό κόσμο εκείνων των προσκυνητών. Την ίδια στάση πρέπει να έχουν πολλοί από τους επισκέπτες των ιερών αυτών χώρων ακόμα και σήμερα, μολονότι δεν είναι πια εύκολο να τους διακρίνεις μέσα στον αμέτρητον «όχλο» που τους κατακλύζει, αυτόν που ονομάζονται με τον ξενόφωνον όρο: τουρίστες.

Οι τουρίστες και ο τουρισμός είναι ουσιαστικά μεταπολεμικό φαινόμενο και δεν αποτελούν ποσοτική διαφοροποίηση του παλαιού ταξιδιώτη, ούτε μπορεί να θεωρηθούν μεταγλωττισμός του «περιηγητής» και «περιήγηση», που έχουν εντελώς διαφορετικό νόημα. Η διαφορά του τουρίστα από τον παλαιό ταξιδιώτη δεν είναι μονάχα ότι ανήκει σε μεγάλες ομάδες που κινούνται «οργανωμένα» και άβουλα· η διαφορά βρίσκεται στη στάση του απέναντι στον τόπο που επισκέπτεται και στο λαό που κατοικεί την περιοχή με το τουριστικό ενδιαφέρον.

Ο σύγχρονος τουρίστας θεάται τους χώρους και τους ανθρώπους της ξένης χώρας που επισκέπτεται με την όραση του θεατή μιας θεατρικής σκηνής, άλλοτε θαμπωμένος, άλλοτε αδιάφορος, άλλοτε γοητευμένος και άλλοτε αγανακτημένος, ποτέ όμως με την πνευματική εκείνη μέθεξη3 που θα του επέτρεπε να ζήσει μέσα σ' αυτούς τους χώρους αληθινά και να συζητήσει με τους γηγενείς4 κατοίκους που θα μπορούσαν να του μεταδώσουν το πνεύμα και των κτισμάτων αλλά και των φυσικών ακόμα πραγμάτων, μιας ρεματιάς λ.χ. ή μιας ακρογιαλιάς.

Δεν είχα την τύχη να ζήσω από μικρός στην Αττική, όταν το τοπίο και οι άνθρωποι δεν είχαν ακόμα υποστεί τις τρομαχτικές αλλοιώσεις του τεχνολογικού μας κόσμου. Ωστόσο και σήμερα ακόμη μπορεί ένας άνθρωπος που άκουσε τη φωνή του Αισχύλου και του Σοφοκλή και που φωτίστηκε από τη μαγεία της παρθενώνιας ζωφόρου,5 μπορεί, αν το θέλει, να ξαναβρεί την αττική γη και την αττική θάλασσα, την ελληνική γραμμή και το ελληνικό χρώμα εκείνου του Περικλή Γιαννόπουλου,6 που χάθηκε μέσα στη θάλασσα καβάλα στ' άλογο. «Παρατηρήσατε το φαληρικόν πεδίον [...]. Παρατηρήσατε τα... βουνά ελαφρότατα, ελαστικότατα, συστέλλονται, διαστέλλονται, υψώνονται, χαμηλώνουν, μεγαλώνουν, μικραίνουν, κινούνται, περιπατούν, πηγαινοέρχονται. Τα βουνά της Αιγίνης έρχονται ενίοτε εις το Φάληρον. Ο Υμηττός το πρωί φεύγει μακράν συνήθως φαίνεται απέχων δύο βήματα· περί τα βασιλεύματα καταφθάνει εις το Ζάππειον· το χέρι μας ασυναισθήτως σηκώνεται να του θωπεύσει7 την πλάτην». Είναι φυσικά εντελώς αδύνατο να δει ο τουρίστας τα βουνά μ' αυτόν τον τρόπο (αλλά και πόσοι γηγενείς τα βλέπουν;), είναι αμφίβολο αν βλέπει καν τα βουνά και τη θάλασσα.

Ο τουρίστας ταξιδεύει από τόπο σε τόπο με την απληστία να κορέσει το κενό που του προκαλεί η καθημερινή του ζωή, άμοιρη τις πιο πολλές φορές από μόνιμα και ουσιαστικά ενδιαφέροντα. Θέλει να δει αξιοθέατα και να βρεθεί σε χώρες εξωτικές ή να απολαύσει σε μιαν άλλη βαθμίδα ή έστω και σε μιαν άλλη ποιότητα τις αισθησιακές ηδονές που μπορεί να του προσφέρει η οικονομική του δυνατότητα. Ο βόρειος κατεβαίνει στη Μεσόγειο να χαρεί τον ήλιο που τον στερείται και ο νότιος ανεβαίνει προς τον βορρά για να ζήσει μέσα στην «πολιτισμένη» ζωή της ευρωπαϊκής πόλης. Και ο ένας και ο άλλος όμως βρίσκονται, κατά κανόνα, μέσα σ' ένα περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί από τους ίδιους, στα ξενοδοχεία τα γεμάτα από τουρίστες, στα εστιατόρια που ξεφυτρώνουν με στόχο τους τουρίστες, στα θεάματα που προσφέρονται για τους τουρίστες, σιγά σιγά δημιουργούνται και οι καταυλισμοί οι ειδικοί για τους τουρίστες, αυτοί που δεν κατόρθωσαν ούτε να βαφτιστούν με όνομα του τόπου και κρατούν την ξένη τους φωνή: camping.

Η τελευταία εμπειρία μιας τέτοιας τουριστικής σύναξης μου έτυχε στην Capella Sistina8 του Βατικανού. Ένα αμέτρητο πλήθος που έσπρωχνε, που φλυαρούσε, που έβλεπε βιαστικά και σχεδόν αδιάφορα τα φοβερά τοιχογραφήματα του Μιχαήλ Αγγέλου, αυτά που οραματίστηκε και εκτέλεσε με επίπονη δουλειά χρόνων και χρόνων. Εκεί που αισθανόσουν την επιτακτική ανάγκη να σταθείς με άκρα σιωπή και κατάνυξη, «ενώπιος ενωπίω» στη συντριπτική μορφή του Κριτή Χριστού, κάτω από το βλέμμα του Θεού που δημιουργεί τον κόσμο, βρισκόσουν μέσα σ' ένα πολύβουο συρφετό9 της Βαβέλ, το ίδιο ασεβή και αυθάδη.

Κάποτε σε πιάνει απελπισία όταν βλέπεις το πνεύμα να μετατρέπεται σε εμπόρευμα, οι ιδέες να διαφημίζονται από μεταπράτες,10 τα άγια να έχουν μιανθεί. Προσωπικά ωστόσο διατηρώ μια μόνο αισιοδοξία: ότι όλα αυτά τα ανθρώπινα καμώματα είναι εφήμερα, ότι η αλήθεια είναι πιο δυνατή από το ψέμα και ότι ο άνθρωπος ύστερα από κάθε καταστροφική περιπέτεια κατορθώνει να βρει το αληθινό του πρόσωπο. Και το πρόσωπο αυτό πρέπει να κρύβεται ακόμα και κάτω από το προσωπείο του τουρίστα!

 

Μανόλης Ανδρόνικος
«Παιδεία ή Υπνοπαιδεία»

 

 

  1. Ο συγγραφέας αντιπαραθέτει στο κείμενο δύο τύπους ταξιδιωτών. Ποιοι είναι αυτοί και ποια χαρακτηριστικά αποδίδει στον καθένα;
  2. Να περιγράψετε μια εμπειρία σας παρόμοια με αυτή του συγγραφέα στην προτελευταία παράγραφο καθώς και τα συναισθήματα που σας δημιουργεί «ένας πολύβουος συρφετός τουριστών».
  3. Συμμερίζεστε την αισιοδοξία που εκφράζει ο συγγραφέας στον επίλογο; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με επιχειρήματα.

 

eikona74

 

eikona75

 


1 επιθυμεί από τη φύση του να γνωρίζει

2 Ζοζέφ-Ερνέστ Ρενάν (Ernest Renan, 1823 – 1892): Γάλλος φιλόλογος, φιλόσοφος και θρησκειολόγος

3 μέθεξη: ψυχική συμμετοχή

4 γηγενής: ντόπιος

5 ζωοφόρος: διακοσμητική ζώνη με ανάγλυφες συνήθως παραστάσεις ανάμεσα στο επιστύλιο και στο γείσο των κλασικών ιωνικών ναών

6  Περικλής Γιαννόπουλος (1869 – 1910): μεταφραστής και δοκιμιογράφος, ο οποίος αυτοκτόνησε με τον τρόπο που περιγράφεται στο κείμενο

7 θωπεύω: χαϊδεύω

8 Capella Sistina: παρεκκλήσι του Βατικανού, περίφημο για τις τοιχογραφίες του Μιχαήλ Αγγέλου

9 συρφετός: όχλος, πλήθος ανθρώπων χαμηλής στάθμης

10 μεταπράτης: έμπορος, μεσάζοντας

 

 

 

 

 

Homo turisticus

 

[...] Διακοπές χωρίς τουρισμό σημαίνει πως δεν είσαι «in». Η ελληνική φυγή παίρνει τεράστιες διαστάσεις κατά τον Αύγουστο, που πρέπει να αναγορευθεί κατ' εξοχήν ο μήνας των διακοπών. Υπάρχουν πρώτα οι ξένοι που κατακλύζουν τη χώρα μας, ώστε σιγά σιγά να τείνουμε να γίνουμε δακτυλοδεικτούμενη μειοψηφία μέσα στην πατρίδα μας, όπως οι ερυθρόδερμοι στην Αμερική. Και φυσικά προέχει και εδώ η σωματική απόλαυση. Η ρομαντική επιδίωξη των ταξιδιών του παλιού καιρού, η αρχαιογνωσία, ο θαυμασμός της παλιάς κλασικής Ελλάδος έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί. Η εποχή, για την οποία ίσχυε το του Ηροδότου: «φιλοσοφέων γην πολλήν θεωρίης είνεκεν επελήλυθας» παρήλθε από μακρού. Αφορά ελάχιστο μέρος των επισκεπτών. Ο σημερινός homo turisticus δεν υποφέρει, όπως ο Renan αν «φτάνει αργά στο κατώφλι των μυστηρίων της Αθήνας», ούτε κουβαλά «στο βωμό της πολλές τύψεις». Οι σύγχρονοι ξένοι τουρίστες ανακάλυψαν τη νεότερη Ελλάδα. Συνεπείς προς τις επιταγές της καταναλωτικής κοινωνίας και του ευδαιμονισμού, προτιμούν τη θάλασσα από τον Ποσειδώνα, τον ήλιο από τον Απόλλωνα, την ελληνική ρετσίνα από τον Διόνυσο, τις ζωντανές ομορφιές από τις Καρυάτιδες και τη μέθη του οδηγού από την αισθητική του Ηνίοχου. Προτιμούν τα σύγχρονα Διονύσια, τα Λήναια, τα Παναθήναια.

ΚΑΙ Ο ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ των δικών μας έχει ανάλογη προσαρμογή. Πριν από όλα ο σημερινός συμπατριώτης καταφεύγει στον τουρισμό ως σήμα κοινωνικής διάκρισης, ως μέσο υψηλής κοινωνικής ιεράρχησης. Τις πιο πολλές φορές κοιτάζει χωρίς να βλέπει. Το περιβάλλον εμμεσοποιείται. Τα πάντα βλέπονται μέσα από τον φακό της φωτογραφικής μηχανής. Είναι μια αποθήκευση εικόνων για να συζητεί ο περιηγητής μας θριαμβευτικά στις βραδινές συγκεντρώσεις του χειμώνα στο σπίτι του. Αυτή φαίνεται να είναι σε έσχατη ανάλυση και η απόλαυση του τουρισμού. Είναι μάλλον πιθανόν ότι ο τουρίστας δεν ζητεί να συναντήσει κατοίκους, ούτε να δει «ανθρώπων άστεα και νόον». Ο Boorsting αναλύει σε μια μελέτη του «τον χαμένο χαρακτήρα του τουρισμού», τονίζοντας πως τώρα έχασε την κοπιαστική προπαρασκευή του (το travel παράγεται από το travail!), την επιθυμία να συναντήσεις άλλους κατοίκους.

Τώρα πολλές φορές ταξιδεύεις για να μην έλθεις σε επαφή. Για να αποφύγεις τους ανθρώπους. Βλέπεις τον κόσμο μέσα στον καθρέφτη σου, έξω από το παράθυρό σου. Από την άλλη πλευρά, σωστά παρατηρούσε ο Alfonse Karr: τα ταξίδια αποδεικνύουν λιγότερο περιέργεια για τα πράγματα που πάει κανείς να δει και περισσότερο ανία γι' αυτά που αφήνει.

Και όπως παρατήρησα από την αρχή, το ταξίδι είναι ή φυγή ή σήμα κοινωνικής ιεράρχησης. Ο Erzenberg (Eine Theorie des Tourismus, 1963) προχωρεί πιο πέρα. Υποστηρίζει πως ο τουρισμός υπήρξε ένα κίνημα κοινωνικής απελευθέρωσης από την αστική κοινωνία. Όμως, τελικά έγινε μια κίνηση μέσα στην ίδια την κοινωνία, μια προσαρμογή στη νοοτροπία της. Δεν ταξιδεύεις πια για ιστορικά ή αρχαιολογικά μουσεία, αλλά για να προβληθείς, να μιμηθείς μια ανώτερη ζωή, για να αναρριχηθείς.

 

Ένας σημαντικός συντελεστής της τουρισμοφρενίας είναι το αυτοκίνητο– εκμαυλιστής.1 Ζούμε, καθώς θα 'λεγε ο Πίνδαρος, «εν πτερόεντι τροχώ κυλινδομένω».2 Ο κάτοχος του αυτοκινήτου εντάσσεται στους κοινωνικά απελευθερωμένους, υπέρτερος των άνευ οχήματος συνανθρώπων του. Αλλά δεν ικανοποιεί μόνο τη φιλοδοξία. Παρωθεί στη μανία της ταχύτητας, της δαπάνης, της φαντασίας. Γίναμε γενεά Κενταύρων. Ασπαστήκαμε τον λυρισμό της μηχανής και της ταχύτητας και τα υμνούμε με τον ίδιο λυρισμό που υμνούσαμε άλλοτε το άλογο και το πουλί. Η μέθη της ταχύτητας και του διαγκωνισμού3 μάς έχει οδηγήσει στη συμφιλίωση με ανατριχιαστικά συνθήματα επικίνδυνης αγριότητας: βάλε έναν τίγρη στη μηχανή σου, αντί βάλε ένα δένδρο στον κήπο σου. Κατηγορούσαμε τον ρομαντισμό των ιπποτών του Μεσαίωνα. Και ζούμε σήμερα τους ιππότες πολλών ίππων στα πλαίσια ενός περίεργου τεχνολογικού ρομαντισμού.

Και φυσικά προσφέρουμε με κάθε έξοδο, κάθε φορά, εκατοντάδες θύματα στο Μολώχ4 των τροχών. Πόσο άμεσοι και κοντινοί γίνονται οι στίχοι του Κάλβου:

 

...ομοίως υπερπετάξαντες,
μακράν οπίσω ιδώμεν
την οργήν των τροχών
από τυφλάς ηνίας
διασυρομένων.

 

Εύβουλος5
Από τον ημερήσιο Τύπο

 

 

  1. Σε τι διαφέρουν οι σύγχρονοι ξένοι τουρίστες από τους παλαιότερους;
  2. Πώς αντιλαμβάνονται τον τουρισμό, σύμφωνα με την άποψη του συγγραφέα, οι σημερινοί συμπατριώτες μας; Συμμερίζεστε την άποψή του;
  3. Σχολιάστε την άποψη του Alfonse Karr για τα σημερινά ταξίδια. Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με αυτή; Τεκμηριώστε την απάντησή σας.

 


1 εκμαυλιστής: αυτός που ωθεί κάποιον σε ηθική κατάπτωση, διαφθορά

2 Σε φτερωτό τροχό που κυλά

3 διαγκωνισμός: σπρώξιμο με τους αγκώνες για να διανοίγει πέρασμα, συνωστισμός

4 Μολώχ: Θεός των αρχαίων Μωαβιτών που απαιτούσε ανθρωποθυσίες

5 Εύβουλος: δημοσιογραφικό ψευδώνυμο του πολιτικού Αθανασίου Κανελλόπουλου

 

 

 

 

 

Ο εύκολος πλουτισμός

 

[...] Από τα μέσα της δεκαετίας του '50 φάνηκε ότι ο κυριότατος παράγοντας, που θα κανόνιζε τους όρους του τοπίου της Ελλάδας, αλλά και την όλη ανθρωπογεωγραφία της, θα ήταν ο ξένος τουρισμός. Δύο ήταν –και παραμένουν– τα κύρια σημεία, που καθορίζουν τη σπουδαιότητα από τη μια μεριά και από την άλλη την προβληματικότητά του: σε οικονομίες, όπως η ελληνική, ο τουρισμός γίνεται η πρώτη πηγή εισροής ξένου συναλλάγματος· ωστόσο η ανάπτυξη του τουρισμού, έτσι όπως πραγματοποιήθηκε στις δεκαετίες του '60 και του '70, με τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, που τη χαρακτήριζε, στον τομέα αυτόν, έλλειψη όχι μόνο απαραίτητων γνώσεων, αλλά και μιας ιστορικής και πολιτιστικής ευθύνης και ευαισθησίας, που δεν ενδιαφερόταν παρά για τον πιο εύκολο δυνατό πλουτισμό, προκάλεσε πάρα πολλές, συχνά αθεράπευτες αλλοιώσεις και παραμορφώσεις του χώρου.

Ο εύκολος, μέσω του τουρισμού, πλουτισμός έγινε πιο πέρα μια καθολική στάση ζωής –ο προσδιορισμός καθολική δικαιολογείται από το εντυπωσιακά, πράγματι, υψηλό ποσοστό του πληθυσμού, που συμμερίστηκε αυτή τη στάση. Το άξιο να υπογραμμιστεί είναι, ότι η μεγαλύτερη ανταπόκριση εκδηλώθηκε από τα θεωρούμενα κατεξοχήν παραδοσιακά στρώματα του πληθυσμού, τα οποία αφενός ήταν τα κύρια θύματα της οικονομικής καχεξίας του τόπου και αφετέρου δέχτηκαν, κατά κύριο λόγο, την επίθεση του ξένου τουρισμού: οι κάτοικοι του ελληνικού υπαίθρου, και εντελώς ιδιαίτερα της παραθαλάσσιας ζώνης, είδαν το τουριστικό συνάλλαγμα σαν το μάνα εξ ουρανού· και σχεδόν ακαριαία το «λάτρεψαν». [...]

 

Μιχαήλ Γ. Μερακλής,
«Ελληνική Λαογραφία»

 

 

Να εντοπίσετε και να σχολιάσετε τα κύρια σημεία, τα οποία, κατά την άποψη του συγγραφέα, καθορίζουν τη σπουδαιότητα και την προβληματικότητα του φαινομένου «ξένος τουρισμός» στην πατρίδα μας.

 

 

 

 

 

Ο εκμαυλισμός της Καλλίστης

 

Όχι, δεν θα μιλήσω για κάποια όμορφη κοπέλα, που πήρε τον «κακό δρόμο». Αλλά για ένα πανέμορφο νησί, που το απαρομοίαστο κάλλος του, του είχε χαρίσει το επίθετο «Καλλίστη», ωραιοτάτη: για τη Σαντορίνη, βέβαια. Δεν είναι, μάλιστα, πολύς καιρός που –στη σύνοδο των 17 χωρών-μελών του «Σχεδίου Δράσης για τη Μεσόγειο» του Ο.Η.Ε. (Σεπτ. 1987), η Θήρα είχε ανακηρυχθεί ένας απ' τους 100 «ιστορικούς και φυσικούς τόπους κοινού ενδιαφέροντος» της Μεσογείου. [...]

ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ έχει πάθει πολλές η Σαντορίνη, μέσα στους αιώνες. Η (προ)τελευταία ήταν ο φοβερός σεισμός του Ιουλίου 1956, που ρήμαξε μεγάλο μέρος απ' τις κωμοπόλεις και τα χωριά της. Η συμφορά εκείνη επουλώθηκε, λίγο-λίγο, καλά ή κακά (περισσότερο κακά παρά καλά), και το νησί ξαναβρήκε τη ζωή και τον ρυθμό του, κάτω απ' τον ήλιο και τον άνεμο. Ώσπου ήρθε ο άλλος όλεθρος, ο πιο ύπουλος και δίμορφος: ο «τουρισμός».

Ξένοι κι Έλληνες «ανακάλυψαν» ξαφνικά την απολησμονημένη Σαντορίνη, 600.000 τουρίστες περνάν από κει κάθε χρόνο, αφήνοντας χρήμα στους κατοίκους της, μαζεύοντας χρήμα όταν «εγκαθίστανται» εκεί –και αφανίζοντάς την. Όπως, άλλωστε, έγινε σε τόσες άλλες γλαφυρές περιοχές του τόπου μας και του κόσμου.

Μέσα σε λίγα χρόνια, η Σαντορίνη μεταμορφώθηκε –παραμορφώθηκε. Αυτή που είχε διασωθεί απ' τις απανωτές μανίες του Εγκέλαδου, παραδόθηκε τώρα στην ακράτητη επιδρομή των «σπεκουλαδόρων»1, που κατόρθωσαν ακόμη και τη φυσική ομορφιά της να διαφθείρουν. Άναρχη, κακόγουστη και κακότεχνη δόμηση, κατακλυσμός από «κέντρα» και «μαγαζιά», στρατιές «πολιτισμένοι» και βάρβαροι τουρίστες, υπηρεσίες ανεπαρκείς και απρόθυμες, εμπορευματοποίηση τόπων και ανθρώπων... όλα όσα φέρνει πίσω η τουριστική αξιοποίηση –όπως κατ' ευφημισμόν ονομάζεται η αναξιοποίηση, η κακοποίηση, η εξαχρείωση...

Λίγο μετά τον σεισμό του 1956, έγραφα πως μόνο «αν ζήσεις το νησί σαν σάρκα εκ της σαρκός σου, μπορεί να γνωρίσεις αληθινά αυτή την απίστευτη σύμμειξη ταραχής και γαλήνης, νεκρής "φρίκης" και ζωντανής ηρεμίας, πέτρινης "θηριωδίας" και χωματένιας ανθρώπινης αγαθότητας».

Σήμερα, η γαλήνη, η ηρεμία, η αγαθότητα φαίνεται πως έχουν χαθεί –και μένει η «ταραχή», η «φρίκη», ακόμα και η «θηριωδία»– που δεν είναι έργα του τρομερού Πλούτωνα, αλλά των πολύ τρομερότερων ανθρώπων του άπληστου πλουτισμού.

Δεν θα παραθέσω παρά ελάχιστα δείγματα απ' τις καταγγελίες γνωστών και αγνώστων μου:

«Παλιότερα –γράφει μια αναγνώστρια, γέννημα θρέμμα του νησιού– ονομαζόταν η Σαντορίνη "κόλαση των μουλαριών", επειδή τα συμπαθή αυτά τετράποδα ήταν το βαρύ μεταγωγικό μέσο του νησιού. Τώρα, η Σαντορίνη μας κοντεύει να γίνει "κόλαση των ανθρώπων", που πηγαίνουν εκεί να ξαναβρούν τα "αρχαία τα μονοπάτια" ή να περάσουν τις διακοπές τους.

Οι "ζωντανές ορχήστρες" τζαζ κτλ. σε ανοιχτούς χώρους, μέσα σε κήπους παλιών αρχοντικών, ουρλιάζουν ασταμάτητα και ανεμπόδιστα ως τις 4 το πρωί...και η σκαιά2 συμπεριφορά των ιδιοκτητών των δήθεν μπαρ, σε αφήνει άναυδο. Όσο για την αστυνομία είναι ανύπαρκτη. Αν έχεις την αφέλεια να τους τηλεφωνήσεις, σου κατεβάζουν το τηλέφωνο ή σου απαντούν πως "έχουν σοβαρότερα πράγματα να ασχοληθούν, κλεψιές και μαχαιροβγάλματα".

Αλλά ούτε οι κλεψιές τους συγκινούν. Αν λείψεις λίγη ώρα απ' το σπίτι σου, κινδυνεύεις να πάθεις ό,τι και γνωστή κυρία, που μένει πλάι σε ένα ανεκδιήγητο "κλαμπ": κάποιοι έσπασαν ένα τζάμι του σπιτιού της, και άρπαξαν χρήματα και κοσμήματα. Και η αστυνομία όπου κατέφυγε η ποθούσα για να μηνύσει τους "αγνώστους", της απάντησε αποστομωτικά: "Δεν παίρνουμε μηνύσεις!" Προφανώς παίρνουν μόνο ανθοδέσμες...»

Μια άλλη λάτρις του νησιού –όχι Σαντορινιά, αυτή– εξομολογείται: «Από την πρώτη φορά που γνώρισα τη Σαντορίνη, έλεγα: "Αν θέλεις να προσευχηθείς, πρέπει να βρεθείς το ηλιοβασίλεμα, απέναντι στο ηφαίστειο". Αλλά πώς να προσευχηθείς πια, μέσα στον ορυμαγδό,3 τη χλαλοή,4 την κακοφωνία, που σε περιτριγυρίζει;»

Άλλος παθός καταγγέλλει άλλες πληγές: «Τα Φηρά, το πιο εκπληκτικό θεωρείο του κόσμου, όσο κι αν προσπαθούν οι κοινοτικές αρχές, κοντεύουν να μοιάσουν με χωματερή, καθώς οι (αλητο)τουρίστες χρησιμοποιούν τους δρόμους, τα καλντερίμια, τις γωνιές, για απόθεση κάθε είδους "αποβλήτων" τους. Και μόνο αυτό; Μια φίλη ανακάλυψε πως οι βόθροι γειτονικού ξενοδοχείου ξεχύνονται καμουφλαρισμένοι στον πίσω κήπο της». Και πάλι η αστυνομία, παρούσα-απούσα: «Στις καταγγελίες της, ο αρμόδιος απάντησε ολύμπια: "Ε, πού θες να πάνε; Στα γκρεμνά ή στα χωράφια των άλλων;"»

(Φυσικά, υπάρχουν κι εξαιρέσεις σ' αυτές τις αθλιότητες. Υπάρχουν καταστήματα και υπηρεσίες, όπου η καθαριότητα και η ευγένεια δεν αποτελούν περιττή πολυτέλεια. Και φαντάζουν ακόμα πιο έντονες, ανάμεσα στη γενικευμένη κακοτροπία και ασχημοσύνη).

ΚΑΙ η συγκοινωνία... Τα αεροπλάνα φτάνουν, συχνά με 3 ώρες καθυστέρηση, μερικοί τελωνειακοί αντιμετωπίζουν τους επιβάτες σαν κλέφτες!... «Τα λεωφορεία συναγωνίζονται τους στάβλους» –γράφει άλλος–, «έρχονται με 1 1/2 ώρα αργοπορία, κι ύστερα τρέχουν ξέφρενα, για να προλάβουν το καράβι που φεύγει. Ευτυχώς, σε παρηγορεί η πολύ "σέξυ" εμφάνιση της εισπρακτόρισσας, με βραχύτατα σορτς και ακόμα βραχύτερο φανελάκι μακό, που προσαγορεύει τους επιβάτες ελληνο-αγγλιστί: "Go, go! Άντε κουνήσου, να περάσω!" Κι ύστερα, έμπλεως ικανοποιήσεως για την άψογη εκτέλεση των καθηκόντων της, καθίζει πλάι στον οδηγό, βγάζει μια σακκουλίτσα με σάντουιτς κτλ. τρώει αρειμανίως5 και πετάει τα χαρτιά στο πάτωμα. Κι αν τολμήσει κανείς να διαμαρτυρηθεί, αποκρίνεται ετοιμότατα και ιταμότατα:6 "Τι θες τώρα; Να σε βρίσω;"». [...]

ΛΥΠΑΜΑΙ, λυπάμαι βαθύτατα, που ίσως θεωρηθώ «πομπευτής» ενός λατρεμένου τόπου. Αλλά τις πομπές άλλοι τις έχουν διαπράξει και τις διαπράττουν «κατά συρροήν και κατ' εξακολούθησιν». Η καταγγελία τους, και από εδώ, αποτελεί μεγαλύτερο χρέος παρά η υμνολογία για ένα νησί, που δεν έχει ανάγκη λιβανωτού.

Στο άρθρο μου του 1956, αναθυμόμουν ένα σαντορινιό τραγούδι, που άκουγα από παιδί:

 

«Υπομονή κι υπομονή,
καρτέρει κι ακαρτέρει,
και τούτο το ανήφορο
κατήφορο θα φέρει...»

 

Και πρόσθετα: «Τώρα, την ώρα της μεγάλης συμφοράς, την ώρα του πιο δύσκολου "ανήφορου", οι Σαντορινιοί μαζεύουν τα συντρίμμια της ζωής τους, αγκαλιάζουν τη σπαραγμένη γη τους –και περιμένουν τον "κατήφορο", που θα 'ρθει.»

Και ο κατήφορος ήρθε. Ολότελα διαφορετικός κατήφορος εκφαυλισμού ενός απ' τους πιο όμορφους τόπους του κόσμου που πάει να γίνει «εικόνα και ομοίωση» του μεγάλου Κόσμου των καιρών μας...

 

Μάριος Πλωρίτης
Από τον ημερήσιο Τύπο

 

 

  1. Χρησιμοποιήστε επιχειρήματα από το άρθρο του Μ. Πλωρίτη για να τεκμηριώσετε την άποψη του Μιχ. Γ. Μερακλή ότι «η ανάπτυξη του τουρισμού...προκάλεσε πάρα πολλές, συχνά αθεράπευτες αλλοιώσεις και παραμορφώσεις του χώρου».
  2. Ο αρθρογράφος συγκρίνει τις καταστροφές της Σαντορίνης από το σεισμό του 1956 και από τον τουρισμό. Ποια θεωρεί φοβερότερη και για ποιους λόγους;
  3. Αναγνωρίζετε στην περιγραφή της ανάπτυξης του τουρισμού στη Σαντορίνη τη φυσιογνωμία του σημερινού τουρίστα, έτσι όπως αυτή σκιαγραφείται στα κείμενα του Μανόλη Ανδρόνικου και του Εύβουλου; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας.

 


1 σπεκουλαδόρος: κερδοσκόπος

2 σκαιός: που συμπεριφέρεται με τρόπο απότομο και βάναυσο

3 ορυμαγδός: σύνολο από δυνατούς θορύβους

4 χλαλοή: οχλοβοή, οχλαγωγία

5 αρειμανίως: με μανία

6 ιταμά: με αυθάδεια, θρασύτητα

 

 

 

 

 

Το μέλλον του τουρισμού

 

ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ κινητικότητα των λαών ο τουρισμός αποκτά για την Ευρώπη μια νέα διάσταση, πέρα από το συμβατικό περιεχόμενό του ως πηγής εθνικού εισοδήματος για τις ελκυστικές τουριστικά χώρες και ως αγαθού ποιότητας ζωής για τους τουρίστες. Αποτελεί μια ευκαιρία προσέγγισης των κατοίκων της Ευρώπης, καθώς και των κοινωνιών που αναπτύσσονται στα πλαίσια της Ευρώπης, αλλά με διαφορετικές πολιτισμικές και θρησκευτικές παραδόσεις.

Ο μαζικός συμβατικός τουρισμός στην Ευρώπη ήταν και είναι ως σήμερα, στο μεγαλύτερο ποσοστό του, τουρισμός επίσκεψης μουσείων, μνημείων, ιστορικών χώρων, φαγητού και διασκέδασης (πολλές φορές κακής ποιότητας), χωρίς να δίνεται η ευκαιρία επικοινωνίας των επισκεπτών με τους κατοίκους της χώρας που επισκέπτονται.

Σήμερα αρχίζει να γίνεται συνείδηση ότι η ανάπτυξη των ήπιων μορφών τουρισμού, ο τουρισμός στον αγροτικό χώρο και ιδιαίτερα ο αγροτουρισμός, που χαρακτηρίζεται από τα στοιχεία του σεβασμού στον άνθρωπο και στο περιβάλλον, είναι οι πλέον κατάλληλες μορφές τουρισμού που θα μπορούσαν να συμβάλουν: στην καλύτερη γνωριμία και επικοινωνία των κατοίκων της Ευρώπης που διευρύνεται και ανακατατάσσεται, στην καλύτερη γνωριμία και επαφή των κατοίκων της Ευρώπης με το φυσικό πλούτο της αλλά και στη συνειδητοποίηση τους ότι οι φυσικοί πόροι αυτής της ηπείρου πρέπει να προστατευθούν, όχι μόνο για τους σημερινούς κατοίκους αλλά και για τις επόμενες γενιές και στη «διαπαιδαγώγηση» όλων των πολιτών της Ευρώπης στην «ανεκτικότητα» της διαφοράς, είτε αυτή είναι πολιτισμική είτε θρησκευτική.

Σήμερα, κατά τη γνώμη μας, αρχίζει να αναδεικνύεται καθαρότερα η άποψη ότι ο «αγροτουρισμός» δεν πρέπει να συγχέεται με τον «αγροτικό τουρισμό» και τα «ενοικιαζόμενα δωμάτια». Και αυτό διότι, σε πολύ γενικές γραμμές, ο αγροτουρισμός αναπτύσσεται μεν στον αγροτικό χώρο, μπορεί όμως να προσφέρεται από «κάθε μορφής επιχείρηση» και μάλιστα χωρίς «ειδικές ποιοτικές προδιαγραφές».

Η αγροτουριστική παραγωγή αποτελεί τελικά ένα σύνολο ήπιων μορφών τουρισμού, οι οποίες έχουν σκοπό να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες και προσδοκίες των τουριστών που επιθυμούν να μετατραπούν, με αυξητική τάση, σε περιηγητές. Οι υπηρεσίες αυτές σχετίζονται κυρίως:

– Με προσφορά καταλύματος, με διατροφή, με τοπικές πολιτισμικές δραστηριότητες, με υπαίθριες δραστηριότητες, με πληροφόρηση των περιηγητών και με άλλες αναγκαίες υπηρεσίες.

Ο παραπάνω ενδεικτικός κατάλογος υπηρεσιών αναφέρεται διότι δείχνει την πολυμορφία των ιδιωτικών και δημοσίων φορέων, οι οποίοι χρειάζεται να συμμετέχουν για να καλυφθούν οι ανάγκες των περιηγητών, αλλά αναδεικνύει συγχρόνως και το γεγονός ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα ο αγροτουρισμός είναι «η οργάνωση των υπηρεσιών και της προσφοράς».

Ο «αγροτικός τουρισμός» και ο «αγροτουρισμός» τα τελευταία 20 χρόνια αποτελούν για την Ευρώπη μια προσπάθεια να συγκρατηθεί και να αναχαιτισθεί η επιθετικότητα του «βιομηχανοποιημένου τουρισμού», να ενταχθούν οι αγροτικές κοινωνίες σε έναν αναλογικότερο καταμερισμό του εθνικού τουριστικού εισοδήματος, να εξασφαλίσουν οι αγρότες συμπληρωματικό εισόδημα, να αναβιώσουν οι παραδοσιακοί οικισμοί, να προταχθεί η πολιτιστική κληρονομιά στο τουριστικό αγαθό, να μετατραπεί ο τουρίστας σε περιηγητή, οδοιπόρο και ταξιδιώτη, να εξανθρωπιστούν οι σχέσεις του επισκέπτη με τους κατοίκους της χώρας και όλοι μαζί να γίνουν ευαίσθητοι στην αξία της φύσης και των πόρων της, ανεξάρτητα από εθνικότητα.

Ο ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ γενικά, κυρίως δε σε χώρες μικρές σαν την Ελλάδα, αποτελεί μια ανθρώπινη δραστηριότητα η οποία εντάσσεται στις προσπάθειες οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, περιέχει όμως πολλά στοιχεία αστάθειας στις σχέσεις ανθρώπου και περιβάλλοντος και περικλείει πολλούς κινδύνους. Αρκεί να θυμηθούμε ότι σε μικρές κοινωνίες (π.χ. νησιά) ο ανθρώπινος πληθυσμός στην τουριστική περίοδο μπορεί και να δεκαπλασιαστεί, με όλα τα επακόλουθα αυτής της αύξησης για τους τοπικούς φυσικούς πόρους, τους ρυθμούς ζωής της συγκεκριμένης κοινότητας και τον πολιτισμό της. Σε αυτή την κλίμακα του κοινωνικού φαινομένου της απότομης πληθυσμιακής επίθεσης η συμβατική λύση που δίνει ο βιομηχανοποιημένος τουρισμός είναι κατ' ανάγκη επιθετική. Μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα βιάζουν πολλές φορές το περιβάλλον, «πακέτα» για την καλύτερη «εκμετάλλευση» των τουριστών ετοιμάζονται, αγροτικά προϊόντα γεμάτα χημικά στοιχεία και κακότεχνα προϊόντα «δήθεν» λαϊκής τέχνης παράγονται.

Ο αγροτουρισμός στην Ελλάδα δεν έχει παράδοση συγκρινόμενος με άλλες χώρες της EE, έχει όμως τη μικρή αλλά αξιοπρόσεκτη ιστορία του που διδάσκει πώς μπορεί να υλοποιηθεί και να πετύχει ένα πρόγραμμα αγροτουρισμού σε μια νέα περιοχή. Από την ως σήμερα εμπειρία και σύμφωνα με την έκθεση του εμπειρογνώμονα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Henri Grolleau, το πιο επιτυχημένο πρόγραμμα δομημένου αγροτουρισμού έχει αποδειχθεί το δίκτυο των Γυναικείων Αγροτουριστικών Συνεταιρισμών, που ξεκίνησε το 1983 ως ιδέα και πρωτοβουλία του Συμβουλίου Ισότητας των δύο φύλων και λειτουργεί με αυξανόμενη επιτυχία ως σήμερα έχοντας ανοίξει το δρόμο σε πολλούς νέους γυναικείους αγροτικούς συνεταιρισμούς σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Τα πρώτα προγράμματα είναι της Πέτρας στη Λέσβο, του Αγίου Γερμανού και των Ψαράδων στις Πρέσπες, στα Μαστιχοχώρια της Χίου, στα Αμπελάκια της Θεσσαλίας, στη Μαρώνεια της Θράκης, στην Αράχωβα της Βοιωτίας.

Εξάλλου αρκετές αναπτυξιακές εταιρείες που στηρίζονται από τις περιφέρειες, τις νομαρχίες και την τοπική αυτοδιοίκηση καθώς και ιδιωτικές επιχειρήσεις με παραδοσιακούς ξενώνες, αγροτοβιοτεχνικές και αγροτοοικοτεχνικές μονάδες έχουν προωθήσει επιτυχημένα αγροτουριστικά προγράμματα τα οποία δείχνουν ότι ο αγροτουρισμός: συμβάλλει θετικά στη βιώσιμη περιφερειακή οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, εξασφαλίζει αυταπασχόληση και προσωπικό εισόδημα δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας, ιδιαίτερα για νέους και γυναίκες, συμβάλλει στη διαφύλαξη του περιβάλλοντος, αναδεικνύει και διατηρεί την πολιτιστική κληρονομιά και αξιοποιεί τα τοπικά αγροτικά προϊόντα (όπως η προσπάθεια του αγροτουριστικού προγράμματος Επιδαύρου Αργολίδας σε συνδυασμό με τις ετήσιες πολιτιστικές τοπικές εκδηλώσεις του «Ιουλίου». [...]

 

Χρυσάνθη Λαΐου-Αντωνίου
Από τον ημερήσιο Τύπο

 

 

  1. Ποια εναλλακτική μορφή τουρισμού προβάλλει η συγγραφέας; Από ποια αδιέξοδα του συμβατικού τουρισμού προέκυψε αυτή;
  2. Γιατί η συγγραφέας θεωρεί την ανάπτυξη του αγροτουρισμού ως αναγκαία διέξοδο για την αναχαίτιση της επιθετικότητας του «βιομηχανοποιημένου τουρισμού»;
  3. Συμφωνείτε με την άποψη ότι ο αγροτουρισμός θα μπορούσε να συμβάλει στην καλύτερη γνωριμία και επικοινωνία των κατοίκων της Ευρώπης;
  4. Ποια οφέλη μπορούν να προκύψουν για τις τοπικές κοινωνίες και τους κατοίκους τους από τη συστηματική εφαρμογή προγραμμάτων αγροτουρισμού σε αστές;

 

eikona76

 

 

 

 

 

Με αφορμή τα κείμενα...

 

Ως μέλος του δεκαπενταμελούς συμβουλίου του σχολείου σας είστε απογοητευμένος/η από τη φυσιογνωμία και το περιεχόμενο που έχουν αποκτήσει οι σχολικές εκδρομές. Να αναπτύξετε σε εισήγησή σας στο συμβούλιο τις σκέψεις σας για τα αρνητικά στοιχεία που, κατά τη γνώμη σας, τις χαρακτηρίζουν και να προτείνετε ένα εναλλακτικό μοντέλο σχολικών εκδρομών ταιριαστό στη μαθητική σας ιδιότητα και θετικό για τη ζωή του σχολείου.

 

eikona77