ΛΥΣΙΟΥ
Κατὰ Φίλωνος δοκιμασίας
Ὑπὲρ Μαντιθέου
Προτομή του Λυσία (Εκδοτική Αθηνών)
ΟΙ ΛΟΓΟΓΡΑΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥΣ
Στην αρχαία Αθήνα ο
νόμος υποχρέωνε τους διαδίκους να υπερασπίζονται οι ίδιοι την υπόθεση των στο
δικαστήριο χωρίς τη βοήθεια συνηγόρου. Όσοι όμως από αυτούς δεν μπορούσαν να
ανταποκριθούν στο έργο της υπεράσπισης, ανέθεταν με αμοιβή τη σύνταξη του
κατάλληλου λόγου σε επαγγελματίες συγγραφείς λόγων, τους λογογράφους ή λογοποιούς. Τους λόγους αυτούς οι ενδιαφερόμενοι αποστήθιζαν και εκφωνούσαν στα
δικαστήρια.
Η λογογραφία ξεκίνησε
από τη Σικελία, όπου οι μεγάλοι δάσκαλοι της ρητορικής Κόρακας και Τεισίας
είχαν συνθέσει δικανικούς λόγους που απήγγειλαν στα δικαστήρια είτε οι ίδιοι
είτε οι διάδικοι.
Το επάγγελμα του
λογογράφου άνθησε στην Αθήνα ιδιαίτερα τον 4ο π.Χ. αιώνα. Ο Ισοκράτης (Περί Αντιδόσεως 41) αναφέρει ότι στην εποχή του ο αριθμός των
λογογράφων ήταν σημαντικός. Τούτο οφείλεται α) στον μεγάλο αριθμό των
δικαστικών υποθέσεων, που κατέληγαν στα αθηναϊκά δικαστήρια όχι μόνον από την
Αττική αλλά και από τις συμμαχικές πόλεις (βλ. Ξενοφώντα Αθηναίων Πολιτεία 1,16) και β) στα πολλά κέρδη που απέφερε το επάγγελμα
αυτό, ιδιαίτερα στους διαπρεπείς λογογράφους.
Όλοι οι ρήτορες του
Κανόνος, πλην του Ανδοκίδη και του Αισχίνη, άσκησαν αυτό το επάγγελμα, παρά το
γεγονός ότι οι Αθηναίοι δεν το εκτιμούσαν λόγω κυρίως των μέσων που χρησιμοποιούσαν
αρκετοί λογοποιοί για να αποκτήσουν πελατεία. Ως πρώτος επαγγελματίας λογογράφος αναφέρεται ο Αντιφώντας.
Το έργο του λογογράφου
δεν ήταν εύκολο. Απαιτούσε γνώση του αττικού δικαίου, σωστή εκτίμηση των
κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών της εποχής και κυρίως γνώσης της ανθρώπινης
ψυχολογίας που ήταν απαραίτητη προκειμένου ο λογοποιός να προσαρμόσει τον λόγο
στον χαρακτήρα του πελάτη του, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο. Η ικανότητα αυτή,
χαρακτηριστικό γνώρισμα της τέχνης του Λυσία, ονομάστηκε ηθοποιία και
αποτελούσε τη βασικότερη αρετή ενός επιτυχημένου λόγου. Πολύτιμη βοήθεια στο
έργο του λογογράφου προσέφεραν τα διδακτικά εγχειρίδια ρητορικής τέχνης, που είχαν
συνταχθεί από διαπρεπείς ρητοροδιδασκάλους. Ο ικανότερος και διασημότερος
λογογράφος, ο Λυσίας, μαρτυρείται ότι συνέγραψε και διδακτικά εγχειρίδια
(Τέχναι Ρητορικαί), που προορίζονταν για τη θεωρητική κατάρτιση των μαθητών
του.
Πολλοί Αθηναίοι θαύμαζαν
τους διαπρεπείς λογογράφους για την υψηλή τους τέχνη και για τις γνώσεις τους.
Είναι γεγονός ότι οι λογογράφοι προήγαγαν τη ρητορική τέχνη και εθεράπευσαν
τις ανάγκες της αττικής δικονομίας.
Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΛΥΣΙΑ
Ο Λυσίας
γεννήθηκε στην Αθήνα περίπου το 445 π.Χ. Ήταν γιος του Κέφαλου του Συρακόσιου
και εγγονός του Λυσανία. Είχε αδελφούς τον Πολέμαρχο και τον Ευθύδημο. Ο
πατέρας του πείστηκε από τον φίλο του Περικλή, τον διάσημο πολιτικό, να αφήσει
την πατρίδα του και να εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα, όπου και έζησε ως
μέτοικος τριάντα χρόνια ασκώντας το επάγγελμα του ασπιδοποιού.
Ο Κέφαλος
χάρη στην ευπορία του και τη γνωριμία του με εξέχοντες πνευματικούς άνδρες της
Αθήνας (στο σπίτι του διεξάγεται ο διάλογος της πλατωνικής Πολιτείας) έδωσε
σωστή αγωγή και επιμελημένη μόρφωση στα παιδιά του.
Μετά τον
θάνατο του περί το 430 π.Χ. ο Λυσίας, σε ηλικία τότε 15 ετών, αναχώρησε μαζί
με τον μεγαλύτερο αδελφό του Πολέμαρχο για τους Θουρίους, αποικία στην Κάτω Ιταλία,
που ίδρυσαν οι Αθηναίοι το 444 π.Χ. Εκεί ο Λυσίας σπούδασε τη ρητορική κοντά
στους Συρακόσιους ρητοροδιδασκάλους Τεισία και Νικία, μαθητές του ονομαστού
Κόρακα. Μετά την αποτυχία της σικελικής εκστρατείας των Αθηναίων το 413 π.Χ.
υποχρεώθηκε, ύστερα από επανάσταση του δήμου των Θουρίων και την επικράτηση
της μερίδας των Λακωνιζόντων, να επιστρέψει μαζί με τον αδελφό του και άλλους
τριακόσιους αποίκους στην Αθήνα το 412-11 π.Χ. Μέχρι το 404 π.Χ. έζησε ήρεμα
και άνετα. Το εργοστάσιο ασπιδοποιίας, που είχε με τον αδελφό του Πολέμαρχο
στον Πειραιά του εξασφάλιζε μια οικονομική άνεση που του επέτρεπε να ασχολείται
με την αγαπημένη του τέχνη, τη ρητορική, είτε γράφοντας λόγους είτε διδάσκοντας.
Το 404
π.Χ. με την εγκαθίδρυση στην Αθήνα της αρχής των Τριάκοντα ο Λυσίας βίωσε οδυνηρές
καταστάσεις. Τα δημοκρατικά του φρονήματα και η περιουσία του κίνησαν το μίσος
των Τυράννων κατά της οικογενείας του. Ο αδελφός του Πολέμαρχος θανατώθηκε
χωρίς δίκη, το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του δημεύτηκε και ο ίδιος
δραπέτευσε στα Μέγαρα υποστηρίζοντας από εκεί τους δημοκρατικούς με χρήματα,
μισθοφόρους και όπλα. Για τις πολύτιμες αυτές υπηρεσίες του, αμέσως μετά την
επάνοδο της δημοκρατίας το 403 π.Χ., ο Θρασύβουλος πρότεινε με ψήφισμα να
δοθεί στον Λυσία και σε όσους μετοίκους βοήθησαν εξόριστους Αθηναίους το
δικαίωμα του Αθηναίου πολίτη. Ο Αρχίνος όμως, που προερχόταν από τη μετριοπαθή
συντηρητική μερίδα του Θηραμένη, κατήγγειλε το ψήφισμα ως παράνομο, διότι ήταν
απροβούλευτο, δεν είχε δηλαδή την προηγούμενη έγκριση της Βουλής. Έτσι το
ψήφισμα του Θρασύβουλου ακυρώθηκε και ο Λυσίας έμεινε μέχρι τέλους ισοτελής1. Επειδή έτσι στερήθηκε του δικαιώματος να
αναμειγνύεται αυτοπροσώπως στα δημόσια πράγματα, ασχολήθηκε και πάλι με τη
ρητορική, όχι όμως ως ρητοροδιδάσκαλος αλλά ως λογογράφος. Με την ιδιότητά του
αυτή συνέγραφε επ' αμοιβή δικανικούς κυρίως λόγους για λογαριασμό των πελατών
του, τους οποίους οι ίδιοι εκφωνούσαν στα δικαστήρια, Ο Λυσίας εκφώνησε στο
δικαστήριο μόνο τον λόγο Κατά Ερατοσθένους, με τον οποίο καταγγέλλει τον
Ερατοσθένη, έναν των Τριάκοντα, ως πρωταίτιο για τον θάνατο του αδελφού του Πολέμαρχου.
Ο Λυσίας
παντρεύτηκε την κόρη του γαμπρού του Βραχύλλου. Πέθανε στην Αθήνα μετά το 380
π.Χ. έχοντας αποκτήσει τη φήμη του διασημότερου λογογράφου.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΛΥΣΙΑ
Ο Λυσίας
υπήρξε πολυγραφότατος. Ασχολήθηκε με μεγάλη επιτυχία και με τα τρία είδη του
ρητορικού λόγου, ελάχιστα με το συμβουλευτικό, περισσότερο με το επιδεικτικό
ή πανηγυρικό και κατ' εξοχήν με το δικανικό.
Στην
αρχαιότητα κυκλοφορούσαν με το όνομά του 425 λόγοι, από τους οποίους ο φιλολογικός
κύκλος του Διονυσίου Αλικαρνασσέα και του Καικιλίου θεωρούσε γνήσιους 233.
Σήμερα μας είναι γνωστοί 172 τίτλοι. Οι συνηθισμένες συλλογές περιλαμβάνουν 35
λόγους. Από αυτούς 23 είναι ολοκληρωμένοι και ορισμένων αμφισβητείται η
γνησιότητα. Σώζονται επίσης αποσπάσματα λόγων και επιστολών.
Από τους
σωζόμενους λόγους ένας μόνον είναι συμβουλευτικός ο Περί της Πολιτείας και δυο επιδεικτικοί, ο Επιτάφιος και ο Ολυμπιακός. Οι υπόλοιποι με εξαίρεση τον Ερωτικό, ο οποίος έφθασε σε μας μέσω του Πλάτωνα και
εμπεριέχεται στο έργο του Φαίδρος,
είναι δικανικοί, κατηγορικοί ή απολογητικοί, και αναφέρονται σε ποικίλες
υποθέσεις δημόσιες ή ιδιωτικές.
Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
«Λυσίας κράτιστος πάντων ἐγένετο ῥητόρων φύσιν
ἀνθρώπων κατοπτεῦσαι καὶ τὰ προσήκοντα ἑκάστῳ ἀποδοῦναι πάθη τε καὶ ἤθη καὶ
ἔργα».
|
Διονυσίου
Αλικαρνασσέως, Λυσίας, 7 |
Το έργο
του Λυσία έχει σημαντική ιστορική αξία. Παρέχει πολύτιμες γνώσεις για την εσωτερική πολιτική κατάσταση της Αθήνας την
περίοδο από το τέλος του Πελοποννησιακού μέχρι και του Κορινθιακού πολέμου
(404-393 π.Χ.) ειδικότερα δε για την εποχή των Τριάκοντα. Οι πληροφορίες του
Λυσία είναι αξιόπιστες και ενισχύουν ή συμπληρώνουν εκείνες του Ξενοφώντα, του
Αριστοτέλη και του Διοδώρου.
Οι
δικανικοί του λόγοι με την ποικιλία των υποθέσεων φωτίζουν την ιδιωτική,
κοινωνική και οικονομική ζωή των Αθηναίων της περιόδου αυτής και αποτελούν
πολύτιμο βοήθημα για τον μελετητή της αττικής δικονομίας και του δικαίου γενικότερα.
Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι η αισθητική αξία του έργου. Οι
λόγοι του Λυσία χαρακτηρίζονται από τεχνική αρτιότητα, η οποία προκαλεί τον
θαυμασμό. Η κατασκευή τους χαρακτηρίζεται απο απόλυτη πειθαρχία στους κανόνες
της ρητορικής τέχνης. Η συντομία, η περιεκτικότητα και ποικιλία των προοιμίων·
η σαφήνεια, γλυκύτητα και φυσικότητα της διήγησης· η πειστικότητα της απόδειξης, που ο ρήτορας πετυχαίνει με τη δεξιότητά του στον χειρισμό των
εντέχνων πίστεων, δηλ. των λογικών επιχειρημάτων, του ήθους και του πάθους·
το μέτρο και η χάρη του επιλόγου αποτελούν τις κυριότερες αρετές στη διάρθρωση
των λόγων του. Το σημαντικότερο όμως
χαρακτηριστικό της τέχνης του Λυσία είναι η ηθοποιία, την οποίαν ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς (Λυσίας 8) αποκαλεί εὐπρεπεστάτην ἀρετήν. Ο ρήτορας πετυχαίνει να προσαρμόσει τον λόγο του στην
προσωπικότητα του πελάτη του κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δίδεται η εντύπωση ότι
ο λόγος φέρει την προσωπική σφραγίδα του ομιλητή και όχι του επαγγελματία
λογογράφου.
Η
απλότητα του ύφους, η καθαρή και ακριβής έκφραση, για την οποία ο Λυσίας
χαρακτηρίστηκε ως τῆς Ἀττικῆς γλώττης ἄριστος κανών, σε συνδυασμό με τη βραχυλογία που συνίσταται στη
σύντομη και περιεκτική φράση, αποτελούν τις βασικότερες αρετές του λυσιακού ύφους
και συνθέτουν τη μεγαλύτερη αρετή του, την χάριν. Έτσι η χάρη και η πειθώ του
λόγου τον καθιστούν χαριτωμένο και απολαυστικό. Ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς
(Λυσίας 11) πολύ εύστοχα αναφέρει ότι τὸ ἡδέως καὶ κεχαρισμένως καὶ ἐπαφροδίτως γράφειν (=
η ευχάριστη και χαριτωμένη και κομψή γραφή) είναι γνώρισμα μόνον του Λυσία, ενώ το εὖ γράφειν είναι χαρακτηριστικό και άλλων ρητόρων.
Δίκαια
λοιπόν ο Λυσίας χαρακτηρίζεται ως ο διαπρεπέστερος λογογράφος της αρχαιότητας
και το έργο του μεγάλης ιστορικής και αισθητικής αξίας.
Τέσσερις δικαστικοί
ψήφοι με την επιγραφή «ψῆφος δημοσία». (Εκδοτ. Αθηνών, Γ2).
|