Οι ιστορικές προϋποθέσεις της λυρικής ποίησης

Τις ιστορικές προϋποθέσεις της λυρικής ποίησης περιγράφει λιτά και εύστοχα ο Ν. Χ. Κονομής:

Στα πιο χαρακτηριστικά φαινόμενα της αρχαϊκής εποχής συγκαταλέγεται η εμφάνιση του θεσμού της πόλης-κράτους και η διασπορά των Ελλήνων σε διάστημα διακοσίων περίπου χρόνων από το νοτιοανατολικό άκρο του Εύξεινου Πόντου έως σχεδόν τον Ατλαντικό Ωκεανό στη Δ. Μεσόγειο. Με τον όρο πόλη ή πόλη-κράτος νοείται ένα ορισμένο σύνολο ανθρώπων που χονδρικά συνίστατο από μια κοινότητα αναγνωρισμένων α) πολιτών (ενηλίκων ανδρών), β) πολιτών χωρίς πολιτικά δικαιώματα (γυναικών και παιδιών) και γ) μη-πολιτών (περιοίκων, μετοίκων και δούλων), που κατείχε ορισμένη περιοχή και ζούσε σύμφωνα με ορισμένο πολίτευμα. Ήταν ανεξάρτητη από εξωτερική εξουσία σε βαθμό που επέτρεπε στα μέλη της να αισθάνονται ότι είχαν αρκετή αυτονομία. Η ύπαιθρος χώρα μπορούσε να ήταν ουσιαστικά αδειανή από κατοίκους ή να καταλαμβανόταν από αγροκτήματα ή χωριά ή κώμες, αλλά έπρεπε να υπάρχει μια θρησκευτική, πολιτική, και διοικητική εστία γύρω από την οποία αναπτυσσόταν μια πόλη, συνήθως οχυρωμένη, με αγορά, εμπορική και πολιτική, έδρα της δικαιοσύνης και της κυβέρνησης, αρχικά μοναρχικού ή αριστοκρατικού τύπου, αργότερα συνήθως ολιγαρχικού ή δημοκρατικού. Με ποιο τρόπο η σκιώδης ύπαρξη της κτηνοτροφικής κοινότητας απέκτησε οντότητα με τη δημιουργία πολιτικών θεσμών δεν μπορούμε να εξηγήσουμε ικανοποιητικά. Η άμεση συνέπεια της κατάρρευσης της Μυκηναϊκής κοινωνίας ήταν μια μακρά περίοδος συγκεχυμένων φυλετικών περιπλανήσεων η οποία ως το 1000 περίπου έδωσε τον υποτυπώδη μελλοντικό τύπο της πόλης. Πάντως την εποχή αυτή η λατρεία των ηρώων σε ειδικά κοινοτικά ιερά και η απόκτηση δημόσιων ναών αυξάνουν το αίσθημα της κοινότητας και επιταχύνουν την ανάπτυξη της πόλης. Ήδη στην Ιλιάδα και τον Ησίοδο γίνεται λόγος για την απονομή της δικαιοσύνης και μερικοί άλλοι θεσμοί που αναπτύχθηκαν αργότερα έχουν την αρχή τους εδώ. Όμοια η κατάλυση της βασιλείας συνετέλεσε επίσης στην επισημοποίηση της προηγούμενης συμβουλευτικής ιδιότητας των ευγενών δημιουργώντας διάφορα αξιώματα που κατείχαν εκ περιτροπής αριστίνδην στα πλαίσια της πόλης. Η κοινωνία του όγδοου και ακόμη του έβδομου αιώνα ζούσε σε αναρίθμητες, υποτυπώδεις μονάχα πόλεις που ευνοούνταν από τη γεωγραφική κατάτμηση του ελληνικού χώρου.

Μπορούμε γενικά να συμπεράνουμε ότι η βαθμιαία ανύψωση του θεσμού της πόλης έδωσε μεγαλύτερη ενότητα στον πληθυσμό απορροφώντας τις μικρές τοπικές μονάδες. Το περίεργο όμως είναι ότι οι Έλληνες μεταφύτευσαν τις μικρές τους πόλεις και στο εξωτερικό, στη Σικελία και στην Κάτω Ιταλία π.χ., όπου η γειτνίαση με πολυπληθείς ξένους λαούς θα έπρεπε να τους έχει προβληματίσει για τη βιωσιμότητα τους. Υπήρχε, όπως φαίνεται, στους Έλληνες ριζωμένη η πεποίθηση ότι η πόλη ήταν το μόνο πρόσφορο σύστημα για μιαν πολιτισμένη ζωή, πεποίθηση που ο Αριστοτέλης (Πολιτικά 1253 α7 κ.ε.) συγκεφαλαίωσε προς το τέλος της ελληνικής ανεξαρτησίας, όταν όρισε τον άνθρωπο ως ζον πολιτικόν με την έννοια ότι ο άνθρωπος από φυσικού του προοριζόταν να ζήσει και να αναπτύξει τις ικανότητες του μέσα στην πόλη.

[Ν.Χ. Κονομής, Αρχαϊκή Λυρική Ποίηση. Ανθολογία Ι. Χορική Ποίηση, Ηράκλειο 1991]

[πηγή: Πύλη για την Ελληνική γλώσσα]

info

Το παρόν αποτελεί μέρος του ψηφιακού εμπλουτισμού των σχολικών βιβλίων (Ψηφιακό Σχολείο) και διατίθεται μόνο για εκπαιδευτική χρήση και στο πλαίσιο για το οποίο διαμορφώθηκε.