Σοφοκλέους Τραγωδίαι (Β Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)
Β΄ Επεισόδιο: Β΄ Σκηνή: στ. 441-525 Β΄ Στάσιμο: στ. 582-625 Επιστροφή στην αρχική σελίδα του μαθήματος
ΧΟ. Καὶ μὴν πρὸ πυλῶν ἥδ᾽ Ἰσμήνη,  
  φιλάδελφα κάτω δάκρυ᾽ εἰβομένη·  
  νεφέλη δ᾽ ὀφρύων ὕπερ αἱματόεν  
  ῥέθος αἰσχύνει,  
  τέγγουσ᾽ εὐῶπα παρειάν. 530
     
ΚΡ. Σὺ δ᾽, ἣ κατ᾽ οἴκους ὡς ἔχιδν᾽ ὑφειμένη  
  λήθουσά μ᾽ ἐξέπινες, οὐδ᾽ ἐμάνθανον  
  τρέφων δύ᾽ ἄτα κἀπαναστάσεις θρόνων,  
  φέρ᾽, εἰπὲ δή μοι, καὶ σὺ τοῦδε τοῦ τάφου  
  φήσεις μετασχεῖν, ἢ ᾽ξομῇ τὸ μὴ εἰδέναι; 535
ΙΣ. Δέδρακα τοὔργον, εἴπερ ἥδ᾽ ὁμορροθεῖ,  
  καὶ ξυμμετίσχω καὶ φέρω τῆς αἰτίας.  
ΑΝ. Ἀλλ᾽ οὐκ ἐάσει τοῦτό γ᾽ ἡ δίκη σ᾽, ἐπεὶ  
  οὔτ᾽ ἠθέλησας οὔτ᾽ ἐγὼ ᾽κοινωσάμην.  
ΙΣ. Ἀλλ᾽ ἐν κακοῖς τοῖς σοῖσιν οὐκ αἰσχύνομαι 540
  ξύμπλουν ἐμαυτὴν τοῦ πάθους ποιουμένη.  
ΑΝ. Ὧν τοὔργον Ἅιδης χοἰ κάτω ξυνίστορες·  
  λόγοις δ᾽ ἐγὼ φιλοῦσαν οὐ στέργω φίλην.  
ΙΣ. Μήτοι, κασιγνήτη, μ᾽ ἀτιμάσῃς τὸ μὴ οὐ  
  θανεῖν τε σὺν σοὶ τὸν θανόντα θ᾽ ἁγνίσαι. 545
ΑΝ. Μή μοι θάνῃς σὺ κοινά, μηδ᾽ ἃ μὴ ᾽θιγες  
  ποιοῦ σεαυτῆς· ἀρκέσω θνῄσκουσ᾽ ἐγώ.  
ΙΣ. Καὶ τίς βίος μοι σοῦ λελειμμένῃ φίλος;  
ΑΝ. Κρέοντ᾽ ἐρώτα· τοῦδε γὰρ σὺ κηδεμών.  
ΙΣ. Τί ταῦτ᾽ ἀνιᾷς μ᾽ οὐδὲν ὠφελουμένη; 550
ΑΝ. Ἀλγοῦσα μὲν δῆτ᾽, εἰ γέλωτ᾽ ἐν σοὶ γελῶ.  
ΙΣ. Τί δῆτ᾽ ἂν ἀλλὰ νῦν σ᾽ ἔτ᾽ ὠφελοῖμ᾽ ἐγώ;  
ΑΝ. Σῶσον σεαυτήν· οὐ φθονῶ σ᾽ ὑπεκφυγεῖν.  
ΙΣ. Οἴμοι τάλαινα, κἀμπλάκω τοῦ σοῦ μόρου;  
ΑΝ. Σὺ μὲν γὰρ εἵλου ζῆν, ἐγὼ δὲ κατθανεῖν. 555
ΙΣ. Ἀλλ᾽ οὐκ ἐπ᾽ ἀρρήτοις γε τοῖς ἐμοῖς λόγοις.  
ΑΝ. Καλῶς σὺ μὲν τοῖς, τοῖς δ᾽ ἐγὼ ᾽δόκουν φρονεῖν.  
ΙΣ. Καὶ μὴν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ᾽ξαμαρτία.  
ΑΝ. Θάρσει· σὺ μὲν ζῇς, ἡ δ᾽ ἐμὴ ψυχὴ πάλαι  
  τέθνηκεν, ὥστε τοῖς θανοῦσιν ὠφελεῖν. 560
ΚΡ. Τὼ παῖδε φημὶ τώδε τὴν μὲν ἀρτίως  
  ἄνουν πεφάνθαι, τὴν δ᾽ ἀφ᾽ οὗ τὰ πρῶτ᾽ ἔφυ.  
ΙΣ. Οὐ γάρ ποτ᾽, ὦναξ, οὐδ' ὃς ἂν βλάστῃ μένει  
  νοῦς τοῖς κακῶς πράσσουσιν, ἀλλ᾽ ἐξίσταται.  
ΚΡ Σοὶ γοῦν, ὅθ᾽ εἵλου σὺν κακοῖς πράσσειν κακά. 565
ΙΣ. Τί γὰρ μόνῃ μοι τῆσδ᾽ ἄτερ βιώσιμον;  
ΚΡ. Ἀλλ᾽ ἥδε μέντοι μὴ λέγ᾽· οὐ γὰρ ἔστ᾽ ἔτι.  
ΙΣ. Ἀλλὰ κτενεῖς νυμφεῖα τοῦ σαυτοῦ τέκνου;  
ΚΡ. Ἀρώσιμοι γὰρ χἀτέρων εἰσὶν γύαι.  
ΙΣ. Οὐχ ὥς γ᾽ ἐκείνῳ τῇδέ τ᾽ ἦν ἡρμοσμένα. 570
ΚΡ. Κακὰς ἐγὼ γυναῖκας υἱέσι στυγῶ.  
ΙΣ. Ὦ φίλταθ᾽ Αἵμων, ὥς σ᾽ ἀτιμάζει πατήρ.  
ΚΡ. Ἄγαν γε λυπεῖς καὶ σὺ καὶ τὸ σὸν λέχος.  
ΧΟ. Ἦ γὰρ στερήσεις τῆσδε τὸν σαυτοῦ γόνον;  
ΚΡ. Ἅιδης ὁ παύσων τούσδε τοὺς γάμους ἐμοί. 575
ΧΟ. Δεδογμέν᾽, ὡς ἔοικε, τήνδε κατθανεῖν.  
ΚΡ. Καὶ σοί γε κἀμοί. Μὴ τριβὰς ἔτ᾽, ἀλλά νιν  
  κομίζετ᾽ εἴσω, δμῶες· ἐκδέτας δὲ χρὴ  
  γυναῖκας εἶναι τάσδε μηδ᾽ ἀνειμένας.  
  Φεύγουσι γάρ τοι χοἰ θρασεῖς, ὅταν πέλας 580
  ἤδη τὸν Ἅιδην εἰσορῶσι τοῦ βίου.  

 

ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

  καὶ μὴν αλλά να
  εἴβομαι σταλάζω, χύνω
  νεφέλη........αἰσχύνει η συντακτ. σειρά: ὑπὲρ δ' ὀφρύων νεφέλη αἰσχύνει αἱματόεν ῥέθος = και πάνω από τα φρύδια της ένα σύννεφο ασχημίζει το κατακόκκινο πρόσωπό της
530 τέγγω υγραίνω, βρέχω
  εὐώψ -ῶπος (ὁ, ἡ) αυτός που έχει ωραία όψη, ωραίος
  ὡς ἔχιδν' ὑφειμένη
(ὑφίεμαι)
σαν οχιά κρυμμένη
  μ' ἐξέπινες μου έπινες το αίμα
  ἄτη -ης συμφορά, καταστροφή
  κἀπαναστάσεις (το αφηρημένο αντί του συγκεκριμ.) και επαναστάτριες
  τοῦδε τοῦ τάφου σε τούτη την ταφή
  ἤ (ἐ)ξομῇ (ἐξομνύω)
τὸ μὴ εἰδέναι
ή θα ορκιστείς ότι δεν ξέρεις τίποτα
  ὁμορροθῶ(μεταφορά από την
κωπηλασία)
συμφωνώ
  φέρω τῆς αἰτίας δέχομαι την κατηγορία
  ἀλλ' οὐκ ἐάσει τοῦτό γ' ἡ
δίκη σ(οι)
όμως δε θα στο επιτρέψει αυτό η δικαιοσύνη
  κοινοῦμαι (-όομαι) κάνω κάποιον συνεργό
540 ἐν κακοῖς τοῖς σοῖσιν μέσα στις συμφορές σου
  ξύμπλους (ὁ, ἡ), ξύμπλουν (τὸ) συνταξιδιώτης, συμμέτοχος
  ὧν τοὔργον.....ξυνίστορες η συντακτ. σειρά: Ἅιδης χοὶ κάτω ξυνίστορες εἰσὶ ὦν (ἐστι) τοὔργον = ο Άδης και οι θεοί του Κάτω Κόσμου ξέρουν καλά ποιοι έκαναν αυτήν την πράξη (της ταφής)
  οὐ στέργω φίλην δεν τη θεωρώ δικό μου άνθρωπο
  ἀτιμάζω στερώ την ταφή
  τὸ μὴ οὐ θανεῖν διπλή άρνηση, γιατί εξαρτάται από ρήμα με άρνηση: μήτοι ἀτιμάσῃς
  ἁγνίζω εξαγνίζω, εξιλεώνω
  μή μοι θάνῃς σύ κοινὰ
(κοινῇ)
να μην πεθάνεις μαζί μου, αρνούμαι να πεθάνεις μαζί μου
  ἅ μὴ (ἔ)θιγες (θιγγάνω) αυτά που δεν άγγιξες
  ἀρκέσω (προσ. αντί απρόσ.) θα είναι αρκετό ότι....
  καὶ τίς βίος μοι φίλος και ποια χαρά θα έχω στη ζωή
  σοῦ λελειμμένη αν στερηθώ εσένα
  κηδεμών (ενν. εἶ) ενδιαφέρεσαι, νοιάζεσαι γι' αυτόν
550 ἀνιῶ (‹ἀνία) λυπώ, πικραίνω
  εἰ γέλωτ' ἐν σοι γελῶ
(αιτιολ. πρότ.)
αν (διότι) γελώ εις βάρος σου
  τί δῆτ' ἃν ὠφελοῖμ' ἐγὼ σε τι λοιπόν θα μπορούσα να σε ωφελήσω
  ἀλλὰ νῦν έστω και τώρα
  ὑπεκφεύγω διαφεύγω (τον κίνδυνο), γλιτώνω
  ἀμπλάκω (αόρ. β΄ του
ρ. ἀμπλακίσκω)
να στερηθώ, να μη συμμερισθώ
  ἀλλ' οὐκ ἐπ' ἀρρήτοις τοῖς
ἐμοῖς λόγοις
αλλά όχι χωρίς να εκφράσω τις δικαιολογίες μου
  σὺ μὲν τοῖς, τοῖς δ' ἐγὼ εσύ στα μάτια αυτών εδώ (του Κρέοντα και των Θηβαίων που συντάσσονται μ' αυτόν), εγώ στα μάτια των άλλων (του Άδη και των νεκρών)
  νῷν (δοτ. δυϊκ. αρ.) ἡμῖν, για τις δυο μας
  ἡ (ἐ)ξαμαρτία το αμάρτημα, το παράπτωμα
560 τὼ παῖδε (αιτιατ. δυϊκού) τὰς παῖδας (αντί τῶν παίδων)
  τὼ παῖδε.....τὴν μέν....τήν δ' σχήμα «καθ' όλον και μέρος»
  ὁ, ἡ ἄνους, τὸ ἄνουν ανόητος, άμυαλος
  ἀφ' οὗ τὰ πρῶτ' ἔφυ από την πρώτη στιγμή της γέννησής της
  οὐδ' ὃς ἂν βλάστῃ νοῦς ούτε η φρόνηση που έχουμε έμφυτη
  ἐξίσταμαι φεύγω από τη θέση μου, χάνομαι
  σοὶ γοῦν (ενν. ἐξέστη) εσένα λοιπόν σου σάλεψε
  ὅθ' (= ὅτε) αφότου, από τη στιγμή που
  μόνῃ μοι βιώσιμον
(= βιωτὸν μοι μόνῃ ἐστὶ)
μπορώ μόνη μου να ζήσω
  τῆσδ' ἄτερ (= ἄτερ τῆσδε) χωρίς αυτήν εδώ
  νυμφεῖα γάμοι, μνηστή
  ἀρώσιμοι (μεταφ. από τη σπορά) κατάλληλοι για καλλιέργεια
  ὁ γύης, -ου το χωράφι
570 οὐχ ὡς γ'....ἡρμοσμένα η συντακτ. σειρά: ἀλλὰ τὰ τοῦ γάμου οὐκ ἔσται ἡρμοσμένα, ὡς γ' ἐκείνῳ τῇδε θ' ἡρμοσμένα ἦν = όμως ο γάμος με άλλη δε θα είναι τόσο ταιριαστός όσο μεταξύ εκείνου και αυτής
  υἱεὺς -ος (= υἱὸς) γιος
  στυγῶ μισώ
  τὸ σὸν λέχος ο γάμος σου (ο γάμος για τον οποίο μιλάς)
  δεδογμένα (ενν. ἐστὶ) έχει αποφασιστεί
  καὶ σοί γε κἀμοὶ
(ενν. δεδογμένα ἐστὶ)
και από σένα βέβαια και από μένα
  τριβὰς (ενν. ποιοῦμαι) χρονοτριβώ, καθυστερώ
  δμὼς -ωὸς δούλος
  ἀνειμέναι γυναῖκες γυναίκες ελεύθερες
580 πέλας τοῦ βίου κοντά στη ζωή τους