ΚΕΙΜΕΝΑ
γνωστικοί κλάδοι να κινούνται πάνω σε δύο
τρένα που τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα
προς αντίθετες κατευθύνσεις, χωρίς να αντιλαμβάνεται
το καθένα τι συμβαίνει στην παράπλευρη
σιδηροδρομική γραμμή”. (Harold Morowitz, “Ξαναανακαλύπτοντας
τη νόηση”, στο Douglas Hofstadter και
Daniel Dennett (επιμ.), Το εγώ της νόησης,
μτφρ. Μ. Αντωνοπούλου, εκδ. Κάτοπτρο,
Aθήνα 1993, σ. 47)
3. “Το πρόβλημα που μας ενδιαφέρει σε ό,τι
αφορά τους άλλους νόες δεν είναι το γνωσιολογικό
πρόβλημα, πώς μπορώ να γνωρίζω
ότι οι άλλοι άνθρωποι δεν είναι ζόμπι. Είναι
το εννοιολογικό πρόβλημα, πώς μπορώ να
κατανοήσω την απόδοση νοητικών καταστάσεων
σε άλλους. Και αυτό με τη σειρά
του είναι το πρόβλημα του πώς μπορώ να
συλλάβω τον νου μου απλώς ως ένα από τα
πολλά παραδείγματα νοητικών φαινομένων
που εμπεριέχονται εντός του κόσμου”. (Τhomas Nagel, Η θέα από το πουθενά,
μτφρ. Χ. Σταματέλος, εκδ. Κριτική, Αθήνα
2000, σ. 41)
4. “Ο λειτουργισμός, κληρονόμος του συμπεριφορισμού,
προσπαθεί και αυτός να
καλύψει θεωρητικά το νόημα των εκφράσεων
του διανοητικού λεξιλογίου επικαλούμενος
εντέλει εξωτερικά συμβάντα (ερεθίσματα
και συμπεριφορά), αποφεύγοντας ωστόσο
τις παγίδες του συμπεριφορισμού. Αντίθετα
από τον συμπεριφορισμό, ο λειτουργισμός
αναγνωρίζει ότι οι νοητικές καταστάσεις
είναι “εσωτερικές” καταστάσεις.
Όμως τον ιδιαίτερο νοητικό χαρακτήρα τον
προσδίδει στις εσωτερικές καταστάσεις όχι
μια εγγενής ιδιότητά τους, αλλά το ότι έχουν
ορισμένες αιτιακές σχέσεις. Πρώτα πρώτα,
σχέσεις με εξωτερικά συμβάντα, όπως “εισροές”
ερεθισμάτων και συμπεριφορικές |
“εκροές” και, δεύτερον, σχέσεις με άλλες
εσωτερικές καταστάσεις. Έτσι ο λειτουργισμός
δεν παραγνωρίζει την αλληλεπίδραση
ανάμεσα σε εσωτερικές καταστάσεις”. (Alvin Goldman, Γνωσιοεπιστήμη: Φιλοσοφικές
εφαρμογές, μτφρ. Γ. Μαραγκός, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1998, σ. 95)
5. “Εκείνο που διαπιστώνουμε στην ιστορία
του υλισμού είναι μια επαναλαμβανόμενη
αμηχανία του ανάμεσα στην ανάγκη, από
τη μια, να παρουσιάσει μία ερμηνεία της
πραγματικότητας που να μην περιέχει
οποιαδήποτε αναφορά σε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά
της νόησης, όπως η συνείδηση
και η υποκειμενικότητα, και στην ανάγκη,
από την άλλη, να συμπεριλάβει τις
“διαισθήσεις” μας σχετικά με τον νου και τη
νόηση. Είναι φυσικά αδύνατον να κάνει και
τα δύο. […] Υπάρχει κάτι το εξαιρετικά
θλιβερό σε όλη αυτή την ιστορία, γιατί φαίνεται
να είναι άχρηστη και χωρίς νόημα.
Βασίζεται ολόκληρη στη λανθασμένη υπόθεση
ότι η άποψη πως η πραγματικότητα
είναι αποκλειστικά φυσική-υλική είναι
ασυμβίβαστη με την άποψη ότι ο κόσμος
μας περιέχει πράγματι και υποκειμενικές
(“ποιοτικές”, “προσωπικές”, “συναισθηματικές-
συγκινησιακές”, “άυλες”, ‘μη φυσικές”)
συνειδησιακές καταστάσεις, όπως οι
σκέψεις και τα αισθήματα”. (John Searle, Ανακαλύπτοντας ξανά τον νου, μτφρ. Μ. Κορνήλιος,
εκδ. Γκοβόστης, Αθήνα 1997, σ. 74)
|