ΚΕΙΜΕΝΑ
1. “ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Λοιπόν για πάντα η αλήθεια για τα όντα βρίσκεται μέσα στην
ψυχή μας και, εφόσον η ψυχή είναι αθάνατη, δεν πρέπει να ευελπιστείς ότι και
αυτό που τώρα τυχαίνει να μην το γνωρίζεις είναι δυνατόν να προσπαθήσεις να
το αναζητήσεις και να το θυμηθείς;”
(Πλάτων, Μένων, 86a)
2. “Τη γενική γνώση την πετυχαίνουμε ξεκινώντας από την εμπειρία. […] Είναι
αδύνατον να εξετάσει κανείς τα γενικά χωρίς επαγωγή. […] Είναι αδύνατον να
ακολουθήσουν επαγωγική πορεία όσοι δε διαθέτουν αισθήσεις”.
(Αριστοτέλης, Φυσικά, VII, 3 247b20, Αναλυτικά Ύστερα, 81b20)
3. “Ας πάρουμε παραδείγματος χάριν αυτό το κερί. […] Ενώ μιλώ, το μετακινώ
προς τη φωτιά: τα υπολείμματα γεύσης εξαλείφονται, η οσμή εξανεμίζεται,
το χρώμα μεταβάλλεται, το σχήμα χάνεται, το μέγεθος αυξάνει, γίνεται ρευστό,
θερμαίνεται, μετά βίας, μπορεί να αγγιχτεί και, αν το χτυπήσουμε τώρα, δεν εκπέμπει
κανέναν ήχο. […] Το ίδιο το κερί δεν ήταν η ηδύτητα του μελιού, το άρωμα
των λουλουδιών, η λευκότητα, το σχήμα ή ο ήχος, αλλά ένα σώμα που προ ολίγου
μου φανερωνόταν υπό εκείνους τους τρόπους και τώρα μου φανερώνεται υπό
άλλους. […] Ας προσέξουμε και, παραμερίζοντας
όσα δεν ανήκουν στο κερί, ας δούμε τι απομένει: τίποτα άλλο από κάτι
εκτατό, εύκαμπτο και ευμετάβολο.[…] Τι είναι όμως αυτό το κερί που δε γί-
|
νεται αντιληπτό παρά με το πνεύμα; Είναι το ίδιο που βλέπω, που αγγίζω, που
φαντάζομαι, εντέλει το ίδιο που έκρινα εξαρχής. Ας σημειωθεί όμως ότι η αντίληψή
του δεν είναι ένα ενέργημα της όρασης, της αφής ή της φαντασίας, και
ούτε ήταν ποτέ, παρότι έτσι φάνηκε προηγουμένως, αλλά μόνο μια εποπτεία του πνεύματος, η οποία μπορεί να είναι ατελής
και συγκεχυμένη, όπως ήταν προηγουμένως, ή σαφής και διακριτή, όπως είναι τώρα, αναλόγως του αν παρατηρώ
περισσότερο ή λιγότερο εκείνα που το συνθέτουν” (Ρενέ Ντεκάρτ, Στοχασμοί περί της πρώτης φιλοσοφίας, μτφρ. Ευάγγελος Βανταράκης, εκδ. Εκκρεμές, Αθήνα 2003, σ. 79-81)
4. “Αλλά […] το συμπέρασμα που εξάγουν απ’ την καθολική συμφωνία […]
είναι μια συλλογιστική απόδειξη που στηρίζεται σε μια αποδεικτική αρχή,
που δεν υπάρχει καθόλου, γιατί δεν υπάρχει πραγματικά καμιά αρχή πάνω
στην οποία όλοι οι άνθρωποι να συμφωνούν γενικά. Και για να αρχίσω με τις θεωρητικές
έννοιες, να δύο απ’ τις περίφημες αρχές στις οποίες δίνουν κατά προτίμηση
την ιδιότητα των έμφυτων αρχών: καθετί που είναι, είναι, και είναι αδύνατον
ένα πράγμα να είναι και να μην είναι ταυτόχρονα. Αυτές οι προτάσεις θεωρήθηκαν
σίγουρα σαν αξιώματα καθολικώς δεκτά, αλλά χρειάζεται προσπάθεια
για να παραδεχτούμε ότι υπάρχει μια γενική συμφωνία πάνω σ’ αυτές τις δύο προτάσεις, γιατί υπάρχει ένα μεγάλο μέρος
του ανθρώπινου γένους που δεν του είναι ακόμα γνωστές.
|