2. Η εποχή του Ιουστινιανού (6ος αι. μ.Χ.) | |
Ο Ιουστινιανός σφράγισε με το έργο του τον 6ο αιώνα. Διαδέχθηκε στο θρόνο το θείο του Ιουστίνο, τον οποίο είχε βοηθήσει στη διακυβέρνηση του κράτους ως σύμβουλος, όταν εκείνος σε μεγάλη ηλικία και χωρίς γνώσεις ανέλαβε αυτοκρατορικά καθήκοντα. Ο ίδιος είχε αποκτήσει σπουδαία μόρφωση και είχε επηρεαστεί από την παιδεία και το παλαιό μεγαλείο του ρωμαϊκού κόσμου. Το γεγονός αυτό ενίσχυσε τις φιλοδοξίες του, όταν κυβέρνησε την αυτοκρατορία από το 527 ως το 565 μ.Χ. Την εποχή αυτή ο αρχαίος ρωμαϊκός κόσμος βρισκόταν ήδη υπό διάλυση. Η αποκατάσταση της ρωμαϊκής οικουμένης, που την περιόρισαν στο ανατολικό της τμήμα οι «βαρβαρικές» επιδρομές, ήταν μια ελπίδα που ενέπνεε τη δημόσια ζωή των Ρωμαίων. Αυτή η ελπίδα έγινε στόχος της πολιτικής του Ιουστινιανού. Συγκεκριμένα, στόχος της εξωτερικής του πολιτικής ήταν η ανακατάληψη των χαμένων εδαφών στη Δύση και η συνοριακή άμυνα στην Ανατολή ώστε να επιτευχθεί η αποκατάσταση της ρωμαϊκής οικουμένης. Ενώ στην εξωτερική πολιτική ο Ιουστινιανός φαίνεται δέσμιος του οράματος του παλαιού μεγαλείου, στην εσωτερική γίνεται καινοτόμος. Έλαβε μέτρα που οδήγησαν την αυτοκρατορία προς τα εμπρός και την απομάκρυναν από τη ρωμαϊκή παράδοση. |
|
2.1 Η ανασύσταση της ρωμαϊκής οικουμένης
Κύριο στόχο των επιδιώξεων και της πολιτικής του Ιουστινιανού αποτελεί η αποκατάσταση της παλαιάς συνοριακής γραμμής της αυτοκρατορίας, όπως ήταν πριν εγκατασταθούν στο δυτικό τμήμα της οι γερμανικοί λαοί. Ψηφιδωτό από τον πλευρικό τοίχο του ιερού της εκκλησίας του Αγίου Βιταλίου στη Ραβέννα. Παρουσιάζει αυτοκρατορική πομπή, στο μέσο της οποίας εικονίζεται ο Ιουστινιανός. Η μνημειακή αυτή σύνθεση δηλώνει την αποκατάσταση της αυτοκρατορικής εξουσίας στην Ιταλία (6ος αι.). |
|
1. Η επιστολή του στρατηγού Βελισάριου προς τον Ιουστινιανό για την αποστολή στρατιωτικής βοήθειας στην Ιταλία |
έθεσε σε εφαρμογή, αφού προηγουμένως στο εσωτερικό συνέτριψε μια επαναστατική κίνηση (Στάση του Νίκα)* που λίγο έλειψε να του στοιχίσει το θρόνο. Επιθετικοί πόλεμοι στη Δύση. |
Αμυντικοί πόλεμοι στην Ανατολή και στο Δούναβη. ♦ Στα ασιατικά σύνορα κύριος αντίπαλος της αυτοκρατορίας ήταν οι Πέρσες. Οι αγώνες εναντίον τους, με ενδιάμεσες ανάπαυλες ειρηνικών ελιγμών, διήρκεσαν περίπου τριάντα χρόνια και χωρίζονται σε τρεις φάσεις (527-532, 540-545 και 549-562 μ.Χ.). Ο Ιουστινιανός αντιμετώπισε τον περσικό κίνδυνο με ιδιαίτερα προσεγμένο σχεδιασμό, που αποσκοπούσε στην αποφυγή μεγάλων πολεμικών συγκρούσεων και στην οργάνωση συστήματος συνοριακής άμυνας. Τελικά, το συνοριακό καθεστώς μεταξύ των δύο κρατών επανήλθε σ' αυτό που ίσχυε τον 3ο αι. μ.Χ. ♦ Στα βόρεια σύνορα δεν εφαρμόστηκε από τον αυτοκράτορα κάποια ιδιαίτερη πολιτική, γι' αυτό και η κατάσταση στη συνοριακή γραμμή του Δούναβη έμεινε ανεξέλεγκτη. Ο Ιουστινιανός, λόγω των στρατιωτικών αναγκών που είχε στη Δύση και στην Ανατολή, υποχρεώθηκε να αποσύρει στρατεύματα από τα βόρεια σύνορα. Η κατάσταση αυτή ενθάρρυνε τις διεισδύσεις νέων λαών, κυρίως Σλάβων ενωμένων με κατάλοιπα των ουνικών φυλών του Αττίλα. Πολλές φορές παραβίασαν τη συνοριακή γραμμή του Δούναβη και εισχώρησαν νοτιότερα. |
Το βυζαντινό κράτος το 565 μ.Χ. (Τέλος της βασιλείας του Ιουστινιανού) |
2. Ο «εκσλαβισμός» των Ελλήνων. Ο ιστορικός Ι.Φ. Φαλμεράϋερ, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, διατύπωσε τη θεωρία του εκσλαβισμοΰ των συγχρόνων Ελλήνων, προβάλλοντας ως επιχείρημα τις σλαβικές επιδρομές που έγιναν στον ελλαδικό χώρο τον 6ο αι. |
Σε μια απ' αυτές τις επιδρομές (558 μ.Χ.) απείλησαν την ίδια την πρωτεύουσα και έφτασαν λεηλατώντας μέχρι τις ακτές του Ιονίου και τον Ισθμό της Κορίνθου. Η διείσδυση τους, ωστόσο, σε εδάφη της νότιας Βαλκανικής ήταν περιορισμένη και σε κανένα μέρος της Ελλάδας δεν έγιναν σλαβικές εγκαταστάσεις κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 6ου αι.2 |