5
ΚΛΑΣΙΚΗ KAI ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ
|
5. ΚΛΑΣΙΚΗ KAI ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ |
Η κλασική περίοδος Στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. η νίκη των συμμαχικών ελληνικών δυνάμεων κατά των Περσών σήμανε αφενός την απομάκρυνση του περσικού κινδύνου από τον ελληνικό χώρο και αφετέρου την απελευθέρωση των πόλεων της Ιωνίας. Η καθοριστική συμβολή των Αθηναίων στη νίκη κατά των Περσών και στη συνέχεια η επικράτηση της Αθήνας ως μόνης ισχυρής θαλασσοκράτειρας έδωσαν στους πολίτες των Αθηνών ένα αίσθημα υπερηφάνειας και υπεροχής έτσι ώστε να θεώρησουν εαυτούς ως πρώτους μεταξύ ίσων. Αυτές ήταν οι συνθήκες που οδήγησαν στην οικονομική, πολιτική και πολιτιστική ανάπτυξη της πόλης και στη δημιουργία του λαμπρού πολιτισμού ο οποίος υπήρξε η βάση για την ανάπτυξη του δυτικού πολιτισμού από την αρχαιότητα έως σήμερα. Οι περισσότερες από τις παραλιακές πόλεις του Αιγαίου είχαν συνασπιστεί με την Αθήνα. Κέντρο της συμμαχίας ήταν το ιερό νησί του Απόλλωνα, η Δήλος. Το 454 π.Χ. το συμμαχικό ταμείο μεταφέρθηκε από τη Δήλο στην Αθήνα, η οποία δια χειριζόταν τώρα τεράστια οικονομικά ποσά. Η οικονομική ανάπτυξη της Αθήνας δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ανοικοδόμηση ιερών και δημόσιων κτιρίων μοναδικής τέχνης, τα οποία αντικατοπτρίζουν την υπερηφάνεια της πόλης και |
των κατοίκων για τα κατορθώματά τους και τη θέλησή τους να αφήσουν μαρτυρίες του πολιτισμού τους αναλλοίωτες στους επερχόμενους αιώνες. Η Αθήνα του Περικλή έφθασε στο απόγειο της δύναμης και της δόξας της. Είναι η εποχή των τραγικών ποιητών, του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, των πρώτων ιστορικών συγγραφέων, του Ηρόδοτου και του Θουκυδίδη, του φιλόσοφου Σωκράτη και πολλών άλλων. Γύρω από τον Περικλή συγκεντρώθηκε ένα επιτελείο από μαθηματικούς, αστρονόμους, αλλά και τους πιο σπουδαίους δημιουργούς στο χώρο της αρχιτεκτονικής, της γλυπτικής και της ζωγραφικής, με αποτέλεσμα την ανάδειξη της Αθήνας σε πνευματικό κέντρο των γραμμάτων και των τεχνών. |
Κλασική χαρακτηρίζεται η περίοδος του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ. Κατά την περίοδο αυτή μέσα στην πόλη της Αθήνας αλλά και σε όλη την Αττική ανοικοδομούνται διάφορα κτίσματα, όπως ναοί, δημόσια κτίρια, τα οικοδομήματα της Ακρόπολης. Μερικά από τα πολλά - διαφορετικής μορφής και λειτουργίας - κτίρια της Αθήνας είναι το "Στρατηγείον", το Νομισματοκοπείο, το Ωδείο του Περικλέους, ο Ναός του Ηφαίστου ("Θησείον"), η Χαλκοθήκη, η Στοά του Ελευθερίου Διός. Πολλά από τα οικοδομήματα αυτά δημιουργήθηκαν συγχρόνως στο διάστημα από το 450 έως το 431 π.Χ., δηλαδή μέχρι την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου. 'Ενα μελετημένο "χωροταξικό" σχέδιο φαίνεται πως προηγήθηκε όλης αυτής της πολύπλευρης ανάπτυξης |
Το έργο αυτό βρέθηκε στα συντρίμμια ενός ναυαγίου. Ο γενειοφόρος θεός μπορεί να είναι ο Ποσειδώνας, έτοιμος να πετάξει την τρίαινα, ή ο Δίας έτοιμος να πετάξει κεραυνό. Η στάση είναι "δανεισμένη" από τα αθλήματα των γυμναστηρίων: τα χέρια πλήρως τεντωμένα μακριά από τον κορμό, ενώ το δεξί πόδι, ελαφρά ανασηκωμένο, δεν πατά στο έδαφος, γεγονός που δείχνει την εξαίρετη τεχνική της χύτευσης.
Έργο ορόσημο στην ιστορία της γλυπτικής, αφού είναι το πρώτο στο οποίο το σώμα δεν αποδίδεται πια στατικά. Εμφανίζεται φυσικό, σαν να ζει και να υπάρχει. Το χαμόγελο εξακολουθεί να σχηματίζει το τόξο του "αρχαϊκού μειδιάματος". Τα μαλλιά, καλοχτενισμένα, πλέκονται γύρω από το κεφάλι. Τα μάτια (σήμερα κενά) προφανώς συμπληρώνονταν με ένθετο υλικό. Πρόκειται για το ένα από τα δύο αγάλματα που εικάζεται ότι ανήκαν σε ένα σύνταγμα δεκαέξι χάλκινων αγαλμάτων, |
έργο του Φειδία, με προορισμό τους Δελφούς, προκειμένου οι Αθηναίοι να ευχαριστήσουν τους θεούς μετά τη μάχη του Μαραθώνα. Τα γλυπτά εκλάπησαν, και κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τους στην Ιταλία το πλοίο βυθίστηκε. Το άγαλμα απεικονίζει ώριμο άνδρα πολεμιστή, με σφριγηλό και εύρω στο σώμα, στη γνωστή στάση του χιασμού, τα δόντια είναι από ασήμι, ενώ τα μάτια ήταν ένθετα. Το άγαλμα χυτεύτηκε με την τεχνική του χαμένου κεριού. Αυτή η τεχνική χύτευσης επιτρέπει να δημιουργηθεί ένα λεπτό στρώμα μπρούντζου, ώστε ο κορμός του αγάλματος να μην είναι από συμπαγές μέταλλο και έτσι αυτό να γίνεται ελαφρύτερο. |
Εικ. 4. Ο "Δισκοβόλος" (450 π.Χ. περίπου), ρωμαϊκό αντίγραφο από πρωτότυπο χάλκινο έργο του Μύρωνα, μάρμαρο, ύψος 1,55 μ., από τη Ρώμη (Εσκουλίνο), Εθνικό Μουσείο Ρώμης. Ο αθλητής βρίσκεται στην υπέρτατη στιγμή της έντασης. Το χέρι που κρατά το δίσκο είναι στο ύψιστο σημείο ενός νοητού τόξου, πριν ακόμη αρχίσει να έρχεται προς τα κάτω. Είμαστε μπροστά στο "πάγωμα" της κίνησης. Όλη η ένταση του σώματος αποδίδεται με δύο αλληλοτεμνόμενα τόξα, ενώ διακρίνουμε και τέσσερα επάλληλα τρίγωνα. Η απόδοση κάθε μέρους είναι αποτέλεσμα μεγάλης ανατομικής σπουδής του σώματος. Παρ' όλη την ένταση της κίνησης, το πρόσωπο είναι ήρεμο, με μια έκφραση περίσκεψης. Ο αθλητής δεν "ποζάρει", είναι συγκεντρωμένος στην κίνηση του χεριού του. Ο κορμός του δέντρου στα πόδια είναι πρόσθετο στοιχείο, προκειμένου να δυναμώσουν τα πιο αδύνατα σημεία του αγάλματος στο μαρμάρινο αντίγραφο. Από τα καλύτερα διατηρημένα αλλά και από τα ωραιότερα θέατρα που έχουν σωθεί από την αρχαία Ελλάδα. Το Θέατρο της Επιδαύρου, απόλυτα συνυφασμένο με το ελληνικό πνεύμα, είναι εξ ολοκλήρου ελληνική δημιουργία, αρχιτεκτονικό έργο, κατά τον Παυσανία, του Πολύκλειτου του Νεότερου. Λειτουργικό ακόμα και σήμερα, με απόλυτη συμμετρία και ιδανικές αναλογίες, εκπλήσσει με την πλήρη ένταξή του στο τοπίο και τη θαυμαστή ακουστική του που υποβάλλουν το θεατή. |
ξης της πόλης, που κορυφώθηκε με τα κτίσματα του βράχου της Ακρόπολης. Στη γλυπτική η οριστική ρήξη με ό,τι είχε σχέση με το άκαμπτο και το στατικό έγινε γύρω στο 480 π.Χ., με το έργο ο "Παις του Κριτίου", το οποίο αποδίδεται στο γλύπτη Κριτία Πρόκειται για το πρωιμότερο έργο γλυπτικής στο οποίο εμφανίζεται το ενδιαφέρον για τη φυσική στάση του ανθρώπινου σώματος. Η φυσική στάση των ανθρώπων δεν είναι εκείνη των κούρων ή των αιγυπτιακών μακρινών τους προτύπων. Οι άνθρωποι συνήθως μετακινούν το βάρος του σώματός τους από τον κεντρι κό άξονα στο ένα πόδι. Έτσι όμως μετακινούνται και όλα τα άλλα μέρη του σώματος: όταν τεντώνε ται το ένα πόδι που φέρει το βάρος του σώματος, το άλλο χαλαρώνει και λυγίζει. Ταυτόχρονα διαφοροποιείται το ύψος των γλουτών. Ο ώμος που αντιστοιχεί στο σταθερό πόδι κατεβαίνει, ενώ γέρνει λίγο και το κεφάλι. Στο σταθερό πόδι αντιστοιχεί, χιαστί, το χαλαρό χέρι, στο δε λυγισμένο πόδι αντιστοιχεί το σταθερό χέρι. Οι ιστορικοί της τέχνης ονομάζουν τη στάση αυτή που παρατηρείται στη γλυπτική "χιασμό" ή "contrapposto". Είναι η στάση που θα χαρακτηρίσει όλη τη γλυπτική του ανθρώπινου σώματος στην κλασική τέχνη. Ύστερα από πολλούς αιώνες επανεμφανίστηκε στην Αναγέννηση και σήμανε την αναβίωση της κλασικής τέχνης. Από τα γλυπτά της εποχής, εκ των οποίων τα περισσότερα ήταν "χαλκά" (μπρούντζινα, δηλαδή κράμα χαλκού με κασσίτερο), τα πρωτότυπα που σώζονται είναι λίγα. Αυτά που σώθηκαν είναι ρωμαϊκά αντίγραφα, τα οποία λαξεύονταν από Έλληνες και Ρωμαίους τεχνίτες σε φθηνότερο υλικό, το μάρμαρο, για να κοσμήσουν τις επαύλεις πλούσιων Ρωμαίων πολιτών. Ωστόσο, πολλές φορές η ποιότητά τους ήταν κατώτερη των πρωτοτύπων. Άλλοτε πάλι οι αντιγραφείς αυθαιρετούσαν, αντιστρέφοντας τις μορφές ή προσθέτοντας έναν κορμό δέντρου στα πόδια των μορφών, για λόγους στήριξης. Όσο κι αν αλλάζει όμως η εικόνα από το χαμένο πρωτότυπο, τα αντίγραφα αυτά δεν παύουν να είναι πολύτιμα, γιατί χωρίς αυτά δε θα είχαμε πλήρη εικόνα της εξέλιξης της ελληνικής τέχνης. |
Το τέλος της κλασικής εποχής: οι ελληνιστικοί χρόνοι Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, που τελείωσε το 404 π.Χ. με την ήττα της Αθήνας, βρήκε τις πόλεις-κράτη εξουθενωμένες. Οι εμφύλιοι πόλεμοι και οι κοινωνικές εντάσεις διατάραξαν την κοινωνική ισορροπία και όξυναν τις αντιθέσεις στο εσωτερικό των πόλεων-κρατών. Η ανάμειξη των Περσών στα ελληνικά πράγματα, και η αυξανόμενη κρίση των ελληνικών πόλεων οδήγησαν στην "πανελλήνια ιδέα", την πολιτική δηλαδή ένωση των Ελλήνων ενάντια στην πάντοτε ελλοχεύουσα περσική απειλή. Η ανερχόμενη δύναμη του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου έκανε πολλούς να προσβλέπουν σε αυτόν για την ένωση των ελληνικών πόλεων. Το 338 π.Χ., στην καθοριστική μάχη της Χαιρώνειας της Βοιωτίας, ο Φίλιππος κατέστειλε και την τελευταία αντίσταση του ενωμένου στρατού Αθηναίων και Θηβαίων. Στη συνέχεια, ο Φίλιππος ηγήθηκε ως "στρατηγός αυτοκράτωρ" της πανελλήνιας εκστρατείας εναντίον των Περσών. Η εκστρατεία όμως αυτή δεν πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο, γιατί δολοφονήθηκε το καλοκαίρι του 336 π.Χ., αλλά από το διάδοχό του Αλέξανδρο (336-323 π.Χ.), ο ο ποίος έμελλε να δημιουργήσει ένα απέραντο κράτος ως τα βάθη της Ασίας και να διαδώσει τον ελληνικό πολιτισμό. Στην τέχνη, ο 4ος αιώνας είναι το στάδιο ωρίμασης των κατακτήσεων του 5ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου εμφανίστηκαν τα χαρακτηριστικά που θα επικρατήσουν στην τέχνη της επόμενης εποχής, που ονομάζεται συμβατικά ελληνιστική. Η ελληνιστική περίοδος αρχίζει από το θάνατο του Αλεξάνδρου και τελειώνει με την υποταγή της Αιγύπτου, υπό τη βασιλεία της Κλεοπάτρας, στον Καίσαρα Οκταβιανό (ναυμαχία του Ακτίου, 31 π.Χ.). Τα ελληνιστικά κέντρα των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Αλεξάνδρεια στην Αίγυπτο, η Πέργαμος στη Μικρά Ασία, η Αντιόχεια στη Συρία και άλλα, έγιναν πάμπλουτες πόλεις που |
Eικ. 7. Ο "Αποξυόμενος", έργο του Λυσίππου (330 π.Χ. περίπου), μάρμαρο, ρωμαϊκό αντίγραφο από πρωτότυπο χάλκινο, ύψος 2,05 μ., Ρώμη, Μουσείο Βατικανού. Οι αναλογίες που εισήγαγε ο Λύσιππος μπορούν να μελετηθούν σε αυτό το γλυπτό, ιδίως αν αυτό συγκριθεί με το "Δορυφόρο" του Πολύκλειτου. Μια ενέργεια διατρέχει όλοτο σώμα του αθλητή, ενώ το ένα χέρι ετοιμάζεται να περάσει στο άλλο την ξύστρα (στλεγγίδα) που καθαρίζει το λάδι με το οποίο αλείφονταν οι αθλητές πριν από τον αγώνα. Δεν υπάρχει πια μετωπικότητα, αντίθετα το γλυπτό πρέπει να ιδωθεί από διάφορα σημεία, αφού η κίνησή του γίνεται αντιληπτή αν κοιταχτεί από το πλάι. Η παροδικότητα, το στιγμιαίο, αλλά και ο συναισθηματικός κόσμος του απεικονιζομένου εισάγονται τώρα στη γλυπτική. |
λείπει κέιμενο
υπερηφανεύονταν για τις βιβλιοθήκες τους, τις συλλογές από έργα τέχνης, τις επιστημονικές προόδους και τους επιφανείς φιλοσόφους που συγκεντρώνονταν στις αυλές των ισχυρών της εποχής. Ένας κοσμοπολίτικος πολιτισμός είχε αντικαταστήσει το αυστηρό και ηρωικό σχήμα της πόλης-κράτους της κλασικής περιόδου. |
και από την καθημερινή ζωή, χωρίς την αυτοσυγκράτηση και την περισυλλογή των μορφών της κλασικής περιόδου. Στην αρχιτεκτονική επικρατούν ο κορινθιακός και ο ιωνικός ρυθμός (ο πρώτος διαφέρει ουσιαστικά από το δεύτερο μόνο κατά το κιονόκρανο), γιατί είναι περισσότερο διακοσμητικοί και λιγότερο δεσμευτικοί ως προς τους μορφολογικούς τους κανόνες. Η οργάνωση των νέων πολυάνθρωπων πόλεων στηρίχτηκε σε ένα ορθολογικό σύστημα παράλληλων και κάθετων δρόμων στους οποίους εντάσσονται τα δημόσια και τα ιδιωτικά κτίρια, με σκοπό την αντιμετώπιση των πρακτικών αναγκών τους. (Το σύστημα ονομάζεται "ιπποδάμειο", από τον Iππόδαμο που το εισηγήθηκε για την ανοικοδόμηση της πόλης της Μιλήτου, πρωτεύουσας της Ιωνίας, η οποία είχε καταστραφεί από τους Πέρσες.) Αν ο 5ος αιώνας π.Χ. χαρακτηρίστηκε από τη γενική ιδέα της επιβολής της τάξης επάνω στα πράγματα, της τελειότητας του ορθού λόγου, της εξιδανίκευσης της φύσης και των ιδανικών αναλογιών που δημιουργούσαν τέλειους ναούς, ιδανικά σώματα, ιδανική ομορφιά, τα τελευταία χρόνια του 4ου αιώνα π.Χ. χαρακτηρίζονται από μια στροφή προς το απτό, το κοντινό, προς το λιγότερο εξιδανικευμένο, προς το υποκειμενικό και το ατομικό. Οι θεοί του Πραξιτέλη διατηρούν την υπερκόσμια ο μορφιά τους, όμως είναι πιο ανθρώπινοι, πιο υπαρ κτοί και πιο οικείοι. Μαζί με τον Πραξιτέλη μοιράστηκαν τον ίδιο "εξανθρωπισμό" των θεών - ο καθένας με το δικό του τρόπο - άλλοι δύο γλύπτες της τελευταίας γενιάς της κλασικής περιόδου: ο Σκόπας από την Πάρο, ο οποίος προσέδωσε ιδιαίτερο συναισθηματισμό στους θεούς του, και ο Λύσιππος από τη Σικυώνα, ο οποίος επιλέχθηκε από τον Αλέξανδρο ως ο μόνος ικανός για να απαθανατίσει τη μορφή του. Ο Λύσιππος εισήγαγε ένα νέο κανόνα μέτρησης των αναλογιών του ανθρώπινου σώματος στη γλυπτική, σύμφωνα με τον οποίο τα σώματα γίνονταν πιο λεπτά από εκείνα του Πολύκλειτου. Σύμφωνα με τον κανόνα του Πολύκλειτου, το ανθρώπινο κεφάλι έπρεπε να αποτελεί το ένα έβδομο του |
σώματός του. Ο Λύσιππος θεωρούσε ότι το κεφάλι έπρεπε να είναι το ένα όγδοο του συνόλου. Όταν το 146 π.Χ. οι Ρωμαίοι ολοκλήρωσαν την κατάκτηση της κυρίως Ελλάδας, ανακήρυξαν ορισμένες από τις πόλεις-κράτη ελεύθερες (Αθήνα, Σπάρτη, Σικυώνα). Παρ' όλα αυτά, καμία από τις πόλεις - ούτε και η Αθήνα - δεν μπόρεσε να ακμάσει πολιτικά και οικονομικά. Η Αθήνα όμως διατήρησε το κύρος της ως κέντρο του πολιτισμού και της γνώσης. Οι Έλληνες καλλιτέχνες έγιναν περιζήτητοι, τόσο για να τροφοδοτήσουν τη Ρώμη με αντίγραφα των κλασικών και ελληνιστικών έργων όσο και για να δημιουργήσουν νέα γλυπτά, προκειμένου να διακοσμηθούν οι επαύλεις των πλούσιων Ρωμαίων. |
Εικ. 9. Η "Νίκη της Σαμοθράκης" (190-180 π.Χ. περίπου), μάρμαρο Πάρου, ύψος 2,45 μ., Παρίσι, Λούβρο. Η Νίκη, αγαπητή θεά στους Έλληνες, που προσωποποιούσε τη νίκη κατά των αντιπάλων, εμφανίζεται σαν να έχει μόλις προσγειωθεί στην πρώρα ενός πλοίου. Στη βάση του αγάλματος, δύο τεχνητές λίμνες συμπληρώνουν την ψευδαίσθηση της θριαμβευτικής εισόδου καραβιού σε λιμάνι μετά από νίκη. Τα φτερά της Νίκης είναι ακόμη διάπλατα ανοιγμένα, ενώ ο λεπτός της χιτώνας και το βαρύ ιμάτιο κολλούν από την ορμή του αέρα στο σώμα της διαγράφοντάς το.
|
Εικ. 11. "Το σύμπλεγμα του Λαοκόοντος" (1ος αιώνας π.Χ.), έργο των Ρόδιων Αγησάνδρου, Πολυδώρου και Αθηνοδώρου, μάρμαρο, ύψος 1,84 μ., Ρώμη, Μουσείο Βατικανού. Ο Ρωμαίος ιστορικός Πλίνιος θεωρεί το έργο ως το ωραιότερο όλης της αρχαιότητας. Θαυμάστηκε όσο κανένα άλλο την εποχή της Αναγέννησης και επηρέασε βαθύτατα το Μιχαήλ Άγγελο (ήταν παρών στην ανακάλυψη του έργου στη Ρώμη το 1506). Το έργο στηρίζεται σε μια τριγωνική - σε σχήμα πυραμίδας - σύνθεση. Ο πόνος για την άδικη μοίρα του Λαοκόοντα και των γιων του παρουσιάζεται θεατρικά, χωρίς την εσωστρέφεια και την αυτοσυγκράτηση της κλασικής εποχής. Εικ. 12. Βωμός του Δία, Πέργαμος (175 π.Χ. περίπου), αναπαράσταση της δυτικής όψης του βωμού, Βερολίνο, Μου σείο Περγάμου. |
|
Εικ. 13. Σκηνή της γιγαντομαχίας, από τη ζωφόρο του βωμού της Περγάμου (180 π.Χ. περίπου), μάρμαρο, συνολικό μήκος 1,20 μ., ύψος 2,30 μ., Βερολίνο, Μουσείο Περγάμου. Το θέμα της ζωφόρου είναι η μάχη των γιγάντων και των θεών, τους οποίους οδηγεί ο Ζευς. Το μοτίβο είναι δανεισμένο από τη ζωφόρο του Παρθενώνα. Τόσο η γιγαντομαχία όσο και η Ακρόπολη της Αθήνας είχαν περάσει στη συνείδηση του ελληνικού κόσμου ως κλασικά. Το έργο, με την ένταση και τη θεατρικότητα των μορφών του και την πολυπλοκότητα των αξόνων, έχει ονομαστεί "μπαρόκ", γιατί αργότερα αξιοποιήθηκαν οι ίδιες αξίες στη γλυπτική του 17ου αιώνα.
Τρεις αιώνες περίπου χωρίζουν την αρχαϊκή αυτή ζωφόρο απο την προηγουμένη. Ο Ηρακλής εικονίζεται επάνω στο άρμα της θεάς Κυβέλης να μάχεται μαζί της εναντίον των γιγάντων. Είναι ενδιαφέρουσα η σύγκριση μεταξύ των δύο γιγαντομαχιών, για να αντιληφθεί κανείς τις διαφορές και την αντίθεση ανάμεσα στις τεχνικές των δύο εποχών.
|
Εικ. 15. Κορινθιακό κιονόκρανο, Πολύκλειτος ο Νεότερος, από τη θόλο της Επιδαύρου (350 π.Χ. περίπου), Επίδαυρος, Αρχαιολογικό Μουσείο. Το κορινθιακό κιονόκρανο, που διαμορφώνεται από φύλλα ακάνθου, μια σύνθεση με πλαστικές αρετές και διακοσμητικότητα, εμφανίζεται εδώ για πρώτη φορά. Λέγεται ότι το εμπνεύστηκε ο γλύπτης Καλλίμαχος ο Κορίνθιος, καθώς κοιτούσε ένα καλάθι το οποίο περιέβαλλαν αγκάθια επάνω στον τάφο ενός μικρού κοριτσιού. Στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. μια βελτίωση της τεχνικής του ψηφιδωτού, η προσθήκη δηλαδή μικρών χρωματισμένων γυαλιών, κομμένων στο επιθυμητό μέγεθος, έδωσε τη δυνατότητα ακριβέστερων λεπτομερειών και απαλότερων χρωματικών διαβαθμίσεων, γεγονός που έκανε τα ψηφιδωτά να φτάσουν στο επίπεδο της υψηλής ζωγραφικής. Το έργο βρέθηκε στο δάπεδο πλούσιας οικίας της Πομπηίας. Αξίζει να παρα τηρήσει κανείς τη διαμόρφωση του χώρου, τη ζωηρότητα της κίνησης ανθρώπων και ζώων, τη χωρίς ενδοιασμούς χρήση προ οπτικών βραχύνσεων, την πολυαξονικότητα των δοράτων, σε σημείο που αισθάνεται κανείς ότι "ακούει" τις κλαγγές των ασπίδων και των όπλων και τα χλιμιντρίσματα των ζώων. Ο έφιππος αριστερά ταυτίζεται με το Μέγα Αλέξανδρο, (λεπτομέρεια δεξιά), ενώ δεξιά η ψηλότερη μορφή επάνω στο άρμα ταυτίζεται με το Δαρείο. |
|
ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΡΓΟΥ
Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Όταν το 480 π.Χ. οι Πέρσες έκαψαν την Ακρόπολη, οι Αθηναίοι, όπως και οι άλλοι Έλληνες, ορκίστηκαν να αφήσουν τους ναούς τους κατεστραμμένους, ως μνημεία της ασέβειας των βαρβάρων, και να μην τους ξαναχτίσουν. Ωστόσο, ύστερα από την οριστική νίκη του Κίμωνα κατά των Περσών στον Ευρυμέδοντα, το 462 π.Χ., ξεκινά στην Αθήνα το πρόγραμμα ανοικοδόμησης των ιερών κτιρίων. Μετά τον εξοστρακισμό του Κίμωνα το πρόγραμμα διακόπτεται και επαναλαμβάνεται από τον Περικλή τρο ποποιημένο, ώστε το αποτέλεσμα να είναι μεγαλοπρεπέστερο. Οι αρχιτέκτονες που πλαισίωσαν το επιτελείο του Περικλή ήταν ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης και αργότερα ο μαθητής τους Μνησικλής. "Πάντων επίσκοπος" κατά τον Πλούταρχο, αυτός δηλαδή που είχε τη γενική εποπτεία του έργου, ήταν ο γλύπτης Φειδίας. |
|
ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΡΓΟΥ
|
|
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
|