Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς• χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ Ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαίρε, εσύ, που είσαι ύψος, το οποίο δύσκολα μπορεί να φθάσει κι να κατανοήσει η διάνοια του ανθρώπου· χαίρε, εσύ, που είσαι βάθος που δύσκολα μπορούν να ατενίσουν τα μάτια ακόμα και των Αγγέλων (Στάση Α΄).
Χαῖρε, δι' ἧς νεουργείται ἡ κτίσις• χαῖρε, δι' ἧς βρεφουργείται ὁ Κτίστης.
Χαίρε, εσύ, διαμέσου της οποίας ανακαινίζεται η κτίση·
χαίρε, εσύ, διαμέσου της οποίας ο Κτίστης γίνεται βρέφος (Στάση Α΄).
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι' ἧς κατέβη
ὁ Θεός• χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς
πρὸς οὐρανόν.
Χαίρε, διότι είσαι η επουράνια σκάλα, δια της οποίας κατέβηκε ο Θεός στη γη. Χαίρε, διότι είσαι η γέφυρα που μεταφέρει τους ανθρώπους, που είναι
πλασμένοι από γη, στον ουρανό (Στάση Α΄).
Χαῖρε, ἡ κλεὶς τοῦ Χριστοῦ βασιλείας• χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.
Χαίρε, εσύ, που είσαι το κλειδί με το οποίο ανοίγει η Βασιλεία του Χριστού· χαίρε, εσύ, που είσαι η ελπίδα για μας, ότι θα απολαύσουμε τα αιώνια αγαθά
(Στάση Γ΄).
|